Το σίγουρο για την παράσταση Η Μαρινέλλα συναντά τη Βέμπο είναι ότι πρέπει να είσαι ξεκούραστος όταν θα πας να τη δεις, διότι η καθαρή της ώρα  (χωρίς διαλείμματα κλπ.) είναι 3 ώρες και 20 λεπτά. Και ακριβώς επειδή το καλό δεν πάει με το κιλό (ή με τον χρόνο) πρέπει να πω ότι ενώ είχα μεγάλες προσδοκίες από το συγκεκριμένο μιούζικαλ, εντούτοις μάλλον(;) απογοητεύτηκα. Και κατά τη γνώμη μου η ευθύνη βαραίνει τον Πέτρο Ζούλια γι' αυτό (θα εξηγήσω παρακάτω με λεπτομέρειες), καθώς έχτισε μια παράσταση που η έτσι κι αλλιώς περίεργη συντεταγμένη της –η Μαρινέλλα να κάνει τη Βέμπο παραμένοντας πάντα η Μαρινέλλα, εκτός από κάποιες στιγμές που γίνεται Βέμπο (μπερδευτήκατε, ε;)– είχε εκ της συμβάσεως μια κολοσσιαία ζητηματάρα να λύσει σε επίπεδο σημειολογίας.

Εξηγούμαι. Η Μαρινέλλα παραμένει Μαρινέλλα σε όλη τη διάρκεια της παράστασης. Σε κάποιες όμως φάσεις μπαίνει ως Βέμπο και τραγουδάει ως μεγαλύτερο alter ego/συνείδηση της νεαρής σταρ την οποία βλέπουμε πάνω στη σκηνή. Την ίδια στιγμή –παραμένοντας Μαρινέλλα– σχολιάζει (ενίοτε με σύγχρονα δεδομένα) όσες ατάκες απευθύνονται σε εκείνη καθώς παίζει τη Βέμπο, ενώ ταυτόχρονα (ως Μαρινέλλα) αφηγείται/αναθυμάται τη συναισθηματική της σχέση με το υλικό της Σοφίας Βέμπο. Μπερδευτήκατε πάλι, ε;

Marinveb_2

Λογικό το βρίσκω, αν και πρέπει να παραδεχθώ ότι κανείς από τους θεατές δεν μπερδεύτηκε, για τον πολύ απλό λόγο που ακούει στο όνομα Μαρινέλλα. Μπορεί δηλαδή η παράσταση να φώτισε άγνωστες πτυχές της πορείας της Βέμπο, αλλά στην ουσία μας έμεινε η Μαρινέλλα. Αν μάλιστα η συγκεκριμένη παράσταση είχε ως πρωταγωνίστρια έναν άλλο άνθρωπο, βάζω στοίχημα ότι ούτε τόσο πολύ θα την είχαμε ακούσει πριν τη πρεμιέρα, ούτε τόσο κόσμο θα μάζευε –την Πέμπτη το Badminton είχε γεμίσει κατά τα 3/4 του και μιλάμε για έναν πολύ μεγάλο χώρο. Σε συντριπτικό δε ποσοστό (πάνω από 95%, χωρίς υπερβολή) το κοινό απαρτιζόταν από γυναίκες. 

Προσωπικά, η παράσταση δεν με εντυπωσίασε σε επίπεδο παραγωγής. Χαρακτηριστικό ας πούμε παράδειγμα της σκηνικής της λογικής είναι ότι το πλοίο με το οποίο η Βέμπο πηγαίνει στις Ηνωμένες Πολιτείες για εμφανίσεις είναι (με τη διαφορά μίας λιγότερης γέφυρας/σκάλας) ίδιο με το θωρηκτό Αβέρωφ, όπου τη βλέπουμε αργότερα να δίνει συναυλία. Δεν μπορεί όμως ένα επιβατικό πλοίο να έχει την ίδια σκηνική άποψη με ένα θωρηκτό... Και επειδή είτε σε όπερες, είτε σε μιούζικαλ, είτε ακόμα-ακόμα και σε θεατρικά έργα έχουμε δει αναπαραστάσεις και των δύο αυτών τύπων πλοίου ξέρουμε ήδη ως θεατές (αν όχι ως άνθρωποι με άποψη) πως μπορεί να γίνει, χωρίς να ανέβει το μπατζετ σε δυσθεώρητα ύψη. Επίσης, η τεράστια σκηνή του Badminton ενίοτε φάνταζε πολύ μεγάλη όταν άνοιγε σε όλο το εύρος του βάθους της, φανερώνοντας τεράστια εκτάρια τα οποία έμειναν ανεκμετάλλευτα χορογραφικώς, κινησιολογικώς και σε επίπεδο σκηνογραφίας.

Marinveb_3

Στην προσπάθειά του να μην παραλείψει τίποτα από τη saga της Βέμπο και τις συναισθηματικές διακυμάνσεις της καλλιτεχνικής της περσόνας, νομίζω ότι ο (σκηνοθέτης & κειμενογράφος) Πέτρος Ζούλιας πέρασε τελικά αν όχι επιφανειακά, στα σίγουρα βιαστικά. Διότι ναι μεν μάθαμε –και καταλάβαμε– περί του πείσματος της Βέμπο ως ανθρώπου καθώς και για την απλοχεριά της, αλλά σε καμία περίπτωση δεν κατανοήσαμε τους λόγους πίσω από αυτά τα χαρακτηριστικά. Και όταν μιλάμε για ιστορικά πρόσωπα η εξήγηση είναι αναγκαία: στα φανταστικά μόνο δεχόμαστε τη συμπεριφορική και χαρακτηρολογία ως δεδομένα, με αφετηρία το ανέβασμα της όποιας αυλαίας.

Ο Χρήστος Στέργιογλου, ενώ μπήκε μάλλον άτσαλα ως Μίμης Τραϊφόρος, κατέστειλε στη συνέχεια το τρακ του και παρέδωσε τελικά έναν πειστικό σύντροφο ζωής της πρωταγωνίστριας. Ο Τάσος Κωστής ακολουθεί μεν μανιέρα, αλλά είναι απολαυστικός ως φιγούρα, σε αντίθεση με τον Αντώνη Λουδάρο, ο οποίος –κι ενώ σε πρώτη ανάγνωση μου είναι συμπαθής και έρχεται με τις καλύτερες των κριτικών από την περσινή επιτυχημένη του εμφάνιση στο μιούζικαλ περί επιθεώρησης (κάνοντας την… Επιθεώρηση!)– έπαιξε με δίχτυ ασφαλείας. Ενίοτε δηλαδή χρησιμοποίησε τρυκάζ τηλεοπτικής καριέρας για να ανταπεξέλθει, μέσω αστεϊσμών, είτε λεκτικών, είτε κινησιολογικών.

Marinveb_4

Η ίδια τέλος η Μαρινέλλα, ενώ σε μερικές αλλαγές της γκαρνταρόμπας –από τις πάρα πολλές– κρίθηκε ως υπερβολική (όχι στα βερμπαλιστικά της κουστούμια, αλλά εκεί ακριβώς που φορούσε τα απλούστερα αυτών, σαν να μην ήξερε πώς να τα χειριστεί), μας έκανε κυριολεκτικά να βουρκώσουμε με τη φωνή και με την ερμηνεία της. Με αφήνει αδιάφορο το αν έχει χάσει μερικές «θέσεις» (ελάχιστες πάντως, να εξηγούμεθα): η γυναίκα είναι απλά θεά. Όταν π.χ. τραγούδησε το περίφημο “Παιδιά, Της Ελλάδος Παιδιά” είχες την εντύπωση πως μετά θα πει και τον Εθνικό Ύμνο και όλοι θα στεκόμασταν όρθιοι από συγκίνηση. Όποιος άλλωστε δεν στέκεται με συγκίνηση στο θρυλικό αυτό τραγούδι του αλβανικού μετώπου και δεν καταλαβαίνει το μεγαλείο του, ας πάει να κοιταχτεί, διότι πιθανότατα έχει μπλέξει κάτι παραπάνω από τα μπούτια του…

Και δεν ήταν το μόνο σημείο στο οποίο προκάλεσε ρίγη η Μαρινέλλα. Σε πολλές ακόμα στιγμές της παράστασης έπιανα εαυτόν να λέει «όχι, μην το πας εκεί το βιμπράτο σου, γιατί θα μας αποτελειώσεις…». Φυσικά η Μαρινέλλα το βιμπράτο της το έχει κορώνα και καμάρι της και το πηγαίνει όπου θέλει –και με ελάχιστα τραύματα, παρά την ηλικία της– τσακίζοντάς σε. Και λες έτσι «μπορεί η παράσταση να μην μου άρεσε, είδα όμως τη Μαρινέλλα στα 20-25 μέτρα να τραγουδάει με ψυχή και μπρίο»… Αυτό κυρίως θέλαμε και αυτό ήταν και το μοναδικό που πήραμε στο τέλος από την επί σκηνής συνάντησή της με τη Σοφία Βέμπο.    

{youtube}9tGMo874yHQ{/youtube}

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured