Δεύτε λάβετε φως πειραματικό για τρίτη συνεχόμενη ημέρα προχθές στο Six d.o.g.s. και, παρόλο που πάντα θα υπάρχουν βλάκες και μεθυσμένα ζευγάρια στο ακροατήριο, η απόλαυση και η καλή ατμόσφαιρα ήταν εκεί: οι καρέκλες του χώρου είχαν γεμίσει με κόσμο πρόθυμο να ακούσει διαφορετικές πτυχές του πειραματικού ήχου.

Οι τρεις πρωταγωνιστές της Τετάρτης ήρθαν στην Αβραμιώτου με μια εξ αντιλήψεως ξεχωριστή έκφανση του ήχου υπό μάλης. Με σημαντική καθυστέρηση, οι Vault Οf Blossomed Ropes ανέβηκαν στη σκηνή στις 10+28 και παρουσίασαν μακράν το μεγαλύτερο σε χρονική διάρκεια σετ της ημέρας –ένα 40λεπτο μουσικό τραίνο. Το ύφος τους κινείται πάνω στη νεορομαντική διάθεση που διαμορφώθηκε στις ηχογραφήσεις της ECM κατά τα ’00s, σε πολλά μάλιστα σημεία θα μπορούσαμε να μιλήσουμε ακόμα και για μια ambient/new age αισθητική. Ο Στέλιος Ρωμαλιάδης υπεισέρχεται σε αυτό το σώμα με το φλάουτό του κατά πολύ λιτό χρηστικά και χρονικά τρόπο, ενώ τα ηλεκτρονικά του Νίκου Φωκά κρίνονται ως απόλυτα επιτυχημένα, μιας και δημιουργούν σωστό υπόβαθρο για το εγχείρημα (μέτρο και ορθή συχνοτικότητα τον χαρακτήρισαν καθ’  όλη τη διάρκεια του σετ). Τα οπτικά τρυκ της Ντενίζ Αγγελάκη παρουσιάζουν ενδιαφέρον σε επίπεδο τεχνικής και φρονώ ότι μπορούν να δώσουν ακόμα καλύτερα αποτελέσματα αν η χειρίστριά τους λυθεί λίγο περισσότερο και τολμήσει (της το επιτρέπει άλλωστε το φορμά της τεχνικής της) πιο ακραίους φωτισμούς πάνω στα δείγματα που σε πραγματικό χρόνο προβάλλει με τη μικροκάμερα την οποία χειρίζεται.

Deteriorate3_2_Vault_Of_Blossomed_Ropes1

Η κιθάρα πάντως του Γιώργου Βαρούτα, τουλάχιστον κατά την προσωπική μου άποψη, ακούστηκε υπερφορτωμένη χωρίς λόγο –από τη στιγμή που δεν ακούγεται κάτι που να δικαιολογεί τη χρήση ενός ολόκληρου ρακ από μηχανήματα και παραμορφωτές: μόλις στην 4η σύνθεση ακούσαμε κιθάρα, μέχρι εκείνη τη στιγμή πρωταγωνιστούσαν τα κουτιά παραμόρφωσης και όχι ο ήχος του οργάνου. Επίσης, εμφανείς καταβολές από το post-rock στο παίξιμό του δεν λειτούργησαν πάντα υπέρ των συνθέσεων, μιας και οι ατμόσφαιρες που παράγονταν ηχούσαν πεπερασμένες σε επίπεδο άποψης. Η φωνή τέλος της Άννας Λινάρδου (στις δύο συνθέσεις κατά τις οποίες συνόδευσε τη μπάντα), ενώ διαθέτει χροιά που –θεωρητικά– μπορεί να προσδώσει άνθη στις ενορχηστρώσεις, κινήθηκε με μια δόση αυτοερωτισμού, ίσως και αυτοθαυμασμού. Η παρακαταθήκη όμως της ευρωπαϊκής κουλτούρας σε βοκαλισμούς έχει πολύ περισσότερα όπλα στη διάθεσή της. Η Λινάρδου απέδειξε μεν τη σωστή της φωνή, αλλά όχι και την τεχνική ή τη γνώση που χρειάζονται ενισχυτικά στις ερμηνείες της.

Deteriorate3_3_Vault_Of_Blossomed_Ropes2
 
Ο Μιχάλης Μοσχούτης παίρνει χωρίς αμφιβολία τον τίτλο του πλέον σωστού συχνοτικά ανθρώπου της 3ης ημέρας του Deteriorate Sound. Χρησιμοποιώντας μια ηλεκτρική κιθάρα ως εφαλτήριο, αναδεύει ποταμούς που εκπέμπονται από το πώς πάλλονται οι χορδές της και από εκεί και πέρα προχωρεί σε ανάπτυξη θεμάτων. Επειδή πολλάκις έχει γίνει η ηλεκτρική κιθάρα εργαλείο για παρόμοιες θεματικές ήχου, πρέπει γι αυτόν ακριβώς τον λόγο να επαινέσω τον Μοσχούτη, διότι είχε ρυθμίσει τους παραμορφωτές του με θαυμαστή σύνεση: ακόμα και όταν κύματα ξεχύνονταν κατά ριπάς, σε καμία περίπτωση δεν υπήρχε ούτε ξύρισμα στα αυτιά, ούτε ανικανότητα στη διαχείριση των εμμονών. Το τελευταίο πηγαίνει στο ότι πολλοί όμοιοί του παρασύρονται από τους προαναφερθέντες ποταμούς και περισσότερο εκστασιάζονται τελικά με την πάρτη τους, παρά προσφέρουν έργο με κάποια άποψη. Ο Μοσχούτης παρέδωσε αντίθετα μια ολοκληρωμένη σύνθεση, για την οποία έχω μονάχα μία υποσημείωση να κάνω: από τη στιγμή που υπάρχει η εμβληματικότητα της χρήσης κιθάρας ως έναρξη του ήχου, θα ήταν δόκιμο το ίδιο το όργανο να αποτελεί κάτι περισσότερο από γεννήτρια. Αλλιώς ακυρώνεται αυτή ακριβώς η εμβληματικότητά του. Την ίδια δουλειά θα μπορούσε λ.χ. να κάνει μια ιδιοκατασκευή με μαγνήτες, τάστα και χορδές.

Deteriorate3_4_Mixalis_Mosxoutis

Το ντουέτο των Acte Vide χειρίστηκε τη βραδιά με τον πιο performance τρόπο απ’ όλα τα συμμετέχοντα σχήματα. Δανάη Στεφάνου & Γιάννης Κοτσώνης έπαιξαν όχι μόνο όρθιοι, αλλά και με μια γενικευμένη ένταση στο σώμα, γεγονός που κέρδιζε από μόνο του πόντους. Ξεκίνησαν με ένα καλπάζον concrete, το οποίο πολύ γρήγορα εξέλιξαν σε εκλεκτικό harsh και από εκεί προχώρησαν προς ηλεκτρονικές φόρμες σαν κι εκείνες που ακούσαμε στη δεκαετία του 1990 από τους Autechre και κυρίως τους Panasonic (όταν ακόμα λέγονταν έτσι), με μια όμως απόλυτα εκσυγχρονισμένη άποψη. Σετ μίας σύνθεσης ήταν κι αυτό των Acte Vide, η εμφάνισή τους πάντως κρίνεται επιτυχής: πέραν της ίδιας της μουσικής, τόσο το νεύρο των σωμάτων τους, όσο και η εμφατικότητα των κινήσεών τους πρόσφεραν πώρωση και ευχαρίστηση στους θιασώτες του είδους. Δικαίως λοιπόν καταχειροκροτήθηκαν στο φινάλε.

Deteriorate3_5_Acte_Vide

Φινάλε που σημειώθηκε στις 12+30 ακριβώς, σύμφωνα με το ρολόι του γράφοντος, σηματοδοτώντας ταυτόχρονα ένα «τέλος καλό, όλα καλά» όχι μόνο γι’ αυτήν την τρίτη μέρα, αλλά και συνολικά για το Deteriorate Sound Festival. 


 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured