Φτάνοντας στο Μέγαρο αρκετά νωρίς την Πέμπτη, βρέθηκα στην ευχάριστη θέση να παρατηρήσω τους ανθρώπους που είχαν επιλέξει να ακούσουν τη συμφωνική μουσική του Μίκη Θεοδωράκη. Μεσήλικες, κάποιοι πιτσιρικάδες με κίνητρο την περιέργεια, πολλοί συνομήλικοι του συνθέτη, κάποιοι από τους στενότερους συνεργάτες του και αρκετοί ξένοι που θέλησαν να έρθουν σε επαφή με έναν από τους εμπορικότερους εν ζωή Έλληνες δημιουργούς. Δεν ήμασταν πολλοί στην αίθουσα Χρήστος Λαμπράκης, αλλά δεν έχει σημασία. Ούτως ή άλλως το λόγιο έργο του Θεοδωράκη είναι αρκετά περιορισμένης προβολής μα και απήχησης.

Υπό την παρουσία του ίδιου του συνθέτη, η Εθνική Συμφωνική Ορχήστρα της ΕΡΤ ξεκίνησε να παίζει ένα από τα πολύ αγαπημένα μου έργα, με τίτλο Οιδίπους Τύραννος, ωδή για ορχήστρα εγχόρδων (1947-1958). Οι δεκαετίες του 1940 και του 1950 υπήρξαν για τον Θεοδωράκη εξόχως δημιουργικές, καθώς η μουσική του –σχεδόν αποκλειστικά λόγια τότε– μπολιάστηκε από τις ταραχώδεις εμπειρίες του πολέμου, του εμφυλίου και της εξορίας, αλλά και από το πέρασμά του από το Παρίσι και τη σύντομη μαθητεία του πλάι στον Ολιβιέ Μεσιάν. Είναι αξιοσημείωτο ότι από το 1954 έως το 1960 δρα με έντονο τρόπο ως συνθέτης στην Ευρώπη, με αποκορύφωμα το πρώτο βραβείο του Φεστιβάλ της Μόσχας (που του απένειμε ο Σοστακόβιτς) για το έργο του Σουίτα Αρ. 1 για πιάνο και ορχήστρα.

Ert_2

Η Εθνική Συμφωνική Ορχήστρα της ΕΡΤ, υπό τη διεύθυνση του John Carewe, ερμήνευσε με φιλότιμο αλλά μέτρια ένα κομμάτι με λεπτές ισορροπίες στα ηχοχρώματα και στις μουσικές φράσεις, καθώς (σε γενικές γραμμές) το επαναλαμβανόμενο θέμα περνάει από τις βιόλες, μετά στα τσέλα κ.ο.κ. ατόφιο, σε παραλλαγή ατονίζουζα και ενδεχομένως καρκινική (δεν έχω στα χέρια μου την παρτιτούρα, για να είμαι βέβαιος). Με αποτέλεσμα τα λάθη να μην κρύβονται κάτω από κάποιον άλλο «θόρυβο». Και προβλήματα ρυθμικού συντονισμού εμφανίστηκαν, μα και τονικής ευστάθειας και ερμηνείας.

Το δεύτερο κομμάτι της βραδιάς Ραψωδία για βιολοντσέλο και ορχήστρα (1997) αποτελείται από 9 μέρη, το κάθε ένα από τα οποία έχει το όνομα μιας Μούσας. Το πρόβλημα σε αυτή την περίπτωση δεν εντοπίστηκε τόσο στην ερμηνεία, όσο στην ίδια τη γραφή της σύνθεσης. Ο διάλογος του τσέλου με τα πνευστά αποδείχθηκε προβλέψιμος από μια στιγμή και μετά, ενώ ήταν σαφής η έλλειψη κάποιας μουσικής ιδέας που θα έδινε παραπάνω ζωντάνια. Ενορχηστρωτικά, επίσης, το κομμάτι ήταν κάπως άναρχο, ενώ δεν έγινε κατανοητός ο ρόλος του τσέλου. Κατά την εκτέλεση περίσσεψαν οι αρρυθμίες όλων έναντι όλων, αλλά και οι τονικές αστάθειες. Επίσης, ο βιολοντσελίστας Sebastian Hess με άφησε αδιάφορο: η έντονη σωματική του προσπάθεια αποδείχθηκε αναντίστοιχη της ποιότητας του τελικού αποτελέσματος.

Ert_3

Για την Πρώτη Συμφωνία Για Μεγάλη Ορχήστρα (1948-1954) έχω πάλι να παρατηρήσω ότι, με τη δωρικότητά της, ανήκει στις πιο γνήσιες καταθέσεις του Θεοδωράκη –σε σχέση, για παράδειγμα, με την Τρίτη Συμφωνία. Ας μην ξεχνούμε ότι ήταν ένα έργο που άρχισε να γράφεται στη Μακρόνησο, οπότε αποτελεί κατά τούτο μια πιο βιωματική καταγραφή. Ως προς την ερμηνεία του κομματιού εμφανίστηκαν οι ίδιες αρετές και τα ίδια ελαττώματα που περιγράφηκαν παραπάνω. 

Αποτιμώντας το ακρόαμα, θα έλεγα ότι ο Μίκης Θεοδωράκης και το έργο του για ορχήστρα θα έπρεπε να αντιμετωπίζονται πιο προσεκτικά από τις εκάστοτε ορχήστρες που το εκτελούν ζωντανά. Και επειδή το έργο είναι γενικά κάπως άνισο ούτως ή άλλως, θα άξιζε της προσοχής του κοινού αλλά και των ειδικών μια διαλογή των σημαντικότερων πλευρών του προς συναυλιακή έκθεση.

Ert_4



 
 

{youtube}BGww0Y8LbQg{/youtube}

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured