Ο γεωγραφικός εντοπισμός της μουσικής –με συγχωρείτε για τον νεολογισμό– το πού δηλαδή παίζεται και ποιες είναι οι οπτικές παραστάσεις σου μέχρι να φτάσεις εκεί, ήταν κάτι που δεν με είχε απασχολήσει ποτέ έως τώρα.
Η Στέγη Γραμμάτων & Τεχνών του Ιδρύματος Ωνάση, ένα πραγματικά εντυπωσιακό κτίριο, βρίσκεται σε μια σεσημασμένη για την ιδιαιτερότητά της περιοχή. Από τη μια παρκάρεις πλάι σε πονηρά στούντιο και στριπτιτζάδικα, από την άλλη βρίσκεσαι πλάι στην Πάντειο και σε νοικοκυραίους. Από τη μια στα ταχυφαγεία που επενδύουν γευστικά την ανδρική μοναξιά και από την άλλη εταιρείες οι οποίες στεγάζονται μέσα σε γυάλινα κτίρια∙ ανάμεσα σε αυτά υπάρχει ένας χώρος πολιτισμού, που δρα ανταγωνιστικά έναντι άλλων «πατροπαράδοτων» στεκιών της όποιας κουλτούρας. Στον απόηχο λοιπόν των τελευταίων αιματηρών διαδηλώσεων, βρέθηκα στη Στέγη την περασμένη Πέμπτη για να ακούσω το σύνολο μουσικής δωματίου ΑΩ, αποτελούμενο από παλιούς υπότροφους του Ιδρύματος Ωνάση.
Υπό τη διεύθυνση του Νίκου Χριστοδούλου –δεν είναι άλλος από τον «χαμένο» τέταρτο συνθέτη της Λιλιπούπολης– το σύνολο δοκιμάστηκε σε έργα Ελλήνων και ξένων συνθετών. Με μια διαφορά: τα έργα των εγχώριων συνθετών ήταν σχετικώς πρόσφατα, ανθρώπων εν ζωή και εν ενεργεία δημιουργών, ενώ τα δύο μη ελληνικά έργα αποτελούν σημαίνοντα κομμάτια της ιστορίας της ευρωπαϊκής μουσικής. Η βραδιά ξεκίνησε με ένα κακοενορχηστρωμένο για σύνολο δωματίου και άνευρο Νυχτερινό σε σι μείζονα, έργο 62 αρ. Ι του Σοπέν, το οποίο μάλλον πέρασε αδιάφορο. Ακολούθησε το έργο του Περικλή Κούκου Όνειρο Καλοκαιρινής Νύχτας, Σουίτα από την όπερα-μπαλέτο, για σοπράνο και ορχήστρα δωματίου (1995), που στα ορχηστρικά μέρη του ήταν πραγματικά ενδιαφέρον∙ τα μελοποιημένα του, όμως –για σοπράνο– μέρη, ανήκουν στη μεγάλη χωρία των κομματιών στα οποία θα απέδιδα το προσωνύμιο «κάτι μου θυμίζει». Για να μην παρεξηγηθώ, να πω ότι στο σύνολό του το έργο του Κούκου ήταν ένα από αυτά που θα ήθελα να ακούω οικιακώς: η πολυρρυθμία του ενδιαφέρουσα, ορισμένα μοτίβα εμπνευσμένα. Ένα κομμάτι που σου φτιάχνει την ημέρα, για να μεταφράσω μια αγγλική έκφραση.
Αλλά το καλύτερο σημείο της βραδιάς ήταν το Grodek του Γιώργου Ζερβού, πάνω σε ποίηση του Georg Trakl, όπου η υψίφωνος Λένια Ζαφειροπούλου στάθηκε εξαιρετικά κατά την ερμηνεία της. Ολοκληρωμένη κατάθεση, στιβαρή, χωρίς περιττά στοιχεία, χωρίς ελλείπουσες καταγραφές. Το έργο πάλι του Νίκου Χριστοδούλου Ο Μεγάλος Χορός Των Γερανών Στο Κούλαμπεργκ για ορχήστρα δωματίου (1986) είχε χαρίσματα αλλά δεν απέφυγε τη μουσική φλυαρία, ούτε και την άσκοπη ηχητική περιήγηση. Τέλος, η μεταγραφή του Χριστοδούλου για ορχήστρα δωματίου του έργου του Στραβίνσκι Τάνγκο υπήρξε επιτυχής. Η γενική μου, όμως, παρατήρηση θα συνοψιζόταν στο άνευρο της διεύθυνσης των εξαίρετων μουσικών, στην απρόσωπη διαχείριση του υλικού, καθώς και στην ανεκμετάλλευτη ευκαιρία συλλογής και εξωτερίκευσης των μουσικών χυμών της παρτιτούρας αλλά και του έμψυχου δυναμικού.
Βγαίνοντας από τη Στέγη και συνοδεύοντας με λίγο κρασί τη σκέψη μου, σκέφτηκα ότι εντυπωσιάστηκα από τον βιολονίστα Αντώνη Σουσάμογλου και τον κοντραμπασίστα Αριστοτέλη Ποταμιάνο… Έτυχε μέχρι τώρα, αν θυμάμαι καλά, να μην τους είχα ξανακούσει από κοντά.
Οι συντελεστές:
Καλλιτεχνική & μουσική διεύθυνση: Νίκος Χριστοδούλου
Σολίστ: Λένια Ζαφειροπούλου, σοπράνο
Σύνολο ΑΩ
Χρυσή Δημητρίου: φλάουτο
Γιάννης Παπαγιάννης: όμποε
Σπύρος Μουρίκης: κλαρινέτο
Αλέξανδρος Οικονόμου: φαγκότο
Αντώνης Λαγός: κόρνο
Παναγιώτης Καίσαρης: τρομπέτα
Κώστας Αυγερινός: τρομπόνι
Δημήτρης Δεσύλλας: κρουστά
Θανάσης Αποστολόπουλος: πιάνο
Αντώνης Σουσάμογλου: βιολί
Γιώργος Μάνδυλας: βιολί
Πέτρος Βλάσης: βιολί
Ηλίας Σδούκος: βιόλα
Άγγελος Λιακάκης: βιολοντσέλο
Αριστοτέλης Ποταμιάνος: κοντραμπάσο
Χώρος: Στέγη Γραμμάτων & Τεχνών, Αθήνα
Ημερομηνία: 20/10/2011
Κείμενο: Νίκος Σαραφιανός