Κάποιος μες το σύμπαν λέει πως μ' αγαπά, όλα είναι κοντά κι όλα τόσο μακριά: Ο Κάπα Βήτα αρέσκεται συχνά στο να πιάνει την κιθάρα του και να μας τα λέει, σπρώχνοντας τα πιο ηλεκτρονικά στοιχεία στο φόντο. Και δεν αμφέβαλλα ποτέ ότι έχει κάτι να μας πει: πόσοι και πόσοι στίχοι του τσακίζουν κόκαλα και μόνο να τους διαβάζεις... Όμως, συχνά με πιάνω να προτιμώ να τους διαβάζω και όχι να τους ακούω με τέτοια περιβολή. Δεν μου αρέσει ο τροβαδούρος Κάπα Βήτα, που παραπέμπει περισσότερο σε τραγουδοποιό. Δεν τον ευχαριστιέμαι ούτε στους δίσκους, ούτε και επί σκηνής σε αυτή του την υπόσταση. «Σας πεθύμησα», μας ομολογεί μετά το πέρας του “Ο Δρόμος”: είναι φανερό από τις αντιδράσεις πως και ο κόσμος το ίδιο.
…Ήταν μια ζεστή μέρα, Μάης του 1973, χαιρέτησα τη μάνα κι ανέβηκα στο τρένο: Συναισθηματική εκκίνηση της συναυλίας για μένα, με ένα τραγούδι των τελευταίων μεν χρόνων, του οποίου όμως οι σκοτεινιασμένες ηλεκτρονικές αποχρώσεις και η αγχωμένη ένταση κάποιων «γωνιών» του αποκαλύπτουν τον Κάπα Βήτα που τόσο αγαπώ: εκείνο τον ηλεκτρονικό ποιητή-παρατηρητή των υπόγειων τροχιών της αστικής μας καθημερινότητας.
Κι η πανέμορφη γυναίκα, που τ' αγόρια περιμένουν, είναι στην ψυχή γριά: το παίρνω απόφαση, ακούγοντας τη “Διάνοια”, ότι η συναυλία θα είναι ένα είδος σκωτσέζικου ντους. Για εμένα –γιατί ο κόσμος περνάει εμφανώς καλά και το δείχνει με κάθε τρόπο. Νάτος πάλι ο κιθαρωδός Κάπα Βήτα, με ένα τραγούδι που έχω φανταστεί τον Παύλο Παυλίδη να το λέει, με μια ενορχήστρωση τύπου “Η Ανάμνηση Της Ευτυχίας”. Ο οποίος μου αρέσει, μη με παρεξηγείτε. Όμως, στο δικό μου τουλάχιστον κεφάλι, είναι κάτι άλλο.
Σε χτυπάνε και νομίζεις πως χτυπιέσαι όταν χορεύεις, γύρνα και χτύπα τους με όλα αυτά που εσύ πιστεύεις: Ξαναπαίρνω θάρρος, καθώς ακούγονται τα στερεονοβικά “Προάστια”. Οι μνήμες ξεχειλίζουν –πόσες φορές δεν είχε πέσει η βελόνα του βινυλίου σε αυτή την κομματάρα, όταν ήμουν πιο νέος… Αλλά η καρδιά μένει παγωμένη: ο Κάπα Βήτα διαθέτει πλέον μια εσωτερική γαλήνη στο ηλικιακό φάσμα που έχει κι εκείνος διαβεί. Και έτσι του διαφεύγει εκείνο το άγχος, το κάψιμο στο στομάχι που είναι τόσο αλληλένδετο με εκείνο το Σάββατο βράδυ, σε ένα κλαμπ στο χάος… Το έδειξε και η κινησιολογία του: άσχετη με τους στίχους, κακή –σε αντίθεση με το σύνολο της βραδιάς στο Gagarin. “Το Σήμα”, τα “Κορίτσια Καριέρας” με αφήνουν ασυγκίνητο στη συνέχεια. Με απογοήτευση, λέω το ίδιο και για τον λατρεμένο “Εξώστη”. Ο Κάπα Βήτα ίσως να μην έχει βρει απάντηση στο αν οι προσευχές του έχουν γίνει πουλιά, ωστόσο είμαι βέβαιος ότι ξέρει, πλέον, πού πάνε…
Ώρα 23.15. Τύπου διάλλειμα. Νιώθω ότι η συναυλία έχει τελειώσει για μένα. Δεν θα μπορούσα να κάνω μεγαλύτερο λάθος…
Ενεργητικός και ορεξάτος, ο Κάπα Βήτα πετιέται με ένα άτσαλα βαλμένο λευκό πουκάμισο στη θέση της γκρίζας μακρυμάνικης του πρώτου μέρους, ορμάει στις μπροστινές σειρές και αρχίζει να χορεύει και να τραγουδά το “Κορίτσι”, σχεδόν ένα με τον κόσμο. Πανζουρλισμός και δίκαιο χειροκρότημα, για μια αναπάντεχη κορύφωση της βραδιάς.
Και δεν ήταν μια στιγμή στον χρόνο, όχι. Έτσι κύλησε όλο σχεδόν το δεύτερο μέρος, σε τέτοιους τόνους, με πιο ηλεκτρονικά τοπία, δίνοντάς μας την ευκαιρία να ξαναγγίξουμε την ουσία κατ’ εμέ του Κάπα Βήτα, όλους εκείνους τους λόγους που τον κατέστησαν «κάτι», όχι μόνο στη νεοελληνική μουσική μα και στις ζωές όλων εμάς που πλέον έχουμε για τα καλά διαβεί το κατώφλι των 30. Ευκαιρία, επίσης, για το video
Είχε ένα άγχος ο Κάπα Βήτα, αν περνάμε καλά, και το ρώταγε συχνά. Περνάγαμε υπέροχα –ακόμα κι εγώ, πλέον, ο περίεργος της βραδιάς. Και ακόμα πιο πολύ, όταν πολλά στόματα ξελαρυγγιάστηκαν να τραγουδούν μαζί του «οι καρδιές μας χτυπούν σαν παιδιά που ορίζουν το τέλος» (“Όλο Αυτό Που Ποτέ”). Και γινόταν κι ακόμα περισσότερο: γιατί μερικές φορές συνεχίζεις να «περνάς σε κλειστά κλαμπ της συμφοράς» σπρώχνοντας ανθρώπους για να περάσεις και διώχνοντας τις σκέψεις για να μην κλάψεις (“Το Παζλ Στον Αέρα”). Εκεί ο Κάπα Βήτα του σήμερα συνάντησε τον Κάπα Βήτα εκείνων των ημερών, έγιναν οι δυο τους ένα και ο χρόνος μηδέν…
Ε, μετά είχε encore. Δύο στη σειρά, μάλιστα. Κατόπιν λαϊκής απαίτησης, ιαχών, χειροκροτημάτων, ποδοβολητών. «Άσε κάτω την κιθάρα, γαμώτο!» σκέφτηκα καθώς τον είδα να βγαίνει με ανανεωμένες τις σχετικές φιλοδοξίες –έπαιξε μάλιστα και φυσαρμόνικα. Δεν πειράζει, ας έκανε ό,τι ήθελε για φινάλε. Τα είχε καταφέρει καλά. Βαθμιαία, έπαψα να ακούω τι έπαιζε και αργά-αργά κατευθύνθηκα προς την έξοδο.
Φωτογραφίες: Δάφνη Ανέστη