Φωτογραφίες: Αρετή Σταυροπούλου
Όταν πας να συναντήσεις φίλους από τα παλιά, αφήνεις τα πάντα πίσω σου και αφήνεσαι σε ένα αίσθημα τρυφερό, οικείο κι ενίοτε ολίγον νοσταλγικό. Για έναν παράξενο λόγο δεν αναμένεις τίποτα, μιας και νιώθεις μια πρωτόγνωρη ασφάλεια. Αυτή είναι η σχέση που διατηρώ με τους Χειμερινούς Κολυμβητές. Έτσι, το να τους απολαύσω ξανά σε μια «επετειακή» –τι άχρωμη λέξη– μάζωξη, αποτέλεσε μια ανθρώπινή μου ανάγκη. Ανάμεσα σε φίλους παλαιούς ή νεότερους κανείς έρχεται αντιμέτωπος με την αμηχανία, τη συγκίνηση, το χιούμορ, τον παρορμητισμό, το γλυκό άγχος, το πάθος και την ανάγκη να τα πεις όλα ή και τίποτα. Όλα τα είχε λοιπόν ο μουσικός μπαξές το βράδυ της Τρίτης στο Παλλάς κι ας μην φύγαμε με εορταστικές τυμπανοκρουσίες. Η ζεστασιά τέτοιων «φίλων» είναι πολύτιμη από μόνη της.
Τι να χωρέσει στ’ αλήθεια σε μια τέτοια βραδιά-καταγραφή μιας πορείας 30 χρόνων; Εμείς γίναμε πάντως κοινωνοί διαφορετικών αισθήσεων και αισθητηρίων, σε έναν γεμάτο χώρο που –για να είμαστε ειλικρινείς– δεν αποτέλεσε και το ιδανικότερο σημείο επαφής ή και γνωριμίας με τους Χειμερινούς Κολυμβητές. Από την άλλη, ξεχωρίζουμε τον πάντα εύστοχο ????????μελλαφορμή για μερικούaυς Χειμερινοποιητικό λόγο, τις ασπρόμαυρες χιουμοριστικές γκραβούρες παλαιάς κοπής που προβάλλονταν κατά τη διάρκεια της συναυλίας, τον Αργύρη Μπακιρτζή στο επίκεντρο μιας τολμηρής προσπάθειας «σύντομων» σχολίων ανάμεσα στα τραγούδια, μια παρέα μουσικών και φίλων (Κώστας Βόμβολος στο ακορντεόν, Δημήτρης Μυστακίδης στο μπουζούκι, Μπάμπης Παπαδόπουλος στην κιθάρα, Θόδωρος Ρέλλος στο κλαρίνο, Ντένης Ρούσσος επίσης κιθάρα, Μιχάλης Σιγανίδης στο κοντραμπάσο, Κώστας Σιδέρης στο μεσομπούζουκο) η οποία άλλοτε αυτοσχεδιάζει ή στηρίζει τις καλλιτεχνικές τρικλοποδιές της στιγμής, αστειεύεται μεταξύ της, μαγεύει τους παλιούς κι ενθουσιάζει –ή συνάμα παραξενεύει– τους καινούργιους συνοδοιπόρους.
Στον πρώτο κύκλο της συναυλίας ακούσαμε τα αγαπημένα “Αρζεντίνα”, “Στον Παγασητικό”, “Κυριακή Στην Επαρχία”, “Ψείρες”, και “Τραίνο Της Εξορίας”, καθώς και τραγούδια του Αργύρη Μπακιρτζή που συμπεριλαμβάνονται στο τελευταίο άλμπουμ της μπάντας 23 Κόκκινα Φώτα, όπως το “Πανσέληνος Στους Φιλίππους” –πρώτο του κομμάτι που έγραψε στα 1969– το “Κάθε Βράδυ Στο Καφέ Αμάν” –γράφτηκε στο στρατό– την “Αχαριστία”, το “Κάποιος Να Με Προσέχει” –αφιερωμένο στη γυναίκα του, με πολλαπλά οικολογικά και κοινωνικά μηνύματα. Εκλεκτοί καλεσμένοι και φίλοι έδωσαν εντωμεταξύ τη δική τους πινελιά σε αυτή τη μουσική μυσταγωγία που, όσο περνούσε η ώρα, αποκτούσε πιο δεμένο χαρακτήρα μέσα στον βέβαιο κι αναμενόμενο αυθορμητισμό. Ο Τζίμης Πανούσης μπορεί να μην τους προλόγισε τελικά, όμως «κέντησε» διαλεκτικά παρέα με τον Αργύρη Μπακιρτζή και ερμήνευσε το παραδοσιακό “Θεέ Μου Μεγαλοδύναμε”. Ο πάντα συνεσταλμένος Λουκιανός Κηλαηδόνης τραγούδησε το “Γαϊδουράκι”, ενώ η αέρινη Όλια Λαζαρίδου το “Είσαι Φίνα”, αφήνοντας όλοι τους την αίσθηση μιας παρέας με καλά φιλαράκια.
Το απαραίτητο δεκαπεντάλεπτο διάλειμμα για ποτό, τσιγάρο και σχόλια μπορεί να αποτέλεσε μια καλή αφορμή για μερικές «φυγές», όμως όσοι μείναμε –και ήμασταν πολλοί– ξέραμε πολύ καλά τον λόγο. Στο δεύτερο μέρος της συναυλίας έκανε την εμφάνισή της η 40μελής Μεικτή Χορωδία Του Δήμου Γλυκών Νερών, η οποία ερμήνευσε μοναδικά, παρέα με τους Χειμερινούς Κολυμβητές, τα κομμάτια “Ο Ποδηλατιστής”, “Οι Δακοκτόνοι” και “Το Αίμα Του Ροδιού”. Είχε έρθει η ώρα, όμως, για έναν ακόμα πιστό θιασώτη της παρέας, τον Φοίβο Δεληβοριά: επιλογές, τα “Ψες Το Βράδυ”, “Το Πολλαπλό Σου Είδωλο” και φυσικά το “Από Το Πάρκο Στη Μυροβόλο”, το οποίο έτυχε πενταπλής μεταχείρισης στον εμβληματικό στίχο «δείχναν πως θα παχύνεις» από τους Γιάννη Ζουγανέλη, Φοίβο Δεληβοριά, Γιάννη Βρυζάκη (διευθυντής της Χορωδίας και τενόρος), Δημήτρη Μυστακίδη και Ντένη Ρούσσο.
Οι ιστορίες από τα παλιά, οι αστείες στιγμές μεταξύ φίλων και τα πολιτικά σχόλια με την απαραίτητη χιουμοριστική δόση δεν έλειψαν διόλου, μιας και αποτελούν το φυσικό περιβάλλον αυτής της καλλιτεχνικής παρέας. Για άλλη μια φορά ο 101χρονος μπάρμπα-Σταύρος Καραμανιώλας είχε την τιμητική του μέσα από διηγήσεις μα και τη σύνθεση “Ο Καφές”, ενώ εμπεδώσαμε επίσης τις «αρετές» στις ελιές τού περιβόητου Τρούμαν από τη Θάσο και παράλληλα είχαμε την τύχη να ακούσουμε το “Σερσέ Λα Μαμ” του Μιχάλη Σιγανίδη σε jazzy-fusion εκδοχή με συμμετοχή της Χορωδίας των Γλυκών Νερών. Το τραγούδι του τελευταίου “Στην Καρδιά Του Τέλματος” είναι λίαν αρεστό στις γυναίκες και γι’ αυτό τον λόγο οι Χειμερινοί Κολυμβητές επιθυμούν να το λένε στα live τους, μας είπε ο Αργύρης Μπακιρτζής –προκαλώντας γέλιο κι ευφορία στο κοινό.
Ένας άλλος φίλος κλήθηκε κατόπιν στη σκηνή, ο δημοσιογράφος Θόδωρος Θεοδωρίδης από την Καβάλα για να τραγουδήσουν παρέα δύο εκλογές από τον κοινό τους δίσκο Θέλω Να Πάρω Τα Βουνά (2005). Η νεαρή και λίαν ταλαντούχα Μάρθα Μαυροειδή πήρε επίσης τη θέση της δίπλα στους μουσικούς και ερμήνευσε δυναμικά και λυρικά το “Σαν Εξομολόγηση” σε στίχους Γιάννη Βαρβέρη και το “Ήμουνα Κοιμισμένη” από το Άσμα Ασμάτων σε μετάφραση Γιώργου Τσουκαλά. Ο σκοπός της Σαμοθράκης “Ήλιος Και Το Φεγγάρι” έδωσε στη συνέχεια τη σκυτάλη στην πολύπαθη ιστορία του “Μάρκο Κράλιεβιτς” που με τη σειρά της ξεδίπλωσε το ολοκληρωτικό νήμα για τις ρεμπέτικες-μαστούρικες νότες των “Ξένος” και “Θεέ Μου Μεγαλοδύναμε” (για δεύτερη φορά και υπό πλήρες σκοτάδι).
Η τρίωρη συνάντησή μας με τους Χειμερινούς Κολυμβητές στο Παλλάς θα μπορούσες να πεις ότι διέθετε ποικίλες ελλείψεις, παραλείψεις, κοιλιές για τους πιο αυστηρούς ή μη μυημένους, όμως κρατάμε το εξής: δεν ξέρω τελικά αν «ό,τι χάσαμε δεν θα το ξαναβρούμε», όπως λέει κι ένα στιχάκι του σχήματος, όμως σίγουρα οι ίδιοι «μακροβιώνουν» όμορφα κι εμείς μεγαλώνουμε μαζί τους.