Φωτογραφίες: Βύρων Κριτζάς
Αν και φτάνω με όρεξη στην Αυλαία για να παρακολουθήσω τον Κώστα Τουρνά, καταλήγω σύντομα να αναρωτιέμαι τι γυρεύω εδώ πέρα, έτσι όπως βρίσκομαι ανάμεσα σε παρουσιαστές πρωινών εκπομπών, στον Γιώργο Καπουτζίδη, στην Πωλίνα, σε τζόβενα πρώην ροκάδες και σε γκόμενες που μάλλον δεν είχαν έρθει για να ακούσουν μουσική. Το «Τραπέζι Φίλων του Κώστα Τουρνά» στελεχώνεται από μια ντουζίνα ανθρώπους που, με την οχλαγωγία τους, προσέδωσαν στη συμπαθητική κατά τα άλλα σκηνή της Αυλαίας ένα αταίριαστο κλίμα ταβέρνας. Ο ίδιος, πριν βγει στη σκηνή, περιφέρεται από τραπέζι σε τραπέζι: υπέροχα προσιτός, αλλά και με το στίγμα των πρόσφατων φλερτ του με την πολιτική (ως υποψήφιος βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας) και με την τηλεοπτική σαχλαμάρα (ως μέλος κριτικής επιτροπής σε τάλεντ σόου). Κι εγώ, που ήρθα παρασυρόμενος μονάχα από τα τραγούδια αγνοώντας όλα τ’ άλλα, νιώθω κάπως σαν ο ακάλεστος του πάρτι. Έχω έρθει και με άδεια χέρια…
Ο Τουρνάς ανεβαίνει στη σκηνή στις δώδεκα παρά είκοσι. Μαύρο πουκάμισο με ασημένια «γαλόνια» στους ώμους, άψογα χτενισμένο μαλλί και την πιο επιβλητική κορμοστασιά που μπορώ να σκεφτώ σε Έλληνα ροκ σταρ, ακλόνητη παρ’ όλα τα εξήντα του χρόνια. Στα πρώτα κομμάτια, άγνωστα ως επί το πλείστον στο ευρύ κοινό, κάποιοι φίλοι από κάτω σηκώνουν χαρτόνια με βαθμολογίες –εκδικητικό «πείραγμα» για την πρόσφατη κριτική του ιδιότητα. Το θεωρούν προφανώς εξαιρετικά αστείο… Το κλίμα φτιάχνει κάπως με μια reggae εκτέλεση του “Δεν Μετανιώνω”, για να ακολουθήσουν τέσσερεις ροκ διασκευές δια στόματος του κιμπορντίστα και κιθαρίστα. Και ξαφνικά διάλειμμα… Ο Τουρνάς κατεβαίνει από τη σκηνή για να περάσει είκοσι ακόμα λεπτά στα φιλικά τραπέζια, κάπως σαν να είναι αυτή η κύρια διασκέδασή του και το live να αποτελεί αφορμή. Εγώ, στην άκρη του μπαρ, τον περιμένω να ξαναβγεί.
Στo δεύτερο μέρος, μετά από τρεις ακόμα διασκευές από τον κιμπορντίστα Ποίμη Πέτρου (φτάνουμε τις εφτά στο σύνολο), η βραδιά πλησιάζει στη μουδιασμένη της κορύφωση. Εδώ συναντάμε τον “Αχιλλέα Απ’ Το Κάιρο”, το “Όπου Φυσάει Ο Άνεμος”, το “Στιγμές”, το “Λεν’” κι άλλα πολλά αληθινά εμπνευσμένα τραγούδια από το παρελθόν, τα οποία ανέδειξαν τον Τουρνά σε έναν από τους πιο δημοφιλείς καλλιτέχνες κατά τη δεκαετία του 1970 και του 1980 –άξιο μιμητή του βρετανικού glam rock και συνθέτη με χάρισμα για μελωδίες που τραγουδιούνται. Τα περισσότερα αποδίδονται άρτια, μου δημιουργούνται όμως δύο απορίες: πρώτον, δεν καταλαβαίνω γιατί το μαγαζί προμηθεύει το κοινό με βεγγαλικά, από αυτά που βάζουν στις τούρτες κατά τη διάρκεια των συναισθηματικών τραγουδιών. Δεύτερον, βρίσκω πραγματικά ανεξήγητη την τάση των μουσικών να τραγουδούν παράλληλα με τις μελωδίες που παίζουν και να αναλώνονται σε ατέλειωτα σόλο, κατά τη διάρκεια των οποίων ο Τουρνάς ανάβει τσιγάρο κι εγώ κοιτώ το ρολόι.
Με το που σταματάει η μουσική, φεύγω βιαστικά. H πιθανότητα για encore με βρίσκει ασυγκίνητο. Σκέφτομαι ότι το Best Of του Τουρνά θα συνεχίσει να έχει περίοπτη θέση στη δισκοθήκη μου. Μάλλον όμως σαν ντοκουμέντο μιας εποχής την οποία δεν έζησα, και όχι σαν ενθύμιο της αποκαρδιωτικής σφαλιάρας του εδώ και τώρα.