Φωτογραφίες: Σμαρώ Μπότσα
Δεν την είχα ξαναδεί ζωντανά πάνω στο σανίδι. Και μετάνιωσα πολύ που έχασα το «Νέα, Γυναίκα, Μόνη Τραγουδά», παράσταση την οποία είχε ανεβάσει πριν μερικά χρόνια. Τώρα, με τη νέα της παράσταση «Απλά Δήμητρα», ήρθε για μένα το πλήρωμα του χρόνου. Στο ρεσιτάλ που παρακολούθησα το βράδυ της περασμένης Τετάρτης στην Αθηναΐδα ξεδιπλώθηκε μπροστά μου μία μεγάλη ερμηνεύτρια: το όνομα αυτής, Δήμητρα Παπίου.
Νομίζω ότι το να δηλώσω πως «δεν έχω λόγια» ώστε να περιγράψω το ρεσιτάλ της Παπίου, μάλλον είναι υπεκφυγή. Έχω πάρα πολλά λόγια. Η κυρία Παπίου, μέσα σε μιάμιση ώρα, μου όρισε με απόλυτη σαφήνεια τι σημαίνει παράσταση με αρχή, μέση και τέλος, τι σημαίνει θέαμα και τι σημαίνει ρεσιτάλ ερμηνείας. Είναι αλήθεια ότι με έπιασα να τη χαζεύω με ιδιαίτερη προσήλωση. Αυτό που ουσιαστικά μου προκαλούσε όσο την παρατηρούσα επί σκηνής ήταν ένα αίσθημα ευλάβειας. Γιατί ερμήνευε με θρησκευτική ευλάβεια το εκάστοτε τραγούδι που καλούταν να πει, καταφέρνοντας έτσι να αποδώσει με επιτυχία το συναισθηματικό γυναικείο σύμπαν που της όρισε, τραγούδι, τραγούδι, ο σκηνοθέτης της παράστασης, Σταμάτης Κραουνάκης. Από τη θεαματική της είσοδο μέχρι το αφάνταστα φορτισμένο φινάλε, στη φωνή, στο κορμί και στο πρόσωπο της Παπίου παρέλασαν η Μαρινέλλα, η Μπέλλου, η Αλεξίου, η Γκρέυ. Όχι δεν μιλώ για καμία μίμηση. Αντίθετα, μιλώ για μία γυναίκα που κατάφερε να κλείσει μέσα της όλες τις σπάνιες ποιότητες εκείνων των γυναικείων μορφών, οι οποίες έκαψαν πάλκα μα κυρίως καρδιές.
Το μεγαλύτερο όμως κατόρθωμα της Παπίου ήταν ότι κατάφερε να ξεγλιστρήσει μέσα από τη σκηνοθετική ματιά του Κραουνάκη, που επιζητούσε θεατρικά οπτικά τσιτάτα να διεγείρουν τον θεατή, και να σε αναγκάσει να στυλώσεις το αυτί σου στην ερμηνεία της. Ένιωθα δηλαδή ότι δεν είχε ανάγκη από κανένα σκηνοθετικό βαρίδι. Εκεί πάνω βρισκόταν μια γυναίκα με λαϊκό συναίσθημα. Απογυμνωμένη και εκτεθειμένη στο προσωπικό της παραμύθι, κατάφερνε να βάλει πίσω τη μουσική, τον στίχο και τον ήχο και να σε οδηγήσει να προσέξεις πώς εκφέρει τις λέξεις «χαμογέλα», «αλήθεια», «αργά», «πάλι», «όταν». Κάπως έτσι “Τα Λερωμένα Τ’ Άπλυτα”, το “Τσάκα Τσούκα”, η “Μπλούζα” και το “Καπετάνιε Χαμόγελα” ευτύχησαν να ακουστούν από τα χείλη της. Ο Κραουνάκης, με την επιλογή του σετ, συνδύασε τα πιο όμορφα τραγούδια του τελευταίου της προσωπικού δίσκου, λαϊκές ξεχασμένες μνήμες και έντεχνες βάσεις, δομώντας ένα αξιοπρόσεκτο και ευρηματικό playlist.
Θεωρώ ότι η κυρία Παπίου –χωρίς τυμπανοκρουσίες, αλλά με αρχοντιά και ταπεινότητα– πρωταγωνίστησε σε μια μουσική παράσταση απαραίτητη σπουδή για όλες τις επίδοξες τραγουδίστριες του τόπου. Τη χειροκρότησα για το πάθος της, την ενέργειά της, τη μαγκιά της να ξεγυμνωθεί ψυχικά, το θάρρος της να σε κοιτάει στα μάτια όταν τραγουδά. Απ’ τη σκηνή έφυγε τραγουδώντας το σπαρακτικό “Μάγια Μελάγια”. «Πέρασε με boy από την άλλη όχθη, κέρασε με boy το μεγάλο όχι…» και όταν ανάψανε τα φώτα γύρισα και είδα μέσα στο κοινό μία γυναίκεια παρουσία με κόκκινα μαλλιά να τα ’χει χαμένα. Μόνο γι’ αυτό το φλου βλέμμα η Παπίου τα κατάφερε και σήμερα, όντας «…Απλά Δήμητρα».
To “Αυτή Η Νύχτα Μένει” ήρθε κατόπιν, ως σκηνοθετημένο encore, ορίζοντας το τέλος της παράστασης. «…Επιτρέψτε μου να φύγω πρώτη» ζήτησε με συγκίνηση στα μάτια και ανεπαίσθητο χαμόγελο στα χείλη. Ήταν το λιγότερο που μπορούσαμε να κάνουμε, ως θεατές, γι’ αυτή τη μεγάλη αρτίστα.