Φωτογραφίες: Nikos Z
Όσο περνούν τα χρόνια, τόσο νομίζω πως μου αρέσει να προκαλώ την τύχη μου ή να θέτω τον εαυτό μου σε περίεργες καταστάσεις. Αυτό ακριβώς ένιωσα όταν, από παρόρμηση της στιγμής, δέχτηκα να κριτικάρω δημόσια τις μουσικές ανησυχίες ενός συναδέλφου και δη κάποιου που δεν έχω γνωρίσει ποτέ. «Ωραίος τρόπος να γνωρίσεις κάποιον με το που πατάς το πόδι σου σε ένα περιοδικό», σκέφτηκα. Τελικά η περιέργεια να ακούσω κάτι εντελώς άγνωστο και η έλξη της πρόκλησης, με έφεραν την Παρασκευή το βράδυ στον άκρως ενδιαφέροντα χώρο της Knot Gallery –έναν χώρο που βασίζεται αποκλειστικά και μόνο στην αγάπη, το μεράκι και τις γνώσεις των δύο δημιουργών της κι έρχεται να καλύψει ένα μεγάλο κενό στο κομμάτι του αυτοσχεδιασμού, της ηλεκτρακουστικής μουσικής και του πειραματισμού, μουσικού και θεατρικού.
Είχα πολύ καιρό να παρακολουθήσω μια συναυλία/δρώμενο χωρίς προηγούμενη ενημερωτική προειδοποίηση, προτιμώντας να αφεθώ στην πλήρη άγνοια. Σε τέτοιες καταστάσεις, οι αισθήσεις οξύνονται και το υποσυνείδητο σε οδηγεί αλάνθαστα. Αν λοιπόν οι εντυπώσεις μου περιγράφονταν μονολεκτικά, θα περικλείονταν στη φράση «λιοντάρι στο κλουβί».
Ή αλλιώς ο Στυλιανός Τζιρίτας, ο οποίος, αφού βγαίνοντας στην υπόγεια σκηνή της Knot «συνυπήρξε» μερικά δευτερόλεπτα με τον Γιώργο Νταλάρα, άρχισε να θέτει με τον δικό του –για κάποιους ίσως σοκαριστικό– τρόπο, τα ηθικά του ερωτήματα, καταφέρνοντας να τα μετουσιώσει σε εικόνες, ακούσματα, εντυπώσεις και συναισθήματα και προσδοκώντας να τα καταγράψει στις μνήμες μας με τη μορφή ανεξίτηλων προβληματισμών. Χρησιμοποιώντας μια πληθώρα ηχητικών και εκφραστικών κυρίως μέσων, κραυγάζει και ουρλιάζει σαν άγριο θηρίο, ντύνεται την ιδιοσυγκρασία ράπερ περιγράφοντας τις νευρώσεις των αστικών τοπίων και τις παρενέργειές τους στον άνθρωπο. Σημαντική σε αυτό το σημείο η συμβολή των τριών UNIT (Θωμάς Χαβαλές στις μαγνητοταινίες και τους λαρυγγισμούς, Στέλιος Εφεντάκης στην ηλεκτρική κιθάρα και Βαγγέλης Κουτσιούρης στο ηλεκτρικό μπάσο), οι οποίοι του προσφέρανε –κυρίως μέσω βόμβων– την ηχητική προσομοίωση της πόλης.
Η Καντιανή σκέψη –όπως αναφέρει κι ο ίδιος ο Τζιρίτας– είναι εμφανής σε κάθε χωροχρονικό καρέ στο οποίο προσπαθεί να μας μεταφέρει. Η τοποθέτηση μιας έλλογης και ενεργής ανθρώπινης ύπαρξης στο κέντρο του κόσμου της γνώσης, της επιστήμης, της ηθικής και της αρετής και η συνειδητοποίηση πως τα δύο τελευταία πηγάζουν από μια αυτόνομη ανθρώπινη ύπαρξη κι όχι από εξωτερικούς παράγοντες, αποτελεί τη ραχοκοκαλιά του οικοδομήματος που επιχειρεί να στήσει με τους UNIT. Έτσι, σαν avant garde ιεροκήρυκας, εν μέσω ψαλμωδιών από το παρασκήνιο, συνομιλεί με τον Θεό και παραδέχεται τη δειλία του «εγώ ειμί η στρουθοκάμηλος του Κυρίου». Αγωνιά για αυτά που δεν έρχονται ή για όσα δεν τολμά να πράξει «σύννεφο που δεν περνά, βουνό που δεν πρασινίζει». Χρησιμοποιεί την ανάμνηση και την παράδοση ως σανίδες σωτηρίας, δανειζόμενος ηχητικές ψηφίδες από τον Καραγκιόζη, ακόμα και βουλγάρικα λαογραφικά στοιχεία –εκπληκτικοί οι στίχοι του τραγουδιού «Ο θάνατος είναι η συνέχεια δεξιά από τα αυτιά σου. Να θυμάσαι την αγάπη». Τα βογκητά του κλαρινέτου του και οι κραυγές του λάρυγγά του εναλλάσσονται διαρκώς, για να δηλώσουν ως επίλογο πως η δύναμη βρίσκεται στον άνθρωπο και η πάλη της νέας μέρας έχει/πρέπει να ξεκινήσει. Λίγο πριν τον τελικό επιθανάτιο ρόγχο...
Τα εκφραστικά μέσα του Τζιρίτα κατάφεραν δυνατά και συμπυκνωμένα μηνύματα και συναισθήματα, χωρίς αδικαιολόγητους θεατρινισμούς ή πομπώδεις ηχητικούς πειραματισμούς. Δυστυχώς όμως περιορίστηκαν χωροταξικά στο μικρό υπόγειο της Knot. Την επόμενη φορά του συνιστώ να πάρει τους δρόμους –αυτό που κάνει είναι σαφώς θέατρο δρόμου– και να ταρακουνήσει τους ανυποψίαστους περαστικούς. Ίσως εκεί να ταίριαζαν και οι λιτές και μελαγχολικές κιθαριστικές σκωτσέζικες μπαλάντες του Stephen Fleming, ο οποίος –παραπέμποντας ευθέως στους συμπαθείς και αγνούς μουσικούς του δρόμου– προανήγγειλε το κεντρικό σχήμα.