Το τι δούλεμα έφαγα όταν είπα σε διάφορους συναδέλφους πως θα πάω σε συναυλία του Κηλαηδόνη, δεν λέγεται. Είναι ντεμοντέ, ναι, αλλά τι συμβαίνει όταν τα τραγούδια του μα και ο ίδιος σαν φιγούρα εμπεριέχουν ακόμα αυτή την ουσία που μας συμφιλιώνει με την ελαφρύτερη πλευρά μας και τo ουσιαστικό άνοιγμα της καρδιάς; Τίποτα δεν γίνεται. Τρως κανονικά το δούλεμα και στο τέλος της βραδιάς αποζημιώνεσαι, νιώθοντας εγωιστικά περήφανος για την διαφορετικότητά σου.

 

Πολλοί παππούδες στο Κηποθέατρο Παπάγου –κάποιοι με τα εγγονάκια τους. Οι νέοι μειοψηφία. Όλα άρχισαν με το “Είμαι Ένας Φτωχός Και Μόνος Καουμπόης”. Ο Κηλαηδόνης στο κλασικό του γαλάζιο πουκάμισο, με βαρύ βηματισμό αλλά κι αυτό το βλέμμα που «μιλάει». Το πρώτο μισό της συναυλίας βασίστηκε σε τραγούδια της μεταγενέστερης περιόδου του, όσα άρχισε δηλαδή να γράφει στα τέλη της δεκαετίας του 1970, αφήνοντας πίσω τον περιορισμό της συνθετικής του ιδιότητας για να γίνει ο πιο μοντέρνος τραγουδοποιός της εποχής. Τρίλεπτα αριστουργήματα τα οποία συνδυάζουν την ελληνική μουσική με τα Δυτικά ακούσματα (όπου το μαντολίνο γίνεται μπάντζο) και ταυτόχρονα κάνουν εύστοχα κοινωνικά σχόλια, χωρίς να παγιδεύονται στην «πατριδίλα» της μεταπολίτευσης. Εδώ λοιπόν συναντήσαμε το “Αχ Ρίτα”, το “Θα Κάτσω Σπίτι”, το “Ένα Γουρούνι Λιγότερο” και το “Πού Βαδίζουμε Κύριοι;”.

Εν είδει διαλείμματος, ο Δώρος Δημοσθένους ερμήνευσε κάποια τραγούδια του Κηλαηδόνη μαζί με ξένα, τα οποία ταίριαζαν στο κλίμα, όπως το “Delilah” και το “Perhaps, Perhaps, Perhaps”, που λίγοι γνωρίζουν πως προέρχεται από ισπανικό χιτ του 1947. Η φωνή του Δημοσθένους άψογη, ευλύγιστη και δυναμική. Στην προσπάθειά του όμως να την αναδείξει έπεσε θύμα μιας κάποιας ερμηνευτικής υπερβολής –φωνασκούσε.

Όταν επέστρεψε ο Κηλαηδόνης, θυμήθηκε τα παλιότερα τραγούδια του, όπως το “Μη Χτυπάς”, το “Όσο Αγαπιόμαστε Τα Δυο” και το “Μια Κεφαλονίτισσα”. Η μπάντα του δεν εντυπωσιάζει, αλλά ο ίδιος παίζει πιάνο με ολόκληρο το σώμα και μ’ αυτά τα χαρακτηριστικά τινάγματα του ώμου, διατηρώντας τα βλέμματα καρφωμένα πάνω του. Παρουσιάζει στη σκηνή τη μικρή του κόρη, που ερμηνεύει το “Μια Μέρα Μιας Μαίρης” δίνοντας στη βραδιά ένα χρειαζούμενο θηλυκό στοιχείο και κατόπιν διασκευάζει Άκη Πάνου (“Όταν Σημάνει Η Ώρα”) και Μάνο Λοΐζο (“Κουτσή Κιθάρα”). Για το τέλος αφήνει τον “Ύμνο Των Μαύρων Σκυλιών”, που σκορπίζει χαμόγελα σε όλο το θέατρο. Φαίνεται πως ούτε πυροτεχνήματα χρειάζονται, ούτε πολύς θόρυβος και εκτυφλωτικά φώτα για να νιώσει κανείς αυτή την πολυπόθητη αίσθηση ευφορίας, όταν τα ίδια τα τραγούδια την εμπεριέχουν.

 

Το encore μας έδωσε τον συγκινητικό “Μικρό Ήρωα”. Ήταν περασμένες έντεκα πια και οι κάτοικοι του Παπάγου, όπως μάθαμε, ήθελαν ησυχία. Δεν υπάρχουν ούτε περίπτερα τριγύρω, μονάχα δέντρα και καθωσπρεπισμός. Ο Κηλαηδόνης σηκώνεται από το πιάνο, υποκλίνεται, ρίχνει ένα πλάγιο βλέμμα και φεύγει. Μπορούσες να τον φανταστείς νεότερο, να καβαλάει το άλογό του ακριβώς δίπλα του και να εξαφανίζεται πιο γρήγορα κι απ’ τη σκιά του.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured