Κείμενο: Θάνος Καμπύλης & Λίλα Τζαμούση

Φωτογραφίες: Έφη Κρητικού 

 

 

Ο πρώτος συναυλιακός θρίαμβος μετά την καλοκαιρινή σαιζόν ανήκει σε ένα αμιγώς ελληνικό φεστιβάλ, διοργανωμένο από μία από τις πιο ανήσυχες νέες δισκογραφικές (Archangel), με τη συμμετοχή μονάχα εγχώριων δημιουργών (όχι μόνο του ρόστερ της Archangel). Sold-out η πρώτη μέρα στην Τεχνόπολη (Δευτέρα 12/9), εξαιρετική η προσέλευση και τη δεύτερη (Τρίτη 13/9), έδωσαν ένα καλό στίγμα για το πώς έχουν και μπορούν να έχουν τα πράγματα στην ημεδαπή. Ο Θάνος Καμπύλης και η Λίλα Τζαμούση βρέθηκαν εκεί και ανέλαβαν να μας τα πουν πιο αναλυτικά... 

 

 

Ark Μέρα 1

VOYAGE LIMPID SOUND

Μετά από μαραθώνιες διαπραγματεύσεις με τον Θάνο για τη μοιρασιά των live του Ark Festival και με τον φόβο της βροχής πάνω από το κεφάλι μας, πήραμε την τεκίλα που μας κέρασαν στην είσοδο και βαδίσαμε προς την αρένα της Τεχνόπολης. Ο κόσμος είχε ήδη αρχίσει να μαζεύεται από νωρίς το απόγευμα δίνοντας μια καλή γεύση για το θα επακολουθούσε κατά τη διάρκεια της βραδιάς, από την άποψη της προσέλευσης. Η εμφάνιση του ήλιου ανακούφισε κοινό και διοργανωτές και, λίγο μετά τις 6, τη σκηνή γέμισαν οι Voyage Limpid Sound, μια πολυμελής μπάντα με τα όλα της –πλήκτρα, κιθάρες, ντραμς, αλλά και μια διόλου ευκαταφρόνητη χορωδία. Δύο, μόνο, λέξεις μου ήρθαν στο μυαλό, ήδη από τα πρώτα τους κομμάτια, “Shade”, “The Careful Son” και “The Tavern”: retro pop. Ήταν σαν αυτά τα παιδιά να είχαν βγει από μια άλλη εποχή, κάπου στα ύστερα 1960s, και να έπαιζαν τη μουσική που όλοι θα θέλαμε να έχουμε ζήσει από πρώτο χέρι. Αρκετά ενθουσιώδες φάνηκε και το κοινό, ακούγοντας τις επιλογές από τον πρώτο προσωπικό τους δίσκο τους The Voyage Limpid Sound Are Happy. Αν και η αρένα δεν είχε γεμίσει ακόμα ούτε μέχρι τη μέση, οι επευφημίες ήταν δυνατές και με νεύρο. Το “Fear” στην αρχή και το “Sun” κοντά στο κλείσιμο, στάθηκαν αυτά που ξεχώρισαν –αν κρίνω από το χειροκρότημα– και ίσως σημαντικό ρόλο να έπαιξε σ’ αυτό η συμβολή της χορωδίας στα συγκεκριμένα κομμάτια. Για 50, περίπου, λεπτά οι Voyage Limpid Sound μας συντρόφεψαν ιδανικά, παραχωρώντας τη σκυτάλη στον Rous.

Λίλα Τζαμούση

 

ROUS

Μετά τους ομολογουμένως διαφορετικούς από τα συνηθισμένα Voyage Limpid Sound, ανέβηκε στη σκηνή ο Mr. «Το ξέρεις μ’ αρέσεις» ή αλλιώς (Γιώργος) Rous. Έτσι, ξεκίνησε ο ρους της μουσικής του ιστορίας, γύρω στις 19.05 το απόγευμα. Ο κόσμος ανέλπιστα πολύς και το επικείμενο sold out ήταν πια προδιαγεγραμμένο. Η ζέστη του Σεπτεμβρίου ήταν επίσης κατά σημεία ανυπόφορη και, με το μπαρ να βρίσκεται στην άλλη άκρη του συναυλιακού χώρου φαντάζοντας σαν όαση της ερήμου, μπορώ να πω πως πολλοί από μας χρειαστήκαμε ορούς... Ο Rous ξεκίνησε λίγο νευρικά, με άγχος για το αν περνάει καλά ο κόσμος από κάτω (μας ρώτησε αρκετές φορές). Ο ήχος του δεν ήταν και τόσο καλός –ειδικά σε κάποια στιγμή το μικρόφωνό του βουβάθηκε σε μεγάλο βαθμό, δημιουργώντας του περαιτέρω αμηχανία– βελτιώθηκε όμως στη συνέχεια. Η “Βουτιά Στο Κενό” στάθηκε μια καλή προσπάθεια να ζεστάνει το κοινό, το οποίο πάντως παρέμεινε, σε γενικές γραμμές, ασυγκίνητο, αρκούμενο σε συγκρατημένα χειροκροτήματα στο τέλος κάθε τραγουδιού. Εξάλλου ο Rous είναι τόσο νέος ως καλλιτέχνης, ώστε φαντάζομαι πως λίγοι θα ήξεραν κάτι παραπάνω από τις “Εξαιρέσεις”. Το “Για Αυτούς” δυστυχώς δεν είχε live την τρομπέτα της στούντιο ηχογράφησης, αντιθέτως όμως ευχάριστη στάθηκε η ζωντανή εκδοχή της “Αταξίας”, με στίχους που αξίζει να προσέξουμε. Η έκρηξη συμμετοχής στο πασίγνωστο “Το Ξέρεις Μ’ Αρέσεις” ήρθε τόσο φυσιολογικά όσο το πρώτο τσιγάρο στον πρωινό καφέ, και τα απανταχού αγοροκόριτσα κάθε ηλικίας εξέπνεαν τους στίχους του με περισσή ευκολία. Η παRousία του καλλιτέχνη τελείωσε με το “Κόκκινο Φως”, και το “Είμαι Από Το Φεγγάρι”, αλλά και με τις καινούργιες του “Μαριονέτες”. Γενικά νομίζω ο Rous υστερεί λίγο στη live εμφάνισή του, σε σχέση με τον δίσκο του, ενδεχομένως όμως όλα αυτά να είναι απλώς θέμα περισσότερης εμπειρίας. Ακολούθησε δεκαπεντάλεπτο διάλειμμα, και βουρ για «τη φωνή τσι Κρήτσι», τον Γιάννη Χαρούλη!

Θάνος Καμπύλης

ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΑΡΟΥΛΗΣ

 

 

 

Ο Γιάννης Χαρούλης έκανε την εμφάνισή του λίγο μετά τις 20.15 και το πλήθος ξεσηκώθηκε πριν καλά-καλά πιάσει το λαούτο του. Μας καλησπέρισε με το “Στις Χαραυγές Ξεχνιέμαι”, ενορχηστρωμένο όμως πολύ διαφορετικά απ’ ότι το έχουμε συνηθίσει –με ήχο περισσότερο ηλεκτρονικό και λιγότερο παραδοσιακό. Αν κι αυτός ο πειραματισμός μας ξένισε στην αρχή, τελικά κέρδισε τις εντυπώσεις, δικαιώνοντας νομίζω και τον Χαρούλη, ο οποίος έδειξε έτσι ότι δεν σκοπεύει να επαναπαυτεί στις δάφνες του, μα συνεχώς αναζητά νέες διεξόδους στη μουσική του. Ακολούθησαν κι άλλα τραγούδια από τον Χειμωνανθό σε παρόμοιο ύφος, όπως το “Σύννεφα Του Γυαλού” και το ομώνυμο του δίσκου, ενώ δεν έλειψαν και οι διασκευές, τις οποίες συνηθίζει ο Χαρούλης στις εμφανίσεις του. Αυτή τη φορά μας χάρισε το “Ημερολόγιο” του Χρήστου Θηβαίου, όπως κι ένα πολύ ευφάνταστο πάντρεμα του “Διάφανου” του Θανάση Παπακωνσταντίνου με το “The Mercy Seat” του Nick Cave, μέσα σε μία ατμόσφαιρα σχεδόν μεθυστική. Λίγο πριν το τέλος μόνο φάνηκε να επιστρέφει στους πιο γνώριμους ήχους του, με το “Βοσκαρουδάκι Αμούστακο” και τη “Χαραυγή”. Ήξερα ότι ο Χαρούλης έχει σημαντική απήχηση στις 20+ ηλικίες, ομολογώ πάντως πως εντυπωσιάστηκα με τον κόσμο όταν συνειδητοποίησα ότι σιγοτραγουδούσαν σχεδόν όλους τους στίχους των κομματιών, ακόμα και κάποιων ακυκλοφόρητων τα οποία ακούστηκαν τη Δευτέρα το βράδυ. Το live έκλεισε με την “Τίγρη” του Ψαραντώνη αλλά και το “Σκουλαρικάκι” του Θανάση Παπακωνσταντίνου –ξανά– το οποίο χειροκροτήθηκε παρατεταμένα από τον κόσμο.

Λίλα Τζαμούση

ΠΑΥΛΟΣ ΠΑΥΛΙΔΗΣ & THE B-MOVIES

Η γενιά των τριαντάρηδων, σαραντάρηδων, και άλλων «άρηδων» πρέπει να ένιωσε ότι είχε έρθει η ώρα τους να χαρούν τη συναυλία, όταν ο Παύλος Παυλίδης κατέλαβε τη σκηνή, μαζί με τους B-Movies του. Ένιωθες έναν σεβασμό να πνέει στον αέρα, από άλλους για το «ξυλινοσπαθίτικο» παρελθόν, κι από άλλους για τη σόλο πορεία του έκτοτε. Το ξεκίνημα με το ορχηστρικό “Πέλαγος” υπήρξε έντονα ψυχεδελικό, με τα φώτα της σκηνής να συνοδεύουν πετυχημένα τον αργόσυρτο ρυθμό του. Ο χαρακτήρας των τραγουδιών του Παυλίδη δεν άφηνε περιθώρια για πολλά χτυπήματα και ο ρυθμός παρέμεινε έτσι λίγο-πολύ ίδιος, μέχρι το “Άλλη Μια Μέρα” και κυρίως το “Όσο Μικραίνω”, όπου –όπως εύστοχα παρατήρησε μια φίλη– τα φώτα είχαν πλέον λάβει έναν «κλαμπίστικο» χαρακτήρα. Ακόμα και η υποβλητική ατμόσφαιρα του “Στοιχειωμένο Σπίτι” μετατράπηκε σύντομα σε χορευτική διάθεση, στο άκουσμα του πολύ αγαπητού “Πάρε Με Μαζί Σου”. Μουσική «καθίζηση» κατόπιν με τη “Λευκή Καταιγίδα” και την “Όμορφη Μέρα”, αλλά και μουσικό ταξίδι με το “Αερικό”. Στον ήχο δεν υπήρξε κανένα ιδιαίτερο πρόβλημα, κάτι που έδωσε την ευκαιρία στον Παυλίδη να αποδώσει μια χαρά νέα τραγούδια όπως το “Radio Lollipop” και το “Αντικαταπληκτικά” –αλλά και να μας ενθουσιάζει με παλιά ακούσματα, όπως το “Ό,τι Θες Εσύ”. Το τέλος ήρθε πολύ χορταστικά, με τον Παυλίδη να ευχαριστεί τον κόσμο που πια είχε στριμωχτεί για τα καλά και έδειχνε διψασμένος για την τριπλέτα του Γιάννη Αγγελάκα, η οποία βρισκόταν προ των πυλών…

Θάνος Καμπύλης

 

ΓΙΑΝΝΗΣ ΑΓΓΕΛΑΚΑΣ 3

Το εξαιρετικό τρίο του Γιάννη Αγγελάκα, με κιθάρα και μπαγλαμαδάκι να πλαισιώνουν την ιδιαίτερη φωνή και παρουσία του, αποδείχθηκε μια αρκετά δεμένη συνεργασία. Περίπου δέκα λεπτά μετά το τέλος του Παυλίδη και πριν ακόμα ξαναφωτιστεί η σκηνή, ενώ μάλιστα επικρατούσε χαλαρότητα, συζητήσεις επί συζητήσεων, ανέμελες οινοποσίες, φλερτ και αδιαφορίες, ακούστηκε ένα ανατριχιαστικό μπαγλαμαδάκι. Το τρίο ξεκίνησε με παρατεταμένη εισαγωγή από το “Ο Χαμένος Τα Παίρνει Όλα” και το κοινό έδειξε να συντονίζεται με γοργούς ρυθμούς. Χειροκροτήματα και ενέργεια ξεχείλισαν από την αρχή μέχρι το τέλος της εμφάνισης. Οι “Επισκέπτες” δεν μπορούν άλλωστε παρά να ανεβάζουν κι άλλο τη διάθεση, ενώ το “Καλά Που Έγινα Σπουδαίος Και Τρανός” τραγουδήθηκε στα χείλια του κόσμου λέξη προς λέξη. Ο δε Αγγελάκας έδειχνε αλαφιασμένος, με την ενέργεια και την τρέλα ενός έφηβου να διακρίνονται στις ερμηνείες του στα “Αιρετικό”, “Χάρτινο Τσίρκο”, “Είμαι Τυχερός” και “Ακούω Την Αγάπη”. Αν και η συναυλία έμοιαζε πάρα πολύ, ως πρόγραμμα, με την καλοκαιρινή εμφάνισή του στο Rockwave, το τρίο κατάφερε και κράτησε μια ευχάριστη ισορροπία ανάμεσα στις δυο αγγελάκειες εποχές –την «Τρύπια» και τη «μετά-Τρύπια». Στη δεύτερη ανήκαν επιλογές όπως οι “Παροιμίες Από Τον Κρόνο” ή η διασκευή στο “Αντιλαλούν Οι Φυλακές” του Μάρκου Βαμβακάρη, το οποίο, από τη συχνότητα παιξίματος, δείχνει να εντάσσεται στα αγαπημένα τους. Το “Χωρίς Κανόνα” ηρέμησε φαινομενικά το κοινό, μόνο και μόνο για να το κάνει να χοροπηδά ακόμα πιο ξέφρενα όταν το διαδέχθηκαν το –μυθικό πλέον– “Δεν Χωράς Πουθενά” και το “Σιγά Μη Κλάψω”. Στις 23.50 ο Αγγελάκας μας ειδοποιεί πως μένουν 9 λεπτά ακόμα και μας αφιερώνει δύο τραγούδια για κλείσιμο: το “Μια Όμορφη Μελαχρινή” και τη μελωδική –μα άγρια– “Γιορτή”, στην οποία δίνει και την ψυχή του. Ίσως κάτι τέτοιες εμφανίσεις να δικαιολογούν τον χαμό από κόσμο που σημειώθηκε τη Δευτέρα στην Τεχνόπολη. Γιατί ο κόσμος ξέρει ότι με καλλιτέχνες σαν π.χ. τον Αγγελάκα δεν θα φάει στα μούτρα αντιεπαγγελματικούς βεντετισμούς, σαν κι εκείνους στη συναυλία των Placebo στη Θεσσαλονίκη. Ίσα-ίσα, θα δει κάτι το οποίο τιμά τα λεφτά του εισιτηρίου του, κι ας είναι και 17 ευρώ.

Θάνος Καμπύλης

 

Ark Μέρα 2

 

LEON

Η δεύτερη μέρα ξεκίνησε με λίγο καλύτερο καιρό και λίγο λιγότερο κόσμο νωρίς το απόγευμα, με τους  Leon να βγάζουν τον καλύτερο εαυτό τους πάνω στη σκηνή. Δεν τους είχα ακούσει ξανά, και με το τρέξιμο των τελευταίων ημερών αμέλησα και να τους ψάξω έτσι ώστε να έχω μια ιδέα για το τι θα ακούσω –με αποτέλεσμα να εκπλαγώ θετικά από την παράστασή τους. Γιατί είδα μια παρέα πολύ καλών μουσικών, όχι μόνο να παίζει μα πραγματικά να απολαμβάνει το κάθε συναυλιακό λεπτό που διέθετε. Οι Leon δεν σταμάτησαν να κινούνται και να χορεύουν στη σκηνή, κάνοντας τα μουσικά τους όργανα να δείχνουν λες και αποτελούσαν φυσική προέκταση του σώματός τους. Είναι αλήθεια ότι το folk pop στυλ τους θυμίζει πολύ τους Beirut, όμως θεωρώ ότι δεν έχουν τίποτα να ζηλέψουν από τον Zach Condon και την παρέα του. Μπορεί ο δίσκος τους να είναι ακόμα στα σκαριά (οι φήμες λένε πως θα κυκλοφορήσει οσονούπω), το κοινό πάντως έδειξε αρκετά εξοικειωμένο με τα τραγούδια, κυρίως με το “(To The) Children Of Tomorrow”. Έτσι, το πάρτυ που εξελισσόταν πάνω στη σκηνή, γρήγορα πέρασε και στην πλατεία.

Λίλα Τζαμούση

 

BURGER PROJECT

 

 

Μετά τους Leon, οι Burger Project κατέλαβαν –κυριολεκτικά– τη σκηνή. Ήταν η πρώτη φορά που τους έβλεπα και πραγματικά δεν ήξερα τι να περιμένω. Η όψη τους άκρως σουρεαλιστική. Αλλοπρόσαλλη. Παράξενα ευχάριστη όμως. Ένας τραγουδιστής με το καπέλο του Popeye, με κατακόκκινο μπλουζάκι, και κατακίτρινο παντελόνι, ένας πληκτράς με μαλλί αφάνα κι ένας κοντραμπασίστας με γαλάζιο ράσο ήταν οι πρώτες εικόνες. Το ενδιαφέρον όμως βρισκόταν στο ότι οι Burger Project σε αναγκάζουν με την παρουσία τους να μη σταθείς στην εμφάνισή τους, αλλά να προσέξεις αυτό που παίζουν. Δεν είναι δηλαδή «άλλη μια μπάντα». Βασίζονται κατά κύριο λόγο στις διασκευές πασίγνωστων κομματιών, τα οποία κάνουν ωστόσο αγνώριστα. Είναι κεφάτοι και θεότρελοι –και δεν το κρύβουν καθόλου. Ξεκίνησαν με μια απίστευτη jazz διασκευή στο “Τώρα Κλαιν Όλα Τ’ Αλάνια”, με τον τραγουδιστή να δίνει κανονικό σόου, ενώ αμέσως έπειτα ήρθε το “Paradise City” των Guns ‘N’ Roses από ’κει που δεν το περιμένεις. Ο τραγουδιστής είχε την τρέλα του Τζιμ Κάρεϊ στη Μάσκα, όσον αφορά στις κινήσεις του προσώπου του. Η πανηγυρτζίδικη εκδοχή του “Bed Of Nails” του Alice Cooper ξεσήκωσε τον κόσμο –που και πάλι ήταν πολύς– ενώ η χορευτική ματιά στο “Seven Nation Army” των White Stripes μας έκανε –σχεδόν– όλους να χορεύουμε. Το κερασάκι στην τούρτα ήταν νομίζω η εμφάνιση της Ματούλας Ζαμάνη, του θηλυκού δηλαδή μέρος του Project, η οποία μπήκε αργά στη σκηνή με τον υπερμεγέθη κότσο της να δείχνει τον ουρανό και να τραγουδάει το “Τσιγγάνα Ρίξε Τα Χαρτιά” του Μάρκου Βαμβακάρη. 

Θάνος Καμπύλης

MARAVEYAS ILEGAL

 

 

Ο Κωστής Μαραβέγιας, έχοντας χωθεί από νωρίς ανάμεσα στο κοινό –εθεάθη να παρακολουθεί τους Leon– είχε ήδη ρουφήξει συναυλιακό κλίμα και ήρθε έτσι έτοιμος και γεμάτος ενέργεια πάνω στη σκηνή. Ο κόσμος άλλωστε έδειχνε πως σε μεγάλο βαθμό είχε έρθει γι’ αυτόν –ειδικά οι κοπέλες. Στην αρχή με το ακορντεόν του και στη συνέχεια με το πιάνο του, αυτός αλλά κι όλη η μουσική παρέα του έδειξαν πως ήθελαν να κάνουν τον κόσμο να περάσει καλά. Το “Welcome To Greece” ήταν χαρούμενο όπως πάντα, αλλά και το “Bella Ciao” αρκετά δυνατό. Το “Δε Ζητάω Πολλά” έχει γίνει πλέον κλασικό στα χείλια των οπαδών του, ενώ η εξιστόρηση της “Zardiniera Ilegal” μας κράτησε αμείωτο το ενδιαφέρον. Το “Gypsy Power” έδειχνε να του πηγαίνει, ενώ και το “Πάρε Χρώμα” κέρδισε το κοινό. Ο ήχος του πολύ καλός καθ’ όλη τη διάρκεια. Προς το τέλος, μας είπε το “Δύο Γυναίκες”, ένα τραγούδι  με μεγάλες αλήθειες και διλήμματα για τον μέσο άνδρα. Κλείσιμο με μια ιστορία από τα βάθη…της Ικαρίας, με το “Τρελό Από Χαρά”, μέσα σε παλαμάκια και χειροκροτήματα, να μας ταξιδεύει όντως μέχρι εκεί. Οι Maraveyas Ilegal ολοκλήρωσαν κάπως έτσι ένα πολύ καλό live, που δεν ξέρω αν ξεπέρασε αυτό των Burger Project, όμως σίγουρα έδενε τέλεια με την όλη χορευτική ατμόσφαιρα.

Θάνος Καμπύλης

 

ΜΟΝΙΚΑ

Τους Maraveyas Ilegal ακολούθησε, μετά από ένα 15λεπτο διάλειμμα, η Μόνικα, η οποία άνοιξε με τo “Ca Commence Bien” από το πρόσφατο Exit. Φαίνεται πως το συγκεκριμένο άλμπουμ έχει ήδη κερδίσει τους θαυμαστές του, καθώς από τις πρώτες κιόλας νότες ο κόσμος άρχισε να παραληρεί. Γρήγορα, όμως, η Μόνικα πέρασε και στο Avatar λέγοντάς μας το “Babe” –με το τσέλο του Άρη Ζέρβα να κλέβει την παράσταση– ενώ ακολούθησε το γαμήλιο “Yes I Do” σε μία αρτιότατη εκτέλεση, εφάμιλλη εκείνης του δίσκου. Είναι αλήθεια ότι η Μόνικα διαθέτει μια ικανότητα να μαγεύει το κοινό της, τόσο όταν ερμηνεύει ένα κομμάτι απλά με τη συνοδεία του πιάνου, όπως το “Bloody Something” που ακούστηκε στη μέση περίπου του προγράμματος, όσο και  όταν την ακολουθεί ολόκληρη η μπάντα της. Έτσι έγινε και στο “Over The Hill” το οποίο θεωρώ ως την κορύφωση της δεύτερης μέρας του Ark Festival. Η επιλογή από το Exit που χειροκροτήθηκε περισσότερο ήταν –μάλλον αναμενόμενα– το “Away From My Land”, για το δε φινάλε η Μόνικα φύλαξε το “Avatar” (όπως άλλωστε συνηθίζει στις συναυλίες της) δίνοντας έτσι και μια άλλη δυναμική στην εμφάνισή της, η οποία γενικώς κινήθηκε σε γλυκά μελαγχολικούς τόνους. Κλείνοντας δεν παρέλειψε να ευχαριστήσει την Archangel για τη στήριξή της στα δύο ως τώρα άλμπουμ της, αλλά και να ευχηθεί «εις το επανιδείν» στους θαυμαστές της.

Λίλα Τζαμούση

XAXAKES

Είναι γεγονός ότι, αφού κατέβηκε η Μόνικα από τη σκηνή, πολύς κόσμος άρχισε να αποχωρεί από την Τεχνόπολη. Δεν μπορώ να πω ότι ξαφνιάστηκα, μιας και οι Xaxakes έχουν μεν μια μερίδα φανατικού κοινού, δεν νομίζω όμως ότι απευθύνονται –ηλικιακά τουλάχιστον– στην πλειονότητα των ακροατών που επέλεξαν να παρακολουθήσουν το Ark. Αφενός αποπνέουν κάτι vintage, αφετέρου αρκετοί προτίμησαν να τσιμπήσουν κάτι μετά την 5ωρη, σχεδόν, ορθοστασία αντί να παρακολουθήσουν το τελευταίο αυτό live του φεστιβάλ. Όσοι πάντως παρέμειναν είχαν την ευκαιρία να δουν τον Γιάννη Νάστα σε ένα εντυπωσιακό κουστούμι κόκκινου χρώματος, το οποίο τράβηξε αμέσως τα βλέμματα. Το πρόγραμμα ξεκίνησε με το “Πονάν Τα Χείλη Μου” (γνωστότερο ως “Γεια”) και τα πρώτα λικνίσματα των θεατών είναι γεγονός. Παρόλα αυτά, η συναυλία κινήθηκε σε μια επίπεδη πορεία από εκεί κι ύστερα, χωρίς ιδιαίτερες «κοιλιές» αλλά και δίχως κάποια κορύφωση –πέρα από την αρκετά καλή διασκευή στο “Heroes” του David Bowie. Οι Xaxakes θα ταίριαζαν ίσως περισσότερο σε μια παραλία ένα βράδυ του Ιούλη, παρά στο κλείσιμο ενός φεστιβάλ το οποίο χαρακτηρίστηκε από αμφίδρομη ενέργεια και νεύρο ανάμεσα στο κοινό και τους καλλιτέχνες. Λίγο μετά τα μεσάνυχτα μας καληνύχτισαν και η αυλαία του Ark Festival 2010 έπεσε με αρκετά ικανοποιητικές εντυπώσεις, σύμφωνα με τα τελευταία «πηγαδάκια» στο μετρό του Κεραμεικού. Και του χρόνου!

Λίλα Τζαμούση

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured