Φωτογραφίες: Σταμάτης Λεόντιος
«Η Θράκη Πατάει Γκάζι». Έτσι ονομάστηκε η πολιτιστική κάθοδος των Θρακιωτών για το τριήμερο 10 με 12 Σεπτεμβρίου στην Τεχνόπολη της Πειραιώς. Οι νομοί Έβρου και Ξάνθης διοργάνωσαν ένα τριήμερο στο κέντρο της Αθήνας γεμάτο ζωγραφική, πολλών υφών εκθέσεις, παραστάσεις Καραγκιόζη, παραδοσιακούς χορούς από το Λύκειο Ελληνίδων και πολλή μουσική. Η Έλενα και η Σουζάνα Βουγιουκλή βρέθηκαν εκεί για να τραγουδήσουν για τη Θράκη, για τον Μάνο Χατζιδάκι και φυσικά για τους Αθηναίους που κατέφθασαν στον χώρο του Γκαζιού για να τις απολαύσουν.
Τα κορίτσια αυτά –που προς μεγάλη μου έκπληξη διάβασα ότι κατάγονται από την ιδιαίτερη πατρίδα μου, την Ξάνθη, όλως παραδόξως αγνοούσα αυτή τη μικρή πληροφορία– είναι δύο απόκοσμες μάγισσες οι οποίες δεν υπάρχει περίπτωση να μη σε συνεπάρουν με την εξαίρετη ερμηνευτική τους δεινότητα. Δύο κορίτσια που, όσο ανέβηκαν απότομα στη σκηνή, άλλο τόσο απότομα κατέβηκαν από αυτήν –δείγμα ντροπαλοσύνης για τη ζωντανή καλλιτεχνική έκθεση, που αντιμετωπίζουν ακόμα και βετεράνοι καλλιτέχνες. Μπόρεσαν ωστόσο να σε πείσουν μέσα σε ένα πρόγραμμα ούτε μίας ώρας, ότι είναι μία αστείρευτη πηγή ταλέντου και μουσικής παιδείας.
Πραγματικά μαγευτικές, οι αδερφές Βουγιουκλή παρουσίασαν ένα μικρό αφιέρωμα στον Μάνο Χατζιδάκι με τη λιτότητα και την αισθητική που πολλές φορές επιζητούσε ο συνθέτης για τα τραγούδια του. Με ένα πιάνο, μία κιθάρα μα κυρίως με βασικά όργανα τις δύο χαρισματικές και πολύ καλά δουλεμένες φωνές τους, τραγούδησαν με απαράμιλλη τεχνική και τέχνη γνωστά και άγνωστα τραγούδια του Χατζιδάκι. Από το “Ήρθε Βοριάς, Ήρθε Νοτιάς” και την “Προσευχή Της Παρθένου” του Γκάτσου (πολύ καλή η ερμηνεία της Σουζάνας), μέχρι το αξεπέραστο “Νανούρισμα” του Ματωμένου Γάμου και το κινηματογραφικό “Φούστα Κλαρωτή”, οι αδερφές Βουγιουκλή κρατούσαν προσηλωμένους ακόμα και όσους αμύητους περαστικούς βρέθηκαν τυχαία στην Τεχνόπολη. Την κορυφαία στιγμή της βραδιάς έμελλε να μας την χαρίσει η Έλενα, με την ερμηνεία της στα “Μάνταλα” του Τσιτσάνη, σε ένα δεύτερο μουσικό μέρος που περιλάμβανε από παραδοσιακά θρακιώτικα μέχρι blues.
Ήταν ωραία αυτά τα κορίτσια. Απρόσιτα και παράξενα με τα μακριά μαλλιά τους, το έντονο θεατρικό βάψιμο και τα μεσαιωνικά τους ρούχα, δημιουργούσαν μία απίστευτη αντίθεση με την εικόνα της γειτονικής Ιεράς Οδού, η οποία φιλοξένει τα υπερμεγέθη πόστερ των εύπεπτων αοιδών με τις απαστράπτουσες –αλλά τόσο τρομακτικές– οδοντοστοιχίες. Για το τέλος κρατώ έναν ηλικιωμένο –Θρακιώτης κατά πάσα πιθανότητα, δεν εξηγείται διαφορετικά η οικειότητα που έδειχνε με τους γύρω του και τα γύρω του– να φωνάζει στα κορίτσια με αγάπη και ολίγη περιπαικτικότητα, να ξανανέβουν στη σκηνή. Δεν του κάνανε τη χάρη αλλά να(!), ήταν τόσο μακριά για να τον ακούσουν.