Ένα μαγευτικό ταξίδι ήχων, λέξεων και συναισθημάτων που ξεκίνησε από την Ελλάδα και έφτασε μέχρι τις πιο μακρινές γωνιές του κόσμου, μας επεφύλασσαν η Μαρία Φαραντούρη, η Έλλη Πασπαλά και η Σαβίνα Γιαννάτου, παρουσιάζοντας για ακόμα μια φορά – μετά τον Δεκέμβριο του 2009 και δέκα χρόνια μετά την πρώτη τους καλλιτεχνική συνάντηση – έναν ξεχωριστό «Γύρο του κόσμου με τρεις φωνές».
Ξεκίνησαν εντυπωσιακά, και οι τρεις μαζί, το ταξίδι από τη Θράκη και τη Βουλγαρία για να συνεχίσουν με τη σειρά η καθεμιά τους. Οι στάσεις περιελάμβαναν την Αρμενία, την Παλαιστίνη, το Ισραήλ, την Πορτογαλία (με τους στίχους του Fernando Pessoa), την Κωνσταντινούπολη με το “Πώς Να Ξεχάσω” της Ευανθίας Ρεμπούτσικα, την Πράγα με την υπέροχη ερωτική ιστορία του Παναγιώτη Καλατζόπουλου στο “Summertime In Prague”, την Ελλάδα με την αγαπημένη “Ρόζα Ροζαλία” της Λένας Πλάτωνος, το Παρίσι με το ρομαντικό “Sous Le Ciel De Paris”, για να καταλήξουνε – ξανά μαζί – στα σπουδαία λόγια του Pablo Neruda, με ένα απόσπασμα από το Cando General σε μουσική του Μίκη Θεοδωράκη. Κάπως έτσι φτάσαμε στο τέλος του πρώτου μέρους, που έκλεισε με την εκπληκτική ερμηνεία τους στη “Μπαλάντα Των Αισθήσεων Και Των Παραισθήσεων” του Μάνου Χατζιδάκι. Το δεύτερο μέρος έμοιαζε από την αρχή με ένα συνεχόμενο highlight. Η Γιαννάτου μας έμπασε στον ιδιαίτερό της κόσμο με τους φωνητικούς πειραματισμούς και τις ερμηνευτικές ακροβασίες με το “Sumiglia” από την Κορσική και με το “Oh Mon Die” από τη Γουαδελούπη, αλλά νομίζω ότι συγκίνησε περισσότερο στη “Μπαλάντα Του Ουρί”. Όπως ακριβώς συγκίνησε και η Έλλη Πασπαλά στο “All Alone Am I”, τη διεθνή δηλαδή εκδοχή του “Μη Το Ρωτάς Τον Ουρανό”. Επίσης μάγεψε, εκτός από τις ερμηνευτικές και με τις χορευτικές της ικανότητες, στο γαλλικό “
Όσο όμως και αν υποκλίνομαι στις δύο σπουδαίες αυτές ερμηνεύτριες, δεν μπορώ να αποφύγω την ξεχωριστή αναφορά στη μεγάλη Μαρία Φαραντούρη. Το πάθος, η δύναμη, η ζεστασιά και το μεγαλείο αποτελούν στοιχεία τα οποία χαρακτηρίζουν με μοναδικό τρόπο την ερμηνεία της – εκτός φυσικά από την εξαιρετική τεχνική και την πανέμορφη χροιά – κάνοντας συγκλονιστική κάθε νότα όταν τραγουδάει. Γι’ αυτό και στιγμές όπως οι “Δρόμοι Παλιοί” του Θεοδωράκη, το “Να Με Προσέχεις” του Νίκου Πορτκάλογλου και το “Blue Monk” του Thelonious Monk, που τραγούδησε μόνη, προκάλεσαν ρίγη συγκίνησης και ενθουσιασμού. Το ιδιόμορφο επίσης βραζιλιάνικο μοιρολόι για τη θάλασσα, που έδεσε τόσο αρμονικά με το sample από το “Χάρτινο Το Φεγγαράκι” (με τη φωνή της Πασπαλά), φόρτισε ακόμα περισσότερο την ατμόσφαιρα. Μια ατμόσφαιρα η οποία κορυφώθηκε όταν ακούσαμε και τις τρεις στο spiritual “Freedom”, στο βραζιλιάνικο “Acqua Di Bebe” και στο “Πρακτορείο” του Ξαρχάκου, σε συνδυασμό με το “Καίγομαι”.
Ένα τόσο όμως απαιτητικό ταξίδι δεν θα γινόταν ή έστω δεν θα αποδεικνυόταν τέτοιας ποιότητας χωρίς την αριστοτεχνική ενορχήστρωση, το πιάνο και το ακορντεόν του Τάκη Φαραζή ή δίχως τους αξιόλογους μουσικούς που συνόδευσαν τον τελευταίο: David Lynch στα πνευστά και τα κρουστά, Θωμάς Κωνσταντίνου στα νυκτά έγχορδα, Γιώργος Καλούδης στο τσέλο, την κρητική λύρα και τα κρουστά, Διονύσης Βερβιτσιώτης στο βιολί, Πέτρος Βαρθακούρης στο μπάσο και Γιάννης Αγγελόπουλος στα ντραμς. Η μόνη «έλλειψη» ενός τέτοιου ταξιδιού, εφόσν έχει την αξίωση να θεωρείται γύρος του κόσμου, συνίσταται στην απουσία κάποιων σημαντικών μουσικών παραδόσεων μεγάλων περιοχών του πλανήτη – όπως λ.χ. η αφρικάνικη και η κέλτικη μουσική. Μικρές όμως λεπτομέρειες, οι οποίες δεν μειώνουν τη δυσκολία του όλου εγχειρήματος ούτε αλλοιώνουν την σπουδαιότητα του τελικού αποτελέσματος. Τελευταία εικόνα, στο encore, οι τρεις σειρήνες μαζί, να μας μαγεύουν με την “Αχάριστη” του Βασίλη Τσιτσάνη...