Ο όρος «ιδιαίτερος καλλιτέχνης», «ιδιαίτερος τραγουδοποιός» και τα λοιπά συναφή, έχει φορεθεί πολύ – ειδικά στις μέρες μας όπου το προσωπικό γούστο του καθενός, όσο ανεπαρκές ή περιορισμένο και αν είναι ορισμένες φορές, χαίρει αποθέωσης στον βωμό του μεταμοντερνισμού. Πώς είναι όμως να βλέπεις για πρώτη φορά live (όπως εγώ) τη σπάνια, με αληθινούς όρους, περίπτωση ενός όντως ιδιαίτερου καλλιτέχνη;
Το Κηποθέατρο Παπάγου είναι ένας από τους πιο ειδυλλιακούς χώρους στην Αθήνα για να παρακολουθήσει κανείς μια ζωντανή συναυλία. Μέσα σε έναν ανθισμένο κήπο στα βόρεια προάστια βρίσκεται ένα θέατρο που μοιάζει να είναι βγαλμένο μέσα από κάποιο ηθογραφικό μυθιστόρημα του Κώστα Θεοτοκά. Και, φυσικά, η μικρή καντίνα με τις γρανίτες και τις πορτοκαλάδες στα μικρά γυάλινα μπουκαλάκια συμβάλει τα μέγιστα στην ενδυνάμωση του παραπάνω κλίματος, μεταφέροντας σε, σε μια άλλη Αθήνα – πολλών δεκαετιών πριν.
Ο Φοίβος Δεληβοριάς βγήκε στη σκηνή στις 21:00 ακριβώς, φορώντας λευκό κοντομάνικο πουκάμισο και γκρι παντελόνι με τιράντες για να μας καλωσορίσει με δύο από τα ωραιότερα και πιο αυτοσαρκαστικά – αλλά και συναισθηματικά – τραγούδια του, το “Η Κική Κάθε Βράδυ” και το “Xάλια”. Το πιο θαυμαστό πράγμα στην περίπτωση του Δεληβοριά δεν είναι το γεγονός ότι έχει το χάρισμα να ερμηνεύει με έναν πολύ δικό του τρόπο τα τραγούδια του – αυτό είναι άλλωστε κοινό γνώρισμα των περισσοτέρων τραγουδοποιών. Είναι περισσότερο το γεγονός ότι η κάθε του κίνηση πλημμυρίζει από μία ανεπιτήδευτη και πέρα για πέρα εύστοχη θεατρικότητα, σαν να προσπαθεί να σου δώσει να καταλάβεις κάτι που δεν χωράει στα λόγια. Και υπάρχει μια ειλικρίνεια πίσω απ’ όλο αυτό, ώστε είναι δύσκολο να πάψεις να τον παρακολουθείς έτσι όπως κινείται, χωρίς σταματημό και κάπως νευρικά, πάνω στη σκηνή. Από τα πρώτα λεπτά της συναυλίας, ο Δεληβοριάς, σαν καλός οικοδεσπότης της βραδιάς, έσπευσε να μας συστήσει τους μουσικούς του (Σταμάτης Σταματάκης στο μπάσο, Κώστας Βαζούρας στα πνευστά, Μάνος Αθανασάκης στο πιάνο και Θάνος Χατζηαναγνώστου στα drums), εξηγώντας τη σημασία που είχε γι’ αυτόν η συνεργασία μαζί τους ολόκληρο τον χειμώνα στο Γυάλινο Μουσικό Θέατρο. Σύντομα δε κάλεσε στη σκηνή τη νέα τραγουδίστρια Ρένα Μόρφη, η οποία τραγούδησε με έναν δικό της, πολύ παιχνιδιάρικο τρόπο, το εξαιρετικό κομμάτι της Rosemary Clooney “Come On A My House” καθώς και το “Βroken Bicycles” του Tom Waits. Από τις καλύτερες και πιο διασκεδαστικές στιγμές της βραδιάς ήτανε επίσης η από κοινού τους εκτέλεση στο “Sex Bomb” του Tom Jones, με τον Δεληβοριά να προσπαθεί να μεταφράσει στα ελληνικά τους στίχους του τραγουδιού, αστειευόμενος με το περιεχόμενο τους. Αναφερόμενος στον επετειακό χαρακτήρα της φετινής χρονιάς, καθώς φέτος συμπληρώνονται 20 χρόνια από την εμφάνιση του στη δισκογραφία, ο Φοίβος Δεληβοριάς έκανε την «παραχώρηση» να τραγουδήσει ζωντανά, για πρώτη φορά, ένα από τα τραγούδια του πρώτου του δίσκου, με τίτλο “Με Φλάουτα Και Κιθάρες”. Ένα τραγούδι το οποίο, όπως μας είπε ο ίδιος, έγραψε σε ηλικία μόλις 13 ετών – αν και η ωριμότητα του συγκεκριμένου τραγουδιού δεν μαρτυράει καθόλου κάτι τέτοιο. Μάλλον λοιπόν πρέπει να διορθώσω μια από τις παραπάνω παρατηρήσεις μου: το πιο θαυμαστό με τον Δεληβοριά δεν είναι ούτε η ερμηνεία του, ούτε η θεατρικότητα της παρουσίας του. Είναι, κατά πάσα πιθανότητα, οι μαγικές ισορροπίες που καταφέρνει να κρατήσει μεταξύ της βαθειάς ευαισθησίας και συνειδητοποίησής του από τη μια, και μιας ματιάς πιο παιδικής, πολύ πιο ανάλαφρης και χιουμοριστικής από την άλλη. Η τελευταία γίνεται αντιληπτή, πρώτον, μέσα από τα τραγούδια του και έπειτα μέσα από τις ιστορίες τις οποίες μοιράστηκε μαζί μας κατά τη διάρκεια της συναυλίας. Και τελικά νομίζω ότι αυτό είναι ολόκληρο το κόλπο της ιδιαιτερότητας και της γοητείας του: το να «μιλάει» σοβαρά, χωρίς σοβαροφάνεια. Το να τον βλέπεις live στη σκηνή και αυτό να αρκεί ώστε να πιστέψεις όλα όσα άκουγες τόσα χρόνια μέσα στους δίσκους του. Η συναυλία έκλεισε με μια α-καπέλα εκτέλεση του “O.K.”. Επειδή όλα ήτανε okay την Τετάρτη το βράδυ στο Κηποθέατρο. Αλήθεια…