Όταν έφτασα στο ατελιέ του Σπύρου Βασιλείου, νόμιζα ότι δε θα συναντούσα αυτό που ακριβώς εννοούσε η ονομασία του χώρου, καθώς πολλές φορές έχουμε δει στο παρελθόν χώρους που να κρατούν τυπικά το όνομα της προηγούμενης χρήσης και να έχουν μεταβληθεί σε κάτι εντελώς το διαφορετικό. Ήταν εντυπωσιακό, κατά πρώτον, να βλέπεις τους μουσικούς να παίζουν ανάμεσα σε αυθεντικούς πίνακες ζωγραφικής του ομώνυμου ζωγράφου, κάτι που ποτέ στο παρελθόν δεν είχα δει. Κατά δεύτερον, όταν είδα ότι ο τίτλος της συναυλίας της Βαρουδάκη ήταν τα «Σπιτικά Γλυκά», δεν φανταζόμουν ότι η ίδια η τραγουδοποιός θα πρόσφερε στην πραγματικότητα τα δικά της γλυκά στους θεατές, τόσο πριν ξεκινήσει η παράσταση όσο και στο διάλειμμα.
Πέρα όμως από τα παραπάνω, που μάλλον υπήρξαν τα ορεκτικά της βραδιάς, το κύριο πιάτο περιείχε πολλή και ενδιαφέρουσα μουσική. Χωρίς ίχνος από ηλεκτρονικό ήχο και με τη συνοδεία φυσικών και μόνο οργάνων, τα παλιά κομμάτια της Βαρουδάκη, γνωστά από το χώρο της στο myspace, αναδομήθηκαν ευρισκόμενα πιο κοντά στις μουσικές τους ρίζες, ενώ τα καινούρια υπήρξαν μια επιπλέον ευχάριστη έκπληξη. Πιο συγκεκριμένα ξεχώρισα το “Σύννεφο”, ένα σύγχρονο πεντατονικό κομμάτι με αναφορές τόσο στο δικό μας δημοτικό ορεινό τραγούδι όσο, όμως - ακόμα και αν αυτό δεν ήταν στις προθέσεις των μουσικών - σε αντίστοιχα άσματα της Αφρικής, το “Φως Θαμπό”, που δεν ξέρω τι έχει να ζηλέψει από έντεχνες μπαλάντες που κυκλοφορούν και συγκινούν με το καίριο των στίχων και της μελωδίας, το “Και Μετά;”, το οποίο θα ονόμαζα ένα εναλλακτικό τραγούδι για παιδιά όλων των ηλικιών, το “Για Το Δρόμο”, ένα αρκετά πιασάρικο, νεορεμπέτικο ζεϊμπέκικο, ή τα “Βράδια”, που αποδόθηκε ως συρτάκι jazz. Ακόμα, την καταπληκτική - και απαιτητική - ροκιά “Μείνε Μαζί Μου”, το παραπονιάρικο “Φωνάζω”, το latin “Σπιτικά Γλυκά” και το «χιτάκι» “Γιατί Να Ζεις Στη Σκιά;”. Ας μιλήσουμε όμως και για τον στίχο της Βαρουδάκη. Ένας στίχος ό,τι πρέπει για να σκιαγραφήσει τα προβλήματα, τις συγκρούσεις, τις καλές και ακραίες στιγμές του έγγαμου βίου και της δέσμευσης. Αυτό δεν είναι στίχος αλλά έμμετρο ψυχογράφημα: «στο καμβά του καυγά/να γίνουν διάφανα όλα πια». Η Δέσπω Βαρουδάκη, στιχουργικά, θυμίζει κάποια εσώτερα συναισθήματα του Βαγγέλη Γερμανού, κάποιες στιγμές της Μαριανίνας Κριεζή, την ίδια ώρα που έχει ένα εντελώς προσωπικό ύφος και μια ικανότητα στο γράψιμο την οποία δεν την περιμένεις από μία μουσικό. Κάποιες ενστάσεις τώρα. Θα ήθελα κάποιο κρουστό όργανο και μια πιο έντονη ρυθμική συνοδεία στις κιθάρες, καθώς, αν και λατρεύω τον ακουστικό ήχο, εντούτοις υπήρχαν στιγμές που θαρρείς ότι «άδειαζε» λίγο ο χώρος. Επίσης η φωνητική αποκάλυψη του Αλέξανδρου Καψοκαβάδη ήταν τόσο επιτυχημένη, ώστε δεν θα ήταν άσχημα να μπουν στο παιχνίδι των τραγουδιών και άλλες φωνές. Αυτά για την ώρα, αυτά για τα «Σπιτικά Γλυκά». Δέσπω Βαρουδάκη (κιθάρα, φωνή) Αλέξανδρος Καψοκαβάδης (κιθάρα, λάφτα, φωνή) Βασίλης Σαλτίκης (σαξόφωνο) Φώτης Μυλωνάς (ηλεκτρικό μπάσο)