Αναστασία Μητρογώγου

φωτογραφίες: Μιχάλης Σαϊτάκης

Ο Nils Frahm γεννήθηκε το 1982 και μεγάλωσε στο Αμβούργο, σε μια εποχή που κυριαρχούσαν το χιπ χοπ, το πανκ και η trance. Με παρότρυνση του φωτογράφου πατέρα του Klaus Frahm (συνεργάτη της δισκογραφικής εταιρείας ECM) έμαθε κλασικό πιάνο με τον Nahum Brodsky –μαθητή του τελευταίου προστατευόμενου του Πιότρ Ίλιτς Τσαϊκόφσκι– ενώ παράλληλα συνέχιζε τις ηλεκτρονικές αναζητήσεις του. Η συνεχής περιέργειά του για τα διάφορα μουσικά είδη και η έντονη διάθεσή του για πειραματισμό τον έφεραν στο Βερολίνο, όπου δημιούργησε το στούντιο Durton στο σαλόνι του σπιτιού του.

Από το ντεμπούτο του Wintermusik (2009) στην Erased Tapes, μέχρι την εξαιρετική μίξη ζωντανών πειραματισμών στο Spaces (2013) και την εκπλήρωση όλων των καλλιτεχνικών του επιθυμιών με το All Melody (2018) και τo πρόσφατo All Encores (2019), ο ακροατής αισθάνεται την εξέλιξη του Γερμανού συνθέτη/παραγωγού. Σε αυτήν την αλλαγή συνέβαλλαν και οι συνεργασίες με μουσικούς όπως ο Peter Broderick, η Anne Müller, ο Ólafur Arnalds και ο Woodkid. Το 2015, ο Nils Frahm έγραψε για πρώτη φορά μουσική για ταινία –για τη Victoria του Sebastian Schipper– αποσπώντας μια πρόταση για καλύτερο σάουντρακ στα Γερμανικά Κινηματογραφικά Βραβεία, ενώ παράλληλα δημιούργησε με μια ομάδα φίλων την Παγκόσμια Ημέρα Πιάνου (Piano Day), η οποία γιορτάζεται την 88η μέρα του χρόνου λόγω του αριθμού των πλήκτρων του οργάνου.

Για τον Nils Frahm, «το πιάνο είναι ένας χαρακτήρας που έχει ψυχή». Γι' αυτό και η ακουστική παλέτα που χρησιμοποιεί είναι ένας συνδυασμός ήχων κλασικού πιάνου, ambient τοπίων και ηλεκτρονικών στοιχείων. Επίσης, σε μια εποχή τεχνολογικής ανάπτυξης, ταχύτητας και τεχνητής νοημοσύνης, απαντάει με τη διαγραφή όλων των κοινωνικών του μέσων δικτύωσης: «Η τέχνη μιλάει από μόνη της. Ελπίζω ότι η απουσία μου σε αυτόν τον χώρο θα αυξήσει την παρουσία μου στον κόσμο εκεί έξω, όπου θα με βρίσκετε πάντα». Εκεί ακριβώς τον συναντήσαμε κι εμείς, λοιπόν, με αφορμή τη συνέντευξη που ακολουθεί...

Ποια ήταν η μουσική σου παιδεία και γιατί ασχολήθηκες με τη σύνθεση;

Έκανα καλά μαθήματα πιάνου και έμαθα κλασική μουσική, όχι όμως σε κλασικό σχολείο, γιατί μού ήταν πιο εύκολο να μάθω να παίζω πιάνο. Έπαιζα κυρίως σονάτες και σπουδές. Ακόμη και για τους ανθρώπους της κλασικής μουσικής σε παλιότερες εποχές, τα βασικά τους κομμάτια στόχευαν στο να εξασκούνται στα όργανα. Ήταν πολύ φυσιολογικό συνθέτες όπως ο Μπαχ, ο Μπετόβεν ή ο Μότσαρτ να θέλουν να βοηθήσουν τις επόμενες γενιές να παίξουν ένα όργανο, γράφοντας ευχάριστες σπουδές. Το όργανο γινόταν πιο προσβάσιμο, μακριά από μεγάλες συμφωνίες ή σονάτες, τις οποίες ήταν σχεδόν αδύνατον να παίξει όποιος ξεκινούσε για πρώτη φορά.

Προσωπικά, δεν προσπαθώ να γράψω τεράστιες σονάτες ή συμφωνίες· προτιμώ να γράφω καλές σπουδές. Παρ'όλ'αυτά, οι σπουδές είναι εξίσου δύσκολο να γραφτούν, όπως οι καλές σονάτες. Δεν είναι ευκολότερες μόνο και μόνο επειδή είναι πιο απλές. Είναι πραγματικά δύσκολο να γράψεις εύκολη μουσική και νομίζω ότι αυτό που θέλω να κάνω είναι να εμπνεύσω τους ανθρώπους να πιάσουν ένα οποιοδήποτε όργανο και να αρχίζουν να παίζουν.

Πού τελειώνει η σύνθεση και πού αρχίζει ο αυτοσχεδιασμός;

Είναι δύσκολο να απαντήσω, γιατί η σύνθεση έρχεται από τον αυτοσχεδιασμό και ο αυτοσχεδιασμός γίνεται κομμάτι της σύνθεσης. Όταν δίνεις άδεια στον εαυτό σου να αυτοσχεδιάσει, τότε μπορείς σχεδόν να αποκαλέσεις τον εαυτό σου συνθέτη· όμως είναι και κάτι άλλο, έχει ένα όριο νομίζω. Δεν ξέρω πού βρίσκεται ακριβώς, πάντως δεν το σκέφτομαι ποτέ. Η σύνθεση για μένα είναι σαν την αναπνοή.

Απαραίτητη ανάσα για σένα ήταν και η απόσυρση από το προσκήνιο το 2016, όταν μετά από 14 μήνες σκληρής προσωπικής δουλειάς, δημιούργησες ένα καινούργιο στούντιο (Saal 3) στο ιστορικό κτίριο του πρώην ραδιοφωνικού σταθμού της Ανατολικής Γερμανίας (Funkhaus). Πιστεύεις ότι έπαιξε καθοριστικό ρόλο στο ποιος είσαι σήμερα, σε προσωπικό και επαγγελματικό επίπεδο;

Σίγουρα ανέπτυξε κάτι προσωπικό, δεν ξέρω αν είναι καλό ή όχι. Επαγγελματικά όμως με βοήθησε πολύ, γιατί ήμουν και πάλι περικυκλωμένος από τη μουσική –και το να γράφω μουσική, είναι κομμάτι μιας προσωπικής διαδικασίας. Κάνοντας τη μουσική επάγγελμα, περνάω κάθε μέρα μου να τη σκέφτομαι, να γράφω· και η αλήθεια είναι ότι με «κατατρώει» σαν εμπειρία.

Ήταν λοιπόν σημαντικό για μένα να κάνω ένα διάλειμμα 2 χρόνων και να μάθω καινούργια πράγματα, γιατί όταν παίζεις τόσα σόου, το μόνο που κάνεις είναι να δείχνεις τις καλύτερες πλευρές σου. Τότε έκανα τα πάντα να δείχνουν εύκολα και άψογα. Όλοι καταλάβαιναν ότι οι συναυλίες μου ήταν σκληρές, όμως αυτό που φαινόταν εξωτερικά ήταν κυρίως το πόσο εύκολο και φυσιολογικό ήταν όλο αυτό. Εσωτερικά, όμως, δεν αισθανόμουν ότι μπορούσα να βρω νέους τρόπους, επειδή ήμουν πάντα υποχρεωμένος να κάνω τα πράγματα που ήξερα ότι λειτουργούσαν· δεν μπορούσα να ρισκάρω όσα είχα. Διέθετα επίγνωση ότι η αλλαγή είχε να κάνει με το στήσιμο των οργάνων, το στήσιμο του πιλοτηρίου μου επί της ουσίας. Έτσι, είπα να επιστρέψω στη σχολή αεροπορίας για λίγο, να μάθω μερικά καινούργια κόλπα και μετά να έρθω να σάς τα δείξω.

Και έτσι ο μικρός Nils, που ήθελε να γίνει πιλότος όταν ήταν παιδί, τώρα είναι κυβερνήτης αεροπλάνου με το δικό του μουσικό πιλοτήριο...

Ούτε καν αεροπλάνο, τώρα έχω διαστημόπλοιο! Είμαι πιλότος σε διαστημόπλοιο για την ακρίβεια! (γέλια)

Και ταξιδεύεις κάθε βράδυ μαζί με το κοινό σου...

Έχει ωραία ενέργεια όλο αυτό!

Νοιάζεσαι πολύ το κοινό σου, ενώ έχεις και ιδιαίτερη προσήλωση στην ποιότητα του ήχου που ακούει...

Το κάνω για την ίδια την ιδέα και επειδή θέλω να κάνω τα πράγματα με έναν πολύ συγκεκριμένο τρόπο. Όταν προσκαλώ κόσμο στο σπίτι μου, τούς μαγειρεύω, τούς κάνω και γλυκό. Όταν δεν προσκαλώ κανέναν, δεν θα κάνω γλυκό. Όταν προσκαλείς φίλους, πάντα έχεις παραπάνω κρασί από όσο θα πιουν, ώστε να είσαι σίγουρος ότι υπάρχει πάντα διαθέσιμο κρασί. Είναι κάποια συγκεκριμένα πράγματα που κάνω ως τελειομανής οικοδεσπότης. Όλη μου η ζωή είναι έτσι, όχι μόνο η μουσική μου. Είμαι της άποψης ότι μόνο το καλύτερο είναι αρκετά καλό. Με το που συνειδητοποιήσω λοιπόν ότι μπορούσα να κάνω κάτι καλύτερα, σηκώνομαι και το αλλάζω· επειδή ξέρω ότι θα είναι πάντα εκεί και ότι θα χρειαστεί να ζήσω με αυτό.

Στο νέο σου στούντιο δημιούργησες τον δίσκο All Melody (2018), λίγο πριν ξεκινήσεις μια παγκόσμια περιοδεία. Ήταν νομίζω μια νέα σελίδα στην καριέρα σου, που εξέλιξε τη μουσική σου, καθώς έσπασες τον κανόνα να δουλεύεις μόνος, προσκαλώντας συνάδελφους μουσικούς, αλλά και μία χορωδία. Γιατί επέλεξες κάτι τέτοιο;

Ποτέ δεν είμαι μόνος! Περιστοιχίζομαι από πνεύματα και όργανα που είναι σχεδόν σαν άνθρωποι. Προσφέρουν κάτι μοναδικό και δεν θα μπορούσα να φανταστώ τη ζωή μου μακριά τους. Κάποιοι άνθρωποι είναι η προέκταση των οργάνων, αλλά το πιο σημαντικό είναι ότι είδα σε αυτούς ένα άλλο όργανο που διέθετα –όπως όταν χρησιμοποιώ τα συνθεσάιζερ αν θέλω διαφορετικά ηχοχρώματα εκτός του πιάνου. Τα μουσικά όργανα μπορούν να κάνουν ή να μην κάνουν συγκεκριμένα πράγματα. Το πιάνο από μόνο του είναι πολύ περιορισμένο. Σκεφτόμουν λοιπόν ότι δεν μπορούσα να κάνω τα πάντα με ένα πιάνο με ουρά. Χρειαζόμουν φωνές, γιατί η ανθρώπινη φωνή είναι το πιο πολύπλευρο όργανο στον κόσμο που βγάζει τόσα συναισθήματα.

Γιατί επιλέγεις να είσαι μόνος επί σκηνής, χωρίς άλλους μουσικούς;

Είναι πάντα ευχάριστο να μοιράζεσαι τη σκηνή με άλλους μουσικούς, όμως ο λόγος για τον οποίον βγαίνω μόνος στις συναυλίες μου, είναι πολύ σημαντικός. Γιατί μόνο με αυτόν τον τρόπο μπορώ να δημιουργήσω αμεσότητα με εσάς, το κοινό μου. Είναι πολύ διαφορετικό από το να παρακολουθείς διαφορετικούς ανθρώπους επί σκηνής να συγκεντρώνονται ο ένας στον άλλον. Εγώ απλά συγκεντρώνομαι σε εσάς, εσείς σε εμένα. Είναι μια πολύ άμεση κατάσταση.

Ο Hossca Harrison, φιλόσοφος και δάσκαλος των καιρών μας, έχει γράψει ότι «η μουσική είναι η κίνηση της συνείδησης». Τι είναι μουσική για σένα;

Η μουσική κινεί τον αέρα, κινεί βασικά την πίεση στον αέρα, την πίεση γενικότερα· και είναι πολύ δύσκολο να πεις γιατί η μουσική κάνει αυτό που κάνει. Με απασχολεί πολύ αυτό το θέμα και πιστεύω ότι η μουσική ερεθίζει τη φαντασία μας, έτσι όπως η φαντασία μας ερεθίζεται από τα μάτια μας, τα συναισθήματα και τις αισθήσεις μας. Όλες οι αισθήσεις μας μπορούν για παράδειγμα να μάς κάνουν να κλάψουμε, επειδή θυμόμαστε ή φανταζόμαστε κάτι.

Πιστεύω ότι είναι σαν να χτίζουμε συνδέσεις μέσα στη συναισθηματική μας μνήμη, όπου η μουσική μάς οδηγεί σε μέρη που ξέρουμε, αλλά επίσης τοποθετεί και νέα μέρη στη φαντασία μας. Η μουσική έχει έναν εσωτερικό εαυτό, ο οποίος είναι ασύγκριτος με μια εικόνα ή με κάτι άλλο που βλέπουμε. Πιστεύω ότι η μουσική είναι απλά ένα μεγάλο μυστήριο...

{youtube}ScUP6MKmXpg{/youtube}

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured