Τα νέα σας κομμάτια είναι «παιδιά» της Dial-A-Song ιδέας, την οποία αποφασίσατε να αναγεννήσετε, αφού την είχατε εγκαταλείψει για μια εξαετία (ύστερα βέβαια από 23 χρόνια συνεχόμενης λειτουργίας). Σε αυτές τις μοντέρνες εποχές –όπου η πληροφορία ξεχειλίζει, το παράνομο κατέβασμα μουσικής είναι η κύρια τάση, η βιομηχανία λειτουργεί με εντελώς διαφορετικό τρόπο, ο κυνισμός κυριαρχεί– ποιος είναι ο λόγος ύπαρξης του Dial-A-Song;
Οι στόχοι με το Dial-A-Song ήταν πάντα προσωπικοί, όπως και οι εμπειρίες μας. Ξεκινήσαμε με μια τεσσάρα συσκευή ηχογράφησης και, ως θιασώτες του σπιτικού στούντιο, η ιδέα του Dial-A-Song έμοιαζε με ανοιχτή πρόσκληση για να κάνουμε πολύ πιο παράξενα κομμάτια, τα οποία θα γίνονταν ευπρόσδεκτα σε μία σκηνή «νυχτερινής οντισιόν». Αλλά, καθώς γράφαμε για το project κατά τη διάρκεια των ετών, μάθαμε πόσο πιο πειστικές μπορούσαν να είναι οι παραδοσιακές χρήσεις της μελωδίας, των στίχων και των μορφών μουσικής σύνθεσης. Συνειδητοποιήσαμε έτσι πως η πραγματική μας δύναμη ήταν η σύνθεση και όχι οι ιδέες παραγωγής.
Το Dial-A-Song, επίσης, έφτασε σε κοινό το οποίο ήταν περίεργο για τον κόσμο με έναν τρόπο που ευθυγραμμιζόταν άψογα με την προσέγγισή μας. Και μόνο η δημιουργία του αριθμού των κομματιών που απαιτεί ένα τέτοιο project, ήταν μία πολύ μεγάλη δημιουργική δοκιμασία –μα κι ένα σπουδαίο μάθημα για να μην είμαστε σοβαροφανείς απέναντι στη μουσική μας (γιατί αυτή είναι η φυσική μας ροπή). Έμοιαζε λοιπόν φυσικό να επιστρέψουμε στη Dial-A-Song ιδέα: είναι πραγματικά ένας τρόπος για να αναζωπυρώσουμε όλες αυτές τις ενδιαφέρουσες προκλήσεις.
Στην καριέρα σας έχετε κυκλοφορήσει 3 δίσκους για παιδιά, ενώ πολλές από τις κυκλοφορίες σας διέπονται από έναν παιδικό ρομαντισμό. Έχουμε ανάγκη να συμπεριφερόμαστε και να προσεγγίζουμε τη ζωή με έναν πιο ανέμελο και τρυφερό τρόπο, όπως τα παιδιά;
Τα «ενήλικα» άλμπουμ μας συχνά έχουν έντονη, απλή μελωδία, παράδοξους στίχους ή ασυνήθιστους χαρακτήρες. Συχνά γράφουμε από την οπτική γωνία ενός «αναξιόπιστου αφηγητή», που ακούγεται διανοούμενος, αλλά δεν διαφέρει πολύ από τις περιπτώσεις για τις οποίες έγραψαν π.χ. ο Alice Cooper ή o Randy Newman –ενός παράλογου δηλαδή προσώπου. Οπότε μπορεί τα άλμπουμ μας να φαίνονται πράγματι ανόητα ή παιδιάστικα σε άτομα προκατειλημμένα με τη μουσική που βασίζεται στον ρυθμό ή με τα φανερώς σεξουαλικά κομμάτια. Στην πραγματικότητα, όμως, υπάρχει σε αρκετά δίκαιο βαθμό το «ενήλικο» στοιχείο στους στίχους μας: αγάπη, ζήλια, απογοήτευση, προδοσία, οργή και πολύς θάνατος. Δεν κάνουμε πολλά από αυτά τα πράγματα στα παιδικά μας άλμπουμ!
Απολαύσατε μαζική επιτυχία με το 3o άλμπουμ σας Flood το 1990, ενώ έχετε κερδίσει και δύο Grammy για τα κομμάτια σας "Boss Of Me" (2002) και "Here Come The 123s" (2009). Τη μουσική σας, εντούτοις, δεν θα τη χαρακτήριζε κανείς συμβατική και εμπορική. Ποιο είναι λοιπόν το ξεχωριστό στοιχείο που καλύπτει τα γούστα πολλαπλών ειδών ακροατών;
Δεν ξέρω τι δημιουργεί την εμπορική επιτυχία. Οι διάφορες πάντως επιτυχίες που έχουμε απολαύσει μοιάζουν όλες αποτέλεσμα χρόνων περισσότερης δουλειάς, απ’ ότι φαίνεται στον εξωτερικό παρατηρητή. Η επιτυχία του Flood, ας πούμε, ήρθε περισσότερο ως αποκορύφωση χρόνων περιοδείας, ηχογραφήσεων και δημιουργίας low budget videos. Όταν είχαμε έτσι τον Saturn 5 πύραυλο μιας μεγάλης δισκογραφικής από πίσω μας, δεν ήρθε ως έκπληξη η επιτυχία –μάλιστα η Electra μας άφησε τότε με την εντύπωση πως το Flood θα έπρεπε να ήταν πολύ πιο επιτυχημένο...
Δουλεύουμε πολύ σταθερά και προσπαθούμε να βελτιωνόμαστε όπως προχωράμε. Πιθανώς βέβαια δεν σκεφτόμαστε όσο θα έπρεπε, αν κρίνουμε από το breakthrough που καταφέρνουν ορισμένες μας απόπειρες· αλλά το να επιχειρούμε να διατηρήσουμε αεικίνητη τη μουσική γραφή και τα τραγούδια ποικιλόμορφα, είναι μεγαλύτερη προτεραιότητα από το να καταλαβαίνουμε το τι είδους τραγούδια θα μας φέρουν μεγαλύτερο κοινό. Μερικές φορές φαίνεται πως ο κόσμος ενδιαφέρεται πιο πολύ για μας απ’ ότι άλλες, δεν γίνεται όμως να αφήσουμε κάτι τέτοιο να μας ορίζει.
Έχετε εκμεταλλευτεί το ίντερνετ με έναν ρηξικέλευθο τρόπο, ακόμα και στις εποχές όταν ο ιστός των κοινωνικών δικτύων βρισκόταν ακόμη σε εμβρυακό στάδιο. Πιστεύετε ότι έχουμε φτάσει σε ένα σημείο όπου η μάρκετινγκ καινοτομία καθορίζει το τι είναι σημαντικό και hip, και η αυθεντικότητα της μουσικής ποιότητας υποτιμάται;
Εκμεταλλευτήκαμε τις αναδυόμενες τεχνολογίες, αλλά όχι με κάποια στρατηγική προς τη μαζικότερη επιτυχία. Ήταν περισσότερο ένας τρόπος να εξερευνήσουμε κάτι διασκεδαστικό και νέο, που έδειχνε ταυτόχρονα εύκολα προσβάσιμο. Έχει ενδιαφέρον άλλωστε να βρίσκεσαι στην απαρχή κάτι καινούριου. Η μουσική κουλτούρα, τώρα, έχει αλλάξει τόσο πολύ τα τελευταία 30 χρόνια, ώστε δεν μπορώ καν να προσποιηθώ ότι ξέρω τι είναι έξυπνο και μοδάτο. Και μόνο ας πούμε αν άφηνες ένα κομμάτι σου να συμπεριληφθεί σε ένα κινηματογραφικό ή τηλεοπτικό soundtrack, ήταν μία ιδιαίτερα αμφίβολη ιδέα στα 1980s. Δεν ήταν μόνο μη cool: πολλοί πίστευαν πως ήταν ανήθικο και αντιδιαμετρικά αντίθετο στις αντι-καριερίστικες, χίπικες αξίες που όριζαν τη ροκ μουσική κουλτούρα. Αλλά τώρα αντιμετωπίζεται σαν ένας από τους καλύτερους τρόπους να ακουστεί η μουσική σου. Και κανείς δεν φαίνεται να θυμάται τι αφορούσαν εκείνες οι ανησυχίες.
Μέσα από την ιδέα του Dial-A-Song, τη δημιουργία του πρώτου διαδικτυακού καταστήματος που ανήκει στους ίδιους τους καλλιτέχνες και με την επιστροφή του Instant Fan Club σας, έχετε αποδείξει πως δίνετε μεγάλη αξία στη σύνδεση με το κοινό σας. Συνδέονται όμως ακόμη το ίδιο παθιασμένα οι άνθρωποι με τις αγαπημένες τους μπάντες, όπως συνήθιζαν; Μπορεί ακόμη ένας δίσκος να αλλάξει τη ζωή κάποιου ατόμου;
Δεν θα έλεγα πως αναζητάμε να αλλάξουμε τις ζωές των υπόλοιπων ανθρώπων, εκτός ίσως από τις δικές μας! Σκέφτομαι θα ήμασταν ικανοποιημένοι απλώς με το να σπινθηροβολούσαμε τις φαντασίες τους και να δίναμε στον κοσμάκη ένα αξιομνημόνευτο τραγούδι. Μας κολακεύει βέβαια το γεγονός πως υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι ακολουθούν ό,τι κάνουμε πολύ στενά, αλλά δεν είναι αυτός ο στόχος μας.
Στο “Good To Be Alive”, από τον νέο σας δίσκο, φτάνετε –μέσα από ένα γλυκόπικρο μουσικό μονοπάτι– στη συνειδητοποίηση πως ναι, τελικά είναι ωραίο να ζεις. Ποιες είναι οι ερωτήσεις που ρωτάτε τους εαυτούς σας για να αναγεννηθείτε πνευματικά;
Το τραγούδι βρίσκει καταφύγιο κάπου εκεί όπου το σωματικό συναντάει το φιλοσοφικό. Το “Good To Be Alive” γράφτηκε μετά από δύο διαφορετικές μα αρκετά σοβαρές περιόδους με άσχημες καταστάσεις υγείας για μένα. Είμαι κάπως ιδιωτικό πρόσωπο σε τέτοια θέματα, ήταν όμως η πρώτη φορά στη ζωή μου που η φυσική μου ικανότητα να δουλέψω άρχισε να αμφισβητείται πραγματικά από εξωτερικές δυνάμεις. Ήταν λοιπόν αληθινή ανακούφιση να φτάσω στην άλλη μεριά όλου αυτού και να βρω τον εαυτό μου ικανό να συνεχίσει. Είναι ωραίο να είσαι ζωντανός.
Το νέο σας άλμπουμ, όπως και πολλά από τα προηγούμενα σας, χαρακτηρίζεται από βαθιά συναισθηματική και θεατρική εξιστόρηση, ενώ παράλληλα πυροδοτεί και τη φαντασία του ακροατή. Έχει γίνει σήμερα η μουσική υπερβολικά απόμακρη και εγκεφαλική, αγνοώντας τη χειροπιαστή της λειτουργία ως συναισθηματικός πυροκροτητής;
Χμμμ... Πραγματικά προσπαθώ να σκεφτώ τον πιο ειλικρινή τρόπο για να απαντήσω στην ερώτηση… Δεν παρακολουθώ τη σύγχρονη σκηνή όσο θα μπορούσα: η περισσότερη μουσική που ακούω βουτάει βαθύτερα στη δημοφιλή μουσική διάφορων εποχών του 20ού αιώνα. Παρ' όλα αυτά ακούω αρκετά δραστήρια επίκαιρο ράδιο· δεν νιώθω όμως πως έχω τα προσόντα για να κριτικάρω τις υπάρχοντες τάσεις, με έναν γενικό τρόπο. Απλώς εύχομαι ο Kanye να πέρναγε περισσότερο χρόνο στο στούντιο, δουλεύοντας στα άλμπουμ του!
Μετά λοιπόν από 17 δίσκους, ποια είναι η θέση των They Might Be Giants στη σύγχρονη μουσική βιομηχανία και γιατί το Glean είναι ένας δίσκος που ο κόσμος θα πρέπει να προσέξει, μέσα στο χάος των ατελείωτων νέων κυκλοφοριών;
Η μουσική μας είναι καλύτερη από την υπόλοιπη. Είναι ένας ολόκληρος κόσμος που περιμένει για σένα!
{youtube}M-qLD2IDV-s{/youtube}