Παραγωγός από το Λος Άντζελες, ο Alfred Darlington ή Daedelus είναι από τα πλέον αναγνωρίσιμα ονόματα της Ninja Tune –αν και πλέον στην εξίσωση έχει μπει και το label του Flying Lotus, η Brainfeeder– και ηχογραφεί τακτικότατα από το 2001, δίχως να φοβάται τις αλλαγές (και τα όποια στραβοπατήματα). Στη νέα του μάλιστα δουλειά, The Light Brigade, αλλάζει αρκετά πλεύση, αφήνοντας το downtempo χάριν ενός ακουστικού δίσκου, βασισμένου σε μια πικρή, αλλά ενδιαφέρουσα ιστορία: αυτή μιας βρετανικής ταξιαρχίας ελαφρού ιππικού, η οποία πολέμησε στον πόλεμο της Κριμαίας (1853-56). Και πολέμησε ηρωικώς, μολονότι, κάτω από τις οδηγίες αδέξιων στρατιωτικών, υπέστη σημαντικές απώλειες δίχως το παραμικρό όφελος: «it is magnificent, but it is not war», όπως σκωπτικά θα το συνόψιζε αργότερα ένας Γάλλος στρατηγός (περισσότερα για αυτό το μνημείο πολεμικής γκάφας, μπορείτε να διαβάσετε εδώ). Βρήκαμε λοιπόν τον Daedelus και τον ρωτήσαμε πώς ανέκυψε το ενδιαφέρον του για τη συγκεκριμένη μάχη, καθώς και για λοιπά ζητήματα σχετικά με την όμορφη νέα του δουλειά…
Δεν είναι κάτι ξένο για εσένα να αλλάζεις ύφος και μουσικό στυλ, όμως με το Light Brigade δείχνεις να το τραβάς λιγάκι παραπάνω. Μήπως κάποιοι παλιοί σου φαν δεν θα μπορούν να ταυτιστούν με ένα τόσο διαφορετικό αποτέλεσμα; Το φοβήθηκες καθόλου αυτό;
Ευτυχώς έχω ξεπεράσει αρκετούς από τους φόβους μου, μέσα σε μια πορεία με 15 άλμπουμ και άλλες πόσες μικρότερες κυκλοφορίες. Έχω, γενικώς, εκπλαγεί πολλές φορές για τον βαθμό περιέργειας του ακροατηρίου. Και για το Light Brigade θέλω να πιστεύω πως, εφόσον κάποιος/α πάρει τον χρόνο του/της, θα αντιληφθεί αυτό που επιθυμεί να εκφράσει το άλμπουμ, όσο διαφορετικό κι αν είναι σε σχέση με τα προηγούμενα. Στην τελική, οι ακροατές θα το αντιμετωπίσουν όπως εκείνοι νομίζουν. Αυτό που ξέρω εγώ είναι ότι, κατά κάποιον τρόπο, αισθανόμουν «αναγκασμένος» να το ηχογραφήσω.
Ο δίσκος αναφέρεται σε έναν πόλεμο κι όμως η μουσική μπορεί σε στιγμές να χαρακτηριστεί ακόμα και χαλαρωτική. Βρίσκεις κάποια αντίφαση εδώ;
Χαλαρωτική;! Ίσα-ίσα που προσπάθησα να την κάνω να ακούγεται δυσοίωνη! Αλλά, ξέρεις, όταν στοχεύεις τα αστέρια –ακόμα κι όταν τελικά πετυχαίνεις το φεγγάρι– είναι κάτι όμορφο! Είχα πάντως εδώ και πολύ καιρό την επιθυμία να γράψω ένα άλμπουμ για την Κριμαία και για έναν πόλεμο με τόσους και τέτοιους θανάτους (περισσότεροι πέθαναν από αρρώστιες παρά από σφαίρες), με τόση αλόγιστη χρήση πυρός και δυνάμεων. Αλλά κυρίως ήθελα να γράψω για τις μικρές, μεμονωμένες ιστορίες των ανθρώπων που θυσιάστηκαν και για τους μύθους που περιστοιχίζουν εκείνα τα μέρη.
Ωστόσο, παραμένει ένα ερώτημα: γιατί από όλους τους πολέμους διάλεξες συγκεκριμένα αυτόν και γιατί ακόμα πιο συγκεκριμένα την τραγική ιστορία της Ελαφράς Ταξιαρχίας;
Μεγάλωσα αρκετά αποκομμένος από την Ιστορία και ειδικά από γεγονότα τα οποία συνέβησαν εκτός του χωροχρόνου της Αμερικής των τελευταίων 100 ετών. Αρκετά χρόνια πριν, ενώ βρισκόμουν σε περιοδεία στην Ουκρανία, συνειδητοποίησα ότι η ιστορία και τα γεγονότα του παρελθόντος ρίχνουν ακόμα μια βαριά σκιά σε εκείνα τα μέρη. Και καθώς μου δόθηκε η ευκαιρία να μάθω την ιστορία τους, μου φάνηκε πως εκείνη η διαμάχη κρατούσε ακόμη, 150+ χρόνια μετά! Δεν μπορούμε άλλωστε και τώρα –με τον ιδιότυπο πόλεμο που εξελίσσεται εκεί– να δούμε αυτές τις παλιές συγκρούσεις να αναβιώνουν και πάλι;
Πώς βλέπεις λοιπόν τώρα το Light Brigade, υπό το πρίσμα αυτών των πρόσφατων γεγονότων;
Είναι όπως ήταν... Ο πόλεμος δεν φαίνεται να απαντά σε όλα εκείνα τα αιωρούμενα ερωτήματα περί ταυτότητας. Κι όμως η σύγκρουση επιστρέφει και ίσως σε ένα διάστημα λίγων ετών να έχουμε μπροστά μας ακόμα περισσότερους θανάτους και μια χώρα τεμαχισμένη σε ακόμα πιο μικροσκοπικά κομμάτια. Υπό αυτό το πρίσμα, η αλήθεια είναι ότι ο δίσκος μου φαντάζει κάπως αδύναμος: δεν έχει το μέταλλο της τωρινής σύγκρουσης· μιλάει για έναν πόλεμο με κολλαριστούς γιακάδες και με καταρρέοντες ανθρώπους, που απλώς ακολουθούσαν εντολές…
Το άλμπουμ διαθέτει σφιχτή μουσική οικονομία –σφιχτή, αλλά απολύτως λειτουργική. Συμφωνείς με την άποψη ότι με μια τέτοια λογική (αντί να αναλώνεται κανείς σε θέματα και μοτίβα) μπορείς να δημιουργήσεις ένα περιβάλλον συναισθηματικά πιο δυνατό;
Κατ' αρχάς, σ’ ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια. Το δικό μου υπόβαθρο βρίσκεται στην ηλεκτρονική μουσική και βλέπω κάπως έτσι και το Light Brigade, παρ' όλο που δεν έχει τίποτα κοινό με το σύγχρονο EDM ή με τα διάφορα άλλα είδη τα οποία μπορούν να ακουστούν σ’ ένα κλαμπ. Πάντως, αυτή η οικονομία της κίνησης που επισήμανες –θεματικές μελωδίες αντί πλούσιων αρμονιών– όντως ισχύει. Αισθάνομαι ότι ο δίσκος είναι έτσι δομημένος, ώστε να δίνει την ευκαιρία σε όποιον τον ακούσει να τον αντιμετωπίσει ως ένα σύνολο 11 τραγουδιών· είναι ακριβώς όσο ουσιαστικός και γεμάτος χρειάζεται, ώστε αφενός να εκφράσει εκείνον τον αναστεναγμό που προκύπτει απ’ τη θεματολογία του και αφετέρου να μην αποθαρρύνει όσους έχουν την τάση να ακούν κάπως πιο βιαστικά.
Πώς αποδίδεις ζωντανά το Light Brigade; Πώς το εντάσσεις δηλαδή μέσα στην αρκετά διαφορετική αισθητική των προηγούμενων δουλειών σου;
Είμαι ενθουσιασμένος που παρουσιάζω μέρη του δίσκου ζωντανά, εισάγοντας τις συγκεκριμένες μελωδίες και τα φωνητικά σε ένα πλαίσιο αρκετά πιο μοντέρνο. Περισσότερο βέβαια φέρνω στη σκηνή τη γενικότερη λογική που διέπει τον δίσκο. Όταν άρχισα να εντάσσω κομμάτια του στο οπτικοακουστικό μου σόου (γεμάτο με τους καθρέπτες του και τα δυνατά του φώτα), αισθάνθηκα πως έπρεπε να το φέρω σε μια κατάσταση πιο «ανεβαστική», πιο up-tempo. Οπότε πειραματίστηκα και αυτοσχεδίασα. Περιμένω πάντως ενθουσιωδώς να κάνω συναυλίες μόνο με αυτά τα τραγούδια, σε μια απογυμνωμένη τους εκδοχή. Όχι όμως ακόμα. Ίσως κάποια μέρα, σε κάποια ειδική περίσταση…
Αν οι πληροφορίες που υπάρχουν στη Wikipedia ισχύουν, έχεις στις πλάτες σου μια τζαζ εκπαίδευση, ως κοντραμπασίστας. Τι σε έκανε να αλλάξεις πορεία και να επιλέξεις τα ηλεκτρονικά;
Υπάρχει τόση ελευθερία στην τζαζ μουσική! Ακούς τον Mingus να παίζει και το αισθάνεσαι σε κάθε πόρο του κορμιού σου! Η πρακτική όμως της τζαζ είναι ένα διαφορετικό ζήτημα· συνήθως γίνεται ήρεμη και γλυκερή, ακόμα και «easy listening». Δεν ήθελα ένα τέτοιο μέλλον, γι' αυτό διάλεξα την ελευθερία που μου προσφέρουν τα ηλεκτρονικά: τους ατελείωτους συνδυασμούς αληθινά δημιουργημένων ήχων. Υπάρχουν βέβαια συμβάσεις και κανόνες παντού, έχοντας όμως διαλέξει έναν τέτοιον δρόμο, νομίζω πως έχω απολαύσει περισσότερη ελευθερία απ’ ότι θα μου προσέφερε το κυνήγι φευγαλέων στιγμών, έξω από το πλαίσιο οποιασδήποτε σύνθεσης.
Τι είδους μουσική βρίσκεται λοιπόν συνήθως στα ακουστικά σου;
Τα πάντα! Αποζητώ αυτό που θεωρώ το καλό κομμάτι μέσα στη μουσική, αλλά νομίζω πως, αν ακούσεις σε βάθος, υπάρχουν πολλές μουσικές που σου δίνουν τέτοιες στιγμές. Είμαι λοιπόν σίγουρος για κάτι: τα ανοιχτά αυτιά κερδίζουν! Και το Λος Άντζελες είναι ένα καλό παράδειγμα τέτοιου περιβάλλοντος.
Μιας που ανέφερες το Λος Άντζελες: είσαι μέρος μιας αρκετά ζωντανής σκηνής εκεί (Flying Lotus, Gaslamp Killer, Nosaj Thing κ.ά.). Κατά πόσο σε βοηθάει αυτό δημιουργικά;
Είναι μια διαρκής επιρροή! Μοιράζεσαι ιδέες, ακούει ο ένας τον άλλον σε κλαμπ όπως το Low End Theory, καταλαβαίνεις προς τα πού πηγαίνει ο ήχος…
Έχεις αρκετές συναυλίες μπροστά σου, καμιά πιθανότητα να σε δούμε κι απ’ τα μέρη μας;
Το εύχομαι! Οι άνθρωποι στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη μου έχουν φερθεί πολύ γενναιόδωρα και θα ήθελα πολύ να επιστρέψω.
{youtube}eaheXqXQiLo{/youtube}