Τον βρήκα οριζοντιωμένο σε έναν από τους εξωτερικούς πάγκους-τραπέζια του 6 D.O.G.S., να έχει απλά αποκοιμηθεί λόγω εξάντλησης: η μέρα του είχε ξεκινήσει με ένα ταξίδι-αστραπή στη χώρα μας, στο οποίο έπρεπε να διευθετήσει χίλια-δυο πράγματα προτού επιστρέψει στη Σερβία και στις εκεί υποχρεώσεις του. Μετά από 20 περίπου λεπτά, όμως, είχα απέναντί μου έναν ενεργητικό και ευδιάθετο άνθρωπο, πολύ κατασταλαγμένο στο τι κάνει και πώς το κάνει. Δεν μου έμεινε καμία αμφιβολία φεύγοντας για το γιατί ο Bojan Boscovic σχετίζεται με τη διοργάνωση ενός από τα πλέον επιτυχημένα φεστιβάλ της Ευρώπης. Το Exit Festival κλείνει 13 χρόνια και, όπως κάθε καλοκαίρι, αναμένεται να έχει και φέτος ισχυρή ελληνική παρουσία, μιας και δεν είναι λίγοι οι εγχώριοι μουσικόφιλοι που το προτιμούν λόγω κοντινής απόστασης και λιγότερων εξόδων. Χρόνος: 12-15 Ιουλίου, τόπος το οχυρό Petrovaradin στο Novi Sad της Σερβίας, πλάι στον όμορφο γαλάζιο Δούναβη...
Άλλη ερώτηση σκόπευα να σου κάνω πρώτη, αλλά έτσι όπως σε βρήκα δεν αντιστέκομαι στον πειρασμό: κοιμάσαι καθόλου στο τελικό στάδιο προς το Exit 2012;
(Γελάει) Ω, ναι, κάποιες φορές! Βασικά απολαμβάνω τον ύπνο μια εβδομάδα τον Αύγουστο κι άλλη μία τον Σεπτέμβριο. Ε, μετά, από Οκτώβρη ξαναπιάνουμε δουλειά σιγά-σιγά, τον χειμώνα θέλουμε να κάνουμε και snowboard, όταν καλοκαιριάζει μας αρέσει και το kiteboard –όλη η ομάδα του Exit αγαπάει ιδιαίτερα τον αθλητισμό.
Το Exit κλείνει 13 χρόνια ύπαρξης αυτόν τον Ιούλιο. Τι θα το κάνει ακόμα πιο σπέσιαλ φέτος;
Έχουμε υπολογίσει ότι το Exit προσελκύει περίπου 60 διαφορετικές εθνικότητες κάθε καλοκαίρι. Φέτος λοιπόν δουλεύουμε προς αυτήν την κατεύθυνση, δίνουμε δηλαδή μεγαλύτερη έμφαση στο να το καταστήσουμε γνωστό στο εξωτερικό και να το κάνουμε σημείο συνάντησης βορρά, νότου, δύσης και ανατολής. Γι’ αυτό και χαίρομαι ιδιαίτερα που βρίσκομαι στην Ελλάδα, καθώς είναι πολλοί οι Έλληνες που μας επισκέπτονται. Πάντως, μη νομίζεις ότι κοιτάμε απλά τους αριθμούς. Μας ενδιαφέρει όσοι έρχονται στο Exit να είναι φίλοι της μουσικής, να ψάχνουν το τι ακούν. Το Exit δεν είναι για όλους, δεν θέλησε ποτέ να είναι μεγάλο, αποσκοπεί στο να είναι «ξεχωριστό». Μιλάμε για ένα φεστιβάλ όπου επί 4 μέρες δεν κάνεις τίποτα άλλο από το ν’ ακούς μουσική. Ε, πρέπει λοιπόν να την αγαπάς τη μουσική για ν’ αντέξεις κάτι τέτοιο.
Γι’ αυτό ξεκινάτε όλες τις συναυλίες αργά τη νύχτα και αφήνετε το κοινό να δει την ανατολή του ήλιου; Είναι ας πούμε ένα κομμάτι της ιδιαίτερης ταυτότητας του Exit;
Ναι, είναι κομμάτι της ταυτότητάς μας. Οι πόρτες ανοίγουν στις 6 το απόγευμα, συνήθως ξεκινάμε μετά τις 7 και κλείνουμε στις 9 το επόμενο πρωί!
Αλλά και ο τόπος διεξαγωγής είναι ξεχωριστός...
Βέβαια! Το Petrovaradin είναι ένα φρούριο του 17ου αιώνα, χτισμένο από την αυτοκράτειρα Μαρία Θηρεσία της Αυστροουγγαρίας. Πρόκειται για ένα από τα πιο εντυπωσιακά θεάματα που μπορεί να δει ένας τουρίστας στη Σερβία κι έτσι αποτελεί ιδανικό τόπο διεξαγωγής για το φεστιβάλ. Η δομή του μας επιτρέπει μάλιστα να στήσουμε πολλές διαφορετικές σκηνές, χωρίς να μπερδεύεται η μία με την άλλη.
Ξεκινήσατε το Exit ως μια μορφή αντίδρασης κατά του καθεστώτος του Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς –είχατε μάλιστα ως μότο το «Exit out of 10 years of madness»...
Θέλαμε μια οδό διαφυγής έξω από όλα όσα μας καταπίεζαν σε εκείνα τα χρόνια, κάτι που περιλάμβανε και τη μουσική. Τα καθεστώτα που επικράτησαν ξέρεις μετά τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας ευνόησαν μια συγκεκριμένη σκηνή, δεμένη με τον εθνικισμό. Εμάς εξ αρχής δεν μας ενδιέφερε καμία τέτοια διασύνδεση, γι’ αυτό και είχαμε μια κροατική μπάντα ως headliner στο πρώτο Exit. Ίσα-ίσα, εκπροσωπούσαμε το αίτημα για μια άλλη Σερβία, μια Σερβία με διαφορετική πολιτική μα και με διαφορετική αισθητική, στην οποία θα είχαν φωνή και όλοι εκείνοι οι ανήσυχοι καλλιτέχνες που δεν ήταν τότε αρεστοί στην τηλεόραση και στο ραδιόφωνο.
Ναι, αλλά τι έκανε τόσους ανθρώπους στη Σερβία να υποστηρίξουν τον Μιλόσεβιτς για τόσο καιρό; Και τι άλλαξε τελικά τη γνώμη τους;
Αυτή είναι μια αληθινά περίπλοκη ερώτηση... Όταν η Γιουγκοσλαβία άρχισε να διαλύεται, υπήρξε μια τρομερή κρίση ταυτότητας. Τα έζησα και προσωπικά, καθώς τόσο ο ίδιος όσο και η οικογένειά μου προσδιοριζόμασταν ως Γιουγκοσλάβοι. Δεν μας ήταν έτσι καθόλου εύκολο να γίνουμε ξαφνικά «Σέρβοι», «Κροάτες» ή οτιδήποτε άλλο. Άνθρωποι σαν τον Μιλόσεβιτς βρήκαν πολύ εύκολο το πέρασμα από τον Κομμουνισμό στον υπερεθνικισμό και εκμεταλλεύτηκαν αυτή την κρίση ώστε να ανέλθουν στην εξουσία, ποντάροντας στην αναγέννηση των ξεχωριστών εθνικών ταυτοτήτων. Δεν είναι δύσκολο ξέρεις να εξαπατήσεις τον λαό σε μια χώρα μη συνηθισμένη στη δημοκρατία.
Επομένως, δεν ήταν καθόλου εύκολη υπόθεση να οργανώσετε ένα φεστιβάλ με αντικυβερνητικό χαρακτήρα. Πώς το στήσατε; Έπρεπε φαντάζομαι να καμουφλάρετε τις απόψεις σας...
Ήταν πολύ δύσκολο. Τότε ήμασταν άλλωστε απλά φοιτητές στο Πανεπιστήμιο του Novi Sad, αν και υπήρχε βέβαια ένα μεγάλο δίκτυο φίλων και σε άλλες πόλεις –στο Βελιγράδι κυρίως. Ήμασταν οι άνθρωποι που βλέπατε στα οδοφράγματα να συγκρουόμαστε με την αστυνομία του Μιλόσεβιτς στο δεύτερο μισό των 1990s, οι άνθρωποι που ξεπούλησε η Δύση κάθε φορά που θεωρούσε ότι ο Μιλόσεβιτς της ήταν χρήσιμος σε κάτι. Αρχικά οργανωθήκαμε σε ένα ανεξάρτητο φοιτητικό σχήμα, ανεξάρτητο δηλαδή από τις κομματικές νεολαίες, το οποίο μας υποχρέωσαν να διαλύσουμε. Μας απέβαλλαν τότε από το πανεπιστήμιο και κάποιοι μάλιστα από μας δάρθηκαν. Αρχίσαμε λοιπόν να σκεφτόμαστε τι θα μπορούσαμε να κάνουμε, ξέροντας ότι στο κατόπι μας βρισκόταν πάντα η αστυνομία και οι μυστικές υπηρεσίες. Περάσαμε έτσι την κάθε μας ενέργεια ως «πολιτιστική» και φροντίζαμε να καμουφλάρουμε κάθε μας βήμα: τους λέγαμε π.χ. ότι η λέξη «Exit» δεν είχε κανένα πολιτικό νόημα, σήμαινε απλά «βγαίνω έξω». Βέβαια, στις 100 μέρες που κράτησε το πρώτο φεστιβάλ στον χώρο του πανεπιστημίου πολλά πράγματα δεν μπορούσαν πια να κρατηθούν κρυφά. Είχε έρθει όμως πλέον πολύς κόσμος, οπότε η κυβέρνηση δεν ήθελε να αντιμετωπίσει επιθετικά κάτι τόσο λαοφιλές, ειδικά στη νεολαία. Προτίμησαν λοιπόν να μας αφήσουν να υπάρξουμε, με στόχο να μπορέσουν να μας ελέγξουν. Απλά στη συνέχεια κατέρρευσε το καθεστώς, με αποτέλεσμα να βρούμε κι εμείς την έξοδό μας από όλα αυτά...
Υπάρχει κάποιο καλοκαίρι που θα το διάλεγες ως το καλύτερο του Exit;
Όχι και να σου πω γιατί: είσαι πάντα τόσο απορροφημένος με το εκάστοτε Exit, ώστε δεν υπάρχει ο χρόνος με αυτή τη σημασία. Υπάρχει μόνο το παρόν. Ζεις δηλαδή τόσο έντονα το παρόν, ώστε κάθε φορά προκύπτει ένα μοναδικό αποτέλεσμα –δεν μπορείς να βάλεις κάποιο μέτρο σύγκρισης.
Πες μου δυο λόγια και για το State of Exit Foundation. Τι ακριβώς είναι;
Πλέον το State of Exit Foundation είναι ο οργανισμός πίσω από το Exit Festival. Κύριος στόχος του είναι λοιπόν η οργάνωση του εκάστοτε φεστιβάλ, γύρω της όμως απλώνονται πολλές ακόμα δραστηριότητες. Οι δραστηριότητες αυτές δεν είναι μουσικές. Μας απασχολούν π.χ. ερωτήματα όπως το πού θέλουμε να βρίσκονται τα Βαλκάνια στο κοντινό μέλλον, τι ανάγκες έχει η νεολαία μας, πώς θα μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε τα αρνητικά χαρακτηριστικά της κοινωνίας μας (νεποτισμό, ξενοφοβία, εθνικισμό); Θεωρούμε, ας πούμε, ότι ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα στη Σερβία είναι ότι οι επιφανέστεροι φοιτητές αναγκάζονται να φύγουν στο εξωτερικό για να μπορέσουν να κάνουν κάτι. Γι’ αυτό κι εμείς τους υποστηρίζουμε μεν οικονομικά ώστε να μπορέσουν να συνεχίσουν τις σπουδές τους κάπου αλλού, υποστηρίζουμε όμως και τον επαναπατρισμό τους, ώστε η ικανότητα και η εμπειρία τους να μπορέσει να επενδυθεί στη Σερβία.
Βρίσκω ενδιαφέρον ότι χρησιμοποιείς τον όρο «Βαλκάνια», τον οποίον όμως δεν βρήκα πουθενά στην ιστοσελίδα του Exit. Αντ’ αυτού, υπάρχει το «Νοτιοανατολική Ευρώπη». Γιατί;
Δεν προσπαθούμε να το σκάσουμε από τα Βαλκάνια καμουφλάροντάς τα ως κάτι άλλο, πιο ουδέτερο. Το δικό μου πρόβλημα με αυτή τη λέξη βρίσκεται στο νόημα που έχει αποκτήσει μουσικά: είναι δεμένο με τις πιο παραδοσιακές μουσικές και με τα folk φεστιβάλ, άρα δεμένο με ένα μέρος όπου πας να ακούσεις τρομπέτες, χορεύουν folk χορούς, πίνουν ρακές, τσακώνονται και τρώνε ψητό γουρουνόπουλο. Τη βρίσκω ως μια επιθετική κουλτούρα, τύπου «εδώ είναι Βαλκάνια, είμαστε οι καλύτεροι, θα σας δείξουμε εμείς», η οποία υπήρξε μάλιστα άρρηκτα συνδεδεμένη με τα όσα συνέβησαν εδώ κατά τη δεκαετία του 1990. Κι αυτό γιατί η folk μουσική, από τη φύση της, δεν προκαλεί ποτέ την καθιερωμένη τάξη πραγμάτων: θα συμπεριφερθεί πάντα στο πλαίσιο που θα τεθεί από μια συγκεκριμένη εποχή ή και από μια συγκεκριμένη κυβέρνηση. Στο Exit έχουμε μια εντελώς αντίθετη νοοτροπία: ρωτάμε αν είναι δυνατόν να φτιάξουμε κάτι με σύγχρονο προφίλ και αξία, που να μπορεί μεν να εδράζεται στη Σερβία μα να αφορά και ανθρώπους οι οποίοι ζουν κάπου αλλού. Γι’ αυτό και δεν μας αρέσει ο όρος Βαλκάνια.
Μια πιο προσωπική ερώτηση, για το τέλος: υπάρχει κάποιος ενεργός καλλιτέχνης ή και μπάντα που θα ήθελες να έχεις φέρει στο Exit μα δεν έχεις καταφέρει μέχρι τώρα;
Θα μπορούσα να σου πω πολλά τέτοια ονόματα στα πρώτα χρόνια του Exit, όταν ήταν πολύ δύσκολο να πείσεις κάποιον να έρθει στη Σερβία –Σερβία; σου απαντούσαν, δεν είναι αυτή η χώρα όπου σκοτώνεστε μεταξύ σας; Εδώ και χρόνια, όμως, κάτι τέτοιο δεν ισχύει και έχω ευτυχήσει να δω τους περισσότερους από τους (ενεργούς) καλλιτέχνες που αγαπώ. Τα προβλήματα είναι πια άλλου τύπου, πώς π.χ. θα μπορέσεις να ανταγωνιστείς τα μεγάλα φεστιβάλ της Δύσης με τα τεράστια μπάτζετ ή το γεγονός ότι τα τελευταία 3-4 χρόνια έχουμε γεμίσει από φεστιβάλ. Βέβαια, πάντα υπάρχει κάποιος που θέλεις να φέρεις και τον σκέφτεσαι για το Exit της επόμενης χρονιάς... Αλλά δεν θα με πείσεις να σου πω κανένα όνομα, γιατί μετά θα το πάρουν χαμπάρι στην Ασία και οι τιμές θα πάνε στα ύψη! (γελάει). Πέρα από την πλάκα, μου δόθηκε η ευκαιρία να γνωρίσω από κοντά τους περισσότερους από τους ήρωές μου. Είμαι ευγνώμων για αυτό.
{youtube}Pc5aqOxjZSc{/youtube}