Session κιθαρίστας-κλειδί στη μπλουζ σκηνή του Σικάγο από τα μέσα της δεκαετίας του 1950, ο Jody Williams βρήκε το θάρρος να παρατήσει την καριέρα του στα μέσα της επόμενης δεκαετίας για τα «μάτια» μιας δισκογραφικής αδικίας. Bluesman μέχρι το κόκαλο, εντωμεταξύ: το μαρτυρούν και οι υποδειγματικές πινελιές του στα κλασικά “Who Do You Love” (Bo Diddley), “Evil Is Going On” (Howlin’ Wolf), “I Ain’t Got You” (Billy Boy Arnold), “Billy’s Blues” (Billy Stewart) κ.α. Ζει και αναπνέει με τον μουσικό αέρα του Σικάγο, ίσως μιας άλλης εποχής, όμως τα λόγια του –ακόμη κι αν σε στιγμές «παρασύρονται» και ξεφεύγουν από την ορμή τους– πλημμυρίζουν από μπλουζ αίσθημα. Στα 76 χρόνια του ο Jody Williams δεν επιθυμεί άλλωστε να αποδείξει κάτι παραπάνω. Παίζει καθαρό μπλουζ και...όποιος τολμά, ας βρεθεί μαζί του πάνω στη σκηνή του Half Note (πρεμιέρα την ερχόμενη Τετάρτη 16 Νοεμβρίου, κοντά μας ως τις 20/11)…
Ας ξεκινήσουμε ισορροπώντας το χθες με το σήμερα. Από τις εξαιρετικές και συνάμα ιστορικές στιγμές της μεταπολεμικής μπλουζ σκηνής του Σικάγο φτάνουμε στα 2000, όπου μια ομάδα θιασωτών της μουσικής σας και των μπλουζ σάς βγάζουν κυριολεκτικά από τη «συνταξιοδότηση». Μέσα σε όλο αυτό το ταξίδι, τι παραμένει αναλλοίωτο μέσα σας ως καλλιτέχνης;
Η αλήθεια είναι ότι δεν είχα σκοπό να επιστρέψω στη μουσική. Η κιθάρα μου ήταν αφημένη κάτω από το κρεβάτι, είχα μόλις παραιτηθεί από την Xerox όπου δούλευα ως μηχανικός και, παρά τις όποιες προτροπές της γυναίκας μου για μια εκ νέου ενασχόληση με τη μουσική, εγώ δεν ένιωθα καλά. Ξέρεις, ουδέποτε το σκέφτηκα, ιδίως μετά την πικρή γεύση που μου είχε αφήσει στο στόμα. Έτσι, αποφάσισα να πάρω τα πράγματα χαλαρά, ακούγοντας παλιές ηχογραφήσεις με το σχήμα μου, γεγονός που μου άρεσε και το ευχαριστήθηκα πολύ. Πέρασαν πολλά, πολλά χρόνια από τότε που τις άκουσα τελευταία φορά –μην ξεχνάς ότι για 30 χρόνια δεν είχα αγγίξει την κιθάρα μου, πριν αποφασίσω να παίξω ξανά.
Θα θέλατε να μας δώσετε μια γεύση από την ατμόσφαιρα των δουλειών σας στην Chess; Θυμάστε κάποιες χαρακτηριστικές στιγμές;
Θυμάμαι πολλά πράγματα από την εποχή της Chess! Οι ηχογραφήσεις έγιναν με αρκετούς καλλιτέχνες και σίγουρα αφορούσαν και άλλα ονόματα, τα οποία δεν είναι καταγεγραμμένα. Ήμουν μέλος της Chess οικογένειας, συνεργάστηκα με διάφορους blues και doo-wop μουσικούς και όχι μόνο με τους Bo Diddley και Sonny Boy Williamson, όπως μπορεί να είναι γνωστό. Εκεί συνάντησα και τον Howlin’ Wolf όταν είχε πρωτοέρθει από τα νότια. Κάποιος «μικρός» της εταιρείας με σύστησε και του είπα ποιος ήμουν. Εκείνη την περίοδο αυτός δεν είχε μπάντα μιας και ήταν φρέσκος στο περιβάλλον κι εγώ ήμουν ελεύθερος, έχοντας ήδη παίξει με ποικίλα σχήματα. Με είχε ακούσει κάπου, του άρεσε η τεχνική μου και ένιωσε αμέσως ότι θα ταίριαζα με τη μουσική του. Την ίδια στιγμή χρειαζόταν κι έναν ντράμερ και του πρότεινα έτσι τον Earl Phillips, με τον οποίον είχαμε συνεργαστεί κατά καιρούς. Κατόπιν ο Wolf κάλεσε τον κιθαρίστα Hubert Sumlin και δημιουργήθηκε η μπλουζ τετράδα που ξέρετε.
Τι είναι εκείνο που κατακτήσατε μέσα από όλες αυτές τις προσωπικότητες με τις οποίες συνεργαστήκατε, εκείνους που αναφέρατε αλλά και π.χ. τον Otis Spann, τον Billy Boy Arnold, τον Floyd Dixon, τον Earl Hooker και τόσους άλλους;
Ένα από τα πράγματα που κέρδισα ήταν η εμπειρία. Όλοι αυτοί ξεχωριστά (και μαζί με άλλους) κατανόησαν ότι είχα τη δυνατότητα να κινούμαι σε διαφορετικά είδη μπλουζ. Όταν ξεκινήσαμε έτσι να ταξιδεύουμε στο εξωτερικό παίξαμε με τον Charles Brown, που έκανε τότε το comeback του. Κιθαρίστας του ήταν ο Johnny Moore, του οποίου τον ενισχυτή δανείστηκα μιας και ο δικός μου ήταν φθηνός. Έμαθα πολλά από το στιλ του παιξίματός του γιατί είχα ηχογραφήσει στο παρελθόν παρέα και με τον Floyd Dixon. Ο τελευταίος έπαιζε πιάνο και τραγουδούσε και είχε υιοθετήσει πολλά στοιχεία από τον Brown. Το παίξιμο του Moore ταίριαζε πολύ στον Brown και κατ’ επέκταση αποτελούσε κι ένα από τα στοιχεία για τα οποία του άρεσα. Μπορούσα να παίξω πολλά από όσα ζητούσε. Βλέπεις, όταν ηχογραφείς με κάποιον –ιδίως με έναν μουσικό σαν κι αυτόν και ορισμένους ακόμη– καλείσαι να ακολουθήσεις το στιλ που εκείνος ή εκείνοι επιθυμούν. Έτσι, από τη στιγμή που ο Floyd έπαιζε πιάνο και τραγουδούσε όπως ο Charles Brown, εγώ έπαιζα το στιλ του Johnny Moore στην κιθάρα, που άρμοζε απόλυτα σε ό,τι αναζητούσε.
Μετά από τόσα χρόνια, θα θέλατε να μοιραστείτε μαζί μας τους αληθινούς λόγους της απρόσμενης μουσικής σας απόσυρσης; Ήταν όντως τόσο έντονη η απογοήτευσή σας από την όλη κατάσταση στη μουσική βιομηχανία; Ή υπάρχουν και πιο βαθιά, προσωπικά αίτια;
Η απογοήτευσή μου δεν ήταν μικρή: έγραψα το “Love In Strange”, μία από τις μεγαλύτερες επιτυχίες στη χώρα, μα η μουσική μου εκλάπη... Όταν επέστρεψα από τη Γερμανία –όπου θήτευσα για ενάμιση χρόνο στον στρατό– πήγα στην εταιρεία μου για να της πω ότι δεν μπορούσε να πάει στα δικαστήρια κατά τη διάρκεια της απουσίας μου στο εξωτερικό. Βέβαια, η δίκη είχε ήδη ξεκινήσει και κατόπιν με ενημερώσανε ότι είχα χάσει την υπόθεση... Το θέμα είναι ότι, μετά από κάποιους μήνες, πληροφορήθηκα ότι η RCA-Victor και ο Leonard Chess έστησαν την όλη δίκη και μοιράστηκαν τα χρήματα… Ήταν το κομβικό σημείο για να βγω από τα καλλιτεχνικά πράγματα, πριν σκοτώσω κανένα. Δεν ήθελα με τίποτα να καταλήξω στη φυλακή για αυτό.
Τι είδους «συμβουλή» θα δίνατε λοιπόν σε όποιον καταπιάνεται σήμερα με τα μπλουζ;
Να προσπαθεί να είναι παραδοσιακός. Υπάρχει κάτι που έμαθα με το πέρασμα των χρόνων. Όταν ήμουν στην Xerox, έκανα δύο εξάμηνα κολεγίου και συνειδητοποίησα την πληθώρα των εξειδικευμένων ανθρώπων μέσα σε μια εποχή, την ανάγκη εκμάθησης τόσων πολλών τομέων. Υπάρχουν τόσες ειδικές εξειδικεύσεις ατόμων σε τόσα συγκεκριμένα πράγματα, ώστε στο μυαλό μου ήρθε το εξής: δεν υπάρχουν ειδικευμένοι μόνο σε δύο τομείς, στην ιατρική και στη μουσική. Για παράδειγμα, στον τομέα της ιατρικής, μαθαίνουν τόσο ειδικά πράγματα ενόψει της ίδιας της πολυπλοκότητας του σώματος ώστε καθείς αναλαμβάνει να γίνει δόκτορας σε ένα κομμάτι. Το ίδιο πράγμα συμβαίνει και στη μουσική: κάποιος δύναται να παίξει διαφορετικά πράγματα, όμως ουδείς μπορεί να παίξει τα πάντα… Ο Μπετόβεν, όπως και άλλοι καλλιτέχνες, ήταν καλοί και ιδιοφυείς σε αυτό που κάνανε, εγώ σίγουρα δεν θα μπορούσα να το κάνω, όμως για βάλε τους πάνω στη σκηνή με μένα και θα δούμε πώς θα ακουστούν…
Αναφορικά με τα μπλουζ, ποιες ήταν κατά τη γνώμη σας οι κύριοι λόγοι αλλαγής τους στο Σικάγο, στην εποχή που εσείς ξεκινήσατε στα 1950s;
Βασικά οι περισσότεροι από τους παλαιούς δασκάλους έχουν πεθάνει. Πριν από έναν μήνα περίπου έφυγε και ο Willie Big Eyes, ο ντράμερ του Muddy Waters. Πρόσφατα χάθηκαν και οι Mojo Buford (φυσαρμόνικα), Pinetop Perkins (πιάνο) και Honeyboy Edwards (κιθάρα-τραγούδι). Επίσης πολλοί της παλιοφρουράς αργοπεθαίνουν... Και τώρα έχεις το hip hop, gansta rappers και άλλα τέτοια που ακολουθούν διαφορετικές γραμμές και παιχνίδια αντί να συνεχίζουν τη μπλουζ παράδοση. Βέβαια, υπάρχουν και κάποιοι άξιοι συνεχιστές, όμως τα γυναικεία φωνητικά δεν είναι με τίποτα όπως παλιά. Στην εποχή μου, όταν ξεκινούσα με τον Bo Diddley, παίζαμε στα δρομάκια, όπου υπήρχαν πολλοί άνθρωποι. Εκείνη την περίοδο είχαμε δύο κιθάρες κι ένα τενεκεδένιο μπάσο (washtub bass) και βγαίναμε συνεχώς στα σοκάκια της παλιάς εβραϊκής συνοικίας στη Maxwell street (σ.σ.: γενέτειρα του λεγόμενου Chicago blues). Παράλληλα ήταν ανοιχτά πολλά clubs, όπου μερικοί πηγαίνανε για να φτιαχτούνε, πολλοί για να παίξουν μόνο για το ουίσκι και άλλοι –όπως εγώ– για να εξοικονομήσουν χρήματα. Όταν ο Bo Diddley κι εγώ φύγαμε από τον δρόμο, ξεκίνησα να αράζω σε διάφορα clubs ώστε να παίρνω δουλειές. Τότε ήταν που έκανα όλες αυτές τις πολύτιμες γνωριμίες. Σήμερα, δυστυχώς, δεν βρίσκει κανείς τέτοια μέρη... Το 708, το Silvios ή οι χώροι της νότιας και δυτικής μεριάς δεν υπάρχουν πια. Το μέρος όπου ο Jr. Wells συνήθιζε να παίζει στην Indiana έχει κλείσει. Σχεδόν τα πάντα έχουν εξαφανιστεί, έτσι πολλοί από τους παλιούς δεν έχουν δουλειά και, όπως προείπα, αργοπεθαίνουν.
Για ποιον λόγο πιστεύετε ότι τα μπλουζ ευδοκίμησαν περισσότερο στο Σικάγο απ’ οπουδήποτε αλλού;
Οι μουσικοί που σας ανέφερα, όπως και πολλοί άλλοι, προερχόντουσαν από μέρη σαν το Μισισίπι, τη Τζόρτζια ή το Άρκανσο και έφτασαν στο Σικάγο για να καλυτερέψουν τη ζωή τους. Σήμερα, όμως, αργοπεθαίνουν κι αυτό συμβαίνει εδώ και πολύ καιρό. Παλιότερα, πριν αφήσω την κιθάρα μου κάτω από το κρεβάτι, είχα τη δίψα να μάθω περισσότερα έγχορδα blues (stringer blues) και τελικά τα κατάφερα σε μεγάλο βαθμό. Όταν επέστρεψα λοιπόν στη μουσική συνέχισα να παίζω αυτά που ήξερα από παλιά, ασχολήθηκα και με άλλα στιλ, όμως πάνω απ’ όλα είχα το μπλουζ αίσθημα. Από την άλλη στις μέρες μας υπάρχουν μουσικοί που ξεχνούν ποιοι είναι και κοιτούν υποτιμητικά τα μπλουζ…
Μια συνηθισμένη, ίσως, ερώτηση για εσάς: ποια είναι η πιο σημαντική μπλουζ φιγούρα στην ιστορία της μουσικής και γιατί;
Ο Β.B. King. Γιατί αν πάρεις εκατό κιθαρίστες στη σειρά και τους ακούσεις να παίζουν, τότε θα έχεις στα χέρια σου 75 τουλάχιστον δείγματα μουσικών που προσπαθούν να παίξουν σαν τον Β.Β. Κing. Αυτό, βέβαια, αντικατοπτρίζει την τεράστια επιρροή που είχε στους κιθαρίστες και στη μουσική γενικότερα, κάτι που είναι ζωντανό και συνεχίζεται μέχρι και τις μέρες μας.
Και κάτι που μας αφορά ως θαυμαστές της μουσικής σας. Είναι η πρώτη φορά που επισκέπτεσθε τη χώρα μας. Θα υπάρξουν τίποτα απρόοπτα ή εκπλήξεις στις επερχόμενες εμφανίσεις σας στο Half Note;
Εκπλήξεις; Κάποια πράγματα οφείλουν να είναι αυθόρμητα. Οι Έλληνες θαυμαστές μου θα έχουν την ευκαιρία να ακούσουν υλικό από όλη τη δισκογραφία μου κι εμένα σε κάποιες ιστορίες για αυτά τα τραγούδια. Είναι κάπως δύσκολο να πω περισσότερα μην έχοντας έρθει ποτέ στη χώρα σας, ιδίως μπροστά σε ένα νέο κοινό. Ενίοτε μπορεί να κάνεις σχέδια, όμως κάποια πράγματα πρέπει να βγαίνουν παρορμητικά!
Τις ιδιαίτερες ευχαριστίες μας στην Αθηνά Κότσια, υπεύθυνη τύπου του Half Note, χωρίς τη βοήθεια της οποίας στην απομαγνητοφώνηση δεν θα μπορούσε να πραγματωθεί η παρούσα δημοσίευση