Κάλλια Κακαλέτρη

Μετά την εμφάνισή τους στην Αθήνα το 2009, οι δύο πολυσχιδείς περσόνες των Noblesse Oblige παίρνουν τη δισκογραφική τους τριλογία και ξανάρχονται από το Βερολίνο (την Παρασκευή 13 Μάη, στο Κ44) για να μεταγγίσουν και σε εμάς λίγη από τη μεταφυσική τρέλα που διακατέχει τον τελευταίο τους δίσκο, Malady...

Ποιος ήταν εκείνος ο συγκεκριμένος λόγος που έκανε τον Sebastian Lee Philipp και τη Valerie Renay να δημιουργήσουν τους Noblesse Oblige;

Sebastian Lee Philipp: Κατ' αρχάς, υπήρχε η ανάγκη να φτιάξουμε μουσική μαζί. Όταν είδα τη Βάλερι επί σκηνής σε έναν χορό μεταμφιέσεων σε ένα παλιό θέατρο στο Λονδίνο, αμέσως κατάλαβα ότι ήθελα να δουλέψω μαζί της. Μας σύστησε ένας φίλος και αμέσως υπήρξε επικοινωνία ανάμεσά μας. Πολύ σύντομα, αρχίσαμε να κάνουμε ζωντανές εμφανίσεις και να γράφουμε για τον πρώτο μας δίσκο. Το να δουλέψουμε μαζί προέκυψε πολύ εύκολα και φυσικά, επειδή μοιραζόμασταν ένα παρόμοιο γούστο προς μια πιο εκλεκτική μουσική, αλλά και ένα πάθος για τον κινηματογράφο. Μοιραζόμασταν επίσης μια πολύ έντονη τάση προς την αισθητική και το δράμα. Οι ικανότητες του ενός λειτουργούσαν έτσι συμπληρωματικά προς εκείνες του άλλου.

Valerie Renay: Το γεγονός ότι διατηρούμε μία στενή φιλία βοηθάει στην κατανόηση της δημιουργικής διαδικασίας του άλλου. Τα δυνατά μας σημεία βρίσκονται σε διαφορετικά πεδία, τα οποία ευτυχώς αλληλοσυμπληρώνονται. Αυτή η αλληλοσυμπλήρωση είναι ένα δυνατό σημείο από μόνη της. Εμπνέουμε, εκπλήσσουμε και διεγείρουμε ο ένας τον άλλον, φέρνοντας  συνέχεια στη μεταξύ μας σχέση στοιχεία από τον έξω κόσμο και ταυτόχρονα μοιραζόμαστε πολλά κοινά ενδιαφέροντα. Διαφωνούμε, γελάμε, μεθάμε και βλέπουμε πολλές ταινίες μαζί. Όλα αυτά μας βοηθούν να φτιάχνουμε και μουσική μαζί.

Η αγγλική μετάφραση του ονόματός σας έδωσε και τον τίτλο στον πρώτο σας δίσκο, Privilege Entails Responsibility (2006). Σήμερα, που δεν έχει πρακτική σημασία να μιλάμε για βασιλείς και τάξεις ευγενών, τι θα περιλαμβάνατε στον όρο «προνόμιο»; Τελικά το εκάστοτε «προνόμιο» συνεπάγεται τις αντίστοιχες ευθύνες;

Valerie: Ένα πράγμα που υπάρχει ακόμα λέγεται «ευγένεια της καρδιάς», μια αίσθηση σεβασμού. Μπορεί να ακούγεται παλιομοδίτικο, αλλά για μας είναι πολύ αναζωογονητικό. Το να αναλαμβάνεις δηλαδή την ευθύνη για αυτό που είσαι και για τις πράξεις σου. Δεδομένου ότι γνωρίζουμε τα προνόμιά μας, είμαστε πολύ τυχεροί που απολαμβάνουμε την ελευθερία μας και δεν υφίσταται καμία λογοκρισία η τέχνη την οποία παράγουμε. Έχουμε τη δυνατότητα να εκφραστούμε και να δημιουργήσουμε τη μουσική που επιλέγουμε εμείς. Αυτό είναι ένα σπουδαίο προνόμιο και το γνωρίζουμε, ειδικά αν σκεφτείς ότι σε άλλα μέρη του κόσμου οι καλλιτέχνες δεν έχουν την ίδια δυνατότητα.

Χρησιμοποιώντας δικά σας λόγια, το πιο πρόσφατο άλμπουμ σας Malady είναι το αποτέλεσμα μιας εξερεύνησης του αποκρυφισμού. Πώς αντανακλώνται τα αποτελέσματα μιας τέτοιας εξερεύνησης σε τραγούδια όπως για παράδειγμα το “The Great Electrifier”;

Sebastian: Όλα ξεκίνησαν στο Spill Festival του Robert Pacitti και το Tarot Deck Project στο Λονδίνο, αμέσως μετά την κυκλοφορία του In Exile. Από εκείνο το χρονικό σημείο και μετά, ο Aleister Crowley και η λογοτεχνία σχετικά με τη βουντού κουλτούρα έπαιξαν μεγάλο ρόλο στη σκέψη μας. Προσπαθήσαμε να εξερευνήσουμε πολλά πνευματικά και αποκρυφιστικά ζητήματα, ούτως ώστε να χτίσουμε το σκεπτικό για τον δίσκο μας. Για μένα η λέξη malady συμβολίζει μια νοητική θλίψη, το στοίχειωμα μιας παθιασμένης φύσης. Ο τίτλος ήταν επίσης εμπνευσμένος από την ταινία Tropical Malady του Apichatpong Weerasethakul, η οποία κατά τη γνώμη μου εκφράζει επακριβώς αυτήν την ονειρική δοκιμασία. Επιπλέον, η Βάλερι ανέσυρε πολλές αναμνήσεις από την παιδική της ηλικία στη Μαρτινίκα, όπου η βουντού θρησκεία είναι ακόμα πολύ έντονη. Έτσι, όλες αυτές οι επιρροές διαμόρφωσαν τη βάση για τη μουσική και τους στίχους του Malady. Όλα τα τραγούδια είναι εμπνευσμένα από ποιήματα, λαϊκά παραμύθια, νουβέλες και ταινίες αυτού του είδους.

Valerie: Πέρασα πράγματι μέρος της εφηβικής μου ζωής στη Μαρτινίκα (στη γαλλική Καραΐβική). Μάλιστα, η γειτόνισσά μου ήταν ιερέας βουντού! Μου έχει αφήσει πολύ έντονες αναμνήσεις το ξύπνημα μέσα στη νύχτα εξαιτίας του στοιχειωτικού της ψαλσίματος ή της έντονης μυρωδιάς θυμιάματος. Θυμάμαι να βλέπω ανθρώπους να μπαίνουν και να βγαίνουν από το σπίτι της κρύβοντας το πρόσωπό τους για να μην τους αναγνωρίσουν. Με είχαν επίσης προειδοποιήσει τότε να μην κυκλοφορώ ξυπόλυτη, γιατί υπήρχε η πιθανότητα δίπλα από το κρεβάτι μου να υπάρχουν σπασμένα γυαλιά αναμεμειγμένα με δηλητήριο και ότι θα μπορούσα να μην περπατήσω ξανά... Υπήρχαν επίσης πολλές ιστορίες οι οποίες εξηγούσαν πώς μπορούσε να μεταμορφωθεί κανείς σε ζόμπι... Όλες αυτές οι ιστορίες παραμένουν έντονες μέσα μου. Επέτρεψαν στο μυαλό μου να ανοιχτεί σε μια διαφορετική οπτική. Ανακάλυψα έναν κόσμο γεμάτο μαγεία και περίεργες πεποιθήσεις, που όλες είχαν κάποιες ρίζες στην καθημερινή ζωή.

Μια άλλη δηλωμένη επιρροή του τελευταίου σας δίσκου ήταν το έργο του κινηματογραφιστή Kenneth Anger. Ποιά στοιχεία του συγκεκριμένου πολύπλευρου καλλιτέχνη πιστεύετε ότι έχετε ενσωματώσει στη δουλειά σας;

Sebastian: Πέρα από τη φανταστική οπτική αισθητική του, αγαπώ τον τρόπο με τον οποίον χρησιμοποιεί το φιλμ ως μέσο για να απεικονίσει μια τελετουργία, αλλά και ο τρόπος που ενσωματώνει στο έργο του θέματα για το σεξ και τον θάνατο. Ως καλλιτέχνες, βρίσκουμε ανεξάντλητη έμπνευση σε τέτοια θέματα, γιατί ουσιαστικά συνοψίζουν όλους μας τους προβληματισμούς. Πνευματώδη αλλά και υλιστικά ζητήματα ταυτόχρονα, περιλαμβάνουν την ουσία της ανθρώπινης φύσης, το νόημα της ζωής.

Ποια είναι εκείνα τα συγκεκριμένα σημεία τα οποία μπορείτε να εντοπίσετε στην εξέλιξη του ήχου σας, συγκρίνοντας το ντεμπούτο σας με τον τελευταίο σας δίσκο;

Valerie: Ο χρόνος είναι η ανθρώπινη κλίμακα πάνω στην οποία λειτουργούμε. Τίποτα δεν είναι προδιαγεγραμμένο ή στάσιμο. Όλα αλλάζουν συνέχεια, τροποποιούνται και προοδεύουν. Ωριμάζουμε ως άνθρωποι, τελειοποιούμε τις ικανότητές μας, γινόμαστε διαφορετικά άτομα. Το να βρίσκεσαι σε διαρκή κίνηση είναι η ομορφιά της ζωής και αυτό τροφοδοτεί μεγάλος μέρος της δημιουργικής ενέργειας που χρειαζόμαστε ώστε να φτιάξουμε μουσική. Για κάθε δίσκο θέτουμε στους εαυτούς μας μια νέα δοκιμασία, μια διαφορετική προσέγγιση. Μ' αυτόν τον τρόπο η διαδικασία είναι πολύ πιο διεγερτική. Ο πρώτος μας δίσκος Privilege Entails Responsibility είχε να κάνει απλώς με άμεσες, δυνατές και πιασάρικες μελωδίες. Το In Exile προσδιορίστηκε από την αρχή της νέας μας ζωής στο Βερολίνο και αποτέλεσε μια συλλογή τραγουδιών γραμμένων στο καινούργιο μας στούντιο, όπου εξερευνούσαμε διαφορετικά είδη –μελωδικά και στρωμένα σαν ένα κολάζ αισθήσεων. Το Malady πάλι, είναι ένα ταξίδι με μια αίσθηση συνοχής από την αρχή μέχρι το τέλος. Με όρους παραγωγής, στραφήκαμε σε ακουστικές κιθάρες και χρησιμοποιήσαμε επίσης κάποια εξωτικά συστατικά όπως καζού και γιουκαλίλι με κρουστά, που ηχογραφούνται ζωντανά. Τα φωνητικά είναι πολύ εκτεθειμένα, ενώ τα ηλεκτρονικά στοιχεία έχουν αραιώσει. Είναι πιο εύκολο να απογυμνώσεις ψυχές με ένα πιο απλό στήσιμο... Το Malady αισθανόμαστε ότι μπορεί και να είναι το τέλος της τριλογίας μας.

Ακόμα και στην περίπτωση που σε κάποιον δεν αρέσει το μείγμα του τελικού ηχητικού σας αποτελέσματος, είναι αναντίρρητο ότι αναμειγνύετε ικανοποιητικά. Και μάλιστα στοιχεία προερχόμενα από κλασικά ηλεκτρονικά παραδείγματα, κάποια νεο-κυματικά ίχνη, ορισμένα παραδοσιακά από την πατρίδα της Βάλερι, ένα παλιομοδίτικο ευρωπαΐκό στίγμα και φυσικά γαλλικούς, αγγλικούς και γερμανικούς στίχους. Ποια ανάγκη σας ώθησε στο να πειραματιστείτε με τόσα διαφορετικά πεδία ήχου και γλώσσας;

Sebastian: Προσωπικά, πάντα μου άρεσε όταν καλλιτέχνες που αγαπώ με εξέπλητταν με κάποια νέα κυκλοφορία. Δεν με ενδιαφέρει να φτιάχνω το ίδιο τραγούδι ξανά και ξανά, παρόλο που θα ήταν η πιο εύκολη επιλογή. Μας αρέσουν τόσες διαφορετικές φόρμες μουσικής και επηρεαζόμαστε από όλες. Και, φυσικά, κάθε δίσκος αποτελεί μέρος της δημιουργικής μας εξέλιξης και της αναζήτησης μιας ταυτότητας. Κατά κάποιον τρόπο, κανένας από τους δυο μας δεν είναι μουσικός. Ακολουθούμε το ένστικτό μας σαν να μην μάθαμε ποτέ να παίζουμε κάποιο όργανο και ενδιαφερόμαστε περισσότερο να δημιουργούμε διαθέσεις και ατμόσφαιρα, παρά να εκτελούμε διεκπεραιωτικά τα τραγούδια –παρόλο που τελικά καταλήγει να ηχεί πολύ μουσικό το αποτέλεσμα. Βαριόμαστε τόσο γρήγορα, ώστε έχουμε ανάγκη να εξερευνούμε νέα εδάφη πολύ συχνά. Μου αρέσει να πιστεύω ότι κάθε δίσκος μας είναι ένα ταξίδι μέσα από όλες τις επιρροές μας. Ελπίζω ότι, όταν οι άνθρωποι ακούνε τα άλμπουμ μας, δεν ακούνε απλώς τραγούδια, αλλά παίρνουν μια γεύση της πραγματικής δημιουργικής διαδικασίας που ακολουθείται, καθώς και μια εικόνα για το πώς είμαστε κι οι ίδιοι σαν άνθρωποι. Το να φτιάχνεις έναν δίσκο μοιάζει με το να δημιουργείς έναν φανταστικό κόσμο, ενώ το να τον ακούς μετά είναι σαν ένα ταξίδι σε παράλληλο σύμπαν. Ειδικά ο τελευταίος μας δίσκος διαθέτει μια πολύ προσωπική χροιά και αποκαλύπτει πολλά για τους ανθρώπους στους οποίους έχουμε εξελιχθεί με τα χρόνια, μέσω της δημιουργικής αυτής διαδικασίας. Πρόκειται για μια ανοιχτή πόρτα προς τις ψυχές μας…

Όταν δεν δουλεύετε μαζί, ο καθένας από εσάς έχει κάποιες δικές του παρεμφερείς δραστηριότητες. Μπορείτε να δώσετε μια εικόνα της ατομικής σας σχέσης και ύπαρξης στην καλλιτεχνική σκηνή;

Sebastian: Έχω ένα άλλο μουσικό πρότζεκτ που λέγεται Der Räuber Und Der Prinz, μαζί με τον Ralf Beck ή αλλιώς Unit4. Δεδομένου ότι το στούντιο του Ralf βρίσκεται στο Ντίσελντορφ, ηχογραφούμε μόνο λίγες φορές τον χρόνο, αλλά έχουμε κυκλοφορήσει δύο 12” singles, το ένα μάλιστα πρόσφατα από την Desolat Records. Αυτό το πρότζεκτ είναι ένας σπουδαίος τρόπος για να ανακαλύψω άλλα μουσικά πεδία και διαφορετικές παραγωγικές προσεγγίσεις. Ενώ οι Noblesse Oblige είναι ένα πρότζεκτ που κατά βάση έχει κατεύθυνση τη δημιουργία τραγουδιών, οι Der Räuber Und Der Prinz εξελίσσονται μέσα στο στούντιο και δίνουν πολύ σημασία στην παραγωγή. Ο Ralf είναι ένας από τους πιο ταλαντούχους μουσικούς που ξέρω και το να δουλεύω στο στούντιό του είναι σαν να παίζω σε ένα μουσείο από αναλογικά συνθεσάιζερ-αντίκες. Στις παραγωγές μας ενσωματώνουμε επίσης και άλλους καλλιτέχνες με έδρα το Ντίσελντορφ, όπως ο Tolouse Low Trax και ο Thomas Klein των Kreidler. Είναι σημαντικό για μένα να εξερευνώ όλες μου τις καλλιτεχνικές προοπτικές. Με τους Der Räuber Und Der Prinz δουλεύω με τρόπο που δεν θα μπορούσα να το κάνω με τους Noblesse Oblige και την ίδια στιγμή νιώθω πόσο επηρεάζει το ένα πρότζεκτ το άλλο.

Valerie: Πέρα από σταθερές εμφανίσεις σε underground κλαμπ, σε επιδείξεις μόδας, σε γκαλερί καθώς και σε διεθνή θεατρικά φεστιβάλ, γράφω, σκηνοθετώ και ερμηνεύω με το όνομα του alter ego μου, δηλαδή Femme Façade. Πρόκειται για ένα διαρκές πρότζεκτ, μέσα από το οποίο εξακριβώνω διάφορες προσωπικές πλευρές της ζωής, εμμονές, επιθυμίες, όνειρα, φόβους, πόνο και ευχαρίστηση. Είναι μια ευκαιρία να ειπωθούν προσωπικές ιστορίες και αποκαλυφθούν μερικά μυστικά. Η ερμηνευτική μου δουλειά μου επιτρέπει να αναρωτώμαι και να δίνω απαντήσεις σε ζητήματα τα οποία αφορούν στην πεμπτουσία της ύπαρξης. Κάθε μορφή τέχνης επιτρέπει στα άτομα να εκρφράζονται. Υποκριτική, μουσική, γραφή, φωτογραφία, όλα βοηθούν να κατανοήσουμε τον κόσμο καλύτερα. Τόσο η υποκριτική όσο και η μουσική μου δίνουν την δυνατότητα να μοιραστώ μια συγκεκριμένη οπτική. Συχνά κάνω DJ σετ στο Club Circuit. Είμαι ειδική στη γαλλική ποπ και παίζω ένα εκλεκτικό μείγμα καλόγουστης ηλεκτρονικής/ροκ/indie με μια δόση παραξενιάς κι ένα underground άγγιγμα!

Βρίσκεστε σε διαδικασία ηχογράφησης κάποιου νέου δίσκου;

Valerie: Έχουμε κάποια όργανα στο σπίτι που μας επιτρέπουν να μοιραζόμαστε συνεχώς νέες ιδέες και να δοκιμάζουμε πράγματα ακόμα και όταν δεν έχουμε τον χρόνο να πάμε στο στούντιο και να γράψουμε. Οπότε δουλεύουμε μονίμως πάνω σε νέα τραγούδια και συζητάμε διαφορετικές προοπτικές. Στο παρελθόν, έχουμε υπάρξει πιο τακτικοί ως προς τις κυκλοφορίες των δίσκων. Κάθε δύο χρόνια! Είναι σημαντικό να συνεχίζεις να συνθέτεις και να γράφεις συνέχεια για να μπορείς να εξελίσσεσαι και να μην επαναπαύεσαι.

Πώς σκέφτεστε την επερχόμενη εμφάνισή σας στην Αθήνα;

Sebastian: Ανυπομονούμε να έρθουμε! Είχαμε παίξει άλλη μία φορά στην Αθήνα, τον Δεκέμβριο του 2009. Έχουμε πολύ ισχυρές αναμνήσεις από τότε, δεδομένου ότι βρεθήκαμε στην πόλη κατά τη διάρκεια διαδηλώσεων και επεισοδίων. Είχαμε εκπλαγεί όταν επιστρέψαμε στο διαμέρισμά μας στα Εξάρχεια και βρήκαμε όλη τη γειτονιά να καίγεται! Σήμερα, είμαστε πολύ χαρούμενοι που θα παρουσιάσουμε ζωντανά την καινούργια μας δουλειά στο ελληνικό κοινό!

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured