Με έναν θαυμάσιο νέο δίσκο, που κινείται απελεύθερα μέσα στα όρια του (ενίοτε βασανιστικά) αυτιστικού post rock, οι Maserati προβάλλουν ως μπάντα που πέτυχε να πάει πέρα από τη (βασικότατη) απώλεια του ρυθμιστή της ρυθμολογίας τους, αλλά και πέρα από τη σακαφιόρικη λογική του παντρέματος ηλεκτρονικού και ηλεκτρικού ήχου, την οποία επέτυχαν εσχάτως. Η επικείμενη ζωντανή εμφάνισή τους για πρώτη φορά στη χώρα μας –αυτή την Κυριακή, 20 Μαρτίου, στο Gagarin– αποτέλεσε αφορμή για να επικοινωνήσουμε με τους Αμερικανούς οι οποίοι προ δεκαετίας μεταχειρίστηκαν το όνομα της ιταλικής (υπερ)φίρμας αυτοκινήτων ως προσωνύμιό τους…
Φαίνεται ότι δεν ήσασταν αυτό που ονομάζουμε metalheads στην εφηβεία σας. Ποιες επιρροές σχημάτισαν το κύριο σώμα της μουσικής σας;
Κι εγώ δεν θα μας αποκαλούσα μεταλλοκέφαλους! Ως παιδί, βέβαια, ήρθα σε επαφή με το είδος γενικότερα μέσα από την κουλτούρα του skateboarding, του οποίου και ήμουν φανατικός. Τα κλασικά, καταλαβαίνεις νομίζω… Antrax, Metallica, Black Flag κλπ. Νομίζω αυτό συνέβη πάνω-κάτω και στους υπόλοιπους, αν και ο καθένας μετακινήθηκε προς διαφορετικά είδη όταν πήγαμε Λύκειο. Τότε άρχισα να ακούω κιθαριστικό indie rock και μπάντες όπως Sonic Youth, Dinosaur Jr., Swervedriver, Fugazi. Λίγο-πολύ όλοι μας μεγαλώσαμε με ό,τι σχηματικά ονομάζουμε punk και indie, ειδικά από τα τέλη των 1980 και το ξεκίνημα των 1990s.
Η έμπνευση για τον τίτλο του νέου σας δίσκου αλλά και της ομώνυμης σύνθεσης προκλήθηκε από κάποιο ταξίδι σας στη Νότιο Αμερική ή στην Αίγυπτο; Ή μήπως οφείλεται σε βιβλίο ή σε παρακολούθηση κάποιας ταινίας;
Ο Jerry και εγώ παρακολουθούσαμε το History Channel κατά τη διάρκεια της χειμερινής τουρνέ, πίσω στο 2009. Κεντρικό θέμα ενός ντοκιμαντέρ ήταν οι προφητείες των Μάγια για το 2012 και οι πυραμίδες του Τεοτιχουακάν. Εκείνη τη περίοδο είχαμε έτοιμη τη σύνθεση που ονομάστηκε “Pyramid Of The Sun”, αλλά χρησιμοποιούσαμε έναν πρόχειρο τίτλο, απλά για να συνεννοούμαστε. Οπότε, όταν τα ακούσαμε όλα αυτά, θεωρήσαμε ότι ήταν ένα καλό περιτύλιγμα για να παρουσιάσουμε ολοκληρωμένη την ιδέα στους Matt και Chris. Μας άρεσε δηλαδή το πώς έδενε η έννοια της φράσης με το πώς εξελισσόταν η ενορχήστρωση…
Δυστυχώς θα πρέπει να ρωτήσω για την επιρροή που είχε στη μπάντα και στις ζωές σας η απώλεια του Jerry Fuchs …
Ο θάνατος του Jerry ήταν οπωσδήποτε το δυσκολότερο πράγμα με το οποίο ήρθαμε αντιμέτωποι –ο καθένας από εμάς, αλλά και ως ομάδα/μπάντα. Άνοιξε ένα χάσμα στην καρδιά και στις ζωές μας. Δεν ήταν απλά η αίσθηση ότι χάνεις κάποιον με τον οποίον έχεις μοιραστεί δίσκους, πρόβες, συναυλίες και μουσική. Ουσιαστικά χάσαμε τον καλύτερό μας φίλο και δημιουργικό συνεργάτη. Όλοι νιώθουμε τιμημένοι από το γεγονός ότι είχαμε χρόνο με αυτόν τον άνθρωπο. Τον σκέφτομαι κάθε μέρα...
Μετά λοιπόν τον θάνατό του, συνειδητοποιήσαμε ότι πρέπει να τελειώσουμε τον δίσκο που είχαμε ξεκινήσει μαζί το 2009. Χρειάστηκε ένα αρκετά μεγάλο διάστημα ώστε να είμαστε ικανοί να μιλήσουμε γι’ αυτό, αλλά, από τη στιγμή που έγινε η συζήτηση, άμεσα αποφασίσαμε να τελειώσουμε το Pyramid Of The Sun. Κρατήσαμε έτσι όλες τις επιθυμίες του περί του ήχου και θα παραμείνει για πάντα ένας δίσκος-φόρος τιμής σε εκείνον.
Όταν επίσης αποφασίσαμε ότι με κάποιον τρόπο πρέπει να υποστηρίξουμε και ζωντανά το άλμπουμ, τότε εμφανίστηκε η λύση του φίλου μας A.E. Paterra από τους Zombi, ο οποίος φυσικά ήξερε με τι είχε να κάνει. Κι έτσι ξεκινήσαμε τις ετοιμασίες για την τουρνέ σε Ευρώπη και στην ανατολική ακτή των Η.Π.Α. Σχεδιάζουμε μάλιστα και μια τουρνέ στην δυτική ακτή η οποία λογικά θα ξεκινήσει μέσα στον Απρίλιο.
Είναι ολοφάνερο ότι συμπεριφερθήκατε στον ήχο των κρουστών ωσάν να προσπαθούσατε να δημιουργήσετε ένα υβρίδιο μεταξύ ηλεκτρονικού και κλασικού ξύλινου ήχου. Με ποιον τρόπο χρειάστηκε να σχεδιαστεί η παραγωγή σε αυτό το επίπεδο;
Θεωρώ κι εγώ ότι αυτό είναι ένα σημείο όπου έγινε πραγματικά δημιουργική δουλειά. Γνώριζα ότι ο Jerry ενδιαφερόταν να κινηθεί προς μια τέτοια κατεύθυνση, όμως ποτέ δεν θα ήθελε να «πειράξουμε» τα ντραμς του. Μια σύνθεση (σ.σ.: στην πραγματικότητα χρησιμοποίησε τη λέξη song κι αυτό έχει πραγματικό ενδιαφέρον), το “Oaxaca”, γράφτηκε μαζί με τον Steve Moore από τους Zombi. Του στείλαμε τους οδηγούς της ηχογράφησης κι αυτός με τη σειρά του έφτιαξε ένα υπόστρωμα από ένα drum machine ειδικά για την ηχογράφηση. Όταν κάποια στιγμή μπήκαμε στο στούντιο για να τελειώσουμε το άλμπουμ, καταλάβαμε ότι είχε μια αίσθηση remix πάνω σε όσα είχαμε φτιάξει με τον Jerry –γι’ αυτό και μπορούσαμε να κόψουμε και να ράψουμε drum beats από το ένα τραγούδι σε οποιοδήποτε άλλο. Ήταν απλώς τρελή τύχη και ακολουθήσαμε το ένστικτό μας. Έτυχε να είναι τα ίδια bpm.
Είναι επίσης φανερό –στα σίγουρα πιο πολύ από άλλους δίσκους σας- ότι τα συγκροτήματα της δεκαετίας του 1970 έχουν επιρροή στις συνθέσεις σας, ειδικότερα στη χρήση του συνθετήτη. Ακούτε περισσότερους δίσκους από εκείνη την εποχή το τελευταίο διάστημα;
Οπωσδήποτε! Θεωρώ ότι η μπάντα επηρεάζεται όλο και περισσότερο, όσο περνάει ο χρόνος, από την ηλεκτρονική μουσική και ο τελευταίος μας δίσκος αποτελεί κατά μία έννοια το άθροισμα αυτής της διεργασίας. Μόλις εχθές ο Matt κι εγώ συζητούσαμε την πιθανότητα να κάνουμε ένα βινύλιο (μιας πλευράς) όπου θα παίζουμε κάτι σαν το μινιμαλιστικό προ-techno του Manuel Gottsching στο E2-E4. Νομίζω ότι, αν η μπάντα συνεχίσει να γράφει μουσική, θα ήθελα οπωσδήποτε να κινηθεί σε μια πιο electronica/dance περιοχή, είναι μια προφανής εξέλιξη κατ’ εμέ για τον ήχο μας.
Καταφέρνετε να πληρώνετε τους λογαριασμούς σας αποκλειστικά από τη μουσική;
Ωωω!! Φίλε μου, θα το ήθελα πάρα πολύ! Χαχα! Όχι… Ο Matt είναι σχεδιαστής στην Ατλάντα ενώ ο Chris κι εγώ είμαστε και οι δύο μπάρμεν, δουλεύουμε σε εστιατόρια στην Αθήνα (Τζ;oρτζια). Αν είχε κάποιον πραγματικό ορίζοντα το να παίζουμε αποκλειστικά μουσική και να υποστηρίζουμε τη ζωή μας με αυτόν τον τρόπο, θα το κάναμε. Αλλά, εν τω μεταξύ, είμαστε ευχαριστημένοι με το πώς έχουν τα πράγματα.
Ποια είναι τα στοιχεία που απελευθερώνουν ένα σύνολο το οποίο παίζει instrumental μουσική και ποια όσα περιορίζουν τα όριά του;
Αν κα όχι 100% σίγουρος ότι καταλαβαίνω την ερώτηση, θα προσπαθήσω να είμαι ακριβής. Νομίζω ότι πολλά συγκροτήματα του είδους τα τελευταία χρόνια έπεσαν στην παγίδα του να δημιουργήσουν απλά ένα κρεσέντο rock. Όταν ξεκινήσαμε πριν από μία δεκαετία αυτό ήταν κάτι το οποίο όντως μας ενδιέφερε κι εμάς, πολύ γρήγορα ωστόσο το βαρεθήκαμε. Προσπαθήσαμε από την αρχή να είμαστε εξελίξιμοι και να κάνουμε τη μπάντα να ανθίζει. Δεν θέλαμε να κάνουμε τον ίδιο και τον ίδιο δίσκο ξανά και ξανά. Βαρετό όπως είπα και πριν και συνειδητοποιήσαμε έτσι ότι δεν είναι του γούστου μας. Προσπαθούμε να βάζουμε όλο και πιο καινούργια/διαφορετικά πράγματα στις αναμίξεις μας και να μην παραμείνουμε δεμένοι με ζώνη ασφαλείας. θεωρώ ότι έχουμε κάνει πολύ καλή δουλειά σε αυτόν τον τομέα, τα τελευταία πέντε χρόνια.