Τι να ενώνει τον Elvis Presley με τους Wu-Tang Clan, τα γιαπωνέζικα τύμπανα, τις μουσικές της Μελανησίας και την πάλαι ποτέ πρωτεύουσα του αγγλικού λαθρεμπορίου και της παράνομης πυγμαχίας; Όλα έχουν τη θέση τους στο μυαλό του Jack Barnett, τραγουδιστή και ιθύνοντα νου των These New Puritans, της μπάντας που στάθηκε υπεύθυνη για τον καλύτερο δίσκο της χρονιάς σε ό,τι βγήκε σε κιθάρες και έναν από τους (πολύ) λίγους του 2010 που συνειδητά αποπειράθηκαν να πάνε τη μουσική εμπειρία σε νέα εδάφη, βάζοντας δύσκολα σε όσους επιμένουν να μένουν προσκολλημένοι σε ό,τι αισθάνονται οικείο. Το Avopolis μίλησε μαζί του ενόψει του ερχομού τους στην Αθήνα, όπου θα ηγηθούν του Plissken Festival 2010 –αύριο Σάββατο, 4 του Δεκέμβρη, στο Κτίριο 56 του Πολιτιστικού Κέντρου Ελληνικός Κόσμος. Όχι τίποτα άλλο, για να μη λέμε ότι κανείς δεν φέρνει στην Ελλάδα τους καλλιτέχνες που συμβαίνουν και συζητιούνται τώρα...
Και πριν ακόμα ακούσω τη μουσική σας, είχα σκεφτεί ότι έχετε έξυπνο όνομα. Σε κάνει να αναλογιστείς: πατροπαράδοτο βρετανικό μαύρο χιούμορ; Ή όντως αισθάνεστε ως νέοι πουριτανοί;
Η αλήθεια βρίσκεται κάπου στη μέση… Πάντως, για να είμαι ειλικρινής, νομίζω ότι τα ονόματα των συγκροτημάτων χάνουν κάθε νόημα μετά από λίγο. Καταλήγουν απλώς να σηματοδοτούν το ίδιο το συγκρότημα.
Το Southend-On-Sea δεν είναι από τις γνωστές περιοχές της Βρετανίας, εδώ στην Ελλάδα τουλάχιστον. Τι μπορείς να μας πεις για αυτό; Σου αρέσει η ζωή εκεί;
Α, είναι το πιο αγαπημένο μου μέρος στην Αγγλία! Κάποιοι βέβαια το ονομάζουν «κωλοτρυπίδα της Αγγλίας» (κοίταξέ το σε έναν χάρτη και θα δεις!), όμως για μένα πρόκειται για μια σπουδαία τοποθεσία. Φαντάσου ένα τοπίο γυμνό, αραιοκατοικημένο και πολύ βαλτώδες, όπου πριν έναν αιώνα βρισκόταν η «πρωτεύουσα» του εγγλέζικου λαθρεμπορίου και της παράνομης πυγμαχίας. Παρ’ όλα αυτά, είναι καλό μέρος για να ζεις, γιατί διαθέτει μια μυστική ομορφιά. Το τοπίο που σου περιέγραψα έχει επηρεάσει και τη μουσική μας –αν και, από την άλλη, η τελευταία θα μπορούσε να είχε γραφτεί οπουδήποτε στον κόσμο, ως προς τα νοητικά της «τοπία».
Κάνετε καθόλου παρέα με άλλες μπάντες από την περιοχή, λ.χ. τους Horrors ή τους Violets;
Με τον Joe Daniel, που ήταν στους Violets αλλά όχι πια, είμαστε κολλητοί! Τώρα τρέχει μια δισκογραφική εταιρεία, την Angular, πάντα με τη γνωστή αίσθηση του χιούμορ που τον διακρίνει. Με τους Horrors έχουμε συχνά συναντηθεί στους συναυλιακούς χώρους του Southend-On-Sea, λίγο-πολύ άλλωστε όλοι στα ίδια μέρη εμφανιζόμαστε τοπικά. Είναι καλά παιδιά, όμως κάνουμε αρκετά διαφορετική μουσική.
«To dancehall συναντά τον Steve Reich», δήλωσες για το Hidden λίγο πριν την κυκλοφορία του. Αποστολή εξετελέσθη;
Το είπα, αλλά ήταν κάτι που είπα στους μουσικούς που χρησιμοποιήσαμε στο Hidden, ώστε να τους περιγράψω σε πολύ αδρές γραμμές τι ακριβώς παίζαμε. Ηχογράφησαν πολύ ξεχωριστά και συγκεκριμένα τμήματα ο καθένας, το πώς έβγαινε η συνολική μουσική το κρατούσαμε κρυφό. Έτσι, σε κάποιο σημείο, άρχισαν να ρωτάνε. Μπορείς αν θες να βάλεις μια ταμπέλα του στιλ «To dancehall συναντά τον Steve Reich» στο άλμπουμ (ή οτιδήποτε τέτοιο), ωστόσο σημασία έχει ότι πρόκειται για μουσική στην οποία πιστεύουμε και την εννοούμε στο 100%, τόσο εγκεφαλικά, όσο και συναισθηματικά.
Το Hidden διαθέτει θαυμάσιες ενορχηστρώσεις. Πόσο εύκολο ήταν να τις κατασκευάσετε; Είναι κάποιος από σας μουσικός με κλασικές σπουδές;
Δεν υπήρχε μοτίβο. Κάποιες μας βγήκαν εύκολα, σε μόλις μερικά λεπτά. Άλλες φάνηκε ότι ίσως δεν ολοκληρώνονταν ποτέ –του “Hologram”, για παράδειγμα, όπου έπρεπε να σιγουρευτώ ότι τα τρία πιανιστικά μέρη μπορούσαν και να παιχτούν, μα και να δέσουν μαζί με όμορφο τρόπο. Κανείς από μας δεν διαθέτει κλασική παιδεία, γι’ αυτό και χρειάστηκε να κάτσω να μάθω πώς να διαβάζω παρτιτούρες προτού ασχοληθώ με την ενορχήστρωση του Hidden. Μου πήρε αρκετούς μήνες και έγινε σε πολύ εντατικούς ρυθμούς.
Πόσο εύκολο σας είναι όμως να παίζετε ζωντανά ένα άλμπουμ με τόσο περίτεχνες ενορχηστρώσεις; Τι μαθήματα αντλήσατε από την πρόσφατη ευρωπαϊκή σας περιοδεία και τι σκοπεύετε να μας παίξετε στην Αθήνα;
Α, μάθαμε ένα εκατομμύριο πράγματα από αυτή την περιοδεία! Και ανυπομονώ να επισκεφτούμε την Αθήνα, πιστεύω θα περάσουμε καλά. Στο φεστιβάλ θα σας παίξουμε μια απογυμνωμένη και ωμή εκδοχή του Hidden, που δεν θίγει πάντως την αμεσότητα και αποτελεσματικότητά του.
Γενικά, σε σύγκριση με το ντεμπούτο σας Beat Pyramid, εδώ μετατοπιστήκατε δραματικά σε μια νέα ηχητική κατεύθυνση. Δεν μπορώ να πιστέψω, όμως, στο ξαφνικό του όλου πράγματος. Κάτι πρέπει να είχες κατά νου κι από πριν, γιατί δεν έγινε πιο ευδιάκριτο στο Beat Pyramid;
Ήθελα έναν πολύ συγκεκριμένο ήχο για το Beat Pyramid, καθώς κι ένα πολύ συγκεκριμένο σετ από βασικά θέματα. Ένα κομμάτι από όσα ακούγονται στο Hidden, π.χ. το “5”, είχε γραφτεί παράλληλα. Όμως δεν κόλλαγε με το υπόλοιπο υλικό, το μουσικό και στιχουργικό πεδίο του Beat Pyramid δεν ήταν αρκετά ανοιχτό ώστε να χωρέσει όση μουσική έγραφα παράλληλα για βιμπράφωνο, φαγκότο και κόρνο. Το εναρκτήριο σημείο για το Hidden ήταν όταν κατάλαβα πως αυτή η μουσική ήταν το ίδιο πράγμα με τη ρυθμική μουσική την οποία έγραφα για κρουστά.
Μιας και πιάσαμε το Beat Pyramid, τι γίνεται με αυτή τη διαδεδομένη ιστορία για τις επιρροές σας από Wu-Tang Clan; Ενώ στο άλμπουμ ακούει κανείς ποικίλες hip hop επιρροές, πολλοί από όσους έγραψαν γι’ αυτό κόλλησαν στους Wu-Tang Clan.
Νομίζω ότι το είχα αναφέρει εγώ σε μια συνέντευξη –ως δείγμα των hip hop επιρροών μας– και μετά άρχισε να το αναμασά ο καθένας. Στη Wikipedia μάλιστα υπάρχει κάποιος βλαμμένος που έχει γράψει ότι μας έχουν επηρεάσει τα Στρουμφάκια… Μην πιστεύετε σε ό,τι διαβάζετε!
Για να γυρίσω όμως στο Hidden, αισθάνομαι ότι πίσω του βρίσκεται μια βαθιά καλλιτεχνική δέσμευση, η οποία σπρώχνει προς τα εμπρός την αποδόμηση της οικείας μουσικής φόρμας. Η πλανεύτρα φαντασία του κριτικού συναντά καθόλου την αλήθεια του δημιουργού;
Εννοείς ότι προσπαθούμε να κάνουμε κάτι καινούργιο… Η απάντηση είναι ναι, το προσπαθούμε. Αλλά στη δική μας πλευρά μεγαλύτερη σημασία είχε ότι αυτό που κατασκευάσαμε διέθετε νόημα για μας. Για την ακρίβεια, είχα μια διαίσθηση ότι όλοι αυτοί οι ήχοι μπορούσαν κάπως να δουλέψουν μαζί και να δουλέψουν καλά. Αντιλαμβάνομαι τα υπόλοιπα, εγώ όμως ειλικρινά δεν μπορώ να στο αναλύσω παραπάνω.
Ανάμεσα σε «όλους αυτούς τους ήχους», ακούμε και γιαπωνέζικα τύμπανα Ταϊκό. Πώς τα ανακάλυψες και πώς δουλέψατε πάνω σε αυτά;
Δεν θυμάμαι να σου πω πού τα πρωτοάκουσα, πάντως με ξετρελαίνει ο τόνος τους. Μάλιστα, έχω επινοήσει και μια λέξη, το «glonky», για να τον περιγράψω! Δεν μπορείς να φανταστείς πόσο μεγάλα είναι… Και πόσο δύσκολο να τα χειριστείς. Νοικιάσαμε τρία, για μερικές ημέρες. Έπρεπε να παραδοθούν με ένα μεγάλο φορτηγό, όταν δε έφτασαν αποδείχθηκαν μεγαλύτερα από όσο υπολογίζαμε και δεν χώραγαν να περάσουν την πόρτα του στούντιο. Έτσι αναγκαστήκαμε να τα ηχογραφήσουμε σε μια διπλανή αποθήκη, η οποία έχω την εντύπωση πως κάτι συνείσφερε στη μεγαλοσύνη του ήχου τους.
Έχεις αυτί για τις μουσικές του κόσμου, πάντως. Αληθεύει ότι πρόσφατα απόκτησες μια τρέλα με τις μουσικές της Μελανησίας;
Είναι αλήθεια! Ακούω επιτόπιες ηχογραφήσεις από την παραδοσιακή μουσική των διαφόρων φυλών των νησιών και είναι πραγματικά καλές. Ιδίως τα επικήδεια τραγούδια τους και οι θρησκευτικοί/τελετουργικοί τους ύμνοι.
Και κάτι πρέπει να συμβαίνει και με τον Elvis Presley, σωστά; Δεν έχω πάψει να αναρωτιέμαι, από εκείνο το πρώτο σας κομμάτι στο Pluvial EP…
Το είχα βρει αστείο να ονομάζαμε ένα τραγούδι μας «Elvis» και ύστερα, στην πρώτη φράση των στίχων, να έλεγε «Elvis, I wasn't talking about that king», ώστε να αυτοϋπονομεύεται εντελώς. Ωστόσο ο Elvis είναι ο βασιλιάς, ας μην υπάρχει καμία αμφιβολία γι’ αυτό…
Και σε εκείνο το τραγούδι από το 2006, που είχατε συνεισφέρει στη συλλογή Future Love Songs και έλεγε ότι ήθελες να είσαι η Tracey Emin; Τι συμβαίνει με σένα και την καλλιτέχνιδα-σύμβολο των Young British Artists;
Χαχαχα, μοιάζει τόσο παλιό! «Sceletons in the closet», όπως θα λέγαμε στην Αγγλία. Αυτό δε κι αν λέγεται καλά διαβασμένη δημοσιογραφία! Λοιπόν, ο ακριβής στίχος πάει ως εξής: «Ι am Τurner, Ι am Κirchner, but Ι want to be Τracey Εmin». Ομολογώ ότι πρόκειται για έναν αντιφατικό, εφηβικό στίχο, προσπαθούσε πάντως να θίξει το ζήτημα της αυθεντικότητας. Ότι κάποιος δηλαδή μπορεί να είναι αυθεντικός, αλλά τελικά να προτιμά να είναι κάτι κουτό και λιγάκι σελέμπριτι.