Άλλος θα σπεύσει να κλαψουρίσει ότι έχουν προ πολλού ξοφλήσει κι άλλος θα σκίσει τα ιμάτιά του διαμαρτυρόμενος επειδή έρχονται ξανά στην Αθήνα μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα –την επόμενη Κυριακή, 13/2, στο Tiki. Η ωμή πραγματικότητα θέλει τους Band Of Holy Joy του 2011 να απεκδύονται το ρημάδι το «φολκ καμπαρέ» και να αναγεννώνται ως μια μπάντα που ξέρει να ανταποκρίνεται στη σύγχρονη μουσική εξελικτικότητα, τόσο συνθετικά όσο και οργανικά. Το μόνο που τους διαχωρίζει από μια μπάντα της εποχής είναι το ότι έχουν ακόμη στο ντουλάπι τους απαντήσεις με άρωμα και βάρος εικοσαετίας…

Μετά από δέκα δίσκους και εικοσιπέντε χρόνια στον μουσικό χώρο, σίγουρα χρειάστηκε να πάρετε μια βαθιά ανάσα πριν την ηχογράφηση ενός ακόμα δίσκου. Πώς νιώθετε σχετικά με την πρόσφατη κυκλοφορία του Paramour;

Το Paramour είναι το πρώτο άλμπουμ μας που το κυκλοφορήσαμε μόνοι μας, στο οποίο κάναμε και την παραγωγή. Κατά συνέπεια, νιώθουμε συναισθηματικά δεμένοι μαζί του. Σηματοδότησε επίσης μια πολύ συνειδητή αποστασιοποίηση από τον παλιό μας ήχο με τα χαρακτηριστικά πνευστά και ακορντεόν, καθώς και μια στροφή σε κάτι περισσότερο οικείο, αλλά και σκοτεινό. Ήταν μια θαυμάσια νέα εμπειρία το να καθίσουμε κάτω σαν τετραμελής μπάντα και να ηχογραφήσουμε τα κομμάτια σε μια τόσο οικεία ατμόσφαιρα. Εξαιτίας όλης αυτής της ησυχίας παρολαυτά, πρόκειται πιθανώς για την πιο σκοτεινή, ακραία και περιεκτική δουλειά που έχουμε κάνει εδώ και πάρα πολύ καιρό. Τα τραγούδια προέρχονται από μια μουσική παράσταση που ανέβασαμε στο Shunt Theatre, στο Λονδίνο. Η παράσταση λεγόταν Troubled Sleep και το θέμα της, που αφορούσε τη θέληση και την προδοσία, λάμβανε χώρα στα συντρίμμια ενός ξενοδοχείου στη Νέα Υόρκη. Τα φαντάσματα των Sid Vicious, Edie Sedgwick, Brendan Behan και Dylan Thomas σίγουρα κατοικούσαν κι αυτά μέσα στην αφήγηση του έργου και ελπίζουμε πως έχουν εισχωρήσει και στα τραγούδια. Επιρροή αποτέλεσαν πάντως και τραγουδοποιοί της δεκαετίας του 1960 από το Greenwich Village, όπως οι Eric Andersen, Phil Ochs και Joan Baez. Από όλους τους δίσκους των Holy Joy, ξέρουμε ότι αυτός είναι ο πιο δύσκολος να προσεγγίσει και να ακούσει κανείς. Προσωπικά, χωρίς καμία αμφιβολία, είναι ο αγαπημένος μου.

 

Μπορεί όντως να ειπωθεί ότι, ως το Paramour, είχατε υπάρξει ένα αρκετά παραδοσιακό συγκρότημα. Ένα ακόμα σημείο διαφοροποίησης είναι ότι πρόσφατα αρχίσατε να προσθέτετε ηχητικά και οπτικά εφέ στις ζωντανές σας εμφανίσεις. Αυτό πώς προέκυψε;

Σαν άμεσο αποτέλεσμα των τριών μουσικών παραστάσεων! Ήμασταν σε αναζήτηση ενός επιπλέον οργάνου για να εκφράσουμε τα τραγούδια μας και η οπτικοποιημένη δουλειά της Ίνγκα εξυπηρετεί πολύ καλά αυτόν τον σκοπό. Εδώ και πολλά χρόνια χρησιμοποιούμε ηχοτοπία στη δουλειά μας και έχουμε κάνει πολλές ηχογραφήσεις εκτός στούντιο. Όλα αυτά τα εκπέμπουμε μέσω της εκπομπής Radio Joy, κάθε Κυριακή βράδυ. Υλικό από το αρχείο μας μπορείτε να βρείτε στη διεύθυνση: www.radiojoy.co.uk

Αν κάποιος συντονιστεί δηλαδή στη ραδιοφωνική σας εκπομπή, τι πρόκειται να ακούσει;

Μία ανάμειξη άγριων ηχοτοπίων, απρόβλεπτη λογοτεχνία και πολλά ξεχασμένα μα αξιόλογα κομμάτια. Μια πρόσφατη Κυριακή, για παράδειγμα, είχαμε το δεύτερο μέρος από την ιστορία του Brian Baritt, σε απαγγελία του Denis Browne. O Brian ήταν ένας ψυχεδελικός γκουρού, ο καλύτερος φίλος του Tim Leary. Έκανε παρέα με τον Burroughs και τον Trocchi, αλλά είχε και πολλές σχέσεις με το γερμανικό κίνημα των Kosmiche. Μερικές συναρπαστικές ιστορίες, όπως θα φαντάζεστε! Η συγκεκριμένη διαβάζεται πάνω από ένα πραγματικά θαυμάσιο ηχοτοπίο. Ύστερα, μπορείτε να ακούσετε καινούργια τραγούδια των προτιμήσεών μας όπως από τους A Grades, μερικά παλιά πράγματα όπως Subway Sect., Jacques Brel, Mott The Hoople και κάποια πολύ παλιά doo wop και folk πράγματα. Επίσης λίγο Burroughs, Kerouac, τους μοντέρνους ποιητές Eddie Woods και Karen Margolis, δικά μας κείμενα και εξωτερικές ηχογραφήσεις, όλα αναμεμειγμένα και μπλεγμένα από την Ίνγκα. Η εκπομπή εκπέμπει κάθε Κυριακή βράδυ στις 8, στο www.bandofholyjoy.co.uk

 

Μετά από τόσα χρόνια στη μουσική βιομηχανία, έχετε βιώσει την «πτώση» πολλών σύγχρονών σας συγκροτημάτων, όπως και άλλων, τα οποία ξεκίνησαν αργότερα από εσάς και στο μεσοδιάστημα δεν κατάφεραν να τα βγάλουν πέρα. Βρίσκεστε ακόμη εδώ, έχετε έναν νέο δίσκο και μια καινούργια οπτική για τη μουσική σας. Πώς φτάσατε σε ένα τέτοιο σημείο;

Ειλικρινά, δεν ξέρω τι να πω… Αντοχή, πάθος, εμμονή; Ένας βαθμός μεγάλης ανοησίας σίγουρα! Εν τέλει το βασικότερο είναι ότι αγαπάμε να δημιουργούμε και η δυνατότητα να ερμηνεύουμε αυτά που δημιουργούμε είναι το καλύτερο πράγμα στον κόσμο. Ένα πραγματικό πλεονέκτημα. Γνωρίζουμε ότι είμαστε πολύ τυχεροί.

Επιχειρείτε να ακούτε ακόμα καινούργια μουσική; Μπορείτε να ονομάσετε μερικά συγκροτήματα ή δίσκους που, σύμφωνα με εσάς, ξεχωρίζουν;

Φυσικά! Αγαπώ τον καινούργιο δίσκο του Caribou. Επίσης, αν αναζητάτε πολύ επίκαιρη, έξυπνη εναλλακτική αγγλική ποπ μουσική, να τσεκάρετε τον Johny Cola και τους A Grades. Επιπλέον, αγαπώ τον Alasdair Roberts, καθώς κι ένα νέο folk συγκρότημα από τη Σκωτία, τους Trembling Bells. Πρέπει επίσης να πω ότι παίρνω την εβδομαδιαία δόση μου από dubstep και θεωρίες αποδόμησης κάθε Σάββατο βράδυ από τη ραδιοφωνική εκπομπή The Exotic Pylon του Jonny Mugwumps, στον Resonance Fm. Από τα δικά σας ελληνικά μέρη αγαπώ τον δίσκο που έβγαλε ο Φλώρος Φλωρίδης με τον Spyweirdos. Αυτή η ανάμειξη συμπαγούς θορύβου και οργανικού σαξοφώνου δένει πολύ σωστά μέσα στο κεφάλι μου. Ένας πραγματικά αστικός δίσκος για να ακούει κανείς αργά το βράδυ. Για έναν επίσης σπουδαίο ηχητικό καλλιτέχνη τσεκάρετε κι εδώ: www.jamesstephenfinn.co.uk. Στεναχωρήθηκα πολύ όταν άκουσα ότι η Τρις από τους Broadcast πέθανε πρόσφατα, όπως και όταν έμαθα και για τον θάνατο του Peter (Sleazy) Christopherson. Παίζουμε συχνά τους δίσκους που είχε κυκλοφορήσει στο πλαίσιο του πρότζεκτ Threshold Houseboy Choir –και φυσικά οι Coil ήταν φανταστικοί. Ο αγαπημένος μου νέος δίσκος, αυτός που ακούω κάθε μέρα αυτήν την εποχή, είναι από τον Σιβηριανό σαμάνο και ποιητή Albert Kuvezin, λέγεται Poets And Lighthouses.

 

Ποιες είναι οι πιο αγαπημένες σας αναμνήσεις από τη εποχή του More Tales From The City;

Όλα είναι λίγο θολά, για να είμαι ειλικρινής. Πολλές εξαιρετικά επικίνδυνες συναυλίες! Μας άρεσε πάντως πολύ εκείνη η εποχή. Όταν επιχειρήσαμε να βγούμε από το ασφαλές κοσμοπολίτικο καταφύγιο του Λονδίνου, η folk μουσική μας δεν έπιανε παντού και τα πράγματα γίνονταν πιο βάναυσα. Ειδικά στη Σκωτία. Οι Σκωτσέζοι δεν μπορούσαν ποτέ να ξεπεράσουν το γεγονός ότι δεν χρησιμοποιούσαμε κιθάρες. «Όχι κιθάρες; Τότε με τi έχει να κάνει όλο αυτό;» (με κωμική σκωτσέζικη προφορά). Γίνονταν λοιπόν υπερβολικά βίαιοι και πολλά μπουκάλια και καρέκλες έκαναν την εμφάνισή τους και προσγειώνονταν σε κεφάλια. Δεν ζητούσαν κομμάτια, απλώς εκτόξευαν απειλές σε περίπτωση που δεν παίζαμε ένα-δυο τραγούδια των (Σκωτσέζων) Big Country... Είναι ένα ζήτημα μεγάλης περηφάνιας το ότι απωθήσαμε τις σκωτσέζικες ορδές και συνεχίσαμε να παίζουμε! Αγαπούσαμε τη Σκωτία, τότε. Η Γλασκόβη και το Βελιγράδι είναι οι δύο πιο βίαια όμορφες πόλεις στον κόσμο. Ο Alex Harvey ήταν ο άγιός μας. Είμαι σίγουρος ότι το φάντασμά του μας κοιτούσε από ψηλά και είδε ότι σωθήκαμε από το κακό... Σήμερα η Σκωτία είναι ένα τελείως διαφορετικό μέρος, σχεδόν πολιτισμένο. Το αποδίδω στην απαγόρευση του καπνίσματος στις παμπ. Εν αντιθέσει, στο φεστιβάλ world μουσικής Womad, όπου παίξαμε περίπου στην εποχή του More Tales From The City, τρομάξαμε αφάνταστα μια ολόκληρη σκηνή γεμάτη με λευκούς γιάπηδες, όταν ανεβήκαμε στη σκηνή γεμάτοι με μεταμφεταμίνη, ποτά και άλλες ουσίες. Χαρούμενες μέρες…

 

Εάν οι Band Of Holy Joy είχαν την ευκαιρία να αρχίσουν από την αρχή, τι θα απέφευγαν ή τι θα έκαναν διαφορετικά;

Πιθανότατα θα ξεκινούσαμε με μια δική μας εταιρία και θα κρατάγαμε πιο σφιχτά τα ηνία στα θέματα της παραγωγής. Δεν θα είχαμε ξένους από δισκογραφικές εταιρείες, προωθητικούς πόρους, παραγωγούς να ξεφυσάνε πάνω από τα κεφάλια μας και να επιβάλλουν ψήγματα συμβιβασμού εδώ κι εκεί. Αλλά και πάλι, μας δόθηκε η άδεια και πολλά λεφτά για να δημιουργήσουμε. Εύχομαι παρολαυτά, εκ των υστέρων, να είχαμε προσέξει περισσότερο την ίδια τη δουλειά. Δεν ξέρω, δεν έχω μετανιώσει πραγματικά για τίποτα και έχω άπειρες καλές αναμνήσεις. Ξέρεις, το καλύτερο πράγμα καμιά φορά, όταν είσαι σε μια μπάντα, είναι τα λάθη, τα στραβά, όλη αυτή η διακωμώδηση.

Ήρθατε στην Ελλάδα πέρυσι και θα επιστρέψετε και πάλι, σε λίγες μέρες. Η κατάσταση εδώ είναι αρκετά κακή αυτή τη στιγμή και πολύ χειρότερη από την τελευταία φορά που βρεθήκατε εδώ. Πιστεύετε ότι μπορεί να υπάρξει χώρος και μυαλό για τη μουσική, όταν όλα τα υπόλοιπα καταρρέουν;

Απολύτως! Η μουσική είναι απαραίτητη. Τόσο απαραίτητη… Ειδικά μάλιστα σε περιόδους ταραχών. Είτε αυτό έχει να κάνει με το να τα βγάζεις όλα από το κεφάλι σου ανάμεσα σε χιλιάδες άλλους ανθρώπους σε ένα ρέιβ πάρτυ, είτε επιλέγοντας γενναία τη μοναξιά, είτε διαμαρτυρόμενος μέσα από τους στίχους, τον ήχο και τον θόρυβο των Clash ή κάτι τέτοιο. Και σε ήσυχες στιγμές λύπης και περισυλλογής, η Μουσική και όλα τα εφήμερα τα οποία την περιβάλλουν είναι απολύτως αναγκαία. Πιστεύω στη μουσική σαν να είναι κάτι απολύτως σαμανικό. Καλή, σωστή και ανυπόκριτη, δηλαδή. Σπάνια τραγούδια, πεταμένα βιβλία, ταινίες ατομικού ενδιαφέροντος, οι περιγραφικές νουβέλες του Grant Morrisson, ένα ωραίο παλιό t-shirt… Όλα αυτά τροφοδοτούν την καρδιά, το μυαλό, την ψυχή. Ξεχάστε το να γεμίζετε το στομάχι σας με καφέ από τα Starbucks και να καταστρέφεται το έντερό σας με φαγητό από τα Macdonalds. Ξεχάστε το X-Factor κι όλες τις ανοησίες των διασημοτήτων. Ξεχάστε το Fa(r)cebook και το Twitter. Ξεχάστε τα φανταχτερά αυτοκίνητα και το εβδομαδιαίο ποδόσφαιρο, ξεχάστε την εποχή της λάμψης και όλους όσους ακολουθούν τέτοιους τρόπους ζωής. Πετάξτε τις πλάσμα οθόνες. Πάψτε να χωνεύετε τις καθημερινές ειδήσεις σαν κάτι αληθινό και πολύτιμο. Τους τραπεζίτες και τις γυναίκες τους και τις γλοιώδεις ζωές τους. Ξεχάστε όλα αυτά τα βρωμερά σκουπίδια. Ζήτω οι καλοί άνθρωποι της Ελλάδας!

Τα μελλοντικά σας σχέδια περιλαμβάνουν την ηχογράφηση ενός δωδέκατου δίσκου;

Φυσικά! Τον ηχογραφούμε ήδη αυτή τη στιγμή που μιλάμε. Είναι προσωρινά ονομασμένος Northern και τα τραγούδια του και τα στοιχεία τους (αναμνήσεις, οπτικές, παρόντες φόβοι) διαδραματίζονται κάπου στον Βορρά. Είναι ένα βήμα μπροστά από το Paramour. Ο Bill Lewington συμμετέχει τώρα στα τύμπανα για μία ακόμη φορά, οπότε ο ήχος είναι ελαφρώς πιο δυνατός. Ως τότε θα γίνουν διαθέσιμα για ψηφιακό download δύο singles, τα “On The Ground Where John Wesley Walked” και “Meet Me On The Corner”, ενώ κυκλοφορεί ήδη κι ένα άσχετο με αυτόν τον δίσκο single, το “Oh, What A Thing This Heart Of Man”. Όλα αυτά τροφοδοτούνται από την τωρινή εμμονή μας με οτιδήποτε βόρειο, παγωμένο και απόμακρο.

Βλέπετε άλλη μία δεκαετία μπροστά για τους Band Of Holy Joy;

Ειλικρινά το ελπίζω. Έχουμε σχεδόν σταθεροποιήσει την εταιρία Radio Joy και επομένως έχουμε τα μέσα τώρα. Όπως οι περισσότεροι καλλιτέχνες στις μέρες μας, δεν πουλάμε πολλούς δίσκους. Αλλά τα χρήματα δεν είναι ο στόχος. Για όσο καιρό θα συνεχίζουμε να το αγαπάμε και άνθρωποι θα ανταποκρίνονται σε ό,τι κάνουμε, θα συνεχίζουμε να βρισκόμαστε πολύ μέσα στο παιχνίδι. Ουσιαστικά είναι η ίδια η ζωή για μας... Ελπίζω και εύχομαι λοιπόν ότι μπορούμε να παραμείνουμε δημιουργικοί και αρκετά πράγματα σε αυτόν τον κόσμο εξακολουθούν να μας εμπνέουν, να μας εκνευρίζουν και να μας επηρεάζουν αρκετά ώστε να γράφουμε, να σχολιάζουμε, να αντιδρούμε και να ταυτιζόμαστε με όλα. Άλλη μία δεκαετία Holy Joy; Ε, βέβαια!

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured