Το τσιγγάνικο punk των Gogol Bordello έχει πάψει πια να αποτελεί ένα από τα underground «μυστικά» της σύγχρονης Νέας Υόρκης. Γι’αυτό άλλωστε και θα τους δούμε και στην Αθήνα αυτό το καλοκαίρι στο φετινό Fly Beeyond festival, γι’ αυτό ευτύχησα κι εγώ να μιλήσω στο τηλέφωνο με τον «εγκέφαλό» τους Eugene Hütz για τη Madonna, τον Θεό, τους παράξενους θείους του από το εξωτερικό και τη σημασία του…λεμονάτου σκουμπριού σε κάθε γαμήλιο τραπέζι!
Στη Γαλλία σας βρίσκω, Eugene. Πώς τα περνάτε εκεί;
«Όλα κυλάνε ρολόι, αλλά μη νομίζεις ότι έχουμε και πολύ χρόνο στη διάθεσή μας για βόλτες και άραγμα. Δίνουμε έξι live την εβδομάδα!».
Αυτό το καλοκαίρι σας περιμένουμε και στην Αθήνα. Σας έχουν βάλει με τους Massive Attack, δεν ξέρω κατά πόσο σου αρέσει η μουσική τους...
«Οι Massive Attack είναι νομίζω πια μια μπάντα που σε αφορά είτε σου αρέσει η μουσική τους, είτε όχι. Άσε που δεν είχα ποτέ μου «σύνορα» στο τι μουσική μπορεί να μου αρέσει. Μου άρεσε πάντοτε η ποικιλία και το ανακάτεμα πολύ διαφορετικών πραγμάτων - το καταλαβαίνεις άλλωστε και από τους Gogol Bordello. Όσο για την εμφάνισή μας στην Αθήνα, το περιμένω πώς και πώς, μας αρέσει ιδιαιτέρως να παίζουμε στις μεσογειακές χώρες».
Για πες μου και μερικά πράγματα για το τελευταίο σας album, το Super Taranta!. Πρώτα-πρώτα, γιατί νομίζεις ότι η “Supertheory Of Supereverything” είναι καλύτερη από τη θεωρία των Υπερχορδών ως εξήγηση της λειτουργίας του κόσμου;
«Δεν θα έλεγα ότι είναι καλύτερη, θα έλεγα ότι είναι πιο αστεία. Άλλωστε, στην πραγματικότητα, είναι μάλλον μια…μεθυσμένη εκδοχή αυτής! Και υπάρχει και ένα αυτοβιογραφικό στοιχείο, όπως γενικά στα τραγούδια μου. Μεγάλωσα βλέπεις σε μια οικογένεια η οποία περιλάμβανε τόσο θρησκευόμενους, όσο και άθεους. Οπότε το “Supertheory Of Supereverything” είναι μια προσπάθεια να συμβιβάσω τα αντίθετα. Άλλωστε πιστεύω ότι πίσω από κάθε θεωρία κρύβεται η αναζήτηση του Θεού - αυτό ψάχνει, στην ουσία της, και η θεωρία των Υπερχορδών. Και αν το κάνεις δίχως να σκαλώνεις σε δόγματα και χωρίς να φανατίζεσαι, τότε είναι κάτι πολύ σεβαστό».
Και τι θα κάνουμε αν όντως ο Θεός δεν έχει χιούμορ και δεν φταίει η Βίβλος για αυτή του την εικόνα, όπως λες στους στίχους;
«Όχι, όχι, ο Θεός έχει οπωσδήποτε χιούμορ - κοίτα αυτόν τον πλανήτη και δεν χρειάζεται περαιτέρω συζήτηση. Την εικόνα αυτή την έχουν προωθήσει όλοι αυτοί οι οποίοι καρπώνονται τα κέρδη της οργανωμένης θρησκείας ή προσπαθούν να γίνουν πλούσιοι μέσω αυτής. Εναντίον ακριβώς αυτών στρέφεται το “Supertheory Of Supereverything”, αυτούς κοροϊδεύει».
Έχεις πράγματι παράξενους θείους στο εξωτερικό, σαν κι αυτούς που περιγράφεις στο “My Strange Uncles From Abroad”;
«Έχω - όμως δεν εμπνεύστηκα το τραγούδι από αυτούς. Το “My Strange Uncles From Abroad” είναι ένας προσωπικός φόρος τιμής στον Joe Strummer, που έφυγε τόσο γρήγορα και ξαφνικά - κάτι για το οποίο συνεχίζω να στεναχωριέμαι. Αυτός είναι ο παράξενος «θείος» μου κι εγώ το παράξενο «ανίψι» του».
Το Super Taranta! περιλαμβάνει επίσης και μια ωδή στο αλκοόλ. Δεν είναι όμως λίγο εξιδανικευτική η εικόνα που του δίνεις;
«Δεν είναι καθόλου εξιδανικευτική. Το γεγονός ότι μερικοί άνθρωποι δεν βλέπουν το ποτό ως φίλο, αλλά ως έναν αφέντη στον οποίον σκλαβώνονται, ελπίζοντας να λύσουν τα προβλήματά τους, δεν είναι δικό του φταίξιμο. Για σκέψου λίγο, γιατί, από τα αρχαία χρόνια, δεν γίνεται ποτέ γλέντι δίχως αλκοόλ; Δεν είναι τυχαίο. Για μένα το αλκοόλ είναι ένα θεϊκό δώρο, αυτό άλλωστε δεν πιστεύανε και στην αρχαία Ελλάδα, ότι ήταν δώρο του Διονύσου;».
Στα τραγούδια που γράφεις υπάρχουν κάμποσοι στίχοι στα Ουκρανικά. Πώς αποφασίζεις ποια τμήματα θα γραφτούν στα Ουκρανικά και ποια στα Αγγλικά;
«Δεν το αποφασίζω, το αποφασίζουν τα ίδια τα τραγούδια. Τους στίχους τους γράφω πάντοτε στα Ουκρανικά ή στα Ρομά, μερικές δε φορές και στα Ρωσικά - σπάνια απευθείας στα Αγγλικά. Σε ένα δεύτερο στάδιο τους κάνω αγγλικούς, αλλά μετά, στην ηχογράφηση, αν ένα τμήμα τους μου «βγει» στα Ουκρανικά, συνήθως το αφήνω έτσι. Αν το τραγούδι δηλαδή με οδηγήσει μόνο του εκεί, ακολουθώ τη συμβουλή του».
Τι είναι αλήθεια αυτό που σε τραβάει τόσο πολύ προς την κουλτούρα των Τσιγγάνων; Και πώς νομίζεις ότι σχετίζεται αυτή με το rock ‘n’ roll;
«Η αλήθεια είναι πως, ως τώρα, οι Ρομ και το rock ‘n’ roll δεν έχουν ποτέ σχετιστεί, παρά μόνο σε σπάνιες και μάλλον παράδοξες περιστάσεις. Οι Ρομ βρίσκονται πάντοτε, σε κάθε χώρα, αποκομμένοι από την υπόλοιπη κοινωνία. Ούτε η τελευταία τους αποδέχεται, ούτε και οι ίδιοι νοιάζονται ιδιαίτερα να ξεφύγουν από τα πλαίσια των δικών τους κοινοτήτων. Γι’ αυτό άλλωστε δεν είχαμε ως τώρα κάποιον Ρομ μουσικό, ο οποίος να έπαιξε rock ή punk. Εγώ όμως στην Ουκρανία μεγάλωσα ακούγοντας τόσο τη μουσική των Ρομ, όσο και rock - και αυτό το πάντρεμα που έγινε μέσα μου το βγάζω και στα τραγούδια μου. Πολλοί λένε ότι θαυμάζουν το ελεύθερο πνεύμα των Τσιγγάνων, αυτό όμως είναι μια απλοϊκή και αφελής σύλληψη. Όποιος ξέρει κάτι παραπάνω για αυτόν τον λαό ξέρει πολύ καλά με τι αντιξοότητες έχουν χρειαστεί κατά καιρούς να αναμετρηθούν. Εμένα λοιπόν μου αρέσει η πηγή αυτού του ελεύθερου πνεύματος, πηγή η οποία είναι βαθιά ριζωμένη στην κουλτούρα του λαού τούτου και στον τρόπο που οργανώνονται. Είναι κάτι που μοιάζει πολύ με τον αναρχοσυνδικαλισμό των δυτικών κοινωνιών. Και εκεί μπορείς ίσως να βρεις μια διασύνδεση με το rock ‘n’ roll, μια μουσική που παραδοσιακά τράβαγε όσους αισθάνονταν να μη χωράνε στα στεγανά και αναζητούσαν έναν άλλον τρόπο ζωής, τόσο σε προσωπικό, όσο και σε κοινωνικο-πολιτικό επίπεδο».
Πολύ βαθυστόχαστη ανάλυση Eugene… Τώρα καταλαβαίνω καλύτερα γιατί οι καλλιτεχνικοί κύκλοι των μορφωμένων της Νέας Υόρκης ήταν από τους πρώτους που αγκάλιασαν τους Gogol Bordello…
«Ήταν πράγματι οι πρώτοι και είναι κάτι για το οποίο πάντα θα τους ευγνωμονούμε. Είναι αλήθεια ότι σε κάτι τέτοιους κύκλους γίνεται, συνήθως, πιο εύκολα αποδεκτό το διαφορετικό. Δεν σου κρύβω όμως ότι χαιρόμαστε που ξεφύγαμε και καταφέραμε να βρούμε ευρύτερη απήχηση. Γιατί, ξέρεις, τα πράγματα στους καλλιτεχνικούς κύκλους είναι συνήθως και απίστευτα βαρετά - λείπει το χιούμορ, ο αυθορμητισμός, ακόμα και η σαχλαμάρα. Και η ζωή μας χρειάζεται και τέτοια».
Τι γεύση σας άφησε η συνεργασία σας με τη Madonna για το Live Earth; Το διασκεδάσατε;
«Το διασκεδάσαμε πολύ όταν το κάναμε, νομίζω ότι με τη Madonna κατορθώσαμε να κάνουμε κάτι που ήταν συνάμα έξυπνο, διασκεδαστικό, μα και ένωνε δύο πολύ διαφορετικούς μουσικούς κόσμους. Δεν μας άρεσε όμως καθόλου αυτό που συνέβη μετά, όταν ο mainstream τύπος σε Ευρώπη και Αμερική το παρουσίασε ως μια συμμετοχή μας στο “La Isla Bonita” της Madonna. Με τη Madonna συμφωνήσαμε ότι θα παρουσιάζαμε ένα τραγούδι σε τσιγγάνικους ρυθμούς, που θα εξέφραζε τη δική μας οπτική και κάτι από το πνεύμα της νέας γενιάς των Ρομ - και ότι σε αυτό θα κόλλαγε εκείνη το “La Isla Bonita”. Και έτσι κάναμε. Όσοι λοιπόν κάθονται και γράφουν τέτοια πράγματα μετά, πρέπει να είναι απίστευτα άσχετοι άνθρωποι ή απλώς κουφοί. Γιατί αν βλέπουν μόνο εμάς με τη Madonna, χωρίς να ακούνε τι είναι αυτό που παίξαμε με τη Madonna, ε, τότε εγώ δεν μπορώ να βρω καμία άλλη εξήγηση. Κατά τη γνώμη μου πάντως, ισχύει το πρώτο. Είναι άνθρωποι άσχετοι και επικίνδυνοι, γιατί το μόνο που μεταφέρουν προς τα έξω ως πληροφορία προς το κοινό είναι κάτι το ασπρόμαυρο, το οποίο καμία σχέση δεν έχει με την πραγματικότητα».
Και μια τελευταία ερώτηση: γιατί είναι τόσο σημαντικό να υπάρχει λεμονάτο σκουμπρί σε ένα γαμήλιο τραπέζι;
(Γέλια) «Ωχ, αυτό το τραγούδι! Εγώ δεν το ήθελα στο album και ακόμα και τώρα δεν έχω αλλάξει άποψη. Το έγραψα για πλάκα, έτσι στο πόδι, μέσα σε δέκα λεπτά, για μια παρέα φίλων με τους οποίους είχαμε βαρεθεί μέχρι θανάτου σε κάτι γάμους όπου είχαμε πάει ως καλεσμένοι στην Αμερική. Και, επειδή στη Ρωσία και στην Ουκρανία το λεμονάτο σκουμπρί είναι ένας πολύ διαδεδομένος μεζές, το κόλλησα εκεί σε μια έμπνευση της στιγμής. Δεν είχα ποτέ σκοπό να κυκλοφορήσει το “American Wedding”, αλλά έπεσαν όλοι πάνω μου μετά, τόσο οι φίλοι όσο και οι υπόλοιποι Gogol Bordello και έτσι έκανα πίσω. Αυτή είναι η μικρή ιστορία πίσω από το λεμονάτο σκουμπρί των στίχων!».