Με τους Whereswilder θα μπορούσα να συζητάω για ώρες ατελείωτες και να έχουν όλες ουσία και νόημα. Αυτό σκεφτόμουν όταν έφευγα από το ζεστό, γεμάτο CDs, κιθάρες, κονσόλες και μουσικές αφίσες συγκροτημάτων της εγχώριας σκηνής, διαμέρισμα του μπασίστα του γκρουπ, Βασίλη Νησσόπουλου, μετά μια συνέντευξη με όλην την μπάντα με αφορμή το νέο, της single “Wrong Way In”, το τρίτο από την επερχόμενη, επίσης τρίτη, κυκλοφορία της Movement In Place. Το on διήρκησε σχεδόν δύο ώρες με συζητήσεις που πολλές φορές ξέφευγαν από την αρχική ερώτηση και κατέληγαν σε μουσικοφιλικά quiz ή υπαρξιακές αναζητήσεις, αλλά παρακάτω θα διαβάσετε μόνο μερικά απ’ όσα είπαμε με την τετράδα των Γιάννη Ράλλη (Φωνητικά, κιθάρα, πιάνο), Βασίλη Νησσόπουλο (μπάσο), Αλέκο Βουλγαράκη (κιθάρα), Μανώλη Γιαννίκιο (drums).
Πείτε μου αρχικά μερικά λόγια για το πως επηρέασε η καραντίνα τους Whereswilder; Βγήκατε πιο δυνατοί και δημιουργικοί από αυτήν ή υπήρξαν στιγμές που σας επιβάρυνε πολύ έντονα;
Γιάννης Ράλλης: Σε προσωπικό επίπεδο δεν μας έκανε καλό, αλλά σαν μπάντα μας έδωσε το χρόνο να βάλουμε κάποια πράγματα κάτω και να τα επαναπροσδιορίσουμε, να φτιάξουμε άλλο υλικό, να οργανώσουμε live sessions και να τελειοποιήσουμε λεπτομέρειες σχετικά με τη νέα κυκλοφορία. Ο δίσκος έχει γραφτεί πολύ πριν την πανδημία, οπότε στην ουσία η καραντίνα μας έδωσε επιπλέον χρόνο να σκεφτούμε καλύτερα ορισμένα πράγματα που αφορούσαν το δίσκο, όπως το εξώφυλλο που ήταν διαφορετικό.
Βασίλης Νησσόπουλος: Ο δίσκος έχει τελειώσει από τον Σεπτέμβριο του 2019 και η κυκλοφορία του είχε προγραμματιστεί αρχικά για ένα χρόνο πριν, αλλά δεν βρήκαμε κάποιο ιδιαίτερο νόημα στο να κυκλοφορήσουμε το δίσκο και κυρίως να τον προωθήσουμε εν μέσω πανδημίας. Οπότε είπαμε να πάρουμε τον χρόνο μας και να φτιάξουμε σωστά ορισμένα πράγματα πριν τον κυκλοφορήσουμε.
Ας μιλήσουμε λοιπόν για τη νέα σας δουλειά Movement In Place. Είχατε κάποιο συγκεκριμένο πλάνο στο πίσω μέρος του μυαλού σας για το που θέλετε να κατευθυνθείτε; Πως ήταν η διαδικασία της ηχογράφησης;
Μανώλης Γιαννίκιος: Όταν μπήκαμε στο στούντιο για να γράψουμε υπήρχε ένα πολύ συγκεκριμένο πλάνο για όλα. Είχαμε πει ότι θέλαμε να κάνουμε τα πράγματα διαφορετικά από τις προηγούμενες φορές. Είχαμε πολλά κομμάτια και επειδή είχαμε μεγαλεπίβολα σχέδια, ακολουθήσαμε ένα συγκεκριμένο πλάνο έτσι ώστε να βγάλουμε το αποτέλεσμα που θέλουμε, με τον τρόπο που θέλουμε στο λιγότερο δυνατό χρόνο.
Γ.Ρ: Συνθετικά θέσαμε τον όρο οτι θέλουμε να έχουμε κομμάτια που θα έχουν προκύψει με έναν πιο ενστικτώδη, αυθόρμητο και αβίαστο τρόπο. Δεν θέλαμε μία ιδέα για τραγούδι να την τραβάμε και να την κουράζουμε για μήνες.
Αλέκος Βουλγαράκης : Όταν μπήκαμε στο τελευταίο στάδιο του γραψίματος, πολλά κομμάτια κόπηκαν, ενώ αυτά που προέκυψαν από αυτή την πιο αυθόρμητη διαδικασία είναι κι αυτά που βρήκαν το δρόμο τους στον δίσκο.
Γ.Ρ: Όταν παίζουμε live και προωθούμε έναν δίσκο, πολλές φορές συζητάμε για το πως θέλουμε να είναι ο επόμενος. Αλλά πολλές φορές η τρέχουσα πραγματικότητα, έρχεται να σου επιβάλει με κάποιον τρόπο, από μόνη της. τη μορφή των νέων τραγουδιών. Για παράδειγμα το “Wrong Way In” είναι το πρώτο κομμάτι που γράφτηκε και αποτυπώνει όλην αυτήν την πίεση που νιώθαμε, το ότι γράφαμε κομμάτια και δεν μας άρεσαν, ενώ το συγκεκριμένο γεννήθηκε με έναν εντελώς φυσικό τρόπο. Αυτή η αλλαγή συνδέεται και με τον τίτλο Movement In Place, οτι ενώ δεν είχε αλλάξει τίποτα γύρω μας, άλλαξε ο τρόπος που εμείς βλέπαμε τα πράγματα. Και με αυτό τον τρόπο ακολούθησαν και άλλα τραγούδια.
Θεωρείτε πως είναι ο πιο Whereswilder δίσκος που έχετε γράψει;
Μ.Γ: Με διαφορά νομίζω. Ο καθένας, προσωπικά, είναι στο 100% του σε αυτόν τον δίσκο και είχε τη δυνατότητα να βγάλει εντελώς ελεύθερα τον μουσικό του εαυτό μέσα σε αυτό.
Ιδιαίτερη εντύπωση προκαλεί και το εξώφυλλο. Είχατε συγκεκριμένες αισθητικές αναφορές στο μυαλό σας που θέλατε να πετύχετε με αυτό;
Α.Β: Το εξώφυλλο ήταν διαφορετικό αρχικά, ήταν ο πίνακας που βρισκόταν από πάνω μας στο τραπέζι του εστιατορίου που φωτογραφηθήκαμε. Ο πίνακας αποτύπωνε τον τίτλο, αλλά νιώσαμε πως τελικά δεν ταίριαζε αισθητικά με τον ήχο αυτού του δίσκου. Οπότε έπρεπε να βρούμε έναν τρόπο να εμπεριέχεται στο εξώφυλλο, αλλά, παράλληλα, αυτό να συλλαμβάνει και αισθητικά το αποτέλεσμα της δουλειάς μας. Μετά από συζητήσεις σε zoom calls, αποφασίσαμε πως, για πρώτη φορά, θέλουμε να δείχνουμε τα πρόσωπα μας, αλλά χωρίς να αισθανόμαστε άβολα ή ότι ποζάρουμε.
Β.Ν: Σε επίπεδο αναφορών θέλαμε να μοιάζει και να παραπέμπει σε αμερικάνικες 1970s ταινίες, με μία πιο “κορεσμένη” φωτογραφία που θυμίζει εκείνη την εποχή και η αναλογική φωτογράφιση βοήθησε ως προς αυτό.
Γ.Ρ: Φυσικά για όλες αυτές τις διάσπαρτες αναφορές και τις ιδέες, είχαμε τη τύχη να έχουμε τον Evan Μαραγκουδάκη για να τις βάλει σε μία τάξη και να τις αποτυπώσει με τον φακό του.
Από ηχητικές επιρροές τι φέρατε στο νέο άλμπουμ;
Γ.Ρ: Γενικά υπάρχουν ποικίλες αναφορές ανά ομάδες τραγουδιών, αλλά αν θα έπρεπε να επιλέξω μία χρυσή τριάδα θα ήταν η post-glam περίοδος του David Bowie, ο Elton John και τα solo του John Lennon. Τα άκουγα εμμονικά όταν γράφαμε το δίσκο.
Η νέα σας δισκογραφική στέγη είναι η United We Fly. Γιατί πήρατε την απόφαση να αλλάξατε δισκογραφική; Και ποιες είναι οι εντυπώσεις σας από την παρουσία σας σε αυτή, μέχρι στιγμής;
Μ.Γ Δεν υπήρξε ακριβώς απόφαση να αλλάξουμε, γιατί με την Inner Ear είχαμε υπογράψει για έναν δίσκο, οπότε ήμασταν ελεύθεροι ουσιαστικά. Η United We Fly μέσα στην καραντίνα έκανε δυναμικές κινήσεις και συγκέντρωσε ένα ρόστερ καλλιτεχνών που μας αρέσει, οπότε θέλαμε να είμαστε και εμείς μέρος αυτής της ομάδας. Επίσης, η ομάδα της UWF αποτελείται από άτομα που είναι και μουσικοί, οπότε μπορούν να μοιραστούν τις αγωνίες και τις ανησυχίες μας, καθώς έχουν βρεθεί στη θέση μας, ενώ υπάρχει άνεση και σεβασμός, στοιχεία που είναι πολύ σημαντικά για εμάς.
Είστε από τις τυχερές μπάντες που είχε την ευκαιρία να δώσει μερικές συναυλίες στην covid εποχή. Πως ήταν αυτή η εμπειρία; Νιώσατε περίεργα που βλέπατε καθισμένο το κοινό λόγω των μέτρων;
Μ.Γ: Η αλήθεια είναι πως κάτι λείπει από τη συνολική εμπειρία, όμως νιώθουμε πολύ τυχεροί που ακόμη και σε αυτές τις συνθήκες καταφέραμε να παίξουμε live. Τώρα δεν ξέρω αν ο κόσμος περνάει πραγματικά καλά, καθώς υπάρχουν οι μάσκες, o περιορισμός της κίνησης κ.τ.λ.
Γ.Ρ: Είναι κάπως πρόβλημα την ώρα που παίζουμε γιατί δεν νιώθουμε την αλληλεπίδραση με το κοινό, αλλά είναι ακόμη πιο περίεργο όταν τελειώνει ένα κομμάτι και παρατηρούμε τις αντιδράσεις, όταν βλέπουμε πίσω από τις μάσκες και την αδυναμία της κίνησης να κρύβεται μία καταπιεσμένη ανάγκη για εκτόνωση και αποσυμπίεση. Την ίδια στιγμή είναι και συγκινητικό όλο αυτό γιατί ξέρουμε πως σύντομα θα τελειώσει και θα δώσουμε κανονικές συναυλίες.
Ζούμε σε μία εποχή που πολλές φορές στο επίκεντρο δεν βρίσκεται η μουσική αλλά όλα τα υπόλοιπα εκτός από αυτή (προώθηση, marketing, social κτλ). Που τοποθετούνται οι Whereswilder μέσα σε αυτήν την πραγματικότητα;
Γ.Ρ: Οι DYI Whereswilder του 2013 δεν ασχολούνταν καθόλου με την προώθηση, αλλά όσο ωριμάζεις και δημιουργείς μουσικό υλικό που σε οδηγεί σε μία άλλη κατεύθυνση, τόσο μεγαλύτερη σημασία αποκτά το θέμα της εικόνας και του μηνύματος που θέλεις να επικοινωνήσεις μέσω αυτής. Επομένως έχει σημασία που τοποθετείσαι μέσα σε αυτό το τοπίο, που μπορεί να σημαίνει 200 videos για την προώθηση της δουλειάς σου ή ένα που θα είναι αποτέλεσμα μιας πραγματικά σοβαρής, καλλιτεχνικής προσπάθειας.
Μ.Γ: Αυτό που συνέβη μέσα στην πανδημία είναι ότι υπήρξε μία ομογενοποίηση των καναλιών και των μέσων που χρησιμοποιούν οι μουσικοί για να προωθήσουν τα μηνύματα τους, εν απουσία της live εμπειρίας όπου ο καθένας τη βιώνει διαφορετικά. Εμείς νιώθουμε χρέος μας να βγάζουμε μία εικόνα που είναι αντιπροσωπευτική της μπάντας, έχοντας παράλληλα την επίγνωση πως ο χρήστης πλέον καταναλώνει όλην την πληροφορία γρήγορα και αβασάνιστα με ένα scroll.
Γ.Ρ: Αυτό που δεν μας αρέσει είναι να υπάρχει μόνο η εικόνα και όλο το υπόλοιπο να είναι ένα κενό. Να τρως δηλαδή μόνο το spam και η ουσία να απουσιάζει. Αυτό προσπαθήσαμε να αποφύγουμε. Μας αρέσει το ωραίο οπτικό υλικό και πάντα συνδέαμε τη μουσική με την εικόνα, αλλά δεν είχαμε βρει μέχρι και σήμερα τον τρόπο να το εξωτερικεύσουμε και να συνδέσουμε τον δικό μας ήχο μας με την εικόνα που είχαμε στο μυαλό μας.
Πως νιώθετε για την κατάσταση του ροκ σήμερα; Ζούμε σε μία εποχή που το hip-hop και πολλά παρακλάδια του κυριαρχούν. Πως είναι να είσαι μία ροκ μπάντα σήμερα; Πιστεύετε ότι έχει ακόμη εκτόπισμα και βαθμό επιρροής στην σύγχρονη μουσική πραγματικότητα;
Μ.Γ: Γενικά υπάρχει η άποψη πως το ροκ πάει να μετατραπεί σε ένα μουσειακό έκθεμα. Και η αλήθεια είναι πως μπάντες που ακούγαμε εμείς πριν 20 χρόνια και τις θεωρούμε φρέσκες, πλέον έχουν παλιώσει. Πόσο μάλλον το "παλιακό" ροκ. Εμείς, ως Whereswilder, είμαστε ανοιχτοί σε πολλά genres και ακούσματα, και είναι κάτι που το επιτάσσουν και οι εποχές αν θέλεις να εξελίσσεσαι. Αν αφήσεις το Spotify να παίζει μόνο του θα περάσουν από μπροστά σου όλα τα είδη μουσικής από όλες τις δεκαετίες. Οπότε πλέον η μουσική είναι μία και τα genres δεν έχουν τη σημασία που είχαν κάποτε ή μάλλον δεν γίνονται αντιληπτά με την ίδια έννοια.
Γ.Ρ: Αυτό που εννoούμε είναι πως, πλέον, μέσα στο χάος της πληροφορίας, αυτό που σε σταματάει σε μία Spotify λίστα δεν είναι τόσο το μουσικό είδος, όσο αν το κομμάτι είναι όντως ωραίο, είτε είναι hip-hop, είτε soul, είτε jazz, είτε ροκ. Επομένως μέσα σε αυτόν τον χαμό από αναβιώσεις, αυτό που σε διαχωρίζει δεν είναι το είδος της μουσικής που παίζεις, αλλά το ίδιο το κομμάτι. Επίσης, είναι χαρακτηριστικό πως τις προηγούμενες δεκαετίες υπήρχαν μουσικές τάσεις, οι οποίες μάλιστα εναντιώνονταν σε αυτές τη προηγούμενης δεκαετίας. Όταν όλο αυτό απενοχοποιήθηκε φτάσαμε στη σημερινή εποχή, η οποία είναι μία μίξη του "κρατάμε όλα τα ωραία πράγματα που έγιναν στο παρελθόν" και του "τα ζωντανεύουμε με έναν τρόπο που αναδεικνύει όλες αυτές τις αναφορές μας".
Α.Β: Άλλωστε, η μουσική πήγαινε στο μέλλον πάντα μέσω της τεχνολογικής εξέλιξης και των μέσων που χρησιμοποιούνταν για να παραχθεί.
Γ.Ρ: Επειδή όμως η τεχνολογική εξέλιξη πλέον έχει φτάσει σε ένα ταβάνι, ο κάθε μουσικός είναι ελεύθερος να επιλέξει από όποια ομάδα αναφορών επιθυμεί για να αντλήσει την ηχητική του ταυτότητα. Σήμερα υπάρχει δυνατότητα να χρησιμοποιηθούν όλα τα υλικά με έναν υβριδικό τρόπο. Η μουσική ανακύκλωση υπήρχε από πάντα, απλώς αυτό που άλλαζε ήταν τα διαθέσιμα τεχνικά μέσα και τα δεδομένα, οι τρόποι που θα μπορούσες να εκφράσεις αυτό που θες. Επομένως δεν είναι το ροκ που έχει παλιώσει, όσο η συζήτηση για το αν το έχει πεθάνει ή οχι.
Πιστεύετε οτι έχει κάνει καλό ή κακό η ψηφιακή κατανάλωση της μουσικής;
Β.Ν: Η μεγάλη διαφορά είναι οτι πλέον υπάρχει τεράστιος όγκος πληροφορίας. Μπορείς να ακούσεις όλη τη δισκογραφία του κόσμου ανά πάσα στιγμή. Και ταυτόχρονα, μπορεί να βρεθείς μέσα σε μία τέτοια πλατφόρμα και να βαρεθείς να ακούς τα ίδια και τα ίδια, το οποίο ακούγεται πολύ οξύμωρο, γιατί πλέον είναι σα να βάζουμε οι ίδιοι όρια και περιορισμούς στους εαυτού μας, και ενώ μπορούμε να ακούσουμε σχεδόν τα πάντα, καταλήγουμε με 15 δίσκους σε λούπα.
Μ.Γ: Γενικά, ο καθένας σήμερα πρέπει να είναι ο curator του εαυτού του. Και χρησιμοποιώ αυτή την έννοια γιατί αυτό που σου προτείνει η πλατφόρμα είναι μέρος μίας αλγοριθμικής διαδικασίας, την οποία, στην ουσία, τη ρυθμίζουν οι επιλογές του καθενός. Αυτό δε συνέβαινε στο παρελθόν, γιατί κάποτε είχε αξία τι θα αγοράσεις και υπήρχαν άνθρωποι που γνώριζαν περισσότερα, όπως ο πωλητής του Metropolis ή ο μουσικοκριτικός, που σε καθοδηγούσαν ανάλογα με τις αναφορές σου. Οπότε τώρα είναι πιο εύκολο να χαθείς μέσα στην πληροφορία και να καταλήξεις να ακούς τα ίδια και τα ίδια, γιατί απαιτείται προσπάθεια από τον ίδιο μας τον εαυτό για να ακούσουμε το κάτι παραπάνω. Προσωπικά μου αρέσουν πάρα πολύ οι ψηφιακές πλατφόρμες ως μέσο γιατί παρέχουν ακριβώς αυτήν τη δυνατότητα πρόσβασης σε απεριόριστη μουσική πληροφορία. Το μόνο που είναι μεμπτό για εμάς τους μουσικούς είναι πως οι πλατφόρμες έχουν μετατρέψει τα πάντα σε δεδομένα και έχουν αυτοματοποιήσει τη καλλιτεχνική δημιουργία.
Γ.Ρ: Εκεί βρίσκεται και η παγίδα αν είσαι μουσικός. Οτι μπορεί να χαθείς μέσα στην χαοτική πληροφορία και να μην μπορείς να εστιάσεις σε ένα συγκεκριμένο σύνολο αναφορών. Εμένα μου αρέσει να δημιουργώ αυτόν τον μικρόκοσμο και να ζω εμμονικά μέσα σε αυτόν για να μελετώ σε βάθος πως έκαναν τα πράγματα σε μία συγκεκριμένη, μουσική περίοδο ή ρεύμα.
Β.Ν: Ίσως λόγω αυτής της υπερπληροφόρησης η μουσική έχει χάσει κάπως το καλλιτεχνικό της στοιχείο και έχει μετατραπεί στο χαλί που παίζει στο background για να καλύπτει διαθέσεις και άλλες δραστηριότητες. Δεν υπάρχει πλέον η προσήλωση στη μουσική ακρόαση όπως κάποτε. Δεν καλύπτει πλέον τόσο τις υπαρξιακές και πνευματικές ανησυχίες του καθενός, δεν προκαλεί τη σκέψη, αλλά ικανοποιεί κυρίως ανάγκες ψυχαγωγίας.
Μ.Γ: Η hip-hop το κάνει αυτό πολύ περισσότερο σε σχέση με το ροκ σήμερα. Ή αυτοί που ξεχωρίζουν στην pop όπως η Billie Eilish που θα μιλήσουν για κάτι που απασχολεί όλο τον κόσμο και θα τον προβληματίσουν. Ο κόσμος πλέον δεν μασάει κουτόχορτο και μπορεί να ξεχωρίσει τη generic μουσική από αυτήν που έχει να πει κάτι ουσιαστικό. Εκεί φαίνεται η δύναμη του στίχου που ακόμη έχει νόημα σήμερα. Για μένα η Billie Eilish είναι η ροκ μπάντα της εποχής.
Νιώσατε ποτέ ασφάλεια ως μουσικοί και καλλιτέχνες εν καιρώ πανδημίας από την πολιτεία;
Γ.Ρ: Οι μουσικοί στην Ελλάδα - και πόσο μάλλον της δικιάς μας σκηνής - είναι τόσο σκληραγωγημένοι προ κορωνοϊού στις δυσκολίες του χώρου, που πραγματικά δεν είχαν καμία προσδοκία πως θα υπάρξει κάποια στήριξη. Ήταν περισσότερο μία επιβεβαίωση της αδιαφορίας που υπάρχει.
Β.Ν: Το αστείο είναι ότι ήμασταν οι πρώτοι που σταματήσαμε να δουλεύουμε και παράλληλα οι πιο δεκτικοί απέναντι στην κατάσταση, ενώ είμαστε οι τελευταίοι που θα ξεκινήσουμε να δουλεύουμε πάλι κανονικά. Υπάρχουν άπειρες δυσκολίες και εμπόδια για να παίξεις live και να κάνεις οτιδήποτε ως μπάντα κανονικά αυτήν τη στιγμή, οπότε πολλές απλώς το σταματούν πριν καν τολμήσουν να το ξεκινήσουν.
Γ.Ρ: Όταν ξεκίνησε η πανδημία και η ακύρωση συναυλιών, φεστιβάλ κ.τ.λ., όλες οι ομάδες πήγαν στον υφυπουργό για να ενημερώσουν για τα προβλήματα του κλάδου. Έπειτα βγήκε ανακοίνωση οτι χάρηκε που έμαθε τα προβλήματα και τις ανάγκες του χώρου. Είναι τόσο λυπηρό που δεν υπάρχει καν η γνώση στους αρμόδιους οτι η μουσική στην Ελλάδα δεν είναι ένας άνθρωπος που παίζει κιθάρα και τραγουδάει, αλλά μία ολόκληρη βιομηχανία από την οποία βιοπορίζονται χιλιάδες άνθρωποι, οι οποίοι δεν είναι καν μουσικοί. Ενώ ήδη είχαν ακυρώσει τα πάντα, ανακοίνωσαν πως μόλις έμαθαν για τα προβλήματα του κλάδου.
Μ.Γ: Οι άνθρωποι πραγματικά δεν ξέρουν γιατί δεν έχουν ενδιαφερθεί. Δεν έχει να κάνει με πολιτικές σκοπιμότητες, αλλά με παντελή, αγνή άγνοια επί του θέματος. Από την άλλη και εμείς από τη μεριά των μουσικών δεν έχουμε κάνει αρκετά για να τους δώσουμε να καταλάβουν τα πραγματικά προβλήματα που αντιμετωπίζει ο κλάδος, έτσι ώστε να μην είναι τόσο αδιάφοροι οι αρμόδιοι. Υπάρχει μία ανοργανωσιά και αυτό καταλήγει σε μία έλλειψη ευθύνης που διαιωνίζεται.
Πιστεύετε ότι μετά την πανδημία θα αλλάξει ο τρόπος που ακούμε και βιώνουμε τη μουσική;
Β.Ν: Θα πω το προφανές, αλλά πραγματικά πιστεύω οτι θα εκτιμηθούν διαφορετικά τα μικρά πράγματα, όπως το να μπορείς να οργανώσεις τις συναυλίες που θα πας ή να περιμένεις να δεις ξανά την αγαπημένη σου μπάντα. Ακόμη και η αναμονή για μία μπύρα σε ένα live.
Μ.Γ: Μπορεί αυτό το να “εκτιμάς κάθε μικρή στιγμή” να συμβεί όταν ξεχυθούμε όλοι, αλλά πολύ γρήγορα η ίδια η ζωή και η πραγματικότητα θα το περάσει στο background.
Γ.Ρ: Ίσως απλώς πρέπει να σκεφτούμε τι σημαίνει η μουσική για έναν άνθρωπο. Θα πρέπει να επαναπροσδιορίσουμε την αξία της μουσικής στη ζωή μας ανεξάρτητα από την πανδημία. Αν θέλουμε να είναι απλώς ο ήχος που κρύβει τη μηχανή του αυτοκινήτου ή αν είναι το soundtrack που ντύνει τη ζωή μας και το συνδέουμε με τις αναμνήσεις μας. Και ίσως η πανδημία να αποτελέσει μία καλή αφορμή γι’ αυτή την σκέψη.
Μετράτε πλέον σχεδόν 10 χρόνια ως ροκ μπάντα στην Ελλάδα. Περάσατε φάσεις μέσα σε αυτά τα χρόνια που βρεθήκατε κοντά στο να λυγίσετε; Τι συμβουλή θα δίνατε σε νέα παιδιά που πιάνουν τώρα το άθλημα;
Γ.Ρ: Ως προς το πρώτο, οι όροι πάνω στους οποίους φτιάχτηκε αυτή η μπάντα ήταν να υπάρχει απόλυτη ελευθερία έκφρασης. Το μοίρασμα γίνεται δια του 4 και κανείς δεν προσπαθεί να επιβάλει την άποψη του στον άλλον. Δεν ήρθε τυχαία όλο αυτό, γιατί είχαμε συνειδητοποιήσει μέσα από τη συνύπαρξη μας σε άλλες μπάντες πως λειτουργούμε μαζί και δεν βάζουμε τους εγωισμούς μας πάνω από το κοινό καλό και την ομάδα. Άρα αυτή η μπάντα δεν νομίζω οτι έχει κάτι να χάσει, όλη η ουσία βρίσκεται στο να κάνουμε ο ένας τον άλλον να γουστάρει που βρίσκεται σε αυτή. Ό,τι παραπάνω έρθει είναι τέλειο, αλλά η ουσία της είναι αυτή και αν την χάσουμε θα χαθεί και το νόημα να παίζουμε μαζί μοσυική.
Β.Ν: Νομίζω και η συμβουλή αυτή είναι, να βρεις άτομα που αλληλεπιδράς μαζί τους ελεύθερα, δεν καταπιέζεσαι και δίνεις/ παίρνεις πράγματα για να φτιάξεις μία μπάντα. Να βρίσκεις πάντα κάποιο ουσιώδη λόγο για να φτιάχνεις μουσική. Αλλιώς αργά ή γρήγορα θα χάσεις το νόημα να κάνεις το οτιδήποτε.
Γ.Ρ: Το δύσκολο είναι να διατηρείς τους λόγους για τους οποίους συνεχίζεις να παίζεις μουσική. Είναι εύκολο να χαθεί το νόημα. Μεταξύ μας, μας συνδέει μία αδελφική σχέση και μία φοβερή μουσική χημεία. Είμαστε όλοι ίσοι σε αυτή την μπάντα και fan o ο ένας του άλλου.
Τέλος, πείτε μου τα πλάνα σας για το μέλλον και πως σκοπεύετε να στηρίξετε τη νέα σας κυκλοφορία;
Γ.Ρ: Θέλουμε αρχικά να κυκλοφορήσει ο δίσκος. Έπειτα μέσα στον Νοέμβριο θα βγει το video του “Evolution” και μετά θα αρχίσουμε να παίζουμε live το δίσκο, εφόσον το επιτρέψουν οι συνθήκες.
Β.Ν: Επειδή δεν έχουμε παίξει καθόλου live τον δίσκο, έχουμε πολλή όρεξη να το κάνουμε και δεν έχουμε μπει ακόμη στη φάση να σκεφτόμαστε τον επόμενο. Ο κορεσμός επέρχεται από τις πολλές συναυλίες.
Γ.Ρ: Και για να επιστρέψω στην αρχή της συζήτησης, ο κύκλος ενός νέου δίσκου ξεκινά από το tour προώθησης του προηγούμενου. Θέλουμε λοιπόν να παίξουμε τον δίσκο, να δούμε που οδηγεί και μετά να πάμε στην επόμενη πίστα. Γιατί τα πράγματα είχαν παγώσει ακριβώς τη στιγμή που αρχίσαμε να το κάνουμε αυτό σε ένα άβολο σημείο. Ο φυσικός κύκλος του δίσκου θα ολοκληρωθεί μέσα στην περιοδεία. Εκεί γεννιούνται οι σκέψεις και οι συζητήσεις που μας οδηγούν για το πως θέλουμε τον επόμενο μας δίσκο. Κάτι τέτοιο συνέβη και στο Movement In Place ενώ περιοδεύαμε το Hotshot. Αλλιώς αν δεν έχεις αυτά τα ερεθίσματα από τον έξω κόσμο, δεν υπάρχει ο τρόπος να γράψεις μουσική.