Κυκλοφορεί στα τέλη του μήνα η δεύτερή σας δουλειά. Πόσο καιρό πήρε η υλοποίησή της;
Τα περισσότερα κομμάτια προέκυψαν στα κενά μεταξύ των λάιβ εμφανίσεων, αλλά αρκετές αρχικές ιδέες είχαν γραφτεί ακόμη νωρίτερα, ως αποτέλεσμα των πειραματισμών μας με διαφορετικές κλίμακες –εκτός των Δυτικών. Συνολικά η υλοποίηση του 2ου, άλμπουμ μαζί με τη δουλειά στο στούντιο, πήρε γύρω στα 2 χρόνια.
Μια πρώτη αίσθηση είναι ότι το Connect The Dots κινείται ελαφρώς πιο υπόγεια, σε σχέση με το ντεμπούτο Speaking Of Secrets. Θα συμφωνούσατε ότι, κατά μία έννοια, είναι λιγότερο ποπ; Ή ίσως είναι ποπ με λιγότερο ευθύ τρόπο…
Αυτό, κατά το μεγαλύτερο ποσοστό, θα το κρίνει ο δέκτης. Από τη μεριά μας, πάντως, στο καινούριο άλμπουμ επιλέξαμε κομμάτια που έχουν μία κοινή συνιστώσα: ξεμακραίνουν από την κλασική Δυτική ποπ δομή και τις αντίστοιχες κλίμακες. Κάτι τέτοιο, σε συνδυασμό με τους πιο σκοτεινούς στίχους, ίσως οδήγησε στο να ακούγονται τα κομμάτια πιο υπόγεια και ψυχεδελικά σε σχέση με εκείνα του πρώτου δίσκου. Αισθανόμαστε όμως ότι στο Connect The Dots ακούγεται μάλλον πιο καθαρά η εσωτερικότητα που υπήρχε και στον πρώτο δίσκο και η οποία είναι, έτσι κι αλλιώς, αναπόσπαστο κομμάτι των Playground Theory.
Η βασική διαφορά, δηλαδή, μεταξύ των δύο δίσκων βρίσκεται στις ιδέες καθ’ αυτές, όχι τόσο στη μεθοδολογία ή στην υλοποίησή τους, σωστά;
Τα πάντα ξεκινούν από την ιδέα, δηλαδή την πρώτη ύλη· και σίγουρα αυτή είναι που καθορίζει και τη μεταγενέστερη πορεία ενός κομματιού και κατ’ επέκταση και ολόκληρου του δίσκου. Η μεθοδολογία, δηλαδή ο τρόπος με τον οποίον θα μετατραπεί η πρωτόλεια ιδέα σε ένα ολοκληρωμένο τραγούδι, ουσιαστικά ενισχύει την αρχική ιδέα. Κατά συνέπεια, οι όποιες διαφορές εντοπίζονται μεταξύ των δύο δίσκων οφείλονται κατά βάση στη σύλληψη των αρχικών ιδεών. Όπως αναφέραμε, η βασική διαφορά εντοπίζεται στις κλίμακες και στη διεύρυνση ηχοχρωμάτων (αν και σίγουρα πολλά πήραν το κατάλληλο «σχήμα» στην παραγωγή του Γιώργου Πρινιωτάκη) και ρυθμών. Επίσης, αρκετά μέρη των νέων κομματιών προέκυψαν μέσα από τον αυτοσχεδιασμό πάνω στη βασική ιδέα, κάτι που μας έδωσε μια ελευθερία να κινηθούμε χωρίς να έχουμε ένα αυστηρά προκαθορισμένο αποτέλεσμα κατά νου.
Μεσολάβησαν, αυτά τα 2 χρόνια, ακούσματα που ίσως διεύρυναν ή άλλαξαν τους τρόπους της μουσικής σας σκέψης;
Οπωσδήποτε τα ακούσματα, τα οποία διαφέρουν για κάθε μέλος της μπάντας, καθορίζουν τον ήχο μας. Ωστόσο δεν ήταν τόσο τα καινούργια ακούσματά μας που συνέβαλαν, όσο ο τρόπος με τον οποίον αντιλαμβανόμαστε διαφορετικά μουσικά συστατικά σε κομμάτια που μας τράβηξαν όλο αυτό το διάστημα. Ταυτόχρονα, υπάρχει και μια εσωτερική ανάγκη να πορευτούμε σε λίγο διαφορετικότερους δρόμους από εκείνους στους οποίους είχαμε κινηθεί στο προηγούμενο άλμπουμ και να συνδυάσουμε Ανατολικά και Δυτικά στοιχεία στο ίδιο τραγούδι.
Πώς γράφονται τα τραγούδια; Είναι αποτέλεσμα μιας ιδέας κάποιου/ας από εσάς ή μια πιο συλλογική διαδικασία;
Συνήθως οι ιδέες έρχονται από τη Μάρσια και τον Δημήτρη, είτε σε «γυμνή» μορφή, είτε με μια απλή ενορχήστρωση. Αφού περάσουν κατόπιν από διάφορες εκδοχές και προσεγγίσεις –παικτικά, ηχητικά και αναφορικά με την ατμόσφαιρα που θέλουμε να βγάλει τελικά η καθεμιά– καταλήγουμε να τις «πειράζουμε» έως και το τελευταίο δευτερόλεπτο της ηχογράφησης.
Αν δεν κάνω λάθος, το τρίο του πρώτου δίσκου είναι πλέον κουαρτέτο. Πώς επέδρασε αυτή η αλλαγή;
Η προσθήκη του τέταρτου –βασικού πλέον– μέλους (Κώστας Επιτρόπουλος/κιθάρα) υπήρξε αναζωογονητική για τη μπάντα! Συνέβαλε καθοριστικά, όχι μόνο στον δημιουργικό τομέα (καινούργιες ιδέες στα κιθαριστικά μέρη των κομματιών, καινούργιες μελωδίες και καινούργιοι ήχοι), αλλά και σε διάφορα τεχνικά στοιχεία που αφορούν τόσο στο γκρουπ γενικότερα (ποιότητα ήχου, αρτιότερος ηχητικός εξοπλισμός), όσο και στην ηχογράφηση του νέου άλμπουμ. Βοήθησε επίσης και στον οργανωτικό τομέα (αναθεώρηση του τρόπου με τον οποίον δουλεύουμε στις πρόβες, αποτελεσματικότερη οριοθέτηση στόχων, διάφορα θέματα που άπτονται του τομέα του μάνατζμεντ, των δημοσίων σχέσεων και των οικονομικών).
Επίσης είναι ευκαιρία να αναφέρουμε ότι σε όλες τις συναυλίες μας τη μπάντα συμπληρώνουν κάποιοι φίλοι μουσικοί. Στην παρούσα φάση στο μπάσο μας συνοδεύει ο Λουκάς Γιαννακίτσας και στα bongos ο Γιώτης Πετρέλλης, ενώ στην παρουσίαση του άλμπουμ στο ΙΛΙΟΝ plus θα έχουμε κι έναν ακόμα φιλοξενούμενο, τον Ηλία Σωτηρίου, που θα παίξει μπουζούκι σε ένα κομμάτι.
Πώς σας προέκυψε αλήθεια η διασκευή του επτανησιακού “Τση Φυλακής”; Και πόσο δύσκολο ήταν να το φέρετε στα δικά σας μέτρα;
Το ακούσαμε από Ζακυνθινούς κανταδόρους πριν πέντε καλοκαίρια και κατευθείαν μας ήρθε η επιθυμία να το κάνουμε κάτι. Μας είχε κερδίσει η μελωδία του, οι στίχοι, ο ρυθμός που το οδηγεί, αλλά και το πόσο άμεσο και διαχρονικό ακουγόταν. Είπαμε τελικά να το παίξουμε σε μια πρόβα και ήταν σαν να το παίζαμε χρόνια. Παρεμπιπτόντως, το αυθεντικό κομμάτι έχει γραφτεί (ανά δίστιχο) από διάφορους κατάδικους στα Επτάνησα, την εποχή που αυτά βρίσκονταν υπό αγγλική κατοχή (σ.σ.: δηλαδή από τις αρχές του 19ου αιώνα μέχρι το 1864, όταν έγινε η ένωση των Επτανήσων με το ελληνικό βασίλειο).
Η διασκευή αυτή, το “Prison Song”, είναι και το μόνο ελληνόφωνο κομμάτι σας. Έχετε σκεφτεί ποτέ να αφήσετε τα αγγλικά και να αρχίσετε να γράφετε στα ελληνικά;
Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, το συγκεκριμένο τραγούδι μας είχε παρακινήσει το ενδιαφέρον συνολικά ως άκουσμα, ασχέτως του γεγονότος ότι είναι παραδοσιακό ελληνικό. Ωστόσο αυτό αποτελεί εξαίρεση. Οι περισσότερες επιρροές μας είναι από την αγγλόφωνη σκηνή, οπότε δύσκολα θα μπορούσε να συμβεί μια τέτοια μεταστροφή στον παρόντα χρόνο. Με τη μουσική, βέβαια, ποτέ δεν ξέρεις πού μπορεί να σε βγάλει.
Έχετε προγραμματισμένη την παρουσίαση του δίσκου στο ΙΛΙΟΝ Plus. Σας αγχώνουν τέτοιες περιστάσεις;
Πάντα υπάρχει μια μικρή δόση άγχους, λαμβάνοντας υπόψιν και τους αστάθμητους παράγοντες που υπάρχουν σε κάποιο ποσοστό σε όλα τα «πρώτα» λάιβ. Σε κάθε περίπτωση, προσπαθούμε να στήνουμε κάθε μας εμφάνιση με γνώμονα την ευελιξία, ώστε να αποδίδεται το υλικό μας με τον αρτιότερο δυνατό τρόπο.
Υπάρχουν άλλα σχέδια για το άμεσο μέλλον;
Προς το παρόν και για όσο κρατάει η τρέχουσα σεζόν, υπάρχει το promo του Connect The Dots, με επιλεγμένα λάιβ, εντός και εκτός Αθηνών.
{youtube}jqoXLX-97e8{/youtube}