Για κάποιους, η Θεσσαλονίκη είναι η Ιερουσαλήμ των Βαλκανίων, για τον Βρετανό ιστορικό Mark Mazower είναι η Πόλη των Φαντασμάτων. Μια πόλη στην οποία, μόλις πριν από έναν αιώνα, χρειαζόσουν 5-6 γλώσσες για να συνεννοηθείς στη βασική σου καθημερινότητα: εβραϊκά, τούρκικα, ελληνικά, σλάβικα, γαλλικά, αρμένικα… Παρ' όλα αυτά, δεν ήταν πύργος της Βαβέλ, άλλα ένα πολύχρωμο μωσαϊκό –μια σύνθεση από διαφορετικές γλώσσες, θρησκείες, κουλτούρες, αρώματα και μουσικές. Με την «απελευθέρωση» τον Οκτώβρη του 1912, τα πράγματα αρχίζουν να ομαλοποιούνται ραγδαίως.
Εκείνη τη Θεσσαλονίκη αφουγκράζεται και τραγουδά η Σαβίνα Γιαννάτου στον δίσκο που κυκλοφόρησε στην ECM πριν από λίγες μόλις εβδομάδες. Μαζί της, βεβαίως, οι Primavera En Salonico, η πληθωρική ορχήστρα που κατά ένα μεγάλο ποσοστό ζει στη Θεσσαλονίκη και αποτελείται από τους: Κώστα Βόμβολο (κανονάκι, ακορντεόν), Γιάννη Αλεξανδρή (ούτι, κιθάρα), Κυριάκο Γκουβέντα (βιολί), Χάρη Λαμπράκη (νέι), Μιχάλη Σιγανίδη (κοντραμπάσο) & Κώστα Θεοδώρου (κρουστά). Τις προάλλες έδωσαν δύο συναυλίες σε Θεσσαλονίκη και Αθήνα –για τη δεύτερη, περισσότερα εδώ– ήταν να φύγουν και για περιοδεία «στας Ευρώπας», ενώ τη Μεγάλη Δευτέρα 6 Απριλίου παρουσιάζουν τις "Παναγιές του Κόσμου" στο Μέγαρο Μουσικής.
Με όλα αυτά ως αφορμές και όντας εκ των προτέρων σίγουροι για την εμβρίθεια της γενικής προσέγγισης, αναζητήσαμε τη Σαβίνα Γιαννάτου για μια κουβέντα…
Η όψη της Θεσσαλονίκης με την οποία καταπιάνεστε στον νέο σας δίσκο, μοιάζει να «κουμπώνει» θαυμάσια με τον γνήσιο κοσμοπολιτισμό της προσέγγισης των Primavera En Salonico –σε βαθμό που να αναρωτιέται κανείς γιατί σας πήρε τόσα χρόνια να φθάσετε στην ιδέα...
Πράγματι, νομίζω πως κάθε φορά σκεφτόμαστε πιο πολύ τη μουσική παρά το θέμα… Μια άλλη εξήγηση είναι πως, όταν κάτι είναι προφανές, δεν το σκέφτεσαι. Επίσης δεν είμαστε τόσο καλοί στο να βρίσκουμε θέματα. Όσες φορές είχαμε θέμα, είτε είχε προκύψει από ανάγκη ή ήταν παραγγελία –αναφέρομαι κυρίως στην Άνοιξη Στη Σαλονίκη και στα Τραγούδια Της Μεσογείου. Σκεφτόμασταν συνήθως μουσικά και όχι κοινωνικά.
Η επιλογή των τραγουδιών, με τι κριτήρια έγινε;
Κατ' αρχάς έπρεπε να έχουν σχέση με το θέμα, με τη Θεσσαλονίκη. Είτε να αναφέρονται σ' εκείνη, είτε να αφορούν τους κατοίκους της. Για παράδειγμα, το ποντιακό (”Την Πατρίδα Mου Έχασα”) δεν μιλάει για τη Θεσσαλονίκη, αλλά για την πατρίδα που έχασαν οι Πόντιοι πρόσφυγες της πόλης. Το ότι αυτό το τραγούδι αφορά μία μερίδα του πληθυσμού της, το κάνει αυτόματα «τραγούδι της Θεσσαλονίκης» για εμάς. Το άλλο κριτήριο είναι βέβαια το μουσικό, αν μας άρεσε μια μελωδία ή ένας ρυθμός.
Υπήρχε ενιαία προσέγγιση στην αντιμετώπιση των τραγουδιών, λ.χ. στο πόσο κοντά ή μακριά θα σταθείτε από την αρχική τους μορφή; Ή αφήσατε, μ’ έναν τρόπο, κάθε τραγούδι να «επιβάλλει» εκείνο τον δικό του κώδικα;
Ακριβώς αυτό το τελευταίο. Κάθε τραγούδι σου υποβάλλει πώς θα το μεταχειριστείς. Τα τούρκικα, για παράδειγμα, έμειναν σχεδόν ανέπαφα· στο “Γελεκάκι”, αντιθέτως, αλλάχτηκε όλη η συνοδεία του κουπλέ. Έτσι λειτουργούμε πάντα σε σχέση με τα τραγούδια τα οποία διαλέγουμε· δεν υπάρχει κανόνας για το τι αλλάζεις και τι όχι.
Έχοντας μεγαλώσει στη σύγχρονη Θεσσαλονίκη, αισθάνομαι ότι το παρελθόν για το οποίο συζητούμε δεν είναι αυτό που σου φανερώνεται· πρέπει εσύ να το ψάξεις, πίσω από τη σκιά του Μεγαλέξανδρου και του Αγίου Δημητρίου. Υπάρχουν στοιχεία στη σημερινή πόλη που να σας αποκαλύπτουν ψήγματα εκείνου του –πρόσφατου κατά τ’ άλλα– παρελθόντος;
Και για μένα που γεννήθηκα πολύ νωρίτερα από σας, αυτό το παρελθόν μου ήταν τελείως άγνωστο. Δεν κατάγομαι βέβαια και από τη βόρεια Ελλάδα. Η πρώτη φορά που έμαθα κάτι διαφορετικό για το παρελθόν της πόλης ήταν μέσω των ισπανοεβραϊκών (σ.σ.: σεφαραδίτικων) τραγουδιών της Θεσσαλονίκης κι αυτό έγινε το 1993, όταν ήρθα σε επαφή μ' αυτό το υλικό. Πάντως ανακαλύπτει κανείς τις γωνιές αυτές, όταν ήδη έχει ενημερωθεί κι ασχοληθεί. Τότε τις βλέπει. Έτσι νομίζω.
Τραγουδάτε σε όλες εκείνες τις γλώσσες, υποθέτω δίχως να τις γνωρίζετε απταίστως. Η ερώτηση έχει να κάνει με το πώς προσεγγίζετε τέτοιες «άγνωστες» γλώσσες· στηρίζεστε περισσότερο σε έρευνα ή στη διαίσθηση;
Όχι απταίστως, δεν τις γνωρίζω καθόλου! Είναι αδύνατον κάποιος να ξέρει διαλέκτους τόσων γλωσσών. Βρίσκω ανθρώπους που τις μιλούν και μου λένε την προφορά. Τους μαγνητοφωνώ συνήθως, αλλιώς είναι σχεδόν αδύνατον να μιμηθώ την προφορά. Και κάθε φορά ελπίζω ότι αυτά που μου λένε είναι σωστά! Εκ των υστέρων, καμιά φορά ανακαλύπτω και κανένα λάθος, αλλά…
Συμμετείχατε πριν από 2,5 χρόνια και στην υπέροχη δουλειά του Günter Sommer για το Κομμένο. Πόση διαφορά κάνει η διαφορετική πρόθεση στους τίτλους των δύο δίσκων (Songs For Kommeno και Songs Of Thessaloniki);
Το Songs For Kommeno περιλαμβάνει τραγούδια που φτιάχτηκαν για το Κομμένο. Το Songs Of Thessaloniki περιλαμβάνει τραγούδια από την πόλη. Τραγούδια, δηλαδή, που κάποιοι άλλοι έφτιαξαν για την πόλη, όχι εμείς· τραγούδια που ίσως τραγουδιόντουσαν στη Θεσσαλονίκη ίσως και όχι, αλλά με κάποιον τρόπο την αφορούν. Τα αρμένικα, για παράδειγμα, είναι απλώς ερωτικά τραγούδια. Τα διαλέξαμε όμως γιατί υπήρχαν Αρμένιοι στην πόλη (σ.σ.: και, απ’ όσο ξέρω, υπάρχουν), τα τραγούδια αυτά είναι άλλωστε αρκετά παλιά και γνωστά. Το “Γελεκάκι” το τραγουδούσαν σε όλη την Ελλάδα, επειδή όμως υπάρχει και στα ισπανοεβραϊκά το συμπεριλάβαμε, επειδή Ισπανοεβραίοι υπήρχαν κυρίως στη Θεσσαλονίκη.
Πώς τελικά μπορεί η μουσική να συνυπάρξει με την Ιστορία, να γίνει φορέας της ιστορικής μνήμης;
Αυτό ακριβώς σκεφτόμουν κι εγώ στις πρόσφατες συναυλίες που κάναμε στη Θεσσαλονίκη και στην Αθήνα. Τα τραγούδια είναι κι αυτά μια μαρτυρία για το τι έχει υπάρξει και πώς. Το ότι τραγουδήθηκε η πυρκαγιά του 1917 στα ισπανοεβραϊκά, ας πούμε. Ή για το πώς οι άνθρωποι έβλεπαν κάποια γεγονότα· πώς ζούσαν, με τι συνήθειες, με ποιες αξίες… Το έχω αισθανθεί κυρίως με τα σεφαραδίτικα της Θεσσαλονίκης: το αγοράκι που πρέπει να γίνει γιατρός, η κόρη που πρέπει γρήγορα να παντρευτεί… Στον δίσκο η μάνα είναι τόσο παρούσα… Στο βουλγάρικο, στο σλαβομακεδονικό, στο σεφαραδίτικο τραγούδι…
Είναι ο αυτοσχεδιασμός ένα μέσο «ενσωμάτωσης» αυτής της μνήμης; Τον χρησιμοποιήσατε στην προσέγγισή σας για τα τραγούδια της Θεσσαλονίκης;
Εγώ δεν αυτοσχεδίασα σχεδόν καθόλου. Αντίθετα οι μουσικοί αυτοσχεδιάζουν αρκετά σ' αυτόν τον δίσκο. Ευτυχώς, δηλαδή! Ένα μέρος της ενορχήστρωσης βγήκε έτσι, στο στούντιο, στο “Γελεκάκι”, στο “Γεντί Κουλέ”, στο “Σαλόνικα”, στο “Dimo Is Solun Hodeshe”. Πάντως ναι, θα μπορούσε κανείς να πει ότι ο μουσικός ενσωματώνει έτσι τη μνήμη. Ότι κάνει δικό του ένα παρελθόν που δεν του ανήκει, αφήνοντας τον εαυτό του να εκφραστεί συνειρμικά ανάλογα με το τραγούδι.
Για εσάς ο αυτοσχεδιασμός αντιπροσωπεύει ένα σημαντικό κομμάτι των δραστηριοτήτων σας. Πόσο κοντά ή/και μακριά βρίσκεται μια συνεργασία λ.χ. με τον Barry Guy ή τον Φλώρο Φλωρίδη συγκριτικά, ας πούμε, με την ενασχόλησή σας με την παλαιά μουσική;
Πολύ μακριά. Πάρα πολύ μακριά! Είναι άλλοι κόσμοι τελείως η free jazz και η Παλαιά Μουσική. Ο λόγος που ασχολήθηκα με τον ελεύθερο αυτοσχεδιασμό είναι για να απελευθερωθώ από τη φόρμα, από τη μελωδία, από την όποια σύνθεση πρέπει να ερμηνευτεί επί σκηνής με συγκεκριμένους κανόνες και οδηγίες ερμηνευτικές. Την Παλαιά Μουσική τη θαυμάζω και με γοητεύει, αλλά δεν την κατέχω σε τέτοιο βαθμό ώστε να αισθανθώ την απελευθέρωση που θα επιθυμούσα ερμηνεύοντάς την. Εκτός από κάποια μεσαιωνικά κομμάτια.
Στην Παλαιά όπως και στην κλασική μουσική η ακρίβεια είναι πάρα πολύ σημαντική. Όλα είναι προκαθορισμένα. Ο όποιος αυτοσχεδιασμός, στα πλαίσιά της, έχει επίσης αυστηρούς κανόνες. Στη free jazz είναι το απρόβλεπτο και το τυχαίο που παίζουν τεράστιο ρόλο και καθορίζουν το κομμάτι το οποίο φτιάχνεται τελικά επί σκηνής: όλα μπορούν να αλλάξουν ανά πάσα στιγμή, ανάλογα με τον ή τους συμπαίκτες. Αυτό το έχω μάθει και το έχω υποστηρίξει. Στον αυτοσχεδιασμό είμαι στα νερά μου. Εκεί μπορώ να πω ότι παίζω, με την έννοια του παιχνιδιού.
Οι Primavera έχουν πλέον μια υπερδεκαετή ιστορία. Πώς θα λέγατε ότι έχετε εξελιχθεί ως συγκρότημα μέσα σ’ αυτά τα χρόνια; Όντας μουσικοί με διαφορετικές προσλαμβάνουσες, υπάρχει κάποιου είδους ενοποιητικό στοιχείο, το οποίο να συνέχει τις εν λόγω προσλαμβάνουσες;
Προφανώς υπάρχει, αλλά δεν είμαι πολύ καλή σε τέτοιες αναλύσεις, δυστυχώς. Προφανώς υπήρχε από όλους η διάθεση να προχωρήσουμε και λειτουργήσαμε συμπληρωματικά μεταξύ μας. Υπάρχει αλληλοεκτίμηση, σίγουρα. Είναι σημαντικό όταν κάποιος παίζει μουσική να μην αισθάνεται ότι κρίνεται, αλλά ότι μοιράζεται ισότιμα τον χρόνο και την έμπνευση με τους υπόλοιπους. Ο καθένας δίνει κάτι σημαντικό στη μουσική την οποία παίζουμε, το ξέρει και το μοιράζεται.
Τι άλλα σχέδια υπάρχουν για το μέλλον, δικά σας ή με τους Primavera;
Με τους Primavera θα εμφανιστούμε τη Μεγάλη Δευτέρα, 6 Απριλίου, στο Μέγαρο Μουσική, με τις "Παναγιές του Κόσμου" –ένα πρόγραμμα βασισμένο σε παραδοσιακά τραγούδια και ύμνους από κοντινούς (Ελλάδα, Κύπρος, Αρμενία, Κορσινή, Σαρδηνία) και μακρινούς (Λατινική Αμερική, Καραϊβική, Αφρική) τόπους της χριστιανοσύνης, αφιερωμένο στην Παναγία. Στο μέλλον υπάρχουν κάποιες συναυλίες με τον Barry Guy, αλλά και με τα Τραγούδια Για Το Κομμένο.
φωτογραφίες: Alex Kat
{youtube}YfSpGGJHwCs{/youtube}