Επισκέφθηκα τη Λένα Πλάτωνος λόγω της έκδοσης του μουσικού ενθέτου της Αυγής "Κόκκινη Καρφίτσα" –τίτλος εμπνευσμένος από στίχο του "Τι Νέα Ψιψίνα;". Αναπόφευκτα, καθώς οι διηγήσεις του παρελθόντος μπλέκονταν με το παρόν και με τα πλούσια σχέδιά της για το μέλλον, η συζήτησή μας τράβηξε σε μάκρος, επεκτεινόμενη μάλιστα και σε ζητήματα πέραν της μουσικής δημιουργίας. Ως αποτέλεσμα, βγήκε μια συνέντευξη πολύ μεγαλύτερη από τις ανάγκες της Κόκκινης Καρφίτσας, το αδημοσίευτο μέρος της οποίας φιλοξενείται τώρα εδώ (μαζί με ένα αναγκαίο για τη ροή της συζήτησης τμήμα του ήδη δημοσιευμένου κειμένου). Αφορμή, η πρόσφατη δισκογραφική επιστροφή της συνθέτριας, με το άλμπουμ Ιερός Πόνος, σε ποίηση του Γιώργου Χρονά...
Βλέπω κρατάτε την τηλεόρασή σας ανοιχτή. Και στο "Τι Νέα Ψιψίνα;" με τηλεόραση ξεκινάτε: «Σήμερα η τηλεόραση προέβλεψε ανέμους ασθενείς»...
Την ανοίγω συχνά, αλλά την αφήνω να παίζει χωρίς φωνή. Τη μεταχειρίζομαι σαν ένα οπτικό χαλί. Βάζω συνήθως κάτι όμορφο να φαίνεται –να, τώρα ας πούμε είχα κάτι ωραία τοπία και καταρράκτες. Μ' αρέσει να πέφτει το μάτι μου καθώς γράφω στίχους ή ημερολόγια. Γράφω πολύ με το χέρι και μετά τα περνάω στον υπολογιστή. Θέλω να περνάει από το σώμα μου, να φαίνεται ο γραφικός μου χαρακτήρας. Μ' αρέσει αυτό.
Ξέρετε τι λένε, ότι οι νέοι άνθρωποι μετά τον υπολογιστή έχασαν τον γραφικό τους χαρακτήρα...
Δεν έχασαν μόνο τον γραφικό τους χαρακτήρα. Έχουν χάσει και τον χαρακτήρα τους... Το Facebook, για παράδειγμα. Δεν είναι πλησίασμα του άλλου. Είναι μια πόζα, η οποία έφτασε στο όριο της αυτοφωτογράφησης, το λεγόμενο «selfie». Βρήκα καταπληκτική τη γελοιογραφία που απεικονίζει το τέλος του κόσμου να έρχεται και κάποιους να το φωτογραφίζουν. Σε τέτοιο σημείο απόστασης φτάσαμε από τα πράγματα. Δεν είναι αυτό μια τεράστια αλλοτρίωση;
Όμως έχουν αλλάξει και οι σχέσεις, γενικότερα. Υπάρχει πια μια φοβία της απόρριψης και έτσι την έχουν δει όλοι με το σεξ. Φοβούνται οι άνθρωποι να αφήσουν τον πραγματικό τους εαυτό να αγγίξει τον άλλον, να φτάσουν δηλαδή στην ουσιαστική συνάντηση. Οπότε περιορίζονται στη συνεύρεση. Είναι ένα από τα πολύ σύγχρονα προβλήματα. Νομίζω ότι φταίνε κυρίως οι σχέσεις των σημερινών παιδιών με τις μητέρες τους. Οι μαμάδες δηλαδή, ενώ έκαναν πιο εύκολα και πιο ελεύθερα σχέσεις με τους μπαμπάδες –συγκριτικά πάντα με παλιότερα χρόνια– κάπως με τα παιδιά τους δεν τα κατάφεραν καλά σε αυτό το θέμα. Για διάφορους λόγους, τα παιδιά την έχουν χάσει τη μάνα· ίσως γιατί πια έγινε κι εκείνη εργαζόμενη; Κι έτσι τους δημιουργείται μια φοβία απέναντι στις σχέσεις. Ισχύει και για τα αγόρια και για τα κορίτσια το ίδιο, γιατί τη σχέση τη μαθαίνεις από τη μάνα.
Είστε βλέπω πλήρως ενημερωμένη! Κι έχετε και Facebook, που το τρέχετε η ίδια...
Και Facebook έχω και ίντερνετ και μ' αρέσει να κάνω διαδρομές μέσα σε αυτό. Η δουλειά μου δεν θα είχε καμία αξία εάν δεν ήμουν ενημερωμένη. Και δεν εννοώ μόνο τη μουσική με κάτι τέτοιο, εννοώ και τους στίχους τους οποίους γράφω.
Οι δικοί σας έρωτες, οι δικές σας σχέσεις, έχουν υποθέτω παίξει ρόλο στη δισκογραφία σας...
Ναι, έχουν παίξει. Αλλά δεν είναι πάντα εμφανές. Το "Μπλε" ας πούμε, από τις Μάσκες Ηλίου, είναι γραμμένο για κάποιον έρωτα, ενώ και το "Lego" μιλάει ανοιχτά για το θέμα. Ο "Μάρκος" του Γκάλοπ είναι όμως μια «υπόγεια» υπόθεση: γράφτηκε μεν πράγματι για ένα σκυλί που το λέγανε Μάρκο –είναι πράγματι η ιστορία του– όμως την εποχή που το έφτιαξα είχα απορριφθεί κι από έναν έρωτα κι έκανα και μια ταύτιση του εαυτού μου με τον Μάρκο. Διάλεξα να το περάσω έτσι.
Παρά την αλλοτρίωση που καταγράφετε, θα έχετε φαντάζομαι παρατηρήσει ότι υπάρχει πολύς νέος κόσμος που σας ακούει. Παιδιά που ανακάλυψαν τους δίσκους σας, χωρίς να τους έχουν ζήσει στην εποχή κατά την οποία εκδόθηκαν...
Το έχω παρατηρήσει, ασφαλώς. Συμβαίνει γιατί δεν απευθύνθηκα μόνο στην εποχή μου. Υπάρχει και μία διαίσθηση ξέρεις στα γραπτά μου· συχνά μου λένε ότι προείπα πράγματα τα οποία έγιναν 30 χρόνια μετά. Μ' αρέσει βέβαια κι εμένα πολύ να μελλοντολογώ. Στάλθηκε λοιπόν ένα μήνυμα προς τις επόμενες γενιές, το οποίο φαίνεται ελήφθη. Τους «μιλάει» η μουσική μου.
Στα δικά σας νιάτα ζήσατε στη Βιέννη, ζήσατε στο Βερολίνο, κι όμως αποφασίσατε να επιστρέψετε στην Ελλάδα –και μάλιστα σε δύσκολες εποχές, μία επί Χούντας και τελικά επί Μεταπολίτευσης. Γιατί;
Γιατί λατρεύω την Ελλάδα. Τη λάτρευα τότε και τη λατρεύω και τώρα, στα χειρότερά της. Δεν την αλλάζω. Επίσης, δεν υπήρχε περίπτωση να μείνω μόνιμα σε γερμανόφωνα κράτη. Μην ξεχνάς ότι το Βερολίνο της δεκαετίας του 1970 δεν είναι το σημερινό, ενιαίο και κοσμοπολίτικο Βερολίνο. Τότε ήταν Δυτικό και Ανατολικό Βερολίνο, μια πολύ διαφορετική κατάσταση.
Ο πατέρας σας, ο Γεώργιος Πλάτων, ήταν επίσης συνθέτης κι έμεινε στη μουσική μας ιστορία ως ο πρώτος πιανίστας της Λυρικής Σκηνής. Τι αποτύπωμα νιώθετε πως σας άφησε, σε καλλιτεχνικό επίπεδο μιλώντας;
Χάρη στον πατέρα μου, μεγάλωσα μέσα στη μουσική. Μεγάλωσα εντελώς ελεύθερη και ελεύθερα. Βαριόμουν τις νότες και δεν με πίεσε προς αυτήν την κατεύθυνση, με άφηνε να παίζω με το αυτί. Με έβαζε δίπλα του στο πιάνο, από όταν ήμουν πολύ μικρή, και έπαιζε ενώ παράλληλα έφτιαχνε διάφορες φανταστικές ιστορίες –εντελώς αυτοσχεδιαστικά κι ανάλογα με τη συναισθηματική ένταση της στιγμής. Χρειαζόταν καλύτερο σχολείο; Αργότερα, παρακολουθούσα τα μαθήματα πιάνου που παρέδιδε και διόρθωνα τις μαθήτριές του: «λάθος Μαρίνα! Παίξε εκείνη τη νότα!». Είναι μια πολύ έντονη ανάμνηση.
Στα 11 πια, το 1963, όταν πήρα το πρώτο βραβείο στον διαγωνισμό Καίτης Παπαϊωάννου, μου έμαθε το πρόγραμμα απ' έξω: μου το έπαιζε δηλαδή στο πιάνο κι εγώ μιμόμουν τις φράσεις τις οποίες άκουγα και τις κολλούσα. Κι έβγαινε ολόκληρη φούγκα του Μπαχ, ας πούμε! Τι βρίσιμο έφαγε τότε από τον Μενέλαο τον Παλλάντιο –με το γάντι, βέβαια: «η Πλάτωνος, που ήρθε εδώ και δεν ξέρει νότες!». Ήταν ένα θέμα τα θεωρητικά. Μπήκα να καταλάβεις στο Ωδείο Αθηνών κατευθείαν στους προχωρημένους, αλλά για να παρακολουθήσω χρειαζόμουν και τα θεωρητικά. Έκατσε ο πατέρας μου λοιπόν ένα καλοκαίρι και μου έμαθε τα πάντα. Κουράστηκα πολύ τότε, έπαθα υπερκόπωση. Αλλά εντάξει...
(παρούσα στη συνέντευξη, ως επισκέπτρια, η σπουδαία πιανίστρια Ντόρα Μπακοπούλου, παλιά φίλη της Πλάτωνος, συμπληρώνει την ιστορία για τον Παλλάντιο): η Λένα έφτιαχνε πολύ ελεύθερα τα θέματα της αρμονίας και της έλεγε ο Παλλάντιος: «Πλάαατωνος, πού τα πήγες εκεί ψηλά τα θέματά σου; Για τα πουλάκια γράφεις, για τα πουλάκια;» (γέλια)
Τώρα που είπατε για τον πατέρα σας και τις ιστορίες που κατασκεύαζε, σκέφτηκα ότι σας έχουν ρωτήσει πολλές φορές για τους σπουδαίους σας δίσκους, αλλά ελάχιστες για τα άλμπουμ με τα παιδικά τραγούδια: την Ηχώ Και Τα Λάθη Της (1985) και το Αηδόνι Του Αυτοκράτορα (1989)...
Δεν έγιναν ευρέως γνωστοί αυτοί οι δίσκοι... Το Αηδόνι Του Αυτοκράτορα ειδικά είναι θαύμα και τραγουδούν και σπουδαίοι τραγουδιστές εκεί. Ο συγχωρεμένος ο Φραγκίσκος Βουτσίνος, για παράδειγμα, που κάνει τον Θάνατο. Πω πω, τι συνεργασία ήταν κι εκείνη... Αλλά κι ο Σπύρος ο Σακκάς, ο Άρης ο Χριστοφέλλης. Ήταν μάλιστα ιδέα του Άρη, μου είχε πει θέλω να κάνεις το Αηδόνι Του Αυτοκράτορα του Χανς-Κρίστιαν Άντερσεν και να κάνω εγώ το Αηδόνι. Είχαμε συζητήσει τότε και με μερικούς σκηνοθέτες να το ανεβάζαμε, δεν θυμάμαι πια γιατί δεν το κάναμε.
Η Ηχώ Και Τα Λάθη Της, πάλι, ήταν μια εργασία με την Άννα τη Μαργαριτοπούλου, η οποία μου έφερε τις μεταφράσεις της στα ποιήματα του Τζιάνι Ροντάρι, από τα ιταλικά στα ελληνικά. Είχε κάνει πολύ ωραία διασκευή, εγώ επίσης είχα δουλέψει ήδη Ροντάρι, καθώς έβαζα μουσικές επενδύσεις στα Παραμύθια Απ' Το Τηλέφωνο στο ραδιόφωνο. Οπότε προχωρήσαμε σε δίσκο με πολύ κέφι, και βγήκε από τον Σείριο του Μάνου Χατζιδάκι, ο οποίος ήταν πάντα ανοιχτός προς εμένα: «θα κάνω δίσκο κύριε Χατζιδάκι», του έλεγα απλά, και ήταν πάντα πρόθυμος.
«κύριε Χατζιδάκι» λέγατε εσείς, που τον γνωρίζατε καλά και τόσο σας εκτιμούσε. Σήμερα όμως παρατηρείται το φαινόμενο άνθρωποι που δεν είχαν καμία σχέση μαζί του να γράφουν με ευκολία «ο Μάνος» και «ο Μάνος»...
Ε, διαφθορά... Παραφθορά... Και ό,τι έχει να κάνει με τη φθορά. Για να πάρουν από τη δόξα του. Μια λογική ότι, αν μιλάω για τον Χατζιδάκι, λίγος Χατζιδάκις είμαι κι εγώ. Εμένα που με ονόμασε μουσικό απόγονό του, τη συνέχειά του –και μάλιστα δημόσια, ενώπιον της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών– και τον ένιωθα δεύτερο πατέρα μου, δεν διανοήθηκα ποτέ να τον πω «Μάνο».
Στον πατέρα σας, αλήθεια, άρεσαν τα ηλεκτρονικά σας;
Α, ναι! Μέσω εμού, ξεπέρασε ένα εμπόδιο που είχε σαν άνθρωπος απέναντι στις νεωτεριστικές αντιμετωπίσεις. «Μα, εσένα είναι μουσικά!» μου έλεγε. Βέβαια μουσικά είναι πατέρα μου, του απαντούσα. Και τα πόδια σου να χτυπάς στο πάτωμα και ξύλα να χτυπάς και ντενεκέδες να κοπανάς, εάν είναι ενταγμένα στην αρμονία και τα φτιάξεις και ωραία, είναι μουσική.
Jean-Michel Jarre ή Mike Oldfield; Ποιον αγαπούσατε πιο πολύ όταν ξεκινούσατε τη δική σας πορεία;
Τον Jean-Michel Jarre. Αγαπούσα όμως πολύ και πιο ροκ καλλιτέχνες. Τους Led Zeppelin, τους Jethro Tull, τους Pink Floyd, αργότερα τον Sting και τη Laurie Anderson... Και πιο μετά τους Massive Attack –αυτοί μου αρέσουν πάρα πολύ, τους έχω νάμπερ ουάν– τους Portishead, αλλά και τους Madrugada.
Και σήμερα, τι ακούτε;
Μου αρέσει η Jocelyn Pook, η Imogen Heap, η Angie Garbarek: είναι του Jan Garbarek η κόρη, αλλά βρίσκεται στο είδος το δικό μου· ηλεκτρονική τροβαδούρος, τα λέει η ίδια και γράφει και τους στίχους. Από δικούς μας, βρίσκω καλούς τους Universal Trilogy, την Έλσα Μωϋσιάδου –καταπληκτικό αρμονικό αυτί, τραγουδάει κιόλας, φτιάχνει μια δική της τζαζ– τη Σίσσυ Μακροπούλου που ζει στο Βερολίνο κι έχει τους Sissi Rada, τη Σοφία Πίχα από τη Θεσσαλονίκη.
Μ' αρέσουν πολύ ορισμένα «δίπολα» που σχηματίζονται στη δισκογραφία σας. Ένα, ας πούμε, είναι η τρέλα και η ανεμελιά του Σαμποτάζ με τη θλίψη του Καρυωτάκη...
Είμαι πολυ-πολική. Τα εμπεριέχω και τα δύο. Βαριέμαι να στέκομαι σε ένα είδος. Ευτυχώς, από ότι λένε οι απέξω, υπάρχει η διακριτή μου προσωπικότητα σε όσα κάνω.
Ένα άλλο, οι Μάσκες Ηλίου και το Γκάλοπ: ένα δύσκολο άλμπουμ κι ένα ας το πούμε «λαϊκό»...
Τα έκανα εν γνώσει μου και τα δύο, έτσι ακριβώς. Στις Μάσκες Ηλίου πραγματοποίησα ένα βήμα προς το πέλαγο: βούτηξα στα βαθιά, κρύα νέρα. Με βοήθησε πολύ ο Julio Cortázar τον οποίον διάβαζα τότε, ένας καταπληκτικός Αργεντινός συγγραφέας. Αλλά και το The Wall των Pink Floyd, την ταινία εννοώ του Alan Parker. Είχα εντυπωσιαστεί από τα σουρεαλιστικά κινούμενα σχέδια, ειδικά από εκείνο το συνειρμικό σημείο όπου από το ένα σκίτσο βγαίνουν άλλα σκίτσα. Με την ίδια λογική δούλευα τότε κι εγώ τους στίχους στις Μάσκες Ηλίου, ειδικά το "Lego" ή το "Διάλειμμα Το Σάββατο", οπότε είπα «να, κι άλλοι το κάνουν, άρα δεν είμαι τρελή». Ο Αλέκος ο Πατσιφάς –τον οποίον θεωρούσα τρίτο πατέρα μου και ήταν πολύ κοντά μου σε όλα τα άλμπουμ που έκανα στη Lyra– το φοβόταν: φοβόταν αυτούς τους στίχους. Πέθανε όμως λίγο πριν ετοιμαστεί το άλμπουμ και ίσως μάλιστα έτσι να μπόρεσα και τελικά να το βγάλω. Πήγα δηλαδή τότε στους μεταβατικούς ιδιοκτήτες της Lyra, είπα θέλω να γράψω τον συγκεκριμένο δίσκο, είναι μέσα στο συμβόλαιό μου. Γράψ' τον λοιπόν, μου είπαν!
Ωστόσο, οι πωλήσεις έπεσαν αισθητά –τότε, αργότερα συνέχισε να πουλάει σταθερά. Καλά, είπα κι εγώ: το έκανα το μεράκι μου, ας συνεχίσω λοιπόν στον ίδιο δρόμο μεν, μα με λίγο νερό στο κρασί μου δε. Και πέτυχε η συνταγή, το Γκάλοπ φάνηκε πιο προσιτό στο κοινό.
Πώς γράφτηκε εκείνο το περίφημο Χοντρό Μπιζέλι, που χορεύει τσιφτετέλι στον "Χορό Των Μπιζελιών";
Α, είναι η μεγαλύτερή μου επιτυχία το "Μπιζέλι" στο YouTube, σε views! Το έγραψα ξέρεις όρθια, σε ένα εξοχικό όπου βρισκόμουν τότε. Ήταν καλοκαίρι, δούλευα εκεί για τη Λιλιπούπολη. Θυμάμαι είχα ήδη γράψει δύο τραγούδια και ήταν να φύγουμε για Αθήνα, για ηχογραφήσεις. Και καθώς πήγαινα για το αυτοκίνητο, βλέπω ένα χαρτί, γραμμένο με πράσινο χρώμα και τους τεράστιους χαρακτήρες της Μαριανίνας της Κριεζή. Ήταν ένα επιπλέον τραγούδι, το οποίο είχα ξεχάσει να το φτιάξω. Και λέω ε, θα το κάνω τώρα, άλλωστε δεν φαινόταν κάτι δύσκολο: το χοντρό μπιζέλι χορεύει τσιφτετέλι... Στέκομαι λοιπόν δίπλα στην ανοιχτή πόρτα, στο χωλ, λέω στον Δημήτρη –τον Μαραγκόπουλο, τον τότε σύζυγό μου– που με περίμενε στο αμάξι «μισό λεπτό» και το φτιάχνω. Τραγούδι του ποδιού δηλαδή, κανονικά!
Πιο υποτιμημένος σας δίσκος; Το Μη Μου Τους Κύκλους Τάρατε, του 1990;
Ναι, το πιο πολιτικό μου άλμπουμ. Μου έγινε μάλιστα και λογοκρισία τότε, στην "Υπεραγορά (Ι)", γιατί χρησιμοποίησα το ορθόδοξο "Πιστεύω" αλλοιωμένο. Γιατί στη θέση του Πατέρα Παντοκράτορα είχα «Πιστεύω εις έναν Κωδικό Πατέρα Παντοκράτορα». Γιατί έβαλα «εις έναν Κύριον Αριθμόν τον Υιόν του Κωδικού τον μονογενή», γιατί μίλησα για «Απληστίας της Παρθένου» και ήθελα τον Κωδικό «παθόντα και ταφέντα εις τους Υπολογιστάς και αναστάντα την τρίτην ημέρα κατά την Μαζικήν Πληροφόρησιν». Ήταν κυβέρνηση Κωνσταντίνου Μητσοτάκη τότε. Νομίζω ότι το Μη Μου Τους Κύκλους Τάρατε ακούγεται πολύ επίκαιρο στη σημερινή εποχή, τα τραγούδια του γίνονται πλέον πιο αντιληπτά. Σκέφτομαι μάλιστα μήπως κάνω μια συναυλία αφιερωμένη σ' αυτό.
Είναι ειρωνική αυτή η ιστορία της λογοκρισίας, ειδικά αν σκεφτεί κανείς πως εσείς κάθε άλλο παρά άθεη είστε, όπως έχετε δηλώσει και σε άλλες σας συνεντεύξεις...
Πιστεύω στον Θεό, ναι. Όχι ασφαλώς στον παππού με τα γένια... Πιστεύω όμως σε μια δύναμη, εκείνη που αισθάνομαι όταν κοιτάζω τα άστρα και τα χάνω. Αλλά και οι τελευταίες ανακαλύψεις της φυσικής, της κβαντικής φυσικής με τα πεδία και τα μικροσωματίδια, με ωθούν προς τα εκεί. Αν παρατηρήσεις μάλιστα, οι σημερινοί φυσικοί δεν είναι οι άθεοι επιστήμονες του περασμένου αιώνα. Είναι αγνωστικιστές τουλάχιστον. Πιστεύω επίσης ότι τον Θεό τον έχουμε και μέσα μας, πως διαχέεται παντού. Όπως πιστεύω και στην ύπαρξη μιας αρνητικής δύναμης στο Σύμπαν. Βρίσκω δηλαδή αλήθεια στον δυισμό του Ταό. Δεν λέω βέβαια πως κόβω και το κεφάλι μου...
Είναι γνωστή η αριστερή σας πολιτική τοποθέτηση, παρότι δεν εφράστηκε ποτέ με κομματική ένταξη. Κάποιοι ίσως βρουν πως τέτοιες ιδέες δεν συμβαδίζουν με αυτήν σας την ταυτότητα...
Δεν με ενδιαφέρει. Δεν με ενδιαφέρει καθόλου. Είμαι Aριστερή και δεν βρίσκω τίποτα αντιφατικό, δεν βρίσκω δηλαδή να κοντράρεται σε κάτι η πίστη μου με τις πολιτικές μου ιδέες. Πιστεύω επίσης και στην προσευχή, βάσει εμπειριών μάλιστα. Όχι με την αγοραία έννοια, ασφαλώς. Μια πραγματική προσευχή απαιτεί μεγάλη εσωτερική ένταση, μια ας πούμε συντέλεια του Σύμπαντος μέσα σου. Χωρίς αυτήν δεν υφίσταται.
Για να γυρίσουμε όμως και στα μουσικά, υπάρχει κι ένας «χαμένος» δίσκος, έτσι δεν είναι; Οι Ερωτογραφίες...
Οι Ερωτογραφίες συνέπεσαν με μια εποχή κατά την οποία έχασα τη μητέρα μου, κάτι που με έριξε σε μια φοβερή κατάθλιψη –για έναν, ενάμιση χρόνο. Όλα λοιπόν τα σχέδια πάγωσαν. Κι όταν ξεπέρασα εκείνη τη φάση, είχα ξεπεράσει και τον συγκεκριμένο δίσκο. Μπήκα τότε στη διαδικασία που με οδήγησε στα Ημερολόγια του 2008, γιατί είχα την ανάγκη να δείξω στον κόσμο τι πέρασα. Δεν το έχω μετανιώσει. Για την ακρίβεια, δεν έχω μετανιώσει για τίποτα από όσα έκανα στη μουσική. Το συγκεκριμενοποιώ, γιατί στη ζωή φυσικά κι έχω μετανιώσει για ορισμένα πράγματα. Έχω κάνει κι εγώ βλακείες. Δεν κολλάω όμως στο παρελθόν.
Ας κλείσουμε επομένως με το μέλλον. Τι σχέδια έχετε για μπροστά;
Το πιο μακρινό σχέδιο, το οποίο θα υλοποιηθεί το 2015 –στις 15 Ιουνίου, συγκεκριμένα– είναι μια συναυλία αφιερωμένη στον Καρυωτάκη. Θα παιχτεί ολόκληρος ο δίσκος, με ηλεκτρονικά, ηλεκτρικά όργανα και συμφωνική ορχήστρα. Μαζί θα παρουσιαστεί και μια νέα, πρωτότυπη δουλειά μου, με αγγλόφωνα τραγούδια, βασισμένα σε μελοποίηση της Emily Dickinson.
Να ρωτήσω αν πρόκειται για ένα άλμπουμ που φημολογείται ότι θα βγάζατε με ερμηνευτή τον Βασιλικό;
Αυτό είναι ένα άλλο πρότζεκτ. Η δουλειά στην οποία αναφέρομαι αποτελεί απωθημένο μου από όταν που ήμουν πιτσιρίκα. Δεκαετία 1970 τότε, βρισκόμουν στη Βιέννη κι έφτιαξα τα πρώτα μου τραγούδια στα αγγλικά! Μάλιστα στο σπίτι της Ντόρας (σ.σ.: Μπακοπούλου) έγινε κι ένας τρικούβερτος καυγάς μεταξύ δύο μεγάλων Ελλήνων: του Νίκου Καρούζου και του Βασίλη του Διαμαντόπουλου. Ο μεν Διαμαντόπουλος –Τοξότης στο ζώδιο, γιατί παίζει ρόλο κι αυτό (γέλια εκατέρωθεν)– υπέρ των αγγλικών τραγουδιών, υπέρ του διεθνούς μηνύματος. Ο δε Καρούζος πιο συντηρητικός –Καρκίνος εκείνος– να λέει όχι, πρέπει να κάνεις τραγούδια στα ελληνικά. Είχαν σηκωθεί και οι δύο όρθιοι μέσα στο σαλόνι, σαν έτοιμοι να παλέψουν έμοιαζαν!
Δεν έχετε και λίγα σχέδια, λοιπόν...
Α, υπάρχουν κι άλλα! Τελειώνω κι έναν ακόμα δίσκο, σε ποίηση Γιώργου Χρονά, με βασικό ερμηνευτή τον Παντελή Θεοχαρίδη και συμμετοχή της Μελίνας Κανά σε δύο τραγούδια. Θα λέγεται Ιερός Πόνος και θέλουμε να βγει το φθινόπωρο (σ.σ.: όντως, ο δίσκος βγήκε το φθινόπωρο). Μ' αρέσει πολύ ο Χρονάς ως ποιητής, έχει μια ελληνικότητα, κάτι που πέρασε και στα νέα αυτά τραγούδια –υπάρχει π.χ. κι ένα ζεϊμπέκικο ανάμεσά τους, ο "Θάνατος Του Πατέρα Μου". Σοβαρότερο όμως θεωρώ πως ο Χρονάς είναι ένας πολύ σημαντικός άνθρωπος για μένα: σε μια πολύ δύσκολη στιγμή της ζωής μου, μου στάθηκε τρομερά. Σαν αδερφός. Βέβαια, αν δεν μου άρεσε ως ποιητής, δεν θα συνέβαινε μια τέτοια συνεργασία. Δεν βάζω την τέχνη πάνω από τις ανθρώπινες σχέσεις, δεν λέω αυτό. Όμως, όσον αφορά στο έργο μου, κραταιή δύναμη είναι πάντα η τέχνη, η ποιότητα.
Υπάρχει επίσης μια ανοιχτή συνεργασία με τη Μαρία Φαραντούρη. Έχουμε σκεφτεί να διασκευάσουμε την Τρίτη Πόρτα του 2000 με ηλεκτρονικά και πιο σύγχρονο ήχο και να την ξαναδώσουμε στο κοινό, καθώς περιέχει ωραία τραγούδια. Τότε δεν είχα κάνει εγώ την ενορχήστρωση, για λόγους πολύ προσωπικούς. Σκεφτόμαστε όμως και μια πλατύτερη συνεργασία, να φτιάξω δηλαδή και κάτι καινούργιο για εκείνη. Την αγαπώ πολύ τη Μαρία, αποτελεί τεράστιο κεφάλαιο.
{youtube}EdkbJ4fa92E{/youtube}