φωτογραφίες: Ορφέας Εμιρζάς
Ο νέος σας δίσκος, Θ., συνοδεύεται από ένα βιβλίο. Μιλήστε μας για το υλικό που περιλαμβάνεται στην έκδοση και για τις συνθήκες δημιουργίας του...
Να σας μιλήσω. Πρόκειται για τους στίχους μου, σχεδιασμένους από το μαγικό χέρι της Μαριάννας Παπαγεωργίου και συνοδευόμενους από τα, αντιστοίχως με τους ίδιους, «κουνημένα» σκίτσα της Δήμητρας Θ. Οι συνθήκες είναι αυτές που προκύπτουν από τη ζωή μoυ. Δηλαδή είχα αποφασίσει ότι ήθελα να εκδοθούν οι στίχοι σε ένα βιβλίο, μαζί με το CD. Η ιδέα των σκίτσων ήταν επίσης ήδη στο παιχνίδι μιας και στο Home Alone –τη σόλο performance που έκανα πέρσι– βασιζόμουν σε μια σειρά από δικά μου σκίτσα, τα οποία μοίραζα στον κόσμο τραγούδι το τραγούδι. Όταν όμως είδα σε ένα καφενείο όπου συχνάζουμε και οι τρεις (εγώ, η Μαριάννα και η Θ) τα τετράδια των κοριτσιών, ξετρελάθηκα· και τους πρότεινα τη συνεργασία, η οποία κατέληξε σε αυτήν την έκδοση. Το ενδιάμεσο είχε συναντήσεις και διαφωνίες πάνω από έναν υπολογιστή.
Σε ποιον βαθμό ο δίσκος και το βιβλίο λειτουργούν ανεξάρτητα το ένα από το άλλο; Και πώς αλληλοσυμπληρώνονται;
Συμβαίνουν πράγματι και τα δύο και είμαι πολύ χαρούμενος γι’ αυτό. Το βιβλίο, δηλαδή οι στίχοι μαζί με τα σκίτσα, δημιουργεί μιαν αφήγηση: σαν ένα παραμύθι σκοτεινό, με τον ήλιο φάτσα· τα τραγούδια από μόνα τους επίσης συγκροτούν ένα αντίστοιχο σύμπαν. Και τα δύο μαζί, για κάποιον που τα αντικρίζει πρώτη φορά, είμαι σίγουρος πως συνθέτουν ένα τρίτο πλάσμα, έντονο. Την ακριβή φύση του οποίου προφανώς αγνοώ, μιας και είμαι ο δημιουργός του.
Στο δελτίο τύπου διαβάζουμε για «αλλαγή πλεύσης της μουσικής». Αυτή αναφέρεται σε σχέση με τον αμέσως προηγούμενο, λαϊκό δίσκο σας ή θα λέγατε ότι αφορά και το ντεμπούτο σας; Και με ποιον τρόπο;
Το «αλλαγή πλεύσης» είναι ίσως λίγο αποπροσανατολιστικό, μιας και προϋποθέτει ότι έχω χάρτη, πυξίδα κι ότι ξέρω πού πάω. Ωστόσο, πράγματι σε αυτό το άλμπουμ υπήρξε μία προσπάθεια συγκεκριμένη, η οποία δεν υπήρχε στους άλλους δύο: να είναι τα τραγούδια όσο το δυνατόν πιο άμεσα και απλά και να μπορούν να υποστηριχθούν από τον δημιουργό τους –δηλαδή την αφεντομουτσουνάδα μου– με ένα όργανο και μόνο. Τελικά είχα την ευτυχία να συμμετέχουν εξαιρετικοί μουσικοί στις ηχογραφήσεις, όμως και πάλι η αίσθηση που νομίζω πως καταφέραμε να κρατήσουμε είναι εκείνη του ανθρώπου που λέει τις ιστορίες του χαϊδεύοντας, γρατζουνώντας, κοπανώντας ή παρατώντας την κιθάρα του.
Σε αρκετά σημεία του Θ., όπως και των προηγούμενων δίσκων, χρησιμοποιείτε αναφορές σε βιβλικά πρόσωπα (άγγελος, διάβολος, δαίμονας, Αδάμ κλπ.). Αποτελούν κομμάτια της προσωπικής σας πίστης/μυθολογίας ή τις χρησιμοποιείτε απλά επειδή αποτελούν κοινό τόπο στο συλλογικό ασυνείδητο;
Και τα δύο. Ποτιζόμαστε από μικροί με το γάλα του μύθου, θέλουμε δεν θέλουμε. Είτε πρόκειται για την εβραϊκή μυθολογία είτε για την ελληνική, είτε για τη λατινοαμερικάνικη είτε για τη βιομηχανική, υπάρχουν σύμβολα και έννοιες με τεράστια δυναμική μέσα μας. Προσπαθώ να τα κατανοήσω, πράγμα που σημαίνει ότι τα χρησιμοποιώ με τον δικό μου τρόπο, ο οποίος ενδεχομένως να θεωρηθεί εντελώς βλάσφημος από κάποιους ή να δημιουργεί ερωτήματα θεολογικής φύσης σε μερικούς άλλους. Ο Χριστός, o Προμηθέας, ο Michael Jackson... Δεν ξέρω αν γίνομαι κατανοητός. Ο σαμάνος-κλόουν Alejandro Jodorowsky λέει πως κάνει διαλογισμό επαναλαμβάνοντας εν είδη mantra: Coca-Cola, Coca-Cola, Coca-Cola.
Στο τραγούδι "Κος Μυστήριος" τραγουδάτε με ιδιαίτερα κριτική διάθεση για κάποιον με «γιακά σηκωμένο, τιράντα και μούσι». Πρόκειται για τη δική σας πολεμική εναντίον των χίπστερ;
Όχι, δεν ασχολούμαι με τέτοιες κατασκευές. Πρόκειται για ένα μάλλον κομπλεξικό και εκδικητικό τραγούδι που έγραψα για κάποιον φίλο. Στην πορεία, βέβαια, διαπίστωσα ότι η σφεντόνα μου γύρισε τελικά μπούμερανγκ... Γιατί όλοι έχουμε μέσα μας αυτόν τον ματαιόδοξο, που δεν θέλει να χάνει ποτέ το στυλ του.
Ονειρευτήκατε και δοκιμάσατε διάφορα πράγματα (δημοσιογραφία, φιλοσοφική, θέατρο) για να καταλήξετε να εκφράζεστε τελικά κυρίως μέσα από το τραγούδι. Τι βρήκατε εκεί που δεν σας δόθηκε από τα υπόλοιπα; Πιστεύετε ότι κανείς γεννιέται για να κάνει κάτι ή ότι απλά συνηθίζει με τον καιρό να το κάνει;
Ε, να... είμαι γενικά τύπος αναποφάσιστος και σε συνδυασμό με το υπέροχο εκπαιδευτικό μας σύστημα και με τις κοινωνικές αντιλήψεις περί καταξιώσης, εξασφάλισης κλπ. μου πήρε κάποιον καιρό μέχρι να κεντράρω στο τραγούδι. Στο ενδιάμεσο έχω θελήσει να γίνω ταχυδρόμος (αφού είδα το Il Postino, εννοείται), ψαράς (αυτό το θέλω ακόμα), σκηνοθέτης, συγγραφέας, εισπράκτορας σε λεωφορείο νησιού του Αιγαίου κλπ. Το τραγούδι είναι μια φόρμα βολική για να αφηγηθείς, για να συγκινήσεις, για να δοκιμάσεις ρόλους. Για να κλάψεις χωρίς να σε ρωτάνε όλη την ώρα «τι έχεις;», για να σατιρίσεις χωρίς να σου κολλήσει η ρετσινιά του γκρινιάρη. Για να ουρλιάξεις χωρίς να φοβούνται όλοι ότι τραλάθηκες, για να γίνεις τρυφερός χωρίς να γίνεσαι σαχλός. Δεν είναι βέβαια και εύκολα όλα αυτά, αλλά γίνονται άμα προσπαθήσεις.
Και στις τρεις δισκογραφικές σας καταθέσεις, διαπιστώνει κανείς ότι χρησιμοποιείτε τους μουσικούς και τα ηχοχρώματα με φειδώ, αποφεύγοντας τον ηλεκτρισμό. Λόγω στενότητας πόρων ή λόγω καλλιτεχνικών στοχεύσεων;
Ουκ εν τω πολλώ το ευ!
Από την άλλη, οι ίδιες οι συνθέσεις σας κάθε άλλο παρά λιτές και προσγειωμένες θα τις έλεγε κανείς –μάλλον βγάζουν μια δημιουργική «τρέλα». Θα λέγατε ότι είστε ενστικτώδης δημιουργός ή ότι αυτό που ακούμε έχει συνήθως επίπονη γέννα;
Το ένστικτο στη δημιουργία δεν αφαιρεί τον πόνο. Άλλα βγαίνουν σε 10 λεπτά, άλλα τα παιδεύω μήνες. Για όλα όμως εργάζομαι συνέχεια. Μούσα είναι αυτή, όποτε θέλει έρχεται, όποτε θέλει φεύγει. Εμείς οι επίδοξοι εραστές και υπηρέτες ξεροσταλιάζουμε στο ραντεβού περιμένοντας. Στο μεταξύ το γλεντάμε δεόντως, ώστε όταν έρθει να μας βρει έτοιμους...
Με δεδομένες τις προτιμήσεις των ραδιοφώνων και της πλειονότητας των μεγάλων μέσων ενημέρωσης σε συγκεκριμένες προτάσεις, πώς μπορεί ένας νέος καλλιτέχνης να υπομείνει τη σχετική αφάνεια και να επιμείνει στην τέχνη του; Ποια είναι τα δικά σας στηρίγματα σε στιγμές απελπισίας;
Οι προτιμήσεις των μέσων ενημέρωσης είναι δικός τους λογαριασμός. Ο κόσμος πρέπει να μάθει –και το μαθαίνει– να ψάχνει μόνος του αυτό που θα τον συγκινήσει. Στο μεταξύ η «σχετική αφάνεια», όπως διακριτικά το έθεσες, με έχει βοηθήσει να συγκεντρωθώ και να παράξω υλικό, μιας και ο δημιουργός έχει ανάγκη τη σκιά· αλλά με έχει φέρει και σε οριακή κατάσταση, καθώς ο δημιουργός έχει ανάγκη και τον ήλιο. Στις δύσκολες στιγμές τα στηρίγματά μου είναι οι φίλοι, ο έρωτας, το αλκοόλ και τα έργα των άλλων.
Κλείνοντας, έχετε κάποια συγκεκριμένα σχέδια για ζωντανές εμφανίσεις προς υποστήριξη της νέας σας δουλειάς; Τι ελπίζετε, τι προσδοκάτε για το προσεχές διάστημα;
Προγραμματίζουμε συναυλίες για το καλοκαίρι, οι ημερομηνίες των οποιών δεν είναι ακόμα συγκεκριμένες, πέρα από το λάιβ στις 19 Ιουνίου στο Θησείο, στο Κτίριο Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων. Υπάρχει ωστόσο ενθουσιώδης μέχρι τώρα ανταπόκριση στο καινούργιο υλικό, κι έχουν πάρει τα μυαλά μου αέρα (κι άλλο)! Ετοιμάζω επίσης μια μουσική παράσταση για το φθινόπωρο, που σύμφωνα με όλες τις στατιστικές υπηρεσίες θα χαλάσει κόσμο. Αναμείνατε στο ακουστικό σας...
{youtube}s-_0GCPtf3w{/youtube}