Οι GAD., ένα από τα πλέον αγαπητά αγγλόφωνα γκρουπ των τελευταίων 10 χρόνων, επιστρέφουν στη σκηνή για δύο εμφανίσεις (στο Koo-Koo, αυτό το Σάββατο 16 Νοεμβρίου και ξανά στις 30/11) και με την αφορμή αυτή μας μιλούν για το δημοφιλέστερο τραγούδι τους, για το Spotify, καθώς και για τις θετικές αλλαγές που, κατά τη γνώμη τους, έφερε η κρίση στην αγγλόφωνη σκηνή...
Έχουν περάσει πλέον αρκετοί μήνες από την κυκλοφορία του End In Tears. Συγκρίνοντας και με τις δύο προηγούμενες δουλειές σας, ήταν η ανταπόκριση του κοινού και του τύπου εκείνη που περιμένατε;
Ο δίσκος αγκαλιάστηκε θερμά από το κοινό μας, ενώ καταφέραμε να έχουμε σημαντικό airplay, κυρίως από τα web radios. Από την άλλη, δεν προσδοκούσαμε κάτι περισσότερο από τον γραπτό και ηλεκτρονικό τύπο: όχι μόνο γιατί ποτέ δεν υπήρξαμε οι αγαπημένοι του, αλλά κυρίως γιατί –δεδομένων των κακών οικονομικών συνθηκών– δεν υπάρχουν πλέον πολλά μέσα ενημέρωσης που να ασχολούνται με την εναλλακτική μουσική.
Κυκλοφόρησε πρόσφατα και το τρίτο πακέτο με remixes του “Waves”. Με βάση ποια κριτήρια επιλέξατε τους remixers για αυτή τη σειρά κυκλοφοριών και πώς εξηγείτε την επιτυχία του συγκεκριμένου τραγουδιού; Θεωρείτε ότι δικαίως ξεχώρισε μέσα από τη δισκογραφία σας;
Αγαπάμε πολύ το “Waves” και μέσα από αυτό καταφέραμε να ακουστούμε σε μη ευήκοα (ως προς το είδος που πρεσβεύουμε) ώτα. Σε μια χώρα όπως η Ελλάδα, όπου η αγγλόφωνη μουσική ποτέ δεν θα περάσει στο προσκήνιο, το “Waves” έγινε οικείο άκουσμα και πιστεύουμε έτσι πως βοήθησε όχι μόνο εμάς, αλλά κι ένα σημαντικό κομμάτι της αγγλόφωνης σκηνής. Από την πρώτη στιγμή φάνηκε πως έχει όλα τα χαρακτηριστικά για να απευθυνθεί σε ένα ευρύτερο κοινό, κάτι που τελικά έγινε. Σίγουρα δεν χαρακτηρίζει απόλυτα τη μουσική φυσιογνωμία των GAD., όμως η αγάπη που πήραμε από το συγκεκριμένο τραγούδι είναι ανεπανάληπτη… Τα remixes στο “Waves” επιμελήθηκε η εταιρεία μας, η The Sound Of Everything, η οποία είναι πολύ έμπειρη στην ηλεκτρονική σκηνή. Το αποτέλεσμα μάς αρέσει πολύ.
Στην οποία εταιρεία μετακινηθήκατε πρόσφατα. Ποια η εμπειρία σας με τις ελληνικές δισκογραφικές εταιρείες και πώς βλέπετε το μέλλον τους, με δεδομένες τις αλλαγές που συμβαίνουν;
Η εμπειρία μας από τις εγχώριες δισκογραφικές είχε τις καλές, αλλά και τις κακές στιγμές της. Δεν μπορούμε να πούμε ότι δεν μας σεβάστηκαν, πιστεύουμε όμως πως δεν επένδυσαν πάνω μας –ούτε καλλιτεχνικά, ούτε (κυρίως) οικονομικά. Ίσως πάντως αυτό να μας βγήκε και σε καλό… Η The Sound Of Everything, τώρα, είναι το σπιτικό μας. Μετά τη λύση της συνεργασίας μας με τη Shift, συμφωνήσαμε την επόμενη μέρα μέσα σε ένα λεπτό. Στην Ελλάδα οι δισκογραφικές είναι πλέον ελάχιστες και με εξαιρετικά μειωμένο budget. Όμως είναι επικεντρωμένους και ίσως έτσι να βοηθούν ουσιαστικότερα τους καλλιτέχνες τους. Από την άλλη, η αυτοδιαχείριση και αυτοδιάθεση της μουσικής από τις ίδιες τις μπάντες είναι μια επιλογή πλέον, με πολλά θετικά στοιχεία.
Μιας και μιλάμε για αλλαγές στο δισκογραφικό τοπίο, πρόσφατα έγινε διαθέσιμη και στη χώρα μας η ψηφιακή πλατφόρμα Spotify, η οποία για πολλούς αποτελεί το μέλλον της διάθεσης μουσικής, ενώ για κάποιους άλλους (όπως τον Thom Yorke και τον Nigel Godrich) είναι η τελευταία προσπάθεια επιβίωσης του παλιού συστήματος. Εσείς πώς βλέπετε το Spotify και τις υπόλοιπες ανάλογες προσπάθειες; Θα κάνετε διαθέσιμη τη μουσική σας μέσω τέτοιων οδών;
Η μουσική μας είναι ήδη διαθέσιμη στο Spotify. Δεν μπορούμε να αντιληφθούμε γιατί μια τέτοιου είδους εφαρμογή αναβιώνει κάτι παρωχημένο. Έτσι κι αλλιώς, η μουσική βιομηχανία έτσι όπως τη γνωρίζαμε έχει πεθάνει, δίνοντας τη θέση της σε πιο ευέλικτες μουσικές πλατφόρμες, όπως η συγκεκριμένη.
Μιας και επιλέξατε έναν ιατρικό όρο για το όνομα της μπάντας (generalized anxiety disorder), πώς τα πάτε με την καταπολέμηση του άγχους; Το άγχος της σκηνής υποχωρεί μετά την πάροδο κάποιων χρόνων ή παραμένει το ίδιο;
Μετά από 10 σχεδόν χρόνια παρουσίας ως γκρουπ, περνάμε πολύ όμορφα στη σκηνή και προσπαθούμε να κάνουμε και το κοινό μας να περνάει όμορφα. Διοργανώνουμε πάντα συναυλίες με αυστηρά κριτήρια και μόνο σε χώρους που καλύπτουν τις απαιτήσεις μας, με μοναδικό στόχο μια άρτια διοργάνωση.
Έχετε επίσης δώσει σε όλα τα άλμπουμ σας κάπως δυσοίωνους και δραματικούς τίτλους. Θα λέγατε ότι, βαθιά μέσα σας, είστε σκοτεινοί τύποι;
Η μουσική μας είναι μια συνεχής ακροβασία ανάμεσα στο καλό και στο κακό, στη χαρά και στη λύπη. Σίγουρα μάς ταιριάζει περισσότερο η μελαγχολία. Αυτό είναι άλλωστε εμφανές και στους τρεις δίσκους μας.
Σας έχει γίνει πολλές φορές η ερώτηση για το αν θα κάνετε προσπάθεια να κινηθείτε και στο εξωτερικό και πάντα απαντάτε ότι κάτι τέτοιο απαιτεί προσεκτικά βήματα. Ένα από αυτά τα βήματα το κάνατε, με την πρόσφατη διάθεση των δίσκων σας μέσω διεθνών ηλεκτρονικών καταστημάτων μουσικής. Ήρθε η ώρα για το κάτι παραπάνω σε αυτό το μέτωπο;
Θεωρούμε πως πρέπει πρώτα να «κτίσεις» ένα κοινό στο εξωτερικό και μετά να εμφανιστείς live σε χώρες όπου έχεις αποκτήσει κάποιους fans. Σε αυτήν την κατεύθυνση κινούμαστε και πιστεύουμε πως έχουμε πια την ωριμότητα να υποστηρίξουμε μια παρουσία μας στο εξωτερικό.
Στις 23 Οκτωβρίου, ημέρα των γενεθλίων του Μάνου Χατζιδάκι, προτρέψατε τους φίλους σας με ένα μήνυμά σας στο Twitter να τιμήσουν τη μνήμη του σταματώντας να ακούν «κάποιους που τον ξεπατικώνουν άγαρμπα, άτσαλα και χωρίς αισθητική». Το δικό μου μυαλό πάει σε μερικούς, μήπως όμως θα θέλατε να γίνετε πιο συγκεκριμένοι;
Πιστεύουμε πως τα τελευταία χρόνια έχει γίνει μια ατυχής προσπάθεια από κάποιους καλλιτέχνες να εμπνευσθούν από τη μουσική του Μάνου Χατζιδάκι, το αποτέλεσμα όμως μάλλον θυμίζει νησιώτικα με αγγλικό στίχο. Υπήρξαν βέβαια και αξιόλογες προσπάθειες (βλέπε Raining Pleasure), αλλά δυστυχώς η γραφικότητα και ο μιμητισμός περισσεύουν.
Σε παλαιότερη συνέντευξή σας εδώ στο Avopolis ήσασταν κριτικοί απέναντι στην αγγλόφωνη σκηνή, μιλώντας για έλλειψη αλληλεγγύης μεταξύ των καλλιτεχνών και των συγκροτημάτων. Έχει βελτιωθεί η κατάσταση από τότε; Πώς βλέπετε τη σκηνή γενικότερα;
Η κατάσταση έχει βελτιωθεί πολύ, γιατί οι μόδες γύρω από μπάντες χωρίς λόγο ύπαρξης σταμάτησαν να υπάρχουν. Πριν από μερικά χρόνια είχε δημιουργηθεί μια φούσκα αταλαντοσύνης και τυχοδιωκτισμού, που ίσως να οδηγούσε την όποια αγγλόφωνη σκηνή στην αφάνεια, όπως συνέβη και με την «άνθηση» του ελληνόφωνου ροκ της δεκαετίας του 1990. Αυτό, κατά την άποψη μας, ήταν από τα σχετικά καλά της κρίσης. Γιατί στον χρόνο άντεξαν όσα γκρουπ είχαν πραγματικά κάτι να προσφέρουν. Οι σχέσεις μας με τις περισσότερες ενεργές μπάντες είναι άψογες και η αλληλοβοήθεια θεωρείται πια δεδομένη.
Θα εμφανιστείτε για δύο Σάββατα (16 και 30 Νοεμβρίου) στο Koo-Koo. Τι θα παρουσιάσετε αυτές τις δύο βραδιές; Ετοιμάζετε εκπλήξεις για τους φίλους σας;
Το Koo-Koo είναι χώρος πολύ φιλόξενος για μας, το αισθανόμαστε συναυλιακό μας σπίτι. Έχουμε ετοιμάσει μια playlist από τη δισκογραφία μας, αλλά και από καλλιτέχνες που μας επηρέασαν (κυρίως από τη σκηνή του Madchester). Θα παίξουμε παραπάνω από 2 ώρες, οπότε πιστεύουμε πως όποιος ακούει GAD. θα το ευχαριστηθεί πολύ…
Τέλος, τι άλλο υπάρχει στο άμεσο μέλλον για σας; Υπάρχουν σκέψεις για την επόμενη δισκογραφική σας κατάθεση;
Ακόμα είναι πολύ νωρίς να μιλήσουμε για νέα δισκογραφική δουλειά. Το End In Tears δεν έχει ακουστεί ακόμη όσο νομίζουμε πως θα έπρεπε και σκοπεύουμε έτσι να εστιάσουμε όλες μας τις δυνάμεις για να το κάνουμε όσο πιο γνωστό γίνεται, σε όσο το δυνατόν πιο ευρύ κοινό.
{youtube}56qkbvgjEhw{/youtube}