Ήταν μια βραδιά που επιθυμούσε να ενώσει το vintage με το μοντέρνο και τα ποπ ακροατήρια του χθες και του σήμερα. Αφορμή ιδανική για μας ώστε να αναζητήσαμε τον Δάκη στην Κύπρο όπου πλέον ζει, ρωτώντας τον για τις αγγλόφωνες μπάντες των 1960s, αλλά και περί Αλαλούμ, Θωρακισμένων Μερσεντές και τόσων (ανεπανάληπτων) καλοκαιριών...
Γεννηθήκατε στην Αίγυπτο, σταδιοδρομήσατε στην Ελλάδα, ζείτε μαθαίνω πλέον στην Κύπρο. Ποιος είναι τελικά ο πιο «δικός σας» τόπος;
(γελάει) Αγαπώ την Κύπρο, γιατί μοιάζει πολύ στην Αλεξάνδρεια όπου γεννήθηκα –τουλάχιστον εμένα μου τη θυμίζει! Ο τόπος βέβαια που αγαπώ πάνω από όλα είναι η Ελλάδα, αλλά και πάλι τι να σας πω… Είναι μοιρασμένα τα αισθήματά μου!
Πόσες γλώσσες αλήθεια μιλάτε; Και σε τι βαθμό;
Είναι αλήθεια, μιλάω πολλές γλώσσες! Να τις αραδιάσω όλες; Γαλλικά, Αγγλικά, Ιταλικά –αυτές τις τρεις πολύ καλά!– Αραβικά, Ισπανικά… Αυτά!
Δείχνετε να έχετε αποσυρθεί την τελευταία δεκαετία. Τι σας έπεισε να συμμετάσχετε σε αυτήν τη συναυλία-έκπληξη του φετινού χειμώνα, με την Τζένη Βάνου και τον Τέρη Χρυσό;
Ποτέ δεν αποσύρθηκα στα αλήθεια, απλά διαλέγω να κάνω λίγα πράγματα… Ας μην ξεχνάμε πως δουλεύω 40 χρόνια και πλέον! Για εμένα το τραγούδι δεν ήταν μια δουλειά, μα κάτι που μου άρεσε, ένα χόμπι. Κι ακριβώς επειδή είναι κάτι που μου αρέσει, ποτέ δεν ζω χωρίς αυτό: είναι προτεραιότητα στη ζωή μου, άρα δεν θα έλεγα πως «έχω αποσυρθεί». Απλώς, δεν με ενδιαφέρει να δοξαστώ, να φαίνομαι, δεν με ενδιαφέρει πια η καριέρα. Με νοιάζει να συμμετάσχω όταν υπάρχει κάτι ενδιαφέρον, όπως τώρα αυτό το Party Romantica στο Gagarin.
Δεν έγινε «μεγάλη» είδηση και προβλήθηκε κυρίως από τις σελίδες των εφημερίδων που ασχολούνται με το κοινωνικό κους-κους: αληθεύει ότι σχετικά πρόσφατα περάσατε μια περιπέτεια υγείας λόγω δισκοπάθειας, από την οποία κινδυνεύσατε να μείνετε παράλυτος;
Βέβαια... Συνέβη 2 ή 3 χρόνια πριν. Έμεινα σας λέω τρεις ολόκληρους μήνες στο κρεβάτι, ήταν στα αλήθεια κάτι πολύ επικίνδυνο...
Σας φωνάζανε Δάκη ή δεν σήκωνε τότε η σόου μπιζ τα πλήρη ονόματα –αποτρέποντάς σας από το να βγείτε στο τραγούδι ως Βρασίδας Χαραλαμπίδης;
(γέλια) Η μητέρα μου με φώναζε πάντα Δάκη, από το «Βρασιδάκης». Όταν λοιπόν με κάλεσε η Minos για να υπογράψω το πρώτο μου δισκογραφικό συμβόλαιο, ο πατήρ Μάτσας με ρώτησε πώς με λένε. Του λέω «Δάκη, αλλά το πλήρες όνομά μου, αν εννοείτε αυτό, είναι Βρασίδας». Μου λέει εκείνος, όχι, κρατάμε το Δάκης. Ένας Βρασίδας τραγουδά, το δίχως άλλο, ρεμπέτικο!
Έχοντας διατελέσει νεανικό ίνδαλμα, τι ομοιότητες και διαφορές εντοπίζεται με το σήμερα; Έχουν αλλάξει πολύ τα πράγματα;
Η συμπεριφορά των νέων προς τα νεανικά ινδάλματα παραμένει η ίδια: ενθουσιώδης και γεμάτη αγάπη. Εκείνο που έχει αλλάξει είναι σίγουρα τα χρήματα. Σήμερα κάποιοι είναι εκατομμυριούχοι, παλαιότερα κάτι τέτοιο δεν συνέβαινε.
Για πόσο περίπου κοινό έπαιζε στα 1960s μια αγγλόφωνη μπάντα όπως οι Playboys;
Για αρκετό κόσμο, αλλά όχι για τον περισσότερο! Από την άλλη, για όσο κοινό και να παίζεις, μία είναι η συνταγή: σεβασμός σε όποιον έχεις απέναντι, όσους κι αν έχεις.
Παρακολουθείτε καθόλου το κύμα αγγλόφωνων συγκροτημάτων της τελευταίας δεκαετίας; Έχετε βρει περιπτώσεις που να αισθάνεστε ότι σας αφορούν;
Γενικά παρακολουθώ τη μουσική –γαλλόφωνα, αγγλόφωνα, ποπ, τζαζ, ρεμπέτικα. Δεν έχω παρωπίδες ως προς τα είδη, μου αρέσουν όλα. Ξεχωρίζω όμως τραγούδια πια, όχι ερμηνευτές, άρα δεν συγκρατώ εύκολα ονόματα!
Πού νιώθετε πιο οικεία ως ερμηνευτής; Στην ποπ, στο ελαφρό τραγούδι ή στην τζαζ; Έχετε υπηρετήσει και τα τρία είδη κατά καιρούς...
Τραγούδι να ’ναι και ό,τι να ’ναι! Ο καλός ο μύλος όλα τα αλέθει που λένε. Αν μου αρέσει, και αν μπορώ φυσικά να το πω –γιατί δεν μπορούμε όλοι να λέμε τα πάντα– θα το πω!
Το “Θωρακισμένη Mercedes” που τραγουδήσατε στον ομώνυμο δίσκο του 1991 μοιάζει πολύ επίκαιρο: σκιαγραφεί όλη τη νεοπλουτίστικη τάση μας για μεγαλεία και λούσα, την οποία πολλοί θεωρούν από τους κύριους παράγοντες για την παρούσα κρίση. Συμφωνείτε ή πιστεύετε ότι το παζλ των αιτίων είναι πιο σύνθετο;
Απόλυτα, συμφωνώ απόλυτα. Να σας θυμίσω όμως και το “Αλαλούμ”, που νομίζω είναι πολύ πιο επίκαιρο! Αν ήμουν Αμερικανός τραγουδιστής και τραγουδούσα το “Αλαλούμ”, θα είχα λύσει το βιοποριστικό μου πρόβλημα με ένα κομμάτι και μόνο.
Τελικά εσείς πιο θεωρείτε το τραγούδι-υπογραφή σας; Είναι το “Τόσα Καλοκαίρια”;
Στο “Τόσα Καλοκαίρια”, στην προίκα αυτή του Μίμη Πλέσσα, οφείλω πολλά από το 1968 ως και σήμερα. Αυτό το τραγούδι είναι με την υπογραφή μου, όπως λέτε, αλλά είναι και μερικά άλλα –όπως το “Πάρε Ένα Κοχύλι Από το Αιγαίο” της Eurovision, το “Εκείνο Το Πρωί Στην Κηφισιά”, η συνεργασία μου με τον Θάνο Σοφό (ήταν ο στιχουργός και ο παραγωγός του “Αλαλούμ”), η “Θωρακισμένη Μερσεντές”, η “Τζαμάικα”, το “Τσάι Με Λεμόνι”, η “Αλεξάνδρεια”…
*ευχαριστώ ιδιαιτέρως τη Χρύσα Οικονομοπούλου, για την πολύτιμη βοήθειά της στην απομαγνητοφώνηση της συνέντευξης