Την επόμενη εβδομάδα, από την Τρίτη 6 Σεπτέμβρη ως και την Παρασκευή 9 του μήνα, οι φίλοι της κλασικής μουσικής μα κι όσοι επιθυμούν να γνωρίσουν καλύτερα τον κόσμο της θα έχουν κάθε λόγο να ταξιδέψουν ως την Ύδρα. Κόντρα στην κρίση που μας απειλεί με όλο και χειρότερα, το νησί φιλοξενεί (στο Ιστορικό Αρχείο-Μουσείο) ένα νέο φεστιβάλ αφιερωμένο στην κλασική μουσική, με πραγματικά πλούσιο και ποικίλο πρόγραμμα. Ένας από τους καλλιτέχνες που θα λάβουν μέρος σ’ αυτό είναι και ο πολυβραβευμένος πιανίστας Απόστολος Παληός, ο οποίος θα παρουσιάσει –μαζί με τον Anton Martynov στο βιολί– ένα αφιέρωμα στις ρίζες του γερμανικού ρομαντισμού (Πέμπτη, 8/9). Θεωρώντας τον έναν από τους πιο διακεκριμένους Έλληνες μουσικούς της γενιάς του, σπεύσαμε έτσι να του θέσουμε κάποια ερωτήματα –τόσο για την καριέρα του, όσο και για τη θέση της κλασικής μουσικής στο εγχώριο γίγνεσθαι...
Καταγωγή από τη Θεσσαλία, μεταπτυχιακά στο Βερολίνο και στη Λειψία, υποτροφίες και λαμπρές σπουδές κοσμούν το βιογραφικό σας. Όμως ποια ήταν τα πρώτα καθοριστικά βήματα; Ποια ήταν η εμπειρία εκείνη που σας έστρεψε προς την κλασική μουσική;
Ήταν μια κασέτα μαγνητοφώνου, που τυχαία βρέθηκε στα χέρια μου και περιείχε κάποια κλασικά αριστουργήματα για πιάνο. Η οξυμένη παιδική μου περιέργεια δεν έχασε την ευκαιρία να ανακαλύψει το περιεχόμενό της και το γεγονός αυτό στάθηκε μοιραίο για την ενασχόλησή μου με τη μουσική. Αν και πιστεύω πως, αργά ή γρήγορα, ο καθένας βρίσκει τον δρόμο του. Τον οδηγεί απλά η ψυχή και το ένστικτο…
Πόσο σημαντικό στάθηκε το διάστημα των σπουδών σας στη Γερμανία για τη μετέπειτα καριέρα σας; Σας δόθηκαν εκεί ευκαιρίες τις οποίες δεν θα είχατε ποτέ στην Ελλάδα;
Ο κύκλος των σπουδών μου στο εξωτερικό διαμόρφωσε αυτό που είμαι σήμερα καλλιτεχνικά, αλλά και ως άνθρωπος θα έλεγα. Πρέπει να έχουμε υπ’ όψη ότι το να ζήσει κανείς σε μια ξένη χώρα δεν συντελεί μόνο στην απόκτηση γνώσεων, αλλά πλατύνει τους ορίζοντες της σκέψης σε ζητήματα μουσικά και εξωμουσικά. Η αλήθεια είναι ότι και σε διεθνή κλίμακα είναι ιδιαίτερα δύσκολη η καθιέρωση ενός νέου καλλιτέχνη. Τη σημαντικότερη διαφορά εντοπίζω στο γεγονός πως, γενικότερα στις ευρωπαϊκές χώρες με πλούσια μουσική παράδοση, στα καλλιτεχνικά κέντρα αποφάσεων βρίσκονται πιο συνειδητοποιημένοι και οραματιστές άνθρωποι σε σχέση με την Ελλάδα.
Είναι στο διάστημα αυτό που ενταχθήκατε στο πιανιστικό κουαρτέτο Aurora, το οποίο εδρεύει στη Γερμανία, ή πρόκειται για μεταγενέστερη συνεργασία; Πείτε μας δυο λόγια για αυτό...
Η συνεργασία μου με το Aurora Quartet προέκυψε προς το τέλος της παραμονής μου στη Γερμανία. Ήταν μια πολύ ενδιαφέρουσα εμπειρία, γεμάτη πρωτοτυπία στο ρεπερτόριο και τους ηχητικούς χρωματισμούς που παράγουν 4 πιάνα. Όμως και η πολυεθνική σύνθεση του κουαρτέτου προσέδιδε έναν –αν μη τι άλλο– πλούσιο συγκερασμό στοιχείων στις ερμηνείες μας.
Με βάση την καθηγητική σας εμπειρία, στο Μουσικό Σχολείο Τρικάλων αλλά και στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, πώς κρίνετε την αξιοπιστία των εγχώριων μουσικών πτυχίων;
Προς αυτήν την κατεύθυνση δυστυχώς έχουμε πολύ δρόμο ακόμα! Θέλω όμως να επισημάνω πως το πρόβλημα είναι καθαρά δομικό και οργανωτικό και όχι σε επίπεδο δυναμικού. Νέα ταλέντα υπάρχουν και μάλιστα πολλά στη χώρα μας, αλλά και η νεότερη γενιά καθηγητών –έχοντας πραγματοποιήσει πολύ καλές σπουδές– διαθέτει όλα τα εχέγγυα για να αναβαθμίσει τη μουσική ζωή του τόπου. Το κρίσιμο ζήτημα είναι να αξιοποιηθεί από την Πολιτεία και προς τη σωστή κατεύθυνση.
Στο πρώτο φεστιβάλ κλασικής μουσικής Ύδρας θα παρουσιάσετε, μαζί με τον Anton Martynov στο βιολί, ένα αφιέρωμα στις ρίζες της ρομαντικής μουσικής. Ποια έργα θεωρείτε ως «κλειδιά» για να κατανοήσει κάποιος χωρίς ιδιαίτερη επαφή με αυτόν τον κόσμο τον γερμανικό ρομαντισμό;
Καταρχάς νιώθω πολύ χαρούμενος που μου παρουσιάζεται η ευκαιρία να συνεργαστώ για πρώτη φορά με αυτόν τον πολύ αξιόλογο μουσικό. Η μουσική δωματίου και συγκεκριμένα αυτή για βιολί και πιάνο μετρά αναρίθμητα αριστουργήματα, κάποια από τα οποία θα παρουσιάσουμε και στο Φεστιβάλ Ύδρας. Νομίζω πως όλα τα έργα του γερμανικού ρομαντισμού περικλείουν και την ουσία του: το συνδυασμό της ρομαντικής αισθητικής και φαντασιακής διάθεσης και του σεβασμού στις στέρεες κλασικές ρίζες.
Στην Ύδρα θα μπορέσει να σας παρακολουθήσει κι ένας πιο αδαής ακροατής, ή η επιλογή έργων αφορά σε πιο μυημένα γούστα;
Το ρεπερτόριο που θα παρουσιαστεί θα είναι αρκετά εύληπτο από τον καθένα. Άλλωστε ο σκοπός αυτού του νέου θεσμού, που ευελπιστούμε να συνεχιστεί και να ενισχυθεί τα επόμενα χρόνια, είναι να φέρει σταδιακά σε επαφή το ακροατήριο με την κλασική μουσική. Σε αυτά τα πλαίσια εντάσσεται και το προσιτό ρεπερτόριο, το οποίο επιλέχθηκε για την πρώτη χρονιά του Φεστιβάλ.
Τι άλλο, κατά τη γνώμη σας πάντα, θα μπορούσε να φέρει την κλασική μουσική σε ευρύτερα ακροατήρια –τα οποία συνήθως ανταποκρίνονται μαζικά μόνο μέσω «μεσαζόντων», π.χ. μιας διαφήμισης ή ενός κινηματογραφικού soundtrack;
Τα πράγματα κατά τη γνώμη μου είναι απλά. Υπάρχει ο εύκολος και άμεσος δρόμος, αυτός που περιγράψατε. Η διαφήμιση, το μάρκετινγκ, η κινηματογραφική μουσική, με την οποία ευκολότερα ταυτίζεται το ακροατήριο. Και πρέπει, όσο και να ακούγεται πεζό, να τον ακολουθούμε, προκειμένου να βοηθήσουμε την κλασική μουσική να ενσωματωθεί στις προτιμήσεις του Έλληνα, από τη στιγμή που δεν έχουμε στην παράδοσή μας τη λόγια Δυτική μουσική. Σε βάθος χρόνου ωστόσο, όλοι μας πιστεύω πως επιθυμούμε να επικρατήσει ο έμμεσος και δυσκολότερος δρόμος: την επιμόρφωση και εκπαίδευση του κοινού, ώστε να δημιουργηθεί μία ευρεία βάση ακροατηρίου συνειδητοποιημένου και μουσικά καταρτισμένου. Μάλιστα οι δύσκολες εποχές που περνάμε και οι δυσκολότερες που θα ακολουθήσουν μας δείχνουν το δρόμο για την απαξίωση του υλισμού, ο οποίος είχε παρεισφρήσει βαθιά μέσα μας, και για τη στροφή προς πιο πνευματικές ανησυχίες και ενασχολήσεις.
Πέρα από την Ύδρα, η νέα σαιζόν 2011-12 περιλαμβάνει και μια σειρά συναυλιών για νέους σολίστ στον Παρνασσό, η οποία στήνεται και με τη δική σας συνδρομή. Πείτε μας τι ευελπιστείτε να προκύψει από αυτήν, τόσο για τους εμπλεκόμενους καλλιτέχνες όσο και για το κοινό...
Καταρχάς θα ήθελα να επισημάνω πως η σειρά συναυλιών για νέους σολίστ είναι μια γεμάτη όραμα πρωτοβουλία της Specs ‘n’ Arts. Στα πλαίσια μιας γενικότερης συνεργασίας που διατηρούμε και της αμοιβαίας εκτίμησης, μου προτάθηκε η καλλιτεχνική επιμέλεια της σειράς. Ο σκοπός είναι διττός: στους νεότερους σε ηλικία ή εμπειρία καλλιτέχνες προσφέρεται το βήμα να εμφανιστούν στο αθηναϊκό κοινό και να αναδείξουν το αναμφισβήτητο ταλέντο τους. Στο ακροατήριο τώρα δίνεται η δυνατότητα να γνωρίσει τη νέα γενιά της ελληνικής μουσικής σκηνής (και όχι μόνο), αλλά και να έρθει σε επαφή με ένα ευρύ και πολυποίκιλο ρεπερτόριο μουσικής δωματίου. Και όλα αυτά σε έναν ιστορικό χώρο συναυλιών, στον οποίον έχουν εμφανιστεί κατά το παρελθόν πολύ μεγάλοι καλλιτέχνες. Στο σημείο αυτό θα ήθελα να επισημάνω ότι πρέπει να στηριχτούμε μελλοντικά όχι μόνο στις τυχόν κρατικές χορηγίες, αλλά κυρίως στην ιδιωτική πρωτοβουλία. Τόσο οι ιδιώτες (και δεν αναφέρομαι μόνο σε μεγάλες επιχειρήσεις ή πολυεθνικές, αλλά και σε μικρότερης ακτίνας ιδιωτικές συνδρομές) όσο και το κοινό οφείλουν σήμερα περισσότερο από ποτέ να ευαισθητοποιηθούν, να ενεργοποιηθούν και να στηρίξουν –είτε με τη συμμετοχή, είτε με χρηματική συνεισφορά– θεσμούς συναυλιών για νέους αξιόλογους μουσικούς. Αυτοί είναι το μέλλον και χωρίς το μέλλον το παρόν παύει να έχει αξία…
Έχετε προβληθεί και βραβευθεί ως πιανίστας, όμως στις σπουδές σας περιλαμβάνονται επίσης διεύθυνση ορχήστρας και μουσική δωματίου. Θα σας δούμε να δραστηριοποιείστε μελλοντικά και προς αυτές τις κατευθύνσεις ή σκοπεύετε να επικεντρωθείτε στο πιάνο;
Ως άτομο γενικά είμαι πάντοτε ανοιχτός σε νέες προκλήσεις. Επομένως να είστε σίγουροι ότι σκοπεύω να δραστηριοποιηθώ τα επόμενα χρόνια τόσο στον τομέα της μουσικής δωματίου όσο και σε αυτόν της ορχηστρικής διεύθυνσης, καθώς ο πιανίστας βιώνει μια πολύ μοναχική διαδικασία από τη φάση της μελέτης έως τη σκηνική εμφάνιση. Οπότε τι πιο ωραίο από το να κάνει κανείς μουσική μαζί με άλλους καλλιτέχνες; Η αίσθηση της επικοινωνίας και της συλλογικής αναδημιουργίας της μουσικής είναι μοναδική!