Ένα νέο συγκρότημα με πυρήνα δύο ανθρώπους με ισχυρές απόψεις και στόχους, τα λέει έξω από τα δόντια, εκφράζοντας τις ανησυχίες και τον τρόπο σκέψης τους όσον αφορά στη σύγχρονη πραγματικότητα –στον τομέα της μουσικής και όχι μόνο. Ελάτε να τους γνωρίσουμε μέσα από μια εκ βαθέων συνέντευξη-παρουσίαση, εν όψει των επερχόμενων συναυλιών τους σε Ναύπλιο (22/5 στο Road) και Αθήνα (4/6 στο Rodeo) μα και της συμμετοχής τους στο Fringe Festival (18 & 19 Ιουνίου στην Τεχνόπολη)...
Πείτε μας με λίγα λόγια την ιστορία των Dilemma. Πώς και πότε αποφασίσατε να σχηματίσετε το συγκρότημα και σε ποιο δίλημμα αναφέρεται το όνομα; Έχετε ασχοληθεί ξανά στο παρελθόν με μουσικά συγκροτήματα ή είναι μια καινούργια εμπειρία για σας;
Το σχήμα φτιάχτηκε τον Αύγουστο του 2002, από τον Σωτήρη Τράγκα και την Πόπη Νταλαχάνη, σε ένα δώμα σε μια παλιά πολυκατοικία στο Γκάζι, το οποίο αποτελεί κατά κάποιο τρόπο το «στρατηγείο» της μπάντας. Έχουμε βγει και οι δυο μέσα από συγκροτήματα και μάλιστα στο τελευταίο συμμετείχαμε μαζί. Οι Dilemma ξεπήδησαν λοιπόν από τις στάχτες ενός προηγούμενου σχήματος, που κινείτο στον χώρο της jazz-rock-avant-garde μουσικής, με επικεφαλής τον Σωτήρη στα πνευστά και την Πόπη στη lead κιθάρα. Ωστόσο, το ξεκίνημα μιας μπάντας είναι πάντα μια καινούργια εμπειρία. Έχει να κάνει με τη συνεργασία ανθρώπων, και μάλιστα, αν σέβεσαι το ό,τι κάνεις, η συνεργασία αυτή συντελείται κάτω από συνθήκες οι οποίες απαιτούν έντονη συναισθηματική φόρτιση και σωματική κούραση. Και οι δυο πυρήνες αυτής της μπάντας μοιράζονταν πάνω-κάτω τις ίδιες μουσικές αναφορές, τις ίδιες κοινωνικές ανησυχίες και αισθητικές προτιμήσεις. Συνεπώς, είχαμε από την αρχή μια άρρηκτη συνεργασία. Κάτι που συνεχίζεται, άλλωστε, απρόσκοπτα μέχρι σήμερα με τους Dilemma. Η ιδέα ήταν να σχηματίσουμε μια μπάντα που θα παίζει τη μουσική την οποία θα θέλαμε εμείς να ακούσουμε σαν ακροατές. Όσον αφορά στο όνομα του σχήματος, προσανατολιστήκαμε στο να είναι μία μόνο λέξη και ευκολοπρόφερτη, να έχει αν γίνεται ελληνική ρίζα και να γίνεται κατανοητή σε όλο τον κόσμο. Η ίδια η λέξη, όμως, μας απελευθέρωσε δημιουργικά, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι σαν μπάντα αλλά και σαν άνθρωποι δεν έχουμε κάποιο μουσικό στίγμα. Δεν είμαστε μια μπάντα ποικίλης μουσικής. Το δίλημμα αναφέρεται στο ότι πολλές φορές όσοι μας ακούνε δεν μπορούν να μας εντάξουν σε κάποιο μουσικό ρεύμα. Άλλωστε και εμείς οι ίδιοι στα έργα μας εισάγουμε ιδέες από πολλά διαφορετικά μουσικά είδη.
Πώς θα περιγράφατε όμως εσείς τους Dilemma σε κάποιον που δεν σας έχει ακούσει ποτέ;
Σκοτεινούς. Μελαγχολικούς. Εσωτερικούς. Μουσικές που μιλάνε για πράγματα τα οποία αγαπήσαμε και χάθηκαν και για όλα εκείνα που θα λαχταρούσαμε να βρούμε. Απρόσμενους και απρόβλεπτους στην ενορχήστρωση και στην εκφορά του λόγου. Ελεγειακούς ενίοτε και άξαφνα λυρικούς και φωτεινούς με ιδιαίτερη έμφαση στην έξυπνη μελωδική γραμμή και στην αναπάντεχη ρυθμική έκρηξη.
Πέρα από εσάς τους δύο, Σωτήρη και Πόπη, ποιοι άλλοι έχουν συμμετάσχει στο ντεμπούτο σας, Pendulum, και ποιοι συμμετάσχουν μαζί σας στις συναυλίες;
Κανείς, αν εξαιρέσεις τον ηχολήπτη μας, Βασίλη Ευφραιμίδη, ο οποίος έκανε εξαιρετική δουλειά. Συμμετείχαμε μέχρι και στη διαδικασία του μιξαρίσματος και ήμασταν εμείς που δώσαμε το τελικό ΟΚ, μετά το mastering. Ενορχήστρωση, μουσική, στίχοι, εκτέλεση και ερμηνεία έγιναν όλα από εμάς τους ίδιους και φυσικά στο τέλος χρεωθήκαμε και όλη την παραγωγή. Όσον αφορά στο τελευταίο, δεν είχαμε καμία οικονομική βοήθεια από πουθενά, αν εξαιρέσεις τις άλλες δουλειές που πρέπει να κάνουμε για να επιβιώσουμε στοιχειωδώς. Εγώ (Σωτήρης) ως μαθηματικός και η Πόπη ως νηπιαγωγός. Στα live αυτή τη στιγμή μας πλαισιώνουν η Ντίνα Νάσση στα πλήκτρα, ο Γιώργος Σωτηρόπουλος στο μπάσο και ο George Cayanas στα τύμπανα.
Δεδομένου του ότι έχετε πειραματιστεί πολύ με διάφορα όργανα και ηχητικά αποτελέσματα, υπάρχει κάποιο μουσικό στυλ προς το οποίο έχετε αποφασίσει ότι κλίνετε περισσότερο και σας εκφράζει καλύτερα;
Κατ’ αρχάς, να πούμε εδώ ότι είμαστε και οι δύο πολυ-οργανοπαίχτες και δεν έχουμε κανέναν ενδοιασμό στο να χρησιμοποιήσουμε την τεχνολογία ή μουσικά όργανα που νομίζουμε ότι θα προσφέρουν στη γεωμετρία του κατασκευαζόμενου ηχοτοπίου. Κάποτε θα απαντούσα καταφατικά στο αν μας εκφράζει κάποιο μουσικό είδος. Όμως, με το πέρασμα του χρόνου –και ειδικότερα όταν αρχίσαμε να παρουσιάζουμε στο κοινό τα δικά μας έργα– άρχιζαν να αλλάζουν και τα όρια. Αντί, λοιπόν, να μιλήσω για το ποια τεχνοτροπία μάς εκφράζει περισσότερο, θα δώσω έναν κατάλογο από μουσικά είδη με τα οποία είχαμε την τύχη να μεγαλώσουμε και που το δίχως άλλο άφησαν μέσα μας τη σφραγίδα τους. Και αυτά είναι τα εξής: rock, alternative rock, gothic, americana, trip-hop, krautrock, experimental, jazz, classical, dark wave και new wave. Από την άλλη, μας αρέσουν και ρυθμοί όπως για παράδειγμα το mambo, το waltz, παραδοσιακοί ασύμμετροι, γενικά ασύμμετροι ρυθμοί και ακόμα περισσότερο αν είναι κάπως «πειραγμένοι». Πιστεύω ότι ένας μουσικός που θέλει να λέγεται δημιουργός δεν μπορεί να μην ακούει τι γίνεται γύρω του και να κλείνει τα αυτιά του. Ή θα πάρει τους ήχους και θα τους φιλτράρει μέσα από τη δική του περσόνα ή ας κάτσει καλύτερα σπίτι του. Μια άλλη λύση, βέβαια, θα ήταν να γίνει μουσειακό είδος ή πανηγυρτζής. Ίσως γι’ αυτό και δεν μπορώ να ακούσω πλέον καμία μπάντα η οποία παίζει διασκευές ακριβώς όπως είναι (ή περίπου όπως είναι) το πρωτότυπο. Το θεωρώ χάσιμο χρόνου και ανούσιο.
Δεδομένου επίσης του ότι έχετε παίξει ζωντανά και με πλήρες συγκρότημα και σε ακουστικά σετ, ποιον από τους δύο τρόπους προτιμάτε εσείς για να παρουσιάζετε τη μουσική σας και ποιος έχει μεγαλύτερη απήχηση στο κοινό που σας έχει ακούσει;
Όλα έχουν τη χάρη τους... Σίγουρα όσο αυξάνεται η μπάντα τόσο πιο κοντά φτάνει στο άκουσμα της παραγωγής του δίσκου. Όμως τότε πρέπει να συνεννοηθείς με περισσότερους μουσικούς πάνω στη σκηνή και, το κυριότερο, να συνεννοηθείς μαζί τους πολύ πριν το live. Γι’ αυτό πρέπει πρώτα να μπορείς να επικοινωνήσεις μαζί τους και μετά να μπορούν να παίξουν σωστά. Την τελευταία περίοδο ευτυχώς έχουμε βρει εξαιρετικούς μουσικούς, που στηρίζουν και προσφέρουν μουσικά με τις γνώσεις τους και με τη στάση τους σε ό,τι κάνουμε. Από την άλλη, το ακουστικό σετ (σε ντουέτο ή τρίο) είναι πολύ ευέλικτο και στο στήσιμο και στη συνεννόηση. Ωστόσο, απαιτεί πολύ καλούς μουσικούς, οι οποίοι δεν φοβούνται να μείνουν ηχητικά ακάλυπτοι από την έλλειψη άλλων οργάνων. Πρέπει να βγάλουν ένταση μόνο με τα φυσικά όργανα ή τέλος πάντων μόνο με τα όργανα που θα πρέπει να παίξουν οι ίδιοι –και αυτό είναι κάτι που δεν μπορούν να το κάνουν όλοι. Μάλιστα, πολλά σχήματα στην Ελλάδα το αποφεύγουν παντελώς και γενικά είναι ελάχιστα τα συγκροτήματα ή οι μονάδες που μπορούν να κρατήσουν το ενδιαφέρον του κοινού βγαίνοντας ακουστικά. Εμείς, για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, εμφανιζόμασταν με αυτή τη μορφή (και μάλιστα ως ντουέτο) και αργότερα, στην πορεία, προστέθηκαν και άλλοι μουσικοί. Μάλιστα θα πρέπει στην Ελλάδα ανάμεσα σε 2002 και 2004 να ήμασταν από τις πρωτοπόρες μπάντες που εμφανίστηκαν με laptop/loops και καθαρά φυσικά όργανα όπως κλασική/ακουστική κιθάρα, σαξόφωνο, φλάουτο, κρουστά και φυσαρμόνικες και φυσικά τις φωνές μας. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, η απήχηση στο κοινό υπήρξε εξαιρετική.
Ποια η άποψή σας για τη μουσική βιομηχανία στην εποχή μας και για την underground σκηνή στην Ελλάδα;
Λένε ότι η μουσική βιομηχανία πνέει τα λοίσθια. Ωστόσο, και εδώ και σε όλο τον κόσμο (urbi et orbi) πίσω από τις μπάντες που προβάλλονται κρύβονται μεγάλες πολυεθνικές δισκογραφικές εταιρείες ή παρακλάδια τους και φυσικά μάνατζερ. Ο πολύς κόσμος το αγνοεί, γιατί ο πολύς κόσμος εύκολα προσκυνάει ό,τι του πουλάνε. Λένε ακόμα ότι το διαδίκτυο αποτελεί μια εναλλακτική λύση, όμως, αν κρίνω από live στα οποία έχουμε πάει, δεν έχω δει και πολλούς να παρακολουθούν τη δραστηριότητα διαφόρων σχημάτων μέσα από αυτό. Όσες και όσοι λένε ότι τους βρήκαν μέσα από το διαδίκτυο κάποιες δισκογραφικές και αμέσως ενδιαφέρθηκαν για τη μουσική τους και άρχισαν να τους σπρώχνουν δεξιά-αριστερά είναι επιεικώς μεγάλοι ψεύτες. Η underground σκηνή στην Ελλάδα δεν νομίζω ότι έχει τη στήριξη που της πρέπει, αν και διαθέτει αξιόλογα σχήματα, και μάλιστα σχήματα που στη σύνθεση τους έχουν μουσικούς οι οποίοι θα μπορούσαν να σταθούν πολύ καλύτερα από μουσικούς που έρχονται για live από το εξωτερικό. Δυστυχώς υπάρχει ένα συγκεκριμένο συνάφι ή παρεούλα, αν θες, που προωθεί με το ζόρι γνωστούς ή «προτεινόμενους» σαν εκπροσώπους της underground/indie/alternative σκηνής, ενώ επί χρόνια έχει αγνοήσει θρασύτατα και κατάφωρα τα σχήματα της πραγματικά ανεξάρτητης underground ελληνικής σκηνής. Το αποτέλεσμα είναι το κοινό να αγνοεί παντελώς αυτά τα σχήματα και τελικά να τρέχει στις συναυλίες όλων αυτών των προβαλλόμενων σε περιοδικά και ένθετα. Βέβαια, αυτό είναι μια παγκόσμια αλήθεια, η οποία λέει ότι κάθε καλλιτέχνης κάποια στιγμή θα βρεθεί αντιμέτωπος με το πότε κάποιος θα ακουστεί και πότε όχι. Πολλές φορές αυτός ο κάποιος δεν έχει καμία σχέση με την τέχνη. Τι να κάνουμε, έτσι είναι η ζωή… Τόσα χρόνια κανείς μα κανείς από όλους όσους απασχολούνται στα media και υποτίθεται ότι στηρίζουν και προβάλλουν την πραγματικά ανεξάρτητη και εναλλακτική μουσική σκηνή, δεν έκαναν ποτέ την εμφάνισή τους σε κάποιο από τα live μας –και είναι πάρα πολλά αυτά που έχουμε δώσει (και αυτό δεν ισχύει μόνο για μας). Και να φανταστείς ότι είχαν ενημερωθεί και μέσω των προσωπικών τους e-mail ή θα μπορούσαν να μας αναζητήσουν μέσω δελτίων τύπων, τα οποία εννοείται ότι είχαμε στείλει εμείς οι ίδιοι. Κάποτε εξοργιζόμουν, τώρα πια διασκεδάζω με όλα αυτά. Τελικά μόνο όποιος έχει γερό στομάχι, πείσμα και πίστη σε ό,τι κάνει θα αντέξει. Εμείς όσο μπορούμε θα συνεχίζουμε να γράφουμε μουσικά έργα, γιατί είναι μια προσωπική ανάγκη και δεν μπορούμε να κάνουμε αλλιώς.
Πώς αποφασίζετε αν ένα κομμάτι θα έχει ελληνικό ή αγγλικό στίχο; Το σκέφτεστε εξαρχής ή προκύπτει στην πορεία;
Μουσικά τουλάχιστον, τίποτα δεν είναι προκαθορισμένο εξ’ αρχής. Μπαίνουμε στο στούντιο και αρχίζουμε να παίζουμε με μουσικά μοτίβα και λέξεις ή φράσεις που φέρνει ο Σωτήρης, οι οποίες άλλοτε καταλήγουν σε ολοκληρωμένα έργα και άλλοτε παραμένουν ανολοκλήρωτες ιδέες για να τις επεξεργαστούμε αργότερα κάποια στιγμή. Οι στίχοι τις περισσότερες φορές είναι στα Αγγλικά, κι αυτό όχι για να κρυφτούμε πίσω από τον αγγλικό στίχο, αλλά γιατί ο βασικός στιχουργός της μπάντας (Σωτήρης) έχει την ευχέρεια ή αν θες και τη συνήθεια να αποδίδει γραπτά και τραγουδιστά τις σκέψεις του σε αυτή τη γλώσσα. Άλλωστε ο ίδιος έζησε για 5 χρόνια στην Αγγλία (1 στο Λίβερπουλ, 4 στο Λονδίνο) και υπήρξε βασικό και ιδρυτικό στέλεχος δύο σχημάτων, τα οποία συγκροτούσαν στην πλειοψηφία τους Άγγλοι μουσικοί. Η αγγλική γλώσσα, είτε μας αρέσει είτε όχι, αυτή τη στιγμή είναι μια παγκόσμια γλώσσα, με αποτέλεσμα οι στίχοι σου να έχουν αποδέκτες ένα τεράστιο ακροατήριο. Εντούτοις, αν μεταφράζαμε πολλά αγγλικά τραγούδια στα Ελληνικά, το πολύ-πολύ να τα πετάγαμε στα σκουπίδια. Αυτό το ένιωσα εντονότερα και καταλυτικά από την παραμονή μου στην Αγγλία. Κάποια σχήματα που άρεσαν στην Ελλάδα εκεί τα θεωρούσαν επιεικώς γελοία. Κι αυτό είχε να κάνει τις περισσότερες φορές, εκτός από τη συμπεριφορά, και με τον στίχο. Εμείς ενσωματώσαμε στο ρεπερτόριό μας τραγούδια και με ελληνικό στίχο, με το σκεπτικό ότι ζούμε για την ώρα σ’ αυτή τη χώρα και συνάμα γίνονται πιο άμεσα κατανοητά σε ένα ευρύ κοινό. Έχω ακούσει κάποιες φορές να μου λένε: «Μου αρέσουν αυτά που παίζεις, μου αρέσει και ο τρόπος με τον οποίο τα λες, αλλά δεν καταλαβαίνω τίποτα». Έτσι, αρκετές φορές, πριν ξεκινήσει κάποιο τραγούδι με αγγλικό στίχο, το μεταφράζω στα Ελληνικά (σε ελεύθερη μετάφραση εννοείται) και πραγματικά δουλεύει, γιατί στην πράξη έχει φανεί ότι το αντιμετωπίζουν με μεγαλύτερη προσοχή. Επιπλέον, ο σωστός χειρισμός της ελληνικής γλώσσας μπορεί να αποτυπώσει εξίσου με τον σωστό χειρισμό της αγγλικής (αλλά και οποιασδήποτε άλλης) συγκινήσεις και εικόνες πανέμορφες.
Ποια είναι τα άμεσα σχέδιά σας για τους επόμενους μήνες; Έχετε ήδη αρχίσει να γράφετε καινούργιο υλικό;
Αυτή την περίοδο ηχογραφούμε το νέο υλικό που ελπίζουμε να κυκλοφορήσει σύντομα (δηλαδή μέσα στο 2010), ενώ για το καλοκαίρι παραμένουμε ενεργοί συναυλιακά, καθώς έχει προγραμματιστεί μια σειρά εμφανίσεων τόσο στην Αθήνα όσο και εκτός. Όλα αυτά, βέβαια, με την προϋπόθεση να είμαστε καλά.
Υπάρχει κάτι που θα αλλάζατε εσείς οι ίδιοι στο Pendulum και που θα αποφύγετε ή θα ενισχύσετε στην επόμενη δισκογραφική δουλειά;
Στο άλμπουμ Pendulum, από τη στιγμή που κυκλοφόρησε, δεν μπορεί να αλλάξει τίποτα. Αυτό καταθέσαμε σε εκείνη τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο της ζωής μας και τέλος. Κάθε έργο τραβάει τον δικό του προσωπικό μοναχικό δρόμο στον χρόνο και στον κόσμο. Απ’ την άλλη, κάθε καινούργιο έργο είναι και μια καινούργια γέννα, η οποία σου επιφυλάσσει εκπλήξεις. Συνεπώς, η επόμενη δισκογραφική μας δουλειά είναι ένα παιδί που θα γεννηθεί και θα πάρει τον δικό του δρόμο. Βέβαια, κουβαλάει το στίγμα των δημιουργών του, αλλά διατηρεί και τα δικά του ξεχωριστά χαρακτηριστικά. Ελπίζουμε να το έχετε σύντομα στα χέρια σας. Κλείνοντας, θα θέλαμε να τονίσουμε ότι όλα μας τα έργα είναι πάντα αφιερωμένα στην κόρη μας, την Κορίνα.