Ας τα πάρουμε από την αρχή. Πώς ήρθες σε επαφή με το αστυνομικό αφήγημα; Οι πρώιμες αναγνώσεις σου.
Αφού διάβασα, και θυμάμαι απέξω, όλο τον Τεν τεν, τον Λούκυ Λουκ και τον Αστερίξ, στα δεκαεφτά μου ξεκίνησα τη λογοτεχνία διαβάζοντας μέσα σε λίγα χρόνια ένα πολύ μεγάλο αριθμό βιβλίων: ποίηση, σουρεαλισμό, λίγους κλασικούς, πολλούς σύγχρονους έλληνες, γάλλους, αμερικανούς και λατινοαμερικάνους. Στο πατρικό μου σπίτι υπήρχαν χιλιάδες βιβλία, αλλά εγώ από τότε ξεκίνησα να δημιουργώ τη δική μου βιβλιοθήκη. Σύχναζα στην Πρωτοπορία και στην Ενδοχώρα και ήμουν ένα πραγματικό τζάνκι των βιβλίων. Στη συνέχεια, στα χρόνια της Ιταλίας, ο αναγνωστικός μου ρυθμός φρέναρε και επανήλθε με την επιστροφή μου στην Ελλάδα. Κάποια στιγμή τα βιβλία με έπνιξαν. Ζω και γράφω ακόμα κυκλωμένος από αυτά. Ειδικά για το αστυνομικό ήρθα σε επαφή με τα βίπερ που αγόραζε ο πατέρας μου, αλλά η αποκάλυψη ήρθε όταν ήμουν δεκαοχτώ με τα πρώτα αστυνομικά βιβλία της Άγρας. Έχω σχεδόν όλη τη μαύρη σειρά.
Ο “Μεγάλος Θάνατος του Βοτανικού” ήταν το πρώτο σου αστυνομικό. Ακολούθησε η “Απαγωγή του εκδότη”.
Με το «Βοτανικό» μπήκα στον Καστανιώτη με το σπαθί μου, άγνωστος εντελώς, δίπλα στα μεγαλύτερα ονόματα της εποχής. Καθόλου τυχαία αφού το θεωρώ πια κλασικό και πιστεύω δίκαια μπήκε στα δέκα καλύτερα ελληνικά αστυνομικά. Το βιβλίο δεν πούλησε, αλλά συνεχίζει να μαζεύει ενθουσιώδεις κριτικές, έφτασε κοντά να γίνει ταινία δυο φορές, αλλά ατύχησε. Κάθε φορά που ακούω ότι στην Ελλάδα δεν έχουμε σενάρια, εγώ ξέρω ότι έχουμε. Όλα μου τα βιβλία είναι έτοιμα σενάρια. Σκηνοθέτες με ανοιχτά μάτια δεν έχουμε θα πω κι εγώ. Και παραγωγούς που να θέλουν κάτι διαφορετικό από άλλη μια παρωδία χαζοκωμωδίας. Το βιβλίο μεταφράστηκε πρόσφατα στα ιταλικά. Η απαγωγή του εκδότη ήταν ένα μεγάλο στοίχημα για μένα. Ήθελα να δω αν θα μπορούσα να γράψω ένα αστυνομικό για την υπόθεση του οποίου να μην έχω καμία προσωπική εμπειρία (όπως στο «Βοτανικό» και το «Αλκοόλ»). Η αλήθεια είναι ότι το έγραφα χρόνια και έχει κι αυτό φανατικούς υποστηρικτές. Ευτύχησε να επανακυκλοφορήσει πέρυσι από τον Κέδρο.
Μετά έγραψες τη “Xαμένη βιβλιοθήκη του Δημητρίου Μόστρα”. Υπερβαίνει το αστυνομικό.
Χρόνια μελέτης μου για τα παλαιά βιβλία, τα αρχέτυπα, τα παλαιότυπα και τα βιβλία που σηματοδότησαν τον ελληνικό διαφωτισμό βρήκαν χώρο σ’ αυτό το βιβλιοφιλικό θρίλερ που εξελίσσεται μεταξύ Ρώμης και Βενετίας. Το βιβλίο που πούλησε πολύ και θεωρώ ότι είναι ένα βιβλίο σημείο αναφοράς στο θέμα του. Η κριτική που δέχτηκε στις εφημερίδες από τους συνήθεις ύποπτους, κριτικούς (;) και φτασμένους (;) συγγραφείς με έκανε να καταλάβω ότι όχι μόνο ήμουν υπολογίσιμη δύναμη στο ελληνικό αστυνομικό αλλά τους προκαλούσα και φόβο, ότι ένας κάτω των σαράντα γραφεί καλύτερα αστυνομικά από αυτούς. Έχουν πολύ γέλιο αυτά.
Μοναξιά της ασφάλτου;
Το βιβλίο μου που ακουμπάει περισσότερο το κόμικ. Οι ζωές των πρωταγωνιστών σε μια αδηφάγα μητρόπολη. Ιδανικό για τηλεοπτική σειρά. Κεντρικός ήρωας ο Πετράρχης, με πολλούς φανατικούς αναγνώστες, ένας σίριαλ κίλερ που κινείται με μια κατάμαυρη Μάστανγκ στους δρόμους της Αθήνας. Μπορεί να στεναχωρήσει κάποιους που νομίζουν ότι έγραψαν το 2024 για τον πρώτο σίριαλ κίλερ στην ελληνική αστυνομική λογοτεχνία, αλλά εγώ τον έχω γράψει από το 2008. (Μέχρι να βρεθεί κάποιο πιο παλιό ελληνικό αστυνομικό με κάποιον κατά συρροή δολοφόνο).
Ας μιλήσουμε για τη μαθητεία σου στην Ιταλία. Demetrio Stratos & Andrea Camilleri;
Τα χρόνια της Ιταλίας ήταν αυτά που με διαμόρφωσαν, και συγγραφικά, σ’ ένα μεγάλο βαθμό. Προσπάθησα να εκμεταλλευτώ την κουλτούρα της χώρας και να τη γνωρίσω όσο μπορώ καλύτερα. Εκεί γεννήθηκε και η μανία με τις διάφορες συλλογές, αλλά και τα θέματα που θα με απασχολούσαν συγγραφικά τα επόμενα χρόνια. Έχουμε και λέμε: αγαπημένες δεκαετίες τα 60’s τα 70’s και φυσικά τα χρόνια που έζησα εκεί, από το ’87 έως το ’94. Αυτοκίνητα, ντιζάιν, μόδα, ο έρωτας με τη Ρώμη, αρχιτεκτονική, τα τεράστια μπλοκ κατοικιών από όπου βγήκε το Όσο υπάρχει αλκοόλ υπάρχει ελπίδα, τα μικρά συνοικιακά μπαρ, οι μικρόκοσμοι των σιδηροδρομικών σταθμών, τα μικρά ιταλικά συγκροτήματα progressive, εδώ μπαίνει ο Demetrio Stratos, το θέμα της τρομοκρατίας με τις Ερυθρές Ταξιαρχίες που μάζευα μανιωδώς αποκόμματα από τις εφημερίδες και τα περιοδικά προσπαθώντας να μάθω όσο το δυνατόν περισσότερα, σαν να ήξερα ότι κάποτε θα γεννηθεί ένα βιβλίο από αυτό το θέμα. Έπειτα η ιταλική λογοτεχνία, ο Μπουτζάτι, ο Έκο, αλλά και η γνωριμία με τον Stephen king από ιταλικά βιβλία. Δεν πλησίασα εκείνα τα χρόνια το ιταλικό giallo, ξεκίνησα από τα πρώτα βιβλία της ΑΓΡΑ στα ελληνικά όπως προαναφέρω. Ο Καμιλέρι ήρθε πολύ αργότερα. Φυσικά το θέμα της Ιταλίας δεν έχει εξαντληθεί συγγραφικά.
Αναφορικά με το προηγούμενο, θεωρώ ότι, μαζί με το “Μόστρα”, το κορυφαίο βιβλίο σου είναι “Ο κρυφός πυρήνας των Ερυθρών Ταξιαρχιών”. Πολιτικό νουάρ; Jean-Patrick Manchette;
Ο επηρεασμός από τον Μανσέτ υπάρχει περισσότερο στα Πτώματα δεν πληρώνουν. Ο «Κρυφός πυρήνας» είναι όλη η ιταλική ζωή εκείνης της εποχής. Πολιτικό, αστυνομικό, σύνθετη πλοκή, δράση, θρίλερ, τρόμου. Ως γνωστόν δεν είμαι καλός στη θεωρία να το κατηγοριοποιήσω, νομίζω ότι είναι όλα τα παραπάνω. Προσπάθησα να κρατήσω μια ισορροπία, στην κόψη του ξυραφιού, μεταξύ αστυνομίας και τρομοκρατών, δεν είναι τυχαίο ότι το βιβλίο αφιερώνεται στους νεκρούς. Σε όλους τους νεκρούς, κάθε πλευράς. Όποιος δεν μπορεί να δει αυτή την οπτική λυπάμαι πολύ, δεν μπορώ να τους ικανοποιήσω όλους. Είναι σκληρό βιβλίο ο Κρυφός πυρήνας και ο Νικόλα Μιλάνο γίνεται μισητός από πολλές αναγνώστριες, παρόλα όσα τραβάει πέφτοντας σε μια καταβόθρα. Είναι αλήθεια ότι ένα χαρακτηριστικό της γραφής μου είναι ότι δεν υπάρχουν απόλυτα καλοί και κακοί ήρωες στα βιβλία μου. Αυτό όμως δεν συμβαίνει και στην πραγματική ζωή; Το βιβλίο κέρδισε το βραβείο καλύτερου μυθιστορήματος για το 2016 του περιοδικού «Ο Αναγνώστης» και μέχρι τώρα είναι το μοναδικό αστυνομικό μυθιστόρημα που το έχει κερδίσει. Η τουρκική έκδοση συνεχίζει να πουλάει σταθερά. Στην Τουρκία έχουν μεταφραστεί συνολικά τρία βιβλία μου με ιδιαίτερα θετικές κριτικές. Μου ταιριάζει και τους ταιριάζω φαίνεται.
Θα ήθελες να μιλήσουμε για τη δημιουργία του ντετέκτιβ Νετούνο; Σκοπεύεις να τον διατηρήσεις ως κεντρικό χαρακτήρα;
Ο Νετούνο είναι ένα άλτερ έγκο μου που ζει μαζί μου. Τρέχουμε μαζί τα μεγάλα λονγκ ραν (ο Νετούνο δε βγαίνει να τρέξει λιγότερα χλμ από ημιμαράθωνιο) και κάνουμε μεγάλες συζητήσεις οι δυο μας. Έτσι είναι μοιραίο να τον ξαναχρησιμοποιήσω σε κάποιο μελλοντικό βιβλίο. Το πρόβλημα είναι ότι δε θυμάται καθόλου το παρελθόν του. Έτσι προσπαθώ να το ανασυνθέσω για να τον γνωρίσω καλύτερα. Είναι ωραίος τύπος κι έχει ένα ιδανικό σπίτι σ’ ένα υπόγειο μπούνκερ.
“Τα πτώματα δεν πληρώνουν”, “Σκότωσε σαν τον Στίβεν Κινγκ”. Ποια είναι η επιρροή του στο έργο σου;
Πρέπει να είναι πολύ μεγάλη, εγώ είμαι ο πλέον ακατάλληλος να το διακρίνω αυτό. Ο Κινγκ πρώτα απ’ όλα με απελευθέρωσε από τις συνθήκες που επικρατούσαν τότε για τη σύγχρονη νεοελληνική λογοτεχνία, που αν μη τι άλλο ήταν πολύ περιορισμένες: τα θέματα ήταν κυρίως το πολυτεχνείο, ο εμφύλιος και οι προσωπικές σχέσεις των δύο φύλων, κυρίως, στην πρωτεύουσα. Ο Κινγκ βάζοντας στο Κριστίν κεντρικό πρόσωπο σ’ ένα μυθιστόρημα ένα αυτοκίνητο γένους θηλυκού που σκοτώνει από ζήλια, μου έδειξε ότι οι δρόμοι της λογοτεχνίας είναι αναρίθμητοι και αρκεί να ακολουθήσεις το ένστικτό σου. Δεν είναι τυχαίο που το 2005 έγραψα την Απαγωγή του εκδότη χρησιμοποιώντας ξένους ήρωες και τοποθετώντας την, μισή τουλάχιστον, πλοκή στο εξωτερικό, πράγμα που, τότε, ξένισε αρκετά.
Ποια η επιρροή από την κινηματογραφική αφήγηση; Πέρα από τον Στίβεν Κινγκ, «διαβάζω» Σαμ Πέκινπα, Ζαν-Πιερ Μελβίλ και Σέρτζιο Λεόνε.
Οι πρώτες μνήμες είναι από τα ιαπωνικά Γκοτζίλα της δεκαετίας του 70. Έπειτα οι επηρεασμοί είναι από τα γκανγκστερικά γαλλικά φιλμ και τα γουέστερν του Σέρτζιο Λεόνε. Την εποχή των βίντεο κλαμπ πρέπει να είδα αναρίθμητα φιλμ όλων των ειδών εκτός από ρομαντικά. Θρίλερ, τρόμου, αστυνομικά, περιπέτειες. Το Straw dogs (1971) παραμένει μία από τις πιο αγαπημένες μου ταινίες.
“Τα παράξενα Χριστούγεννα του κυρίου Σέριμαν” (Εκδόσεις Μονόκλ, 2024). Μια αντιστροφή της “Χριστουγεννιάτικης Ιστορίας” του Ντίκενς;
Η ιστορία του Ντίκενς έχει μπει μέσα μας τόσο βαθιά ώστε είσαι σίγουρος ότι υπήρξε στ’ αλήθεια. Η αλήθεια είναι ότι όταν έγραφα τον Σέριμαν δεν μου έβγαινε καθόλου η φιγούρα του Σκρουτζ. Συγκρίνοντάς τους τώρα βλέπω ότι ο Σέριμαν δεν είναι τόσο σκληρός ούτε τόσο κακός, απλώς ήταν μονόχνοτος και ευτυχισμένος με την άχρωμη ζωή του. Ο Πασκάρ (που είναι μόνο ένας αγγελιοφόρος) πλησίασε τον Σέριμαν όχι να τον αλλάξει ούτε για να του δώσει ένα μάθημα για να μάθει να ζει. Κανείς δεν ξέρει πώς διαλέγονται οι εκλεκτοί. Στη θέση του Σέριμαν θα μπορούσε να είναι ένας νεαρός αθλητής, ή μια εργαζόμενη γυναίκα. Ο Πασκάρ θα πρωταγωνιστήσει σε ακόμα δύο νουβέλες μου, ενώ είναι ο ήρωας μιας ιστορίας σε μια ανθολογία που θα κυκλοφορήσει μέσα στο 2025.
Τι άλλο ετοιμάζεις; Γράφεις νέο αστυνομικό μυθιστόρημα;
Στο μυαλό μου είναι πολλά βιβλία, διαφορετικού ύφους. Είναι η αναπόφευκτη ζύμωση που γίνεται πριν τη δημιουργία. Εκτός από την ανθολογία που αναφέρω πιο πάνω, έχω στα σκαριά μια ανθολογία ιστοριών τρόμου και ένα μεγάλο μυθιστόρημα όχι αστυνομικό. Επίσης κάποια στιγμή Νετούνο 2. Αυτά κι άλλα πολλά που μόνο ο συγγραφέας ξέρει. Την αγάπη μου.
Ο Δημήτρης Μαμαλούκας γεννήθηκε το 1968 στην Αθήνα όπου και κατοικεί. Είναι πεζογράφος και μεταφραστής. Έχει γράψει δεκαοκτώ μυθιστορήματα, δέκα για ενήλικες και οχτώ για παιδιά.
Ανάμεσα σ’ αυτά, τα αστυνομικά Ο Μεγάλος Θάνατος του Βοτανικού, Η χαμένη βιβλιοθήκη του Δημητρίου Μόστρα, (υποψήφιο για το Βραβείο Αναγνωστών ΕΚΕΒΙ - ΕΡΤ 2007), Η μοναξιά της ασφάλτου, Ο κρυφός πυρήνας των Ερυθρών Ταξιαρχιών, εκδόσεις Κέδρος (Βραβείο μυθιστορήματος του περιοδικού Ο Αναγνώστης 2017, μεταφράστηκε στα τουρκικά), Τα πτώματα δεν πληρώνουν, εκδόσεις Κέδρος, Σκότωσε σαν τον Στίβεν Κινγκ, εκδόσεις Κέδρος καθώς και τα μυθιστορήματα Κοπέλα που σε λένε Φίνι (μεταφράστηκε στα τουρκικά) και Κράτα μου το χέρι. Το πρώτο του βιβλίο Όσο υπάρχει αλκοόλ υπάρχει ελπίδα μεταφέρθηκε στη μεγάλη οθόνη ενώ διηγήματα του έχουν συμπεριληφθεί σε πολλές ανθολογίες.
Από τις εκδόσεις Κέδρος κυκλοφορούν επίσης τα τέσσερα βιβλία της αστυνομικής σειράς για παιδιά Οι 4 ξεχωριστοί ντετέκτιβ: Η μεγάλη ληστεία της χρηματαποστολής (υποψήφιο για το Βραβείο παιδικού βιβλίου του περιοδικού Ο Αναγνώστης 2017), Η απαγωγή του τραπεζίτη Ο’Μπράιαν, Τα πλαστά χαρτονομίσματα και Το Αγκμαράλο.