Αν και το LP «Φλου» (EMIAL) ξεκίνησε ως καλλιτεχνικό συνοικέσιο ανάμεσα σε δύο αγνώστους, τον Παύλο Σιδηρόπουλο και το συγκρότημα «Σπυριδούλα», αξιώθηκε δικαίως με τον καιρό να γίνει δίσκος αναφοράς στην ιστορία του ελληνικού ροκ – όχι ως best seller, αλλά ως δημοφιλές και επιδραστικό για τους νεότερους long seller.
Το βιβλίο του Γιώργου Αλλαμανή «Παύλος Σιδηρόπουλος & Σπυριδούλα. Φλου», ενταγμένο στη σειρά «33 1/3» των εκδόσεων «Οξύ», εξετάζει τη συνεργασία που κατέληξε στο δισκογραφικό γεγονός του Μαΐου του 1979, με ενδελεχή έρευνα στις πηγές και δύο πολύτιμους ξεναγούς: τον Βασίλη Σπυρόπουλο κιθαρίστα, σε ιστορικό ντουέτο με τον αδελφό του Νίκο, και τον Τόλη Μαστρόκαλο, μπασίστα, αντίστοιχα, του συγκροτήματος στη σύνθεση που ηχογράφησε το «Φλου». Ανασύρουν μνήμες και συνειρμούς, διατυπώνοντας με νηφαλιότητα προσωπικές εκτιμήσεις, σε συνεντεύξεις που έγιναν ειδικά γι’ αυτή την έκδοση.
Σύντομες διαφωτιστικές μαρτυρίες καταθέτουν επίσης ο σκηνοθέτης και τραγουδοποιός Ανδρέας Θωμόπουλος και ο «προδρομικός» τραγουδιστής της Σπυριδούλας Γιώργος Κοτσμανίδης. Η dj και ραδιοφωνική παραγωγός Θέκλα Τσελεπή έχει γράψει τον πρόλογο σε μορφή προσωπικής επιστολής στον Παύλο, συγκινησιακά φορτισμένης και –φευ…– μάλλον απαισιόδοξης για το μέλλον.
Χειμώνας 1978-79. Από αριστερά: ο Παύλος Σιδηρόπουλος, ο Τόλης Μαστρόκαλος, ο ντράμερ Τάσος Φωτοδήμος (στον δίσκο συμμετείχε σε δύο τραγούδια, στα άλλα οκτώ τύμπανα έπαιξε ο Αντρέας Μουζακίτης που επέλεξε να μην συνεχίσει με το γκρουπ), o Νίκος Σπυρόπουλος και o Βασίλης Σπυρόπουλος. Αυτό το σχήμα υπερασπίστηκε εν θερμώ το, άγνωστο ακόμη, υλικό του «Φλου» για περίπου 60 (!) βραδιές live στο ροκ κλαμπ «Tiffany’s» στην Πλάκα, παράλληλα με τις ηχογραφήσεις στο Στούντιο 1 της Columbia στον Περισσό
Η σειρά «33 1/3» αποτελείται από πρωτότυπα βιβλία μεγέθους «τσέπης», που το καθένα είναι πορτρέτο ενός ιστορικού LP κάποιου κορυφαίου γκρουπ ή καλλιτέχνη – από Beatles και Μαρία Κάλλας μέχρι Joy Division και Nine Inch Nails.
Στο εξωτερικό έχουν κυκλοφορήσει πάνω από 150 βιβλία από το 2003 με μεγάλη επιτυχία. Υπεύθυνος της ελληνικής σειράς «33 1/3» των εκδόσεων «Οξύ» είναι ο δημοσιογράφος Μάκης Μηλάτος. Ηδη στις προθήκες των βιβλιοπωλείων βρίσκονται έντεκα μεταφρασμένοι τίτλοι, καθώς και τα βιβλία του Χριστόφορου Κάσδαγλη για το «Βρώμικο ψωμί» του Διονύση Σαββόπουλου και του Αλέξη Βάκη για τον «Μεγάλο Ερωτικό» του Μάνου Χατζιδάκι.
Προδημοσίευση
[…] Ενα ερώτημα είναι πότε ο Σιδηρόπουλος ξεκίνησε να γράφει δικά του τραγούδια, στίχους και μουσική. Η σύντομη απάντηση είναι: γύρω στο 1973. Ο ίδιος σημειώνει για το «Φλου» σε χειρόγραφο που βρέθηκε στα κατάλοιπά του: «Οι συνθέσεις; Μουσική και στίχοι γράφτηκαν την περίοδο ’70-’74. Το “Στην Κ.” το 1976 και οι “Σοβαροί κλόουν” μου φαίνεται». Εδώ, είτε η μνήμη παίζει παιχνίδια είτε ο Παύλος μεταφέρει πίσω στον χρόνο «όλο» το δημιουργικό έργο του δίσκου, εκτός από δύο τραγούδια, για λόγους εντυπωσιασμού. Κιθάρα πρωτόπιασε στη Θεσσαλονίκη και τουλάχιστον μέχρι τα τέλη του 1972 τη σκάλιζε χαλαρά, χωρίς προκοπή και χωρίς αξιώσεις. Σίγουρα έγραφε στίχους, ίσως ψιλομουρμούριζε μελωδίες, αλλά με τη σύνθεση ασχολήθηκε σοβαρά μετά τη συνεργασία του με τα «νέα Μπουρμπούλια» όπως τα αποκαλεί (Βασίλης Ντάλλας μπάσο, Νίκος Τσιλογιάννης ντραμς, Παντελής Δεληγιαννίδης ηλεκτρική κιθάρα και ο ίδιος τραγούδι) για να τα ξεχωρίσει απ’ το σχήμα που έπαιξε με τον Διονύση Σαββόπουλο στον «Μπάλλο».
Μετά το 45άρι «Απογοήτευση/Ο Ντάμης ο σκληρός», που κυκλοφόρησε τον Αύγουστο του ’72 από τη Zodiac (ΛΥΡΑ), ο ιδιοκτήτης της εταιρείας Αλέκος Πατσιφάς αρνήθηκε να τους κάνει «μεγάλο δίσκο». Είχαν μια πρόταση ανάλογη του «βαλκανικού ροκ» του Σαββόπουλου. «Ολα τα κομμάτια στηρίζονται στη δημοτική μουσική και το κλασικό ροκ, και ένα απ’ αυτά έχει προκλασικά στοιχεία» είπε τον Φεβρουάριο του 1973 στη δημοσιογράφο Ολγα Μπακομάρου, στο περιοδικό Φαντάζιο. Σύντομα τα Μπουρμπούλια διαλύθηκαν. «Η απογοήτευση δεν ήταν μόνο τίτλος τραγουδιού, ήταν η πραγματικότητα» θυμάται σήμερα ο Τόλης Μαστρόκαλος.
Έτσι, το 1973 ο Σιδηρόπουλος πάει να μάθει μουσική. Οχι για να γίνει συνθέτης αλλά για να γράφει τραγούδια. Μόνος του, σπίτι του, με μια κιθάρα. Και μετά να τα επεξεργάζεται με δεξιοτέχνες οργανοπαίκτες. Εμπρός στον δρόμο που χάραξε ο Διονύσης. Το ’χε δει με τα μάτια του να δουλεύει.
Πήγε σε κλασικό Ωδείο; Ξεκίνησε μακροχρόνιες σπουδές; Οχι. Επέλεξε τον γρήγορο –προσοχή: όχι απαραίτητα εύκολο– δρόμο. Χτύπησε το κουδούνι του συνθέτη, μαέστρου και δάσκαλου μουσικής Αλέξανδρου (Αλέκου) Αινιάν (1908-1983), ο οποίος είχε επινοήσει ένα δικό του σύστημα διδασκαλίας. Το ανακοίνωσε στον Τόλη. Μια μέρα κατηφόρισαν παρέα μέχρι τη διασταύρωση των οδών Κύπρου και Αγίας Ζώνης, σε μια πολυκατοικία του Μεσοπολέμου. Ο Αινιάν παρέδιδε μαθήματα εκεί, στο διαμέρισμά του. Στο κουδούνι της εξώπορτας έγραφε μια λέξη: «Εγώ».
Τόλης Μαστρόκαλος: Έμαθε ο Παύλος ότι ο Σαββόπουλος είχε πάει στον Αινιάν, μου λέει «Θα πάω». «Πάμε μαζί» του λέω.
Αλέκος Αινιάν (1908-1983), ένας μοναχικός καβαλάρης της χορωδιακής πράξης, της σύνθεσης και της μουσικής παιδείας του 20ού αιώνα. Ανθρωπος πεισματάρης και ιδιόρρυθμος, ανέπτυξε δική του μέθοδο διδασκαλίας, λησμονημένη σήμερα, δεν στέριωνε για καιρό πουθενά, κατασκεύαζε ο ίδιος πληκτροφόρα μουσικά όργανα για τα μαθήματα ή ακόμη και έπιπλα για το σπίτι του. Πλεονέκτημά του ήταν η ταχύρρυθμη εκμάθηση για όσους ήθελαν να αποφύγουν χρονοβόρες σπουδές σε συχνά μέτρια ωδεία της εποχής. Στη φωτογραφία ο Αινιάν διευθύνει τη Δημοτική Χορωδία Λαμίας στο Ηρώδειο, στις αρχές της δεκαετίας του ’60
-Μπήκατε σε τμήμα; Ή κάνατε ιδιαίτερα μαθήματα;
ΤΜ: Ιδιαίτερο οι δυο μας, ο Παύλος κι εγώ. Μόνο φωνή και πεντάγραμμο. Είχε 17 μαθήματα ο Αινιάν. Αν έκανες και τα 17 πήγαινες μετά για Ανωτέρα. Αυτός είχε ένα δικής του κατασκευής όργανο με πλήκτρα. Δεν ήταν πιάνο ούτε αρμόνιο, ήταν μια ψιλο-κατασκευή με δυο οκτάβες όλες κι όλες.
-Σας δίδασκε ο ίδιος;
ΤΜ: Ναι. Ακου πώς ήταν το μάθημα. Και σταθερά αυτό, κάθε μέρα ήταν ρουτίνα την οποία έπρεπε να την κάνεις 17 φορές και μετά «πάρε το πτυχίο σου». Σου ’δινε την πρώτη μέρα ας πούμε 25 νότες στη σειρά. Αυτός στις έπαιζε με πολλούς τρόπους. Ο ένας ήτανε στη συνέχειά τους, μετά τις έκοβε ανά τετράδες (σ.σ.: τραγουδάει σολφέζ): Ντο-Μι-Σολ-Φα, Ντο-Μι-Σολ-Φα…, Ρε-Ντο-Σι-Ντο, Ρε-Ντο-Σι-Ντο… Έπρεπε εσύ να τις απομνημονεύσεις και να του τις πεις.
-Πώς τα πήγατε;
ΤΜ: Λοιπόν, ο Παύλος –με τη μία δηλαδή– όταν πήγαμε και μας είπε «Κάντε εκείνο κι εκείνο», δέκα λεπτά ήτανε, μας βάζει ο Αινιάν απέναντι. Και του λέει: «Εσύ να το δουλέψεις, θα πας πολύ μακριά». (σ.σ.: στρέφεται στην άλλη πλευρά, μιλάει… ξινά:) «Κι εσύ να το δουλέψεις για να φτάσεις κάπου…». (γελάμε)
-Σε σένα;
ΤΜ: Ναι. «Δάσκαλε συγγνώμη, τι εννοείτε;» του λέω. «Βέβαια, όταν ήμουνα δυο χρόνια στο Βαρβάκειο, πρώτη, δευτέρα Γυμνασίου, με βάλανε στη χορωδία και είδα τα μούτρα του μαέστρου, δεν ήταν ευχαριστημένος». «Πώς να ’τανε;…» μου λέει. «Γιατί;». «Θες δουλειά, θες δουλειά». «Θα φτάσω κάπου;». «Ναι, μην το βάζεις κάτω, θα φτάσεις. Αλλά τούτος εδώ…» και μου δείχνει τον Παύλο «…αυτός είναι έτοιμος. Αυτός δεν σκέφτεται, εσύ πρέπει να σκεφτείς». Είπα εντάξει, ας το δοκιμάσουμε. Και άρχισα να έχω μια σχέση με τους ήχους. Δηλαδή ήξερα τουλάχιστον ποια νότα είναι πάνω και ποια κάτω, ποια είναι πιο ψηλή και ποια πιο χαμηλή.
-Η μέθοδος πέρναγε και σε όργανα ή έμενε στο σολφέζ;
ΤΜ: Οχι, αυτό ήταν. Αλλά εγώ δεν πήγα παραπέρα. Γιατί απ’ τα 17 μαθήματα έφτασα στο 11. Ο Παύλος έφτασε στο 13 ή 14, δεν το τέλειωσε ούτε ο Παύλος.
-Ο Σαββόπουλος;
ΤΜ: Δεν ξέρω.
Ο Γιώργος Ι. Αλλαμανής γεννήθηκε το 1964 στην Αθήνα. Είναι δημοσιογράφος, ραδιοφωνικός παραγωγός και συγγραφέας βιβλίων έρευνας. Το «Φλου» (εκδόσεις «Οξύ», σειρά «33 1/3») είναι το τρίτο του βιβλίο μετά το «Στον καιρό της Λιλιπούπολης – Η βιογραφία μιας ραδιοφωνικής εκπομπής» (εκδόσεις «Τόπος», 2022) και το «Δίχως καβάτζα καμιά – Βίος και πολιτεία του Νικόλα 'Ασιμου» (2000, εξαντλημένο, υπό επανέκδοση).
Ως συντάκτης διεθνών ειδήσεων έχει εργαστεί αόκνως στις εφημερίδες «Καθημερινή», «Βήμα» και «Documento», στα δελτία ειδήσεων των καναλιών Mega και Alpha και κατά καιρούς έχει παρεκτραπεί στην αρχισυνταξία τηλεοπτικών εκπομπών, το ρεπορτάζ και την αρθρογραφία. Απολαμβάνει να σκαλίζει και την πιο ταπεινή λεζάντα. Δεν έχει απασχοληθεί ποτέ σε γραφεία Τύπου.
Ως πολιτιστικός συντάκτης και μουσικός παραγωγός έχει εργαστεί στην ΕΡΤ, στο «Κανάλι 15», στον «Μελωδία» (10 συναπτά έτη), στον «Εν Λευκώ» και σήμερα συμμετέχει υπερηφάνως στο αυτοδιαχειριζόμενο web radio «ΜεταΔεύτερο» (www.metadeftero.gr). Δεν έχει πει όχι στη μουσικοκριτική και στο πολιτιστικό/πολιτικό χρονογράφημα. Κείμενά του έχουν δημοσιευτεί μεταξύ άλλων στα περιοδικά «Ηχος & Hi Fi», «Σχολιαστής», «Μετρό» και «Δίφωνο» και στο εβδομαδιαίο «Ποντίκι».
Ένα φεγγάρι πέρασε από τη Νομική, έχει τρεις θυγατέρες κι ένα γιο, απεχθάνεται το περίπου.