Τα Παιδιά της Επανάστασης (Sons of Chaos, στο πρωτότυπο) τιτλοφορείται το graphic novel που εμπνεύστηκε ο αμερικανός σεναριογράφος/κινηματογραφιστής Chris Jaymes σε συνεργασία με τον αργεντίνο εικονογράφο Ale Aragon και το οποίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κάκτος και αναφέρεται στην Επανάσταση του 1821. Πιο σωστά, στην προεπαναστατική περίοδο στο μεγαλύτερο μέρος του, στα χρόνια που ψήνεται η Επανάσταση, καθώς μόλις αυτή ξεσπά, η πλοκή ολοκληρώνεται. Στο επίκεντρο της αφήγησης εδράζεται η έχθρα του Αλή Πασά με τους Σουλιώτες και κυρίως με τη φάρα των Μποτσαραίων. Παρακολουθούμε την αιχμαλωσία του Μάρκου Μπότσαρη (αμυδρή σχέση με τον ιστορικό ήρωα), γιο του αρχηγού της φαμίλιας, Κίτσου, από τον Αλή. Ο Μάρκος ανδρώνεται στην αυλή του Πασά στα Ιωάννινα, όμως ασφυκτιά και αναζητά πάση θυσία την ελευθερία του. Έχει άλλωστε δει, στο ξεκίνημα της ιστορίας, τις ορδές του Αλή, να σφάζουν τους δικούς του. Ο Αλής από την πλευρά του παίζει mind games μαζί του και προσπαθεί να τον προσεταιριστεί. Φευ! Ο νεαρός Μάρκος αμετακίνητος στις θέσεις του, κατορθώνει να αποδράσει. Έρχεται σε επαφή με κλέφτικα σώματα. Ενώ ο Αλής έρχεται σε σύγκρουση με τον σουλτάνο και βαδίζει προς τον δικό του χαμό, πέφτουν οι πρώτες τουφεκιές της Επανάστασης με τον Μάρκο μπροστάρη στον Βορρά. Η αυλαία πέφτει στο Μεσολόγγι.
Αποτέλεσμα εξονυχιστικής ιστορικής έρευνας, που όμως συνδυάζεται αρμονικά με τη μυθοπλασία, Τα Παιδιά της Επανάστασης συναρπάζουν με τη συνεκτικότητα που διέπει την πλοκή του βιβλίου και με τους εξαιρετικά καλοσχηματισμένους χαρακτήρες. Σε ό,τι αφορά την εικονογράφηση, αυτή είναι βίαια και σε σημεία ωμή. Βίαιη ήταν όμως και η εποχή που περιγράφεται, όπως λέει ο Chris Jaymes στη συνέντευξη που ακολουθεί. Σε ό,τι αφορά τις αναπαραστάσεις, οι δύο δημιουργοί περιδιάβησαν την Ελλάδα απ’ άκρη σ’ άκρη (Ιωάννινα, Σούλι, Γραβιά, Ναύπλιο, Μάνη, Μονεμβασιά, Σπέτσες, Ύδρα κλπ.) προκειμένου να αναζητήσουν και να αναπλάσουν «εκείνους τους μυθικούς τόπους που πήραν κάποτε φωτιά». Σκοπός τους, άλλωστε, ήταν εξαρχής να αναδείξουν τη μεγάλη σημασία που είχε η Ελληνική Επανάσταση για το ευρωπαϊκό γίγνεσθαι του 19ου αιώνα: ήταν η πρώτη κορυφαία Επανάσταση μετά τη Γαλλική που, με πρόταγμα τον Διαφωτισμό, κλόνισε συθέμελα τις μεγάλες Αυτοκρατορίες του καιρού της.
Σε πρώτη φάση, τι ήταν αυτό που σε προσέλκυσε στην Ελληνική Επανάσταση; Αρχικά, γνώριζα λίγα πράγματα για τη Νεώτερη Ελληνική Ιστορία. Ο καλύτερος ελληνοαμερικανός φίλος μου, ο Νίκος Λάμπρου, που ήξερε ότι είμαι κινηματογραφιστής, μου πρότεινε να γυρίσουμε ένα φιλμ για την Ελληνική Επανάσταση. Ύστερα από εκτενή έρευνα κατέληξα στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει άλλο παράδειγμα στη σύγχρονη ιστορία που να αποδίδει την ισχύ της ενοποίησης σε τόσο μεγάλο μέγεθος. Ένα μικρό έθνος κατόρθωσε να ορθοποδήσει σε μια Επανάσταση που ανέτρεψε μια αυτοκρατορία που το καταπίεζε. Ένα αουτσάιντερ στον θρόνο, σαν να λέμε... Και υπό μια έννοια, αποκρυστάλλωσε αυτό που γνωρίζουμε ως Μοντέρνο Δυτικό Πολιτισμό. Πέρα από την κληρονομιά του (αρχαιο)ελληνικού παρελθόντος, αυτό το είναι το θέμα που επανέρχεται. Όταν βρίσκονται αντιμέτωποι με ακραίες καταστάσεις, οι Έλληνες είναι σαν να ενεργοποιούν «υπερδυνάμεις» που τους αναγκάζουν να ενωθούν. Ο κόσμος πρέπει να θυμάται ότι όταν αντιμετωπίζεις ένα απίθανο σενάριο, μπορείς να επικρατήσεις μόνο μέσω της ενότητας των ανθρώπων, έστω κι αν αυτή διαρκέσει για λίγο. Η δύναμη της ενότητας αψηφά τη λογική για το κοινό καλό. Και με κάποιο τρόπο, το 2021, αυτό είναι ένα δίδαγμα που χρειαζόμαστε περισσότερο από ποτέ.
Γιατί επέλεξες τους Σουλιώτες από τις (προ)επαναστατικές ομάδες της περιόδου; Πιστεύω ότι οι πρώιμες δραστηριότητες του Αλή Πασά στον Βορρά δημιούργησαν ένα απρόβλεπτο άνοιγμα που, ουσιαστικά, ενδυνάμωσε την ελληνική εξέγερση και αυτό με οδήγησε να βασίσω την ιστορία στον Μάρκο Μπότσαρη και τους Σουλιώτες. Οι αρχικές μου εντυπώσεις για τους Σουλιώτες ήταν κινηματογραφικές, περισσότερο κλισέ και καρτουνίστικες. Κάποια στιγμή, άδειασα το μυαλό μου και προσπάθησα να τους δω ως ανθρώπους, σε αντίθεση με φιγούρες σε ταινίες δράσης. Αυτό με συγκλόνισε, καθώς άρχισα να αποδέχομαι το γεγονός ότι ήταν άνθρωποι γεννημένοι μέσα σε μια πραγματικότητα χάους. Μια πραγματικότητα που ορίζει την εξίσωση της ζωής σου. Σκεφτόμουν πώς θα ήταν να είσαι παιδί και να στέκεσαι στους λόφους του Σουλίου και να παρακολουθείς μέσα από την ομίχλη τις σφαγές...και κάπως έτσι άρχισε να διαμορφώνεται η ιστορία μου. Συνέλαβα την εικόνα του Μάρκου στο κέντρο του χωριού του να παρακολουθεί την επίθεση που διέταξε ο Αλή Πασάς. Έφερα στο μυαλό μου τα μάτια του παιδιού που έβλεπε τους φίλους και την οικογένειά του να σφάζονται. Η φαμίλια του Μπότσαρη είχε συνεχείς διενέξεις με τον Αλή, οι οποίες συνεχίστηκαν και μετά τον θάνατο του πατέρα του Μάρκου, του Κίτσου και τελικά του ίδιου του Αλή. Ύστερα από ενδελεχή έρευνα, συμπέρανα ότι το momentum για την ελληνική εξέγερση ήταν το σωστό, επειδή η δράση αλλά και τελικά, η απουσία του Αλή Πασά άφησαν ένα δυσαναπλήρωτο κενό στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, η οποία αναγκάστηκε να αναζητήσει διαφορετική ηγεσία. Ειδάλλως, η Επανάσταση μπορεί να είχε διαφορετικά αποτελέσματα.
Ο κεντρικός σου χαρακτήρας, ο Μάρκος, βασίζεται στον ιστορικό Μάρκο Μπότσαρη ή προσπάθησες να δημιουργήσεις έναν νέο ήρωα; Είναι, επίσης, πολύ συναισθηματικός τύπος, σχεδόν ρομαντικός. Το μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας αφορά τη σχέση του Μάρκου με τον Αλή, με τον Μάρκο να αποτελεί το σύμβολο της Ελλάδας και όχι ενός μεμονωμένου ανθρώπου. Στη διάρκεια της ιστορίας, ο χαρακτήρας του εισάγει τον αναγνώστη σε σημεία-κλειδιά για το ξέσπασμα της Ελληνικής Επανάστασης. Η φυλάκισή του, όπως και άλλων οπλαρχηγών από τον Αλή, συμβολίζει τη φυλακισμένη Ελλάδα και τις αβεβαιότητες με τις οποίες ξεκινούσε η Επανάσταση. Ήμουν διστακτικός στο να χρησιμοποιήσω ως πρότυπο τον ιστορικό Μάρκο Μπότσαρη, καθώς δεν ήθελα να εξιστορήσω τη δική του ζωή, όσο και αν μου αρέσει να μαθαίνω για τις ζωές άλλων ανθρώπων μέσα από βιβλία και ταινίες. Βλέποντας το Braveheart, με έκανε να θέλω να μάθω περισσότερα για τον William Wallace. Αν και η αληθινή ιστορία του William Wallace ήταν πολύ διαφορετική σε σχέση με τον τρόπο που παρουσιάστηκε στο Braveheart, το φιλμ με βοήθησε στην αναζήτηση. Από την άλλη, φοβόμουν ότι αν ο κεντρικός χαρακτήρας ήταν εντελώς μυθιστορηματικός, το κοινό εκτός Ελλάδας θα ενδιαφερόταν λιγότερο να το δει σαν έναν πραγματικό πόλεμο και σαν μια πραγματική ιστορία. Με αυτά τα δεδομένα, υπάρχουν στοιχεία της προσωπικότητας του ιστορικού Μάρκου Μπότσαρη στην προσωπικότητα του χαρακτήρα του βιβλίου, περισσότερο όμως συμβολικά παρά άμεσα. Μεταμόρφωσα ομοίως τη φυλακή του Αλή Πασά από συμβατική σε συμβολική, ένα είδος συμβιωτικής παγίδας από την οποία πασχίζει διαρκώς να ξεφύγει ο Μάρκος, όπως και πολλοί άλλοι Έλληνες με διαφορετικούς τρόπους.
Με όρους νουάρ, ο Αλή Πασάς είναι ο απόλυτος «νονός»; Ο Αλής είναι ο καλύτερος «κακός» που υπήρξε. Όσα περισσότερα μαθαίνω γι’ αυτόν τον άνθρωπο, σχετικά με τον χαρακτήρα του και τις πράξεις του απέναντι στους άλλους, τόσο περισσότερο μου αποκαλυπτόταν ένας αληθινός χαρακτήρας τύπου Joker, κάτι που πιθανότατα με ώθησε να αφηγηθώ την ιστορία από αυτή τη σκοπιά. Η βαρβαρότητα, η απανθρωπιά του και η διεστραμμένη ψυχολογία του ήταν τόσο ακραίες, που δύσκολα βρίσκει ανταγωνιστή στην ιστορία.
Υπάρχει αρκετή βία στις εικονογραφήσεις. Βίαιη περίοδος, βέβαια. Εσκεμμένα προσπάθησε να βάλεις στοιχεία από κόμικ στην ιστορία; Όταν φτιάχνεις ένα graphic novel, πρέπει να τα συνδυάσεις και τα δύο, και αυτή η περίοδος και οι χαρακτήρες ταιριάζουν, προσφέρονται.Έτσι, χωρίς άλλα εργαλεία για έρευνα εκτός από μερικά σχέδια και πίνακες, αφήνεις την φαντασία σου να αναπλάσει την πραγματικότητα. Όταν ταξίδεψα απ’ άκρη σ’ άκρη στην Ελλάδα, κάνοντας έρευνα, βρέθηκα σε διάφορες τοποθεσίες –Ιωάννινα, Μονεμβασιά κλπ.- στο μέσο της νύχτας, στη σιωπή, «επιτρέποντας» στις εικόνες να έρθουν σε εμένα. Φανταζόμουν τους ήχους της σφαγής και τα πτώματα να κείτονται σε στενά δρομάκια, κοιτώντας με τα μάτια ενός παιδιού που τολμά να ξεμυτίσει για να δει ποιος έχει μείνει ζωντανός, όταν όλα έχουν πια καλμάρει. Το να κατανοήσεις πλήρως τι ακριβώς συνέβη εκεί όπου βρίσκεσαι δύο αιώνες μετά είναι αδύνατον. Όλοι μας τα αναπλάθουμε κάπως διαφορετικά στο μυαλό μας. Οι εικονογραφήσεις, λοιπόν, είναι συνδυασμός αυτών των εγκεφαλικών εικόνων και όποιου υλικού μπόρεσα να βρω σχετικά με αυτή την περίοδο.
Τι είδους ιστορική έρευνα έκανες; Ποιες δυσκολίες αντιμετώπισες; Μου πήρε χρόνια η έρευνα. Aρχικά, ξεκίνησα με οτιδήποτε μπορούσα να βρω στα αγγλικά, περίπου πριν από 10 χρόνια. Ύστερα, άρχισα, όποτε υπήρχε η δυνατότητα, να ζητάω από φίλους να μου μεταφράζουν υλικό από άλλες γλώσσες. Η πρόκληση έρχεται από τη μυθιστοριογραφία που απαντά σε πολλά βιβλία Ιστορίας. Όσα περισσότερα διαβάζεις για κάποιο γεγονός, διαπιστώνεις ότι οι αφηγήσεις στα βιβλία δε συμπίπτουν. Αυτό σε αναγκάζει να σκάψεις βαθύτερα και να μπεις στη θέση ενός ερευνητή-ρεπόρτερ, ο οποίος προσπαθεί να συνενώσει κομμάτια της πραγματικότητας. Πρέπει να βγεις από τις σελίδες του βιβλίου και να δεις ποιος το έγραψε και να αναρωτηθείς γιατί μπορεί να το έγραψε αυτό ή εκείνο... Και πρέπει να το κάνεις αυτό με ντουζίνες από βιβλία, μέχρις ότου ανακαλύψεις ποια είναι τελικά τα στοιχεία που εμπιστεύεσαι για να καθορίσουν τη δική σου δουλειά. Είναι μια πολύ απαιτητική διαδικασία, αλλά αν την ξεκινήσεις, πρέπει να την ακολουθήσεις ως το τέλος για να βρεις τη λύση σε αυτό που ψάχνεις.
Το έργο σου δεν είναι βιβλίο ιστορίας, αλλά graphic novel. Προσπέλασες την ιστορία προς χάρην της τέχνης όποτε/αν χρειάστηκε; Ένα βιβλίο ιστορίας είναι συνήθως γεμάτο με αφήγηση, με λόγια πολιτικών, ηγετών, των οικογενειών τους, του απλού λαού. Χωρίς την πολλαπλή θέαση της κάθε ιστορικής στιγμής, με τη συμμετοχή όσο το δυνατόν περισσότερων συμμετεχόντων, απομένουν μόνο πραγματολογικά στοιχεία που διαχειρίζεται ένα και μόνο άτομο, και η ιστορία γίνεται πολύ προσωπική στη «απόδοσή» της. Αυτό το βιβλίο δεν είναι διαφορετικό. Μετά από εκτενή έρευνα και καταλήγοντας σε συμπεράσματα για την Επανάσταση, υπήρχαν συγκεκριμένα θέματα και εμπειρίες που με κατεύθυναν –ας πούμε στο εγκεφαλικό παιχνίδι που έπαιζε ο Αλής με τους γύρω του, τα αρχικά πισωγυρίσματα σε ό,τι αφορά την ελληνική ενότητα, τις προσωπικές επιδιώξεις, τη διαμάχη Βορρά-Νότου (σ.σ.: εννοεί Στερεάς Ελλάδας-Πελοποννήσου στη διάρκεια των εμφυλίων πολέμων). Όταν κατέληξα στο τι σκόπευα με αυτή την ιστορία, τα θέματα της πραγματικής ιστορίας εγκολπώθηκαν με φυσικό τρόπο στη δική μου, όμως τα ίδια τα γεγονότα είχαν λιγότερη σημασία από το να καταφέρω να δείξω τα συναισθήματα που ένοιωθαν οι άνθρωποι σε τέτοιους καιρούς. Είναι μια ανθρώπινη ιστορία με την οποία μπορεί κάποιος να συνδεθεί και να μάθει από αυτήν.
Η Ελληνική ήταν η πρώτη Επανάσταση στην Ευρώπη μετά τη Γαλλική. Σοκάρισε τις Αυτοκρατορίες της εποχής. Σε συναρπάζει αυτό; Με συναρπάζει πόσα λίγα ξέρει ο κόσμος για το γεγονός αυτό, αν και ξέρουν τα πάντα για τον Ναπολέοντα και τη Γαλλική Επανάσταση. Παρόλα αυτά, θεωρώ ότι η Ελληνική Eπανάσταση ήταν πιο επιδραστική για τον σχηματισμό όχι μόνο της λεγόμενης Δυτικής Ευρώπης, αλλά γενικότερα του Δυτικού Πολιτισμού.
Πάνω σε τι εργάζεσαι αυτή τη στιγμή; Αυτή τη στιγμή ασχολούμαι με διάφορα… Δουλεύω ένα μεγάλο project που σχετίζεται με τους Ωκεάνιους Καταυλισμούς και την εξερεύνηση λύσεων για τα θαλάσσια θηλαστικά που απειλούνται... Πρόκειται για φιλμ που συνοδεύει ένα κίνημα που δραστηριοποιείται στην υπόθεση των θαλάσσιων θηλαστικών και στο να κρατήσει καθαρούς τους ωκεανούς μας. Περισσότερα, για όποιον θέλει στο chrisjaymes.com κάτω από την επικεφαλίδα The Ocean Aquarium. Ξεκίνησα, επίσης, να γράφω ένα θεατρικό βασισμένο στον χορό του Ζαλόγγου. Πάντα το ήθελα, ωστόσο δεν είναι μια άμεση προσέγγιση… Είναι περισσότερο μια ιστορία στην οποία οι χαρακτήρες αντιμετωπίζουν καταστάσεις παρόμοιες με αυτές που αντιμετώπισαν τα ιστορικά πρόσωπα στον Χορό του Ζαλόγγου. Θα με ενδιέφερε να κάνω ένα τουρ αναφορικά με το βιβλίο σε πόλεις που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στο 1821. Έχω και άλλα κατά νου, αλλά αυτά προς το παρόν.
Το graphic novel Τα Παιδιά της Επανάστασης κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Κάκτος, σε μετάφραση του Αλέξη Καλοφωλιά.