Το άρθρο είναι προσαρμοσμένη αναδημοσίευση από το Sonik
Don’t Talk About My Father, God Is My Friend
Το νήμα με τα πολλά και βαθιά προβλήματα του Marvin Gaye έχει αφετηρία στον αυταρχικό και βίαιο πατέρα του, τον ιερέα Marvin Pentz Gay, με τον οποίον είχε συνεχόμενους, σκληρούς καυγάδες σε όλη του τη ζωή. Ο αιδεσιμότατος ήταν γνήσιος φονταμενταλιστής και πολέμιος των αμαρτιών της σάρκας, επέβαλλε δε πειθαρχία και κατήχηση με ακραία μέσα και στρατιωτικούς κανόνες.
Σύμφωνα με τον ίδιο τον Marvin Gaye, ο πατέρας του τον χτυπούσε συστηματικά από 6 χρονών μέχρι που τελείωσε το σχολείο. Οι δυο τους μοιράζονταν μια αυτοκαταστροφική φύση και έζησαν καταδικασμένοι στις ενοχές και στα πάθη. Χαρακτηριστικά, ο νεαρός Marvin είχε δει πολλές φορές τον πατέρα του να κυκλοφορεί με τα ρούχα της μητέρας του, καθώς αρεσκόταν να φοράει γυναικεία φορέματα. Στη συμβολική μάλιστα προσπάθειά του να απαγκιστρωθεί από το οικογενειακό όνομα και την παθολογική σχέση με τους γονείς του, ο Marvin προσέθεσε ένα «e» στο τέλος (γι' αυτό και η διαφορά στα επίθετα πατέρα και γιου). Το τελευταίο επεισόδιο του δράματος, μια ύστερη προσπάθεια επανασύστασης της χαμένης καλλιτεχνικής του ταυτότητας και μια τελευταία πράξη εξιλέωσης, θα συνέβαινε το 1980.
Το «χαμένο Σαββατοκύριακο» του Marvin εξελίχθηκε σε τρίχρονη βασανιστική αυτοεξορία. Στη Χαβάη συνάντησε συμπτωματικά τον Άγγλο παραγωγό και promoter Jeffrey Kruger, ο οποίος τον έσωσε από τον συναισθηματικό και δικαστικό Γολγοθά, πείθοντάς τον να μαζέψει τις δυνάμεις του και να περιοδεύσει ξανά στην Ευρώπη. Μετά τη μετακόμιση, μακριά από το τοξικό περιβάλλον του σπιτιού, έδειξε να ξεκινάει μια νέα περίοδος. Μάλιστα η ερωτική του ικανότητα αναθάρρεψε και οι σποραδικές κατακτήσεις του ανέβασαν λίγο τον πήχη αυτοεκτίμησης. Αποφάσισε έτσι να ζήσει στο Λονδίνο, για περισσότερο από έναν χρόνο.
Εκεί φυσικά δεν έπαψε να περιστοιχίζεται από μικροέμπορους ναρκωτικών, party animals, σαλεμένους hipsters, «εύκολες γυναίκες» και μποέμ τζαζ μουσικούς. Συνέχισε δε να κολυμπάει ακατάπαυστα σε ποταμούς κοκαΐνης και αλκοόλ. Η ερωτική του ζωή μπήκε πάντως σε μια τάξη χάρη στην 24χρονη Γερμανίδα Eugenie Vis, η οποία ανεχόταν στωικά τις απιστίες και την εξαλλοσύνη του. Στο μυαλό του Marvin Gaye ήταν η ιδανική σκλάβα του σεξ που έδειχνε να χρειάζεται. Μεταξύ τους δημιουργήθηκε ένας παράξενος δεσμός αγάπης, ο οποίος τον κράτησε στα πόδια του την περίοδο που μπήκε στο στούντιο για να ηχογραφήσει το In Our Lifetime. Δυστυχώς, όμως, η σχέση μπήκε τελικά στην προβληματική διάσταση πατέρα/γιου και ο τραγουδιστής δεν άργησε να κάνει πολλούς εχθρούς στην Αγγλία, χάρη στη δημόσια συμπεριφορά του, η οποία και έτρεφε τα tabloids.
Η σωτηρία ήρθε με τον Freddy Cousaert, τον Βέλγο promoter που προσέφερε σανατόριο στον Marvin στην πόλη του Όστεντ, στο Βέλγιο, το 1981. Εκεί είχε περιορισμένη πρόβαση σε ναρκωτικά, ζούσε «ερωτευμένος» με τη Vis και άρχισε να μπαίνει ξανά σε φόρμα, κάνοντας καθημερινή γυμναστική και πρόβες. Ήταν η εποχή που η ρήξη του με τη Motown θα γίνονταν οριστική και αμετάκλητη, μετά από 20 χρόνια συνεργασίας. Το In Our Lifetime κυκλοφόρησε νωρίτερα του προβλεπόμενου, με μια τελική μίξη την οποία δεν είχε εγκρίνει ο Gaye. Το διαζύγιο καλλιτέχνη και label ήταν οριστικό κι αυτό άρχισε να βγάζει ξανά στην επιφάνεια την παρανοϊκή συμπεριφορά του, όπως τον παλιό καλό καιρό.
Ο παραγωγός Larkin Arnold άδραξε τότε την ευκαιρία και τον υπέγραψε στη CBS (ο ίδιος είχε κλέψει από τη Motown και τον Michael Jackson), χαρίζοντάς του μάλιστα ένα εξαιρετικά προνομιακό συμβόλαιο. Σε αυτόν οφείλεται επίσης η ιδέα για το τραγούδι που θα έδινε νέα πνοή στην καριέρα του και θα αναβίωνε το πληγωμένο του στάτους. Ο Arnold θεώρησε ότι ο Gaye χρειαζόταν κάποιου είδους θεραπεία (healing) για τα προβλήματά του. Παρατηρώντας έκπληκτος την τεράστια ιδιωτική του συλλογή από πορνοταινίες με σαδομαζοχιστικό περιεχόμενο, είπε ότι η θεραπεία αυτή θα έπρεπε να είναι σεξουαλική (sexual). Φυσικά η φιλική συμβουλή αφορούσε μια σχέση αγάπης και αφοσίωσης, αλλά ο Marvin παρερμήνευσε –ίσως ηθελημένα;– την έννοια των λέξεων, θεωρώντας ότι έπρεπε να πέσει βουλιμικά σε περισσότερο αρρωστημένες ορέξεις για να εξιλεωθεί. Από εκείνη ασφαλώς τη μέρα, η σχέση του με την Eugenie Vis πήρε άγρια τροπή, με μαστίγια και όργια με πόρνες. Αλλά το νερό για τη σύλληψη του «σωτήριου» τραγουδιού, είχε μπει στο αυλάκι.
Την εποχή λοιπόν που η μουσική ιστορία δούλευε υπερωρίες και οι αλλαγές στις τάσεις και στα ρεύματα ήταν ραγδαίες, ο Marvin Gaye βρισκόταν ίσως για πρώτη φορά εκτός εποχής. Ήταν old-school, έδειχνε σαν τον Sam Cooke στα μάτια της νέας γενιάς: ένας αναχρονιστικός doo-wopper, ο οποίος μιλούσε μόνο με το soul, jazz και rhythm & blues συντακτικό. Τα πλήκτρα όμως του Donald Pylyser τον ενέπνευσαν ξανά και η μοντέρνα ηλεκτρονική παραγωγή του “Sexual Healing” τον επανατοποθέτησε στο παρόν. Αυτό ήταν το τραγούδι που έγινε όχημα του πολυπόθητου comeback, μα κι ένα ορόσημο για τη «bedroom soul» παράδοση. Το άλμπουμ Midnight Love (1982), το πρώτο της συνεργασίας με τη CBS και το πρώτο του εκτός Motown, ήταν έτσι αναπάντεχα πετυχημένο. Η χυμοί της φωνής του έτρεχαν ξανά στα ηχεία, ακουγόταν μάλιστα πιο φρέσκος από ποτέ. Το σημαντικότερο ήταν πάντως πως βρισκόταν σε απόσταση ασφαλείας από τα προβλήματα της Αμερικής. Αν και, στην πραγματικότητα, η μάχη ήταν μέσα του, οπότε δεν μπορούσε να κρυφτεί για πολύ από τους δαίμονές του.
Stubborn Kind Of Fellow
Ο Marvin Gaye ήρθε στη συνέχεια σε ρήξη με τον Cousaert για ανούσιες οικονομικές μικροδιαφορές, ενώ κατέστρεψε και τη σχέση του με την Eugenie, ωθώντας τη οριακά στον θάνατο από υπερβολική δόση ναρκωτικών. Η εξορία στην Ευρώπη έληξε λοιπόν βιαστικά και επέστρεψε άδοξα στην Αμερική στα τέλη του 1982, για να μείνει στο πατρικό του σπίτι.
Αν και το “Sexual Healing” κέρδισε 2 Grammy και το Midnight Love πουλούσε εκατομμύρια αντίτυπα, η κατάσταση που συνάντησε ο Marvin Gaye στην Αμερική ήταν αποκαρδιωτική. Η μητέρα του ήταν βαριά άρρωστη και ο πατέρας του σε προχωρημένο στάδιο αλκοολισμού. Η δε περιοδεία για το άλμπουμ ξεκίνησε καθυστερημένα (για ακόμα μία φορά) την άνοιξη του 1983 και κατά τη διάρκειά της η κατανάλωση κοκαΐνης ξεπέρασε κάθε προηγούμενο. Αυτή μάλιστα η περιοδεία πυροδότησε κρίσεις πανικού και ακραία μανία καταδίωξης, καθώς ο Marvin θεωρούσε ότι άγνωστοι ήθελαν να τον σκοτώσουν και απέφευγε να μιλάει στα τηλέφωνα γιατί θεωρούσε ότι είχαν κοριό. Όμως με τα δυσβάσταχτα απλήρωτα χρέη σε εφορία και γκάνγκστερ, με ζηλόφθονες νυν συζύγους των κακοποιημένων πρώην στο κατόπι του, με δικαστικές διαμάχες για την πατρότητα τραγουδιών και παιδιών και με ένα κάρο παραβιασμένα συμβόλαια στην πλάτη του, ίσως οι φόβοι του να μην ήταν και τόσο αβάσιμοι. Σε μια ανατριχιαστική ειρωνεία της ζωής, ο Marvin χάρισε ένα 38άρι πιστόλι στον πατέρα του για αυτοάμυνα, σε περίπτωση που κάποιος τους επιτεθεί. Το πιστόλι εκείνο έμελλε να εκπυρσοκροτήσει μία μόνο φορά.
Στις ζωντανές εμφανίσεις εκείνης της τουρνέ, ο Marvin Gaye ήταν σκιά του παλιού καλού του εαυτού. Αναγκαζόταν να ακούει τα τραγούδια του από κασέτα λίγα λεπτά πριν βγει στη σκηνή για να θυμηθεί τους στίχους, ενώ συχνά ξεκούμπωνε το πουκάμισό του επί σκηνής, σε μια προσπάθεια να δημιουργήσει μια περσόνα γοητείας, που συχνά όμως κατέληγε παρωδία. Οι καυγάδες εντωμεταξύ στα παρασκήνια για το μερίδιο ήταν καθημερινοί, ενώ στο ξενοδοχείο επικρατούσε ένα χάος από μεγάλες ποσότητες κοκαΐνης και όργια μέχρι 5 και 6 ατόμων (ανάμεσά τους και η Janis). Μετά το τέλος της περιοδείας, ο Marvin Gaye έμεινε κλεισμένος για βδομάδες στο σπίτι των γονιών του, βλέποντας πορνοταινίες και καταναλώνοντας ναρκωτικά, συχνά μπροστά στην τσακισμένη από απελπισία μητέρα του. Η μόνη επαφή που είχε με τον έξω κόσμο ήταν οι συλλήψεις της αστυνομίας, όταν πέταξε μια φιλενάδα του γυμνή στον δρόμο ή όταν έσπρωξε μια άλλη από τα σκαλιά. Τις τελευταίες μέρες της ζωής του, το σπίτι του θύμιζε δωμάτιο πανικού –με πολλούς συναγερμούς σε κάθε δωμάτιο και με ανιχνευτές κίνησης στον κήπο. Όμως τελικά ο δολοφόνος που τόσο φοβόταν βρισκόταν στο διπλανό υπνοδωμάτιο.
Ένα ανύποπτο ανοιξιάτικο πρωινό του 1984, ο Marvin Pentz Gay μπήκε αλαφιασμένος στο δωμάτιο του γιου του, ψάχνοντας κάποιο χαμένο ασφαλιστικό έγγραφο. Εκεί επέπληξε τη σύζυγό του Alberta με αποτροπιαστικά λόγια, τα οποία προκάλεσαν την αντίδραση του Marvin. Οι δυο τους αντάλλαξαν σκληρά λόγια και πιάστηκαν στα χέρια. Λίγα λεπτά αργότερα, ο πατέρας του επέστρεψε στο δωμάτιο κρατώντας το πιστόλι που του είχε χαρίσει για προστασία. Και ο Marvin Gaye έπεσε νεκρός από τα πυρά του, μια μέρα πριν τα 45ά του γενέθλια.
Από τη μία, ήταν ένας αναίτιος, άδοξος θάνατος, ο οποίος κρίθηκε σε μια στιγμιαία παρεξήγηση. Από την άλλη, ήταν η προδιαγεγραμμένη εξέλιξη μιας τραγωδίας με ιστορικό βίας, ανταγωνισμού, εξευτελισμών, μίσους, ενοχής και με τραύματα τα οποία σιγόβραζαν για χρόνια. Πατέρας και γιος ήταν φτιασιδωμένοι από τα ίδια υλικά ύβρης, ανασφάλειας, αυτολύπησης και έντονου εγωκεντρισμού. Πολλές είναι οι γνώμες που έχουν ειπωθεί για το φονικό, αλλά δεν έχουν και τόση σημασία. Ίσως πραγματικά να επρόκειτο για μια πράξη αυτοκτονίας. Ίσως τελικά ο Marvin Gaye να πέτυχε εκείνο το βράδυ αυτό που προσπαθούσε ποικιλοτρόπως για πολύ καιρό –να φύγει από τη ζωή. Και το κατάφερε τιμωρώντας τον πατέρα του για όλα τα χρόνια κακοποίησης, που άφησαν αμέτρητες πληγές, χρίζοντάς τον πατροκτόνο και στέλνοντάς τον στη φυλακή.
Ο υπόλοιπος κόσμος, στην καλύτερη περίπτωση, έχασε το θέαμα του απεξαρτημένου Marvin Gaye να παραβρίσκεται σε κάθε λογής «lifetime achievement awards» και να κυκλοφορεί αρπαχτές με δεκάδες συμμετοχές και διασκευές σε soul standards.
Ίσως να έχασε και λίγη σπουδαία μουσική, που δεν γράφτηκε ποτέ.
{youtube}rjlSiASsUIs{/youtube}