Είναι φρόνιμο να επαυξάνουμε στον τίτλο, παρά τις λοιδορίες. Πόσα και πόσα μπορεί να πει κανείς, χάριν αστεϊσμού, απερίφραστα ή πονηρά, πόσο και πόσα κι αν έχουμε διαβάσει για τη μεταπολίτευση, για εκείνους που μειοψηφικά εναντιώθηκαν στη χούντα (μέχρι να μαζικοποιηθούν όταν το καθεστώς άρχιζε να καταρρέει), για το νήμα που ενώνει τα πρόσωπα που έδρασαν επί δικτατορίας, με τα μετέπειτα προσωπεία. Τον Ιούλιο του 2015, ο Τάκης Θεοδωρόπουλος κατέληγε ευστόχως στην αρθρογραφία του στην "Κ" πως «Το ανιστόρητο συναίσθημα είναι πιο επικίνδυνο απ’ τις στρεβλές πολιτικές.» Ο ίδιος άνθρωπος, δύο χρόνια μετά, έγραφε με περίσσια συναισθηματική γλαφυρότητα πως «πρώην μαοϊκοί, "καταστασιακοί" και το κακό συναπάντημα του Μάη του ’68 μεγάλωσαν κι έκαναν οικογένειες, άρχισαν να σκέφτονται το μέλλον τους. Χύμηξαν στα χρηματιστήρια, με την ίδια ζέση που χυμάει στον μπουφέ και στα καναπεδάκια του το κοινό των λογοτεχνικών εκδηλώσεων.» Δεν πάει πολύς καιρός από τις αντιεπιστημονικές υποθέσεις των «αν» και των έντεχνων «ουδέν κακόν αμιγές καλού» του καθηγητή Στάθη Καλύβα. Εσχάτως είδαμε και τη “Δική του Μεταπολίτευση”, όπως διαβάσαμε και την αποτίμηση του Αλέξη Τσίπρα, ή του Αντώνη Σαμαρά, παρακολουθήσαμε την “Καμπύλη της Μεταπολίτευσης” (του συνεδρίου του “Κύκλου Ιδεών”), σε ένα γενικότερο κλίμα μεταξύ αναθεωρητισμού, πασαρέλας θεματοφυλάκων, «ψύχραιμων» προσπαθειών οικειοποίησης, μα και σημαντικών τοποθετήσεων για την εμπέδωση των γεγονότων. Είναι ευτύχημα το λατινικό "Verba volant, scripta manent”, για να διαπιστώνεις την εκάστοτε αλαζονική ή «ελαφρά» προσέγγιση σε τέτοιου τύπου ορόσημα. Αμίμητο παραμένει το αστειάκι του Ράμφου «Το μεγαλύτερο κακό που έκανε η χούντα, ήταν η μεταπολίτευση». Σαφώς, ακόμη κι αν κάποιος κάπως αμφίθυμα εξωραΐσει απολύτως το μετά, είτε για τη δεξιά, είτε για το κέντρο είτε για την αριστερά, είτε επιδιώξει ειλικρινώς το διάλογο με τις παρεμβάσεις του, αποφεύγοντας στρεβλώσεις κι αυταπάτες, έχει δικαίωμα δια να ομιλεί ακόμη κι αν ερμηνεύει τις ιστορικές αποφάσεις ως πράξεις κατευνασμού και γενναιοδωρίας όπως ο σημερινός πρωθυπουργός «Ε, αυτή η παράταξη την έκανε την Μεταπολίτευση. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής την έκανε την Μεταπολίτευση. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής νομιμοποίησε το κομμουνιστικό κόμμα και σας επέτρεψε να έχετε τη ζωή και την διαδρομή την οποία είχατε. Αρκετά πια με την υποκρισία σε αυτή την αίθουσα». (Βουλή των Ελλήνων, 9.7.2020, κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου για τις «δημόσιες υπαίθριες συναθροίσεις». Ας διαβάσετε το σχετικό άρθρο του Old Boy στην Popaganda). Τελικώς και χάρη στη Μεταπολίτευση, το βέβαιο που δεν πήγε χαμένο είναι το δικαίωμα να ομιλούμε.

“Τίποτα δεν πάει χαμένο: 50 χρόνια τραγούδια για έναν καλύτερο κόσμο” τιτλοφορείται η εκδήλωση με τη συμμετοχή εκπροσώπων τριών γενιών ερμηνευτών, με την οποία ο Δήμος Αθηναίων τιμά την επέτειο των 50 χρόνων από την αποκατάσταση της Δημοκρατίας στο πλαίσιο των επετειακών εκδηλώσεων «1974 & 1944: Η Αθήνα γιορτάζει την ελευθερία της». Αντιγράφω από το δελτίο τύπου «Σε διοργάνωση της Τεχνόπολης Δήμου Αθηναίων και με την καλλιτεχνική επιμέλεια του στιχουργού, αρθρογράφου, συγγραφέα και ραδιοφωνικού παραγωγού Οδυσσέα Ιωάννου, η συναυλία επικεντρώνεται στα κοινωνικοπολιτικά τραγούδια που γράφτηκαν από το 1974 κι έπειτα, φτιάχνοντας έτσι ένα μουσικό αφιέρωμα στη μεταπολίτευση και στα τραγούδια που λειτούργησαν ως συνεκτικός κρίκος στον αγώνα για μια καλύτερη και πιο δίκαιη ζωή. Η μεταπολίτευση σηματοδότησε την απελευθέρωση μίας έκφρασης που ήταν για χρόνια βουβή και κυνηγημένη. Σπουδαίοι συνθέτες, στιχουργοί και ποιητές εμπλούτισαν την ακριβή ιστορία του ελληνικού τραγουδιού με τραγούδια που επιχείρησαν να οραματιστούν έναν νέο κόσμο και να στεγάσουν την ελπίδα που γεννιόταν έπειτα από μία ιδιαίτερα ταραγμένη περίοδο. Καινούργια λόγια ή και παλιότερα, από ποιητικές συλλογές προηγούμενων ετών, ενώθηκαν με σπουδαίες, ελεύθερες μελωδίες και φτιάχτηκαν τραγούδια που ερμηνεύτηκαν από φωνές "πανεθνικές".» Δείχνει σαφές, αποκλείοντας λογικά/αισθητικά άλματα για το περιεχόμενο της εκδήλωσης. Ο υπότιτλος “συναυλία για το πολιτικό τραγούδι” προμηνύει πως θα αποφευχθούν οι κακοτοπιές, ή καλύτερα το ερμηνευτικό ξεχείλωμα που επιτρέπουν οι τιτλοφορίες όπως “η δική μου μεταπολίτευση”, “του Σαββόπουλου η μεταπολίτευση” κ.ο.κ.

Σε μια διαδικτυακή αναζήτηση, βρέθηκα στην εργασία του Γιώργου Μυζάλη για το τμήμα Μουσικών Σπουδών της Φιλοσοφικής σχολής και τον τομέα Εθνομουσικολογίας. Στην εισαγωγή ξεκινά με ένα αλληγορικό σχόλιο του Μάνου Χατζιδάκι - αυτονόητα εκτός αυτού που ορίζουμε μεταπολιτευτικό πολιτικό τραγούδι - στο Τρίτο Πρόγραμμα της ελληνικής ραδιοφωνίας στις 3 Σεπτεμβρίου 1978, σχετικά με το πολιτικό τραγούδι: «Πέντε άνδρες συνωμοτούν υπό βροχήν, κάτω από μίαν ομπρέλα. Στοιβάζονται μάλιστα κάτω απ’ την ίδια ομπρέλα, για να μη βραχούν. Την ίδια ώρα ακούγεται το τραγουδάκι "Συννέφιασε, συννέφιασε, ψιλή βροχούλα έπιασε". Σαφώς το τραγουδάκι είναι πολιτικό, ιδιαίτερα σαν συνδεθεί με τους πέντε συνωμότες, που προσπαθούν να μη βραχούν. Αν όμως το τραγούδι ακουστεί σε παραλία ερημική, την ώρα που δεν βρέχει, μπορεί να γίνει και προφητικό, αν τύχει και ξεσπάσει η μπόρα, μες σε πέντε το πολύ λεπτά. Αν πάλι δεν βρέξει διόλου, τότε το τραγούδι γίνεται απλούστατα ένα ρεμπέτικο τραγούδι, με κάποιες τάσεις εγωιστικές γι’ αυτόν που το τραγουδάει, μια κι όλο προσπαθεί να μη βραχεί, ενώ στο τέλος βρέχεται για τα καλά και το φωνάζει με ιδιαίτερη ικανοποίηση στους άλλους τραγουδώντας... για κοίτα με πως βράχηκα». Κι όμως τα πράγματα δεν είναι τόσο δύσκολα. Παρά την παραπάνω ειρωνικά δεικτική ματιά, τα ονόματα υπάρχουν, όσα εγγύτερα βρισκόμαστε στα γεγονότα. Θεοδωράκης, Μαρκόπουλος, Ξαρχάκος, Λοΐζος, Σαββόπουλος, Μικρούτσικος, Μούτσης, Κηλαηδόνης, Ρασούλης,Τριπολίτης, Λάδης, Νεγρεπόντης, Ελευθερίου, Γκαϊφύλιας, Παπακωνσταντίνου, Φαραντούρη, Δημητριάδη… Μα και πέραν αυτών - χωρίς καμιά διάθεση να προκαταλάβω το οποιοδήποτε περιεχόμενο- πολιτική σημασία, υπαινιγμό και περιεχόμενο, πέραν των γνωστών «προεκλογικών» ασμάτων, εκείνων μέσα από τα ηχεία δίπλα στις πορείες, καταγράφηκαν κι άλλα πολλά σε πολλαπλά υφολογικά πεδία τα χρόνια που ακολούθησαν. Πασχαλίδης, Πανούσης, Τρύπες, Άσιμος, Σιδηρόπουλος, Δεληβοριάς, Active Member, Θανάσης Παπακωνσταντίνου, Τσακνής και αρκετοί ακόμη στάθηκαν στη δισκογραφία (ή και στις παρυφές αυτής με τις πιο ροκ/rap/punk underground περιπτώσεις), υπογραμμίζοντας με πολιτικά τραγούδια αμφισβήτησης, αντιπολιτευτικά εν πάση περιπτώσει, τα κακώς κείμενα.

«Η μαρξιστική στάση…ότι το προλεταριάτο είναι ο φυσικός, δηλαδή ο ιστορικά αναγκαίος κληρονόμος όλων των υψηλών στιγμών του πολιτισμικού παρελθόντος, συμπυκνώνει τη θεμελιώδη κοινωνικοπολιτική σημασία που έχει το ζήτημα του πολιτισμού στον αγώνα της εργατικής τάξης για την κατάκτηση της εξουσίας» σημείωνε ο καθηγητής Γιώργος Μανιάτης που έφυγε πριν από ένα χρόνο, κάτι που απαντά στην ενδεχόμενη απορία περί τραγουδιών της αριστεράς, ιδωμένων ως μονοπώλιο των ηττημένων κλπ. Ακόμη κι αν ήταν εδώ ο Μήτσος Φύσσας, αντιστρέφοντας αριστοτεχνικά την έκβαση του εμφυλίου, κι επομένως την «όχθη» των τραγουδιών - ο πυρήνας των πολιτικών τραγουδιών πάλι θα βρίσκονταν απέναντι στην εξουσία. «Συνεκτικός κρίκος για μια καλύτερη και πιο δίκαιη ζωή» ξαναδιαβάζω στο κείμενο για την εκδήλωση, ενόσω η νέα εκδοχή του Χρυσοπράσινου Φύλλου (προχουντικού κομματιού μεν, μα στον πυρήνα της έκβασης της ιστορίας ελέω κυπριακού δε), ως Χρυσοπράσινο πια Γκλίτερ παίζει στα ηχεία ως δίκαιο πρόταγμα. Αν μη τι άλλο, τα τραγούδια πάντοτε θα γεννούν τουλάχιστον ελπίδες ανά ιστορική περίοδο και περίσταση…

Οριακή στιγμή αντεπίθεσης και αθλιότητας ήταν όταν με τον Μάνο (Λοΐζο) γράψαμε το ‘‘Τίποτα δεν πάει χα­μένο’’ και πήγαμε στην Ιερά Εξέταση της ‘‘Odeon’’ να το παίξουμε για να το ‘‘εγκρίνουν’’. Σαν ακούστηκε το άσμα, λέει η κυρία Μάτσα: ‘‘Μάνο, αυτό το τραγούδι έχει μια ωραία μελωδία, δεν αλλάζουμε τα λόγια να το κάνουμε ένα ερωτικό τραγούδι;’’. Κι ο Μάνος με 25 πίεση: ‘‘Τυχαίνει να είμαστε και αριστεροί’’». (“Εδώ είναι του Ρασούλη”. Εκδ. Ιανός, 2007)

 

Στο πλαίσιο των επετειακών εκδηλώσεων «1974 & 1944: Η Αθήνα γιορτάζει την ελευθερία της», ο Δήμος Αθηναίων τιμά την επέτειο των 50 χρόνων από την αποκατάσταση της Δημοκρατίας με μια μεγάλη συναυλία στο Δημοτικό Θέατρο Λυκαβηττού, την Τρίτη 15 Οκτωβρίου, με τίτλο «Τίποτα δεν πάει χαμένο: 50 χρόνια τραγούδια για έναν καλύτερο κόσμο» και με τη συμμετοχή σπουδαίων εκπροσώπων τριών γενιών ερμηνευτών. Σε διοργάνωση της Τεχνόπολης Δήμου Αθηναίων και με την καλλιτεχνική επιμέλεια του στιχουργού, αρθρογράφου, συγγραφέα και ραδιοφωνικού παραγωγού Οδυσσέα Ιωάννου, η συναυλία επικεντρώνεται στα κοινωνικοπολιτικά τραγούδια που γράφτηκαν από το 1974 κι έπειτα, φτιάχνοντας έτσι ένα μουσικό αφιέρωμα στη μεταπολίτευση και στα τραγούδια που λειτούργησαν ως συνεκτικός κρίκος στον αγώνα για μια καλύτερη και πιο δίκαιη ζωή. Περισσότερα για την εκδήλωση και προπώληση εισιτηρίων εδώ.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured