Τo θεματικό πάρκο που φτιάχτηκε με βάση την παράδοση της φαντασίας του Walt Disney, μπορεί να διαβαστεί και σαν μια ζωντανή μεταφορά των εμμονών ενός έθνους με την ψυχαγωγία, της γενικότερης ιδεολογίας του, της δημιουργικότητάς του, αλλά και της ουτοπίας που καραδοκεί στην ίδια την Αμερικάνικη ψυχή. Στο Florida Project, την ταινία του ανεξάρτητου κινηματογραφιστή Sean Baker, η Disneyland αποτελεί ούτε λίγο ούτε πολύ, μια ανεκπλήρωτη υπόσχεση. Λίγο έξω από το Ορλάντο και ακριβώς δίπλα στο τεράστιο πάρκο, η 6χρονη Μούνι μεγαλώνει σε ένα μοτέλ μαζί με την άνεργη 22χρονη μητέρα της, η οποία δυσκολεύεται να πληρώσει το νοίκι και να καλύψει τις ανάγκες τους.
Το γλυκόπικρο φιλμ αναπολεί με ενδιαφέρον τρόπο τις κωμωδίες ψυχικής ανάτασης που άνθισαν στην εποχή της μεγάλης κρίσης στην Αμερική. Η Μούνι και η Χέιλι, οι δυο ηρωίδες της ιστορίας συνδέονται σε μια δύσκολη ανηφόρα ενηλικίωσης, σε ένα ονειρικό περιβάλλον όπου οι αφθονίες φαντάζουν τερατώδεις. Ο περιορισμένος χώρος στον οποίο ζουν είναι ταυτόχρονα παραμυθένιος και απροσδόκητα υποβαθμισμένος. Τα κορίτσια διασχίζουν αόρατες διαδρομές ανάμεσα σε γιγαντιαίες γοργόνες, κολοσσιαίους μάγους και τεράστια σχήματα, ενώ ο παιδότοπος των «μεγάλων» κυριαρχεί στα εμπορικά καταστήματα που πνίγονται από πελάτες σε καταναλωτικό παροξυσμό. Το Μαγικό Κάστρο και το μοτέλ χωρίζονται από μια αποβάθρα και εκεί κοντά υπάρχει μια ολόκληρη έκταση εγκαταλελειμμένων καταφυγίων. Τα ελικόπτερα είναι πανταχού παρόντα μεταφέροντας αστυνομικούς και τουρίστες. Τα τρόφιμα που δωρίζονται και οι κλεμμένες βάφλες αποτελούν τις κλεφτές ματιές στο όνειρο.
Αντί για μια δραματική βουτιά στη φτώχεια και στις προφανείς αλληγορίες που προκαλούν εύκολα δάκρυα τηλεταινίας, ο σκηνοθέτης οδηγεί εντελώς αλλού το συναίσθημα. Οι λεκτικές κόντρες των κοριτσιών, η εγωιστική και απείθαρχη φύση τους και οι μικρές απάτες τους σε βάρος ανυποψίαστων, προκαλούν έναν πειθαρχημένο μελοδραματισμό που λειτουργεί σε δέκα επίπεδα τουλάχιστον. Ο πιο υπεύθυνος ενήλικας της ιστορίας είναι ο Μπόμπι (ο Willem Dafoe, με μια απαλή και αφοπλιστικά θερμή ερμηνεία), ο οποίος λειτουργεί σαν αντισυμβατικός φύλακας άγγελος.
Αν και το στυλ γραφής και οι θεματικές του Sean Baker έχουν πολλά κοινά με το σινεμά του Harmony Korine, ο Baker δεν στέκεται στις τεχνικές του σοκ και δεν του καίγεται καρφί να φανεί μοντέρνος. Αντιθέτως, σπουδάζει τους ήρωές του και εξερευνεί τους αόρατους δεσμούς που στοιχειοθετούν μια οικογένεια. Ο νεορεαλισμός του guerrilla κάδρου, η χρήση του φυσικού χώρου και ο νατουραλισμός στον διάλογο συνθέτουν εντυπωσιακά την νευρική κατάρρευση. Άλλωστε, η πολυκοσμία στα δρομάκια και οι θηριώδεις ατραξιόν της Disneyland, σε καμία περίπτωση δεν αποτελούν ρεαλιστικό περιβάλλον δράσης. Το πραγματικό Magic Kingdom, το αληθινό παιδικό όνειρο και η ενήλικη φαντασίωση απόδρασης, συμβαίνουν στις αθέατες γωνίες του φωταγωγημένου πάρκου, εκεί που τα φλας των τουριστών δεν φτάνουν ποτέ για να φωτίσουν.
{youtube}WwQ-NH1rRT4{/youtube}