Αυτό που έχουμε συνηθίσει να αποκαλούμε mainstream σινεμά τρόμου, εξελίσσεται μέσα από νέους τρόπους διαχείρισης των αρχέγονων φόβων μας. Το 10 Cloverfield Lane είναι το ντεμπούτο του σκηνοθέτη Dan Trachtenberg που αναπαράγει μέσα από μια φρέσκια ιδέα αφήγησης την ιδέα της καταστροφής του κόσμου, χρησιμοποιώντας ένα είδος ψυχολογικής αγωνίας που δεν επιτάσσει τα αντανακλαστικά του θεατή μόνο στα ξαφνικά «BOO!», που δεν χρησιμοποιεί για χιλιοστή φορά το γνωστό οπλοστάσιο ιδεών και δεν μιλάει την αρτηριοσκληρωτική γλώσσα των σπλατεράδων.
Η Mισέλ, η ηρωίδα της ταινίας, μετά από ένα αυτοκινητιστικό δυστύχημα θα βρεθεί δεμένη σε ένα άγνωστο υπόγειο, με έναν μυστηριώδη άνδρα να τον φροντίζει. Η υπόκωφη έκκριση πανικού και ανασφάλειας που θα την κυριεύσει και δεν θα φύγει από το βλέμμα της ως το φινάλε της ταινίας. Ένα βλέμμα απορίας και εξερεύνησης για το αν είναι προστατευόμενη από ένα μετα-απολαλυπτικό τοξικό περιβάλλον ή αν είναι αιχμάλωτη στην παρανοϊκή φαντασίωση ενός παράφρονα. Η παραγωγή του JJ Abramas λειτουργεί σαν άτυπο σίκουελ από την πρώτη ταινία Cloverfield (2008) και στην ουσία πρόκειται για μια ταινία που χρησιμοποιεί άριστα τους μηχανισμούς αδρεναλίνης και λειτουργεί σαν αγχολυτικό για τη χώνεψη του αιματοβαμμένου σινεμά που έχουμε συνηθίσει να καταναλώνουμε.
Αντί για μια συνήθη ανακύκλωση ιδεών πάνω στο γυαλιστερό τρόμο που συνήθως μετράει εφηβικά πτώματα ανά δεκάλεπτο, το 10 Cloverfield Lane ποντάρει στην ευρηματικότητα, στην αποφυγή της προβλεψιμότητας και στην υπομονετική ανάπτυξη χαρακτήρων. Βασικό συστατικό της επιτυχίας σε αυτό είναι η ερμηνεία του John Goodman, ο οποίος και στις πιο ήπιες στιγμές του μοιάζει να είναι με το ένα πόδι στην άβυσσο. Με απόλυτη φυσικότητα, ο Goddman αναβλύζει γάργαρη απειλή και φρενίτιδα, θυμίζοντας το βαθύ ψυχολογικό σύμπτωμα της Κάθυ Μπέιτς στο Misery (1990) και δίνει ώθηση στους αξιόλογους Mary Elizabeth Winstead και John Gallagher να τον πλαισιώσουν με αξιώσεις. Παραδίδει άριστα το παθολογικό μοτίβο ενός άνδρα που θέλει να προστατεύσει το ποίμνιό του από το τέλος του κόσμου και που αδυνατεί να διαχειριστεί το περιβάλλον του. Ο ήρωας υπερασπίζεται με σθένος την προφητεία του και σαν ταγμένος (ψευδό;)προφήτης παραπαίει επικίνδυνα μεταξύ οραμάτων και των οιωνών.
Το 10 Cloverfield Lane θα ήταν μια περήφανη προσθήκη στο σινεμά του φανταστικού, αν δεν προδίδονταν στο τελευταίο τέταρτο, στην προσπάθειά του να ικανοποιήσει τους απανταχού λάτρεις του σινεμά του M. Night Shyamalan ή αυτούς που βρίσκουν καλόγουστες τις τηλεοπτικές διασκευές των ιστοριών του Στίβεν Κίνγκ. Όσο ο κίνδυνος που καραδοκεί εκεί έξω δεν σωματοποιείται, όλα είναι ζήτημα οπτικής. Η προφύλαξη απέναντι στην εξωγήινη απειλή γίνονται κάτι σαν ευσεβείς πόθοι που περιμένουν υπομονετικά να ευοδωθούν. Το καταφύγιο, προστατεύει τους έγκλειστους ήρωες από τη μόλυνση ή μήπως από την ανθρώπινη «κανονικότητα» και τις ευθύνες που έχει να αντιμετωπίσει;
Η ταινία κυκλοφορεί στις αίθουσες από 31 Μαρτίου