Το «πολύ κακό για το τίποτα» είναι μια καλοπροαίρετο συμπέρασμα για την φασαριόζικη, ψηφιακή εξτραβαγκάντζα που έστησε ο ZackSnyder, τοποθετώντας τον Batmanκαι τον Supermanως αντιπάλους. Πολύ φοβάμαι ότι το αποτέλεσμα δεν είναι μια τρύπα στο νερό, αλλά μια μαύρη κηλίδα στησύγχρονη ιστορία των mainstream blockbuster, και ένα κενό στην καρδιά όσων αγαπούν το σινεμά, ακόμα και αν την αντιμετωπίζουν ως ψυχαγωγία και μόνο.
Το Batman v Supermanείναι το επιδειξιομανές, κακόφωνο follow-up του "Man of Steel”,του reboot δηλαδή της ιστορίας του Superman που είχε σκηνοθετήσει με ανάλογη υπερφίαλη αυτοπεποίθηση ο Snyder πριν τρία χρόνια. Αν προσπεράσει κάποιος θεατής τις αναστολές απέναντι στην επιθετικά φιλοχρήματη, κορπορατική λογική της συνάντησης δυο υπερηρώων, μπορεί καλοπροαίρετα να περιμένει τουλάχιστον μια απολαυστική περιπέτεια, με όχημα την κατακλυσμική επίδειξη δυνάμεων και τη διαχρονική γοητεία των δυο ηρώων της comic/pop κουλτούρας. Η ανώδυνη διασκέδαση όμως δεν είναι εύκολο στοίχημα να κερδηθεί και δεν είναι συνώνυμη της «no-brainer κατανάλωσης». Η αθωότητα στην αφήγηση κερδίζεται μέσα από εμβάθυνση στις αξίες του ψυχαγωγικού σινεμά και δεν συνάδει με fastfood πρακτικές.
Σε τούτο το πολυδιαφημισμένο γερό χαρτί της Warner δεν έχουμε να κάνουμε με ένα rollercoaster, που θα εκμεταλλευτεί δημιουργικά τον συγκερασμό της πολύχρωμης και αισιόδοξης, μεσσιανικής περσόνας του ιπτάμενου ανθρώπου με την γκρίζο υπόκοσμό του Γκόθαμ και τον τραυματισμένο ψυχικά Άνθρωπο-Νυχτερίδα. Τα αντικείμενα φετίχ που αποτέλεσαν τον διάκοσμο και τη μοναξιά των λατρεμένων υπερ-ηρώων (η μπατ σπηλιά, η μπλε κάπα, ο κρυπτονίτης, το μπατ μομπίλ) και ο ψυχισμός πίσω από τον Clark Kent και τον Bruce Wayne, θα ενθουσίαζαν έναν ονειροπόλο, καλλιτέχνη-αφηγητή αλλά εδώ αφήνουν παγερά αδιάφορο έναν θρασύ τεχνοκράτη που φιλμάρει με την ταχύτητα και το θράσος ενός ξεσαλωμένου gamer. Με το ίδιο σχεδόν «αγορίστικο» θράσος που έχει εμφυσήσει (ο παντελώς misguided) Jesse Eisenberg στο ρόλο του Lex Luthor– μια από τις ατυχέστερες απεικονίσεις villain στο σινεμά του είδους, όπου με πανωφόρι τις σκόρπιες ατάκες επιπέδου «Νίτσε του φτωχού» καλύπτει το κενό που χάσκει στην ανάπτυξη του χαρακτήρα. Αντί ενός ιδιοφυούς παράφρονα, έχουμε να κάνουμε με ένα κακομαθημένο παιδάκι που παίζει πόλεμο με δυο κουκλάκια-υπερ-ήρωες να δει ποιο θα νικήσει.
Ο κύριος Snyder ξοδεύει ενέργεια, χιλιάδες αχρείαστα CGI εφέ και τόνους χρημάτων, την πρώτη ώρα για να αφηγηθεί βιαστικά μια (μισοψημένη στο χαρτί) πλοκή που δεν τον ενδιαφέρει καθόλου, για μια ιστορία κυβερνητικών μυστικών γύρω από τον Λευκό Πορτογάλο. Όταν τα αναγκαία κακά της πλοκής και της ανάπτυξης χαρακτήρων (έτσι σκέφτονται οι αριστούχοι των major studios, μη γελιέστε) παραμεριστούν, είναι που αρχίσει το αληθινό ξόδεμα, το αληθινό ξεσάλωμα ειδικών εφέ και το παρανάλωμα εκρήξεων και μαχών.Ο Snyder δεν έχει καμία αίσθηση οικονομίας στο κάδρο καθώς κάνει κάθε σεκάνς να ασφυκτιά από ψηφιακά εφέ, ακόμα και όταν δεν χρειάζεται (λίγο ακόμα και θα βλέπαμε animation), ολισθαίνει σε αχρείαστα slowmotion, σε αποθεωτικές λήψεις όταν δεν συντρέχει λόγος και κάνει τα πάντα να μοιάζουν απρόσωπα και απόμακρα. Η ταινία δεν νοιάζεται να βάλει την θεατή στο σύμπαν της. Προσπαθεί να του πάρει τα αυτιά με το σαματά και να του τρίψει στη μούρη όση έκρηξη αντέχει να βλέπει το μάτι για δυόμιση ώρες, για να μην προλάβει να σκεφτεί – πόσο μάλλον να αισθανθεί.
Το αποτέλεσμα Batman v Superman είναι υδροκέφαλο, βαρυκόκαλο στις δυόμιση ώρες, αγέλαστο πλην μιας-δυο στιγμών και μάλιστα ενώ πλατειάζει απελπιστικά, σου αφήνει την αίσθηση ότι ξεπετάει τα πάνα στο διάβα του (αληθινό επίτευγμα το τελευταίο). Στο αποκορύφωμα της ταινίας, σε μια λυσσαλέα μάχη με το υπερ-τέρας Doomsday (κάτι σαν Γκόλεμ σε στεροειδή, που μοιάζει με συρραφή όσων έχουμε δει σε δεκάδες άλλες ταινίες της σειράς) την παράσταση κλέβει η WonderWoman. Η Gal Gadot σε ρόλο υπερφυσικής αμαζόνας με χαρακτηριστικά μιλιταριστικής ονείρωξης, στο λιγοστό χρόνο που διαθέτει, μας θυμίζει που έγκειται η απόλαυση ενός σούπερ ήρωα επί της οθόνης. Ίσως δεν ήταν δύσκολο να κλέψεις την παράσταση όταν ανταγωνίζεσαι έναν BenAffleckστην πιο άνευρη και βαριεστημένη ερμηνεία του (και έχω δει το Gigli), έναν Henry Cavill που αν και φιλότιμος, νοιώθει αβοήθητος καθώς κοιτάει το κενό σε πράσινο φόντο στα γυρίσματα και δεν υπάρχει σκηνοθέτης να του πει τι να κάνει, αλλά και οσκαρούχους ηθοποιούς (Jeremy Irons, Holly Hunter και Amy Adams) που δεν αρνήθηκαν το παχυλό paycheck για ένα ρόλο ρουτίνας.
Χιλιάδες θεατές, κυρίως ανήλικοι - πολλοί από αυτούς θα παίζουν νοερά με χειριστήριο κονσόλας καθώς θα βλέπουν τις μάχες πιθανότατα να βρουν πράγματα που θα τους ενθουσιάσουν σε αυτή την αχρείαστη προσθήκη στην μυθολογία των κομικάδων. Όμως αυτή είναι μόνο η αρχή του νήματος που θα οδηγήσει σε ένα τεράστιο "DC Extended Universe" στα επόμενα τέσσερα χρόνια. Ο Zack Snyder θα σκηνοθετήσει το "Justice League: Part One" το 2017 και το "Justice League: Part Tow" το 2019 με τις προσθήκες του Aquaman(Jason Momoa), του Flash (Ezra Miller) και του Cyborg (Ray Fisher). Φυσικά η Wonder Woman έχει τη δική της soloταινία το 2017. Στο μεταξύ στο άλλο στρατόπεδο μαχών, στο επερχόμενο Captain America 3 θα εμφανίζεται ο νέος Spiderman(?) με τη μορφή του Tom Holland. Ο άνθρωπος αράχνη θα έχει το δικό του rebootτο 2017 ( τρίτο μετά τον Tobey Maguire και τον Andrew Garfield). Όλοι μαζί θα εμφανιστούν στο επερχόμενο Avengers3 και φανταζόμαστε όλοι μαζί να αντιμετωπίσουν στον τελικό την Justice League και όποιος ήρωας επιζήσει να κερδίσει έπαθλο μια rebootτριλογία χρηματοδοτούμενη από την Marvel.
Πέρα από τα αστεία, ο Steven Spielberg είχε προβλέψει ότι με τόσο βιαστικό άρμεγμα της μυθολογίας των υπερ-ηρώων, το είδος θα πεθάνει όπως το Γουέστερν. Κανείς από τους λογιστές και δικηγόρους που διαχειρίζονται τα project δεν ενστερνίζεται τη λογική ενός σκηνοθέτη που θα ολοκληρώσει την 5η περιπέτεια του Indiana Jones, σε βάθος 27 ετών από την πρώτη, αλλά επιμένουν στην fastselling λογική, προσλαμβάνοντας yesmen σαν τον Snyder.
Αυτό είναι πλέον το εμπορικό σινεμά. Καμία ταινία δεν τελειώνει. Καμία δεν αφήνει μια κατακλείδα. Όλες κλείνουν με μεγάλα αποσιωπητικά που υπόσχονται συνέχειες. Το κινηματογραφικό έργο ως έννοια υποβιβάζεται σε επεισόδιο. Η σκηνοθετική σφραγίδα ανάμεσα σε καλλιτέχνες που εξυπηρετούν ένα όραμα παύει να υπάρχει. Υπάρχει μόνο μια σκυτάλη ανάμεσα σε αναλώσιμους τεχνίτες, που εξυπηρετούν ένα ευρύτερο marketing plan.
Χαρακτηριστικά θα αναφέρω ότι η αφίσα του "Superman" που είχε σκηνοθετήσει ο Richard Donner το 1979 έλεγε «θα πιστέψετε ότι ένας άνθρωπος πετάει». Τριάντα επτά χρόνια μετά και με τη διαθέσιμη σημερινή τεχνολογία, ο σημερινός Supermanδεν είναι τόσο πειστικός ήταν ο κινηματογραφικός πρόγονός του. Πραγματικά, με κάποιο παράξενο τρόπο, ο φετινός Supermanδεν σε πείθει ότι μπορεί να πετάξει.