“ΔΙ ΕΛΕΟΥ ΚΑΙ ΦΟΒΟΥ ΠΕΡΑΙΝΟΥΣΑ ΤΗΝ ΤΩΝ ΤΟΙΟΥΤΩΝ ΠΑΘΗΜΑΤΩΝ ΚΑΘΑΡΣΙΝ”
(Αριστοτέλους Ποιητική 1449 Β,25)
(=Διεγείροντας τα ψυχικά πάθη της συμπόνιας και του φόβου ο άνθρωπος οδηγείται στην κάθαρση των παθημάτων του)
Όταν η βραδιά ξεκινάει με την αφήγηση ενός πρωινού στην κουζίνα της γιαγιάς της ιέρειας του performance art, Marina Abramovic, (με την οποία η Anohni συνεργάστηκε πρώτη φορά το 2011 στην όπερα “The Life and Death of Marina Abramovic” σε σκηνοθεσία του θρυλικού θεατρικού δημιουργού Robert Wilson και μουσική της ίδιας της Anhoni), «τόπο ονείρων κι εμπειριών» -όπως την αποκάλεσε-, όπου η 15χρονη τότε Abramovic δάκρυσε όταν άκουσε για πρώτη φορά στο ραδιόφωνο τη φωνή της Μαρίας Κάλλας στο "Casta Diva" , για να φτάσει μετά από μια σύντομη διαδικασία συγκέντρωσης, πρόσκλησης σε μια ένωση ενέργειας και διαλογισμού να παρουσιάσει την δεύτερη αγγελική φωνή που την έκανε να δακρύσει στην ηλικία των 60 χρόνων, τίποτε δεν μπορεί να πάει λάθος.
Να ξεσταυρώσουμε τα πόδια μας για να μην αιχμαλωτίζουμε την ενέργεια, να κλείσουμε τα μάτια, να ακολουθήσουμε τις 1-2-3 ως το 12 εισπνοές-εκπνοές (ίσως η δεύτερη φορά -προηγήθηκε η Laurie Anderson- τα τελευταία χρόνια που καλούμαστε να ακολουθήσουμε ασκήσεις συγκέντρωσης και διαλογισμού στο Ωδείο του Ηρώδου Αττικού) και να βρεθούμε όλοι μαζί σαν μία ψυχή, στραμμένοι στη σκηνή για να υποδεχτούμε την μοναδική Anonhi και τους μουσικούς της.
Μέχρι τη στιγμή της εισόδου της Anohni, το εντυπωσιακό ασπρόμαυρο φόρεμα με τον ιδιαίτερο σχηματισμό ενός ανθρώπινου προφίλ στο μισό του σώματος της Marina Abramovic, οι λέξεις που διάλεξε η ίδια για να προλογίσει την Anohni, το ημικύκλιο των ασπροφορεμένων μουσικών, η χορεύτρια-performer Johanna Constantine – η ίδια που πρωταγωνιστούσε στο video clip του “Watch Me’ αν θυμάστε- με κέρατα τράγου και παραπομπή σε υπάρξεις του δάσους, οι ζωώδεις κινήσεις της, το αέρινο λευκό τούλι που την τύλιγε -προς το τέλος της παράστασης εμφανίζεται ξανά με μαύρο- και ο βόμβος των οργάνων -που σίγουρα έκρυβαν συμβολισμούς σχετικούς με την ανησυχία της Anohni για την πλανητική κρίση, τα ζώα, τους ανθρώπους, την γη- προετοίμαζαν το έδαφος για μια βραδιά εξαγνισμού.
Έπειτα από επτά χρόνια απουσίας η Anohni εμφανίζεται στη σκηνή μέσα σε ένα λευκό φόρεμα με ένα ξεχωριστό μαύρο βέλο, δημιουργία του Francesco Scognamiglio, –το οποίο αφαιρεί στη συνέχεια–, ερμηνεύοντας το "Why Am I Alive Now?" και με την αιθέρια φωνή της, στην οποία βρίσκει ανακούφιση κάθε πλάσμα που νιώθει διαφορετικό ή απόκληρο, ανοίγει την παγκόσμια περιοδεία της στο Ηρώδειο.
Με ίσως όχι τόσο εμφανή αγωνία, την οποία ωστόσο δηλώνει ρητά αναφέροντας ότι αντλεί δύναμη από τη στήριξη των εννιά μουσικών που παρουσιάζει περήφανη σχολιάζοντας για τους περισσότερους τη σχέση που τους συνδέει από το παρελθόν -ανάμεσά τους ο Jimmy Hogarth, που έκανε την παραγωγή στο My Back Was a Bridge for You to Cross και η Julia Kent στο τσέλο , ο Leo Abrahams που φέρνει στο μυαλό της Anohni τα χρόνια CocoRosie, ο Chris Vatalaro, ο Gael Rakotondrabe, ο Sam Dixon, ο Max Moston, ο Doug Wiselman και ο Mazz Swift από την Νέα Υόρκη-, η Anohni, μας παρασύρει σε ένα soul ταξίδι που μπλέκει τις επιρροές της από τον διάλογο της με τον Marvin Gaye, τη σχέση της με τον Brian Eno, αποτίνει φόρο τιμής στον θρυλικό Little Jimmy Scott με το "Motherless Child" δηλώνοντας με μετριοπάθεια ότι δεν μπορεί να αγγίξει την ερμηνεία του, με την εκπληκτική απόδοση της, ωστόσο φέρνει στους περισσότερους δάκρυα στα μάτια, εκφράζει με κάθε τρόπο τις ανησυχίες της για τον πλανήτη, συγκινεί με την αγάπη, την αμεσότητα, την ανθρωπιά.
Ανάμεσα σε όλα αυτά οι κινήσεις των χεριών της, ο τρόπος που σφίγγει το ύφασμα του φορέματος της, τα μάτια των μουσικών, ο σεβασμός της στο πρόσωπο τους, ο δικός τους σεβασμός στο δικό της, η ευθύτητα στο βλέμμα της, το χαμόγελο, το χιούμορ -δεν διστάζει να ρωτήσει αν οι θάμνοι γύρω από το Ηρώδειο συνεχίζουν να αποτελούν τόπο ερωτικών συνευρέσεων και να απαντήσει στον φίλο από το κοινό που την προκαλεί να το ανακαλύψει μόνη της ότι δεν της επιτρέπεται, γιατί “It’s a boys’ club”- η αίσθηση ότι στέκεται δίπλα σου και σου τραγουδά μαρτυρούν -όπως ήδη γνωρίζαμε βέβαια- την ευαισθησία αυτού του πλάσματος, την απλή ομορφιά, την αλήθεια.
«Νιώθω πολύ τυχερή που είμαι εδώ. Καθόμουν στο δωμάτιο του νοσοκομείου μου – του ξενοδοχείου μου ήθελα να πω –και σκεφτόμουν πως εγώ μία drag queen αξιώθηκα να τραγουδήσω κάτω απ’ την Ακρόπολη.».
Ο τρόπος που στέκεται στην μέση της σκηνής, αρθρώνει τις λέξεις, λυγίζει το πρόσωπό της, η θέση της στο κέντρο της σκηνής, το περπάτημα της , βάλσαμο για κάθε ψυχή πονεμένη ή μη και σαν να φύγαμε για λίγο από τον κόσμο αυτό, τον κυνικό και βρεθήκαμε ψηλά ανάμεσα σε αστέρια κι αγκαλιές.
Το setlist δίκαια μοιρασμένο ανάμεσα σε νέους και παλιούς δίσκους κάπως ίσως «έγερνε» λίγο περισσότερο προς τα τελευταία της album (4 κομμάτια από το My Back Was A Bridge For You To Cross, 3 από το Hopelessness, επίσης 3 από το I’m A Bird Now και το The Crying Light, 1 από το Cut The World) κι αν και σε κάθε περίπτωση θέλαμε να ακούσουμε πολύ το “Fistful Of Love”, καθόλου δεν νιώσαμε να μένουμε παραπονεμένοι. Η μαγική εκτέλεση του “4 Degrees” που σχεδόν μας σήκωσε όρθιους, το ανατριχιαστικό άγγιγμα του “Manta Ray”, ο τρόπος που πρόφερε το “My Children are Dying Inside me”, η θεατρική cabaret απόδοση του “Go Ahead”, το soul λίκνισμα στο “Can’t” σαν να ακούγαμε έναν θηλυκό Marvin Gaye, η γεμάτη συναίσθημα ερμηνεία του “You Are My sister” μας αποζημίωσαν για κάθε λεπτό που μας έλειψε το “Cripple and The Starfish” που μάλλον θα μείνει εκεί ανέγγιχτο, να μην ξεπεράσει ποτέ τίποτα εκείνη την αξέχαστη βραδιά με αέρα 18 χρόνια πριν στο Θέατρο Βράχων.
Δύο ώρες, 15 κομμάτια, μία μικρή διακοπή πριν το τελευταίο, επιστροφή της Johanna Constantine στη σκηνή για μια πιο ζοφερή και σκοτεινή αυτή τη φορά mini performance τυλιγμένη σε μαύρο τούλι, η Anohni με μάσκα μετά από αυτή, στην σπαρακτική εκτέλεση του “Her Eyes Are Underneath The Ground”, η αποχώρηση και η επιστροφή για την τελευταία πράξη με την Anohni στο πιάνο όπως παλιά, να προφέρει τους πρώτους στίχους του “Hope There’s Someone” και να καθηλώνει μεμιάς το κοινό στο πολυαναμενόμενο encore.
Η Anohni πλέον είναι ένας άνθρωπος που βρήκε τη δύναμη να αλλάξει, τραγουδάει κι εννοεί ξεκάθαρα το “True Believer” που προφέρει με ένταση στο "Motherless Child", δεν είναι πια ένα κορίτσι φυλακισμένο σε ένα αγορίστικο σώμα, είναι μια ελεύθερη γυναίκα, περισσότερo ώριμη, συνειδητοποιημένη κι ευτυχισμένη από ποτέ. Το είχε δηλώσει άλλωστε παλιότερα στους στίχους της: "One day, I’ll grow up / I’ll be a beautiful girl" (“For Today I am a boy”).
Χωρίς εφέ και σκηνικά, με τρία κλασικά χρώματα που εναλλάσσονταν κάποτε και φώτιζαν όπως πάντα ξεχωριστά το Ωδείο του Ηρώδου Αττικού, με πιάνο, έγχορδα και σαξόφωνο να σμίγουν και να δημιουργούν μια δραματική ένταση, η Anohni με τη λιτή σκηνική της παρουσία και την τεράστιου μεγέθους φωνή της γέμισε κάθε γωνιά του Ηρωδείου, ξύπνησε κάθε πέτρα του αρχαίου θεάτρου, ταρακούνησε κάθε κοιμισμένη ψυχή, παρηγόρησε κάθε ταραγμένη φύση και γλύκανε ό,τι κατοικεί μέσα μας ψιθυρίζοντας ότι η σωτηρία δεν είναι άπιαστη.
Δεν θες κάτι άλλο.
«Για μένα, δεν υπάρχει ουράνια ανακούφιση. Η δημιουργία είναι μια φασματική και θηλυκή συνέχεια και οι ψυχές μας είναι αναφαίρετο μέρος της φύσης».
Anohni