Υπάρχει κάτι όμορφο σε όσες συναυλίες ρέουν όπως πρέπει να ρέει μια τέτοια εμπειρία. Με τους μεν διοργανωτές να τηρούν δηλαδή τα προγράμματα τα οποία ανακοινώνουν και το δε κοινό να έρχεται κι αυτό στην ώρα του. Κάπως έτσι, μπορείς να έχεις Παρασκευή βράδυ ένα sold-out Fuzz χωρίς ουρές, χωρίς περιττή ορθοστασία, χωρίς κανείς να δυσφορεί ή να ταλαιπωρείται. Ας το σημειώσουν κάπου όσοι ασχολούνται με ανάλογες ανά την πόλη τελετές, αδυνατώντας εντούτοις να φανούν συνεπείς σε ωράρια που οι ίδιοι μπαίνουν στον κόπο να εκπονήσουν.
Σε αντίθεση πάντως με το γνωστό ρητό, η καλή μέρα δεν φάνηκε στο Fuzz από το πρωί. Είναι βέβαια μια γνώμη αυτή που μάλλον δεν συμμερίζεται η πλειονότητα των παρευρισκόμενων, καθώς το εγχώριο support σχήμα των Chrysilia κέρδισε και μπόλικη προσοχή, αλλά και αρκετά χειροκροτήματα. Το γκρουπ ευτύχησε να παίξει μπροστά σε ένα μαγαζί που είχε σχεδόν γεμίσει (και μάλιστα με διάφορες ηλικίες), παρουσιάζοντας υλικό από τον μοναδικό ως σήμερα δίσκο του Et In Arcadia Ego (2017), συν μια διασκευή σε Loreena McKennitt, που προορίζεται για το επόμενο άλμπουμ. Ωστόσο αναλώθηκαν σε ένα πολυφορεμένα μελωδικό metal με folk απολήξεις και πομπώδεις εκρήξεις, το οποίο υπηρέτησαν με πολύ στημένο τρόπο. Ούτε η ποιότητα του υλικού κρίνεται αξιοσημείωτη, ούτε και δικαιολογείται θεωρώ κάποιος ενθουσιασμός για τη Χρυσώ Σταματοπούλου: έμεινε σε ερμηνείες «λίγες» και σε κάθε περίπτωση τυπικές για όποια τραγουδίστρια ανά την Ευρώπη ζήλεψε κάποτε τις δάφνες της Tarja Turunen ή/και της Sharon Den Adel.
Σε κάθε περίπτωση, οι Chrysilia ξεχάστηκαν γρήγορα όταν βγήκαν στη σκηνή οι Uriah Heep κάτω από το μεγάλο πανό του Living The Dream –του πρόσφατου δίσκου (2018), που τους ξανάφερε στην Ελλάδα έπειτα από κάμποσα χρόνια. Το Fuzz καλωσόρισε με ιαχές και χειροκροτήματα και εκείνοι μπήκαν με όρεξη και σθένος στο φρέσκο "Grazed By Heaven", δείχνοντας εξαρχής ότι μας περίμενε μια πολύ ωραία hard rock βραδιά. Κι αυτό ακριβώς πήραμε.
Είναι αλήθεια ότι οι Uriah Heep έζησαν πολλά χρόνια όντας ο Ντ' Αρτανιάν (στην καλύτερη περίπτωση) του βρετανικού σκληρού ήχου των 1970s, καθώς τις θέσεις των Τριών Σωματοφυλάκων καπάρωσαν οι Black Sabbath, οι Led Zeppelin και οι Deep Purple. Είναι επίσης αλήθεια ότι το hard rock όραμα του Mick Box και της εκάστοτε παρέας του βρέθηκε υπερβολικά κοντά στους τελευταίους. Σήμερα, όμως, 50 σχεδόν χρόνια μετά το Very 'eavy... Very 'umble (1970), οι παλιές αποστάσεις έχουν μικρύνει και οι Uriah Heep έχουν καταφέρει να αναδειχθούν σε δύναμη συνεπέστερη των Deep Purple –τόσο στη δισκογραφία, όσο και στη σκηνή.
Ήταν κάτι που το έβλεπες καθαρά στο Fuzz: ακόμα και στις στιγμές εκείνες δηλαδή όπου γέμιζαν απλά τον συναυλιακό χρόνο με φασόν επιλογές σαν το "Waters Flowin'" και "Rocks On The Road", υπήρχε πάντα κάποιο riff του Mick Box να εντυπωσιάσει, όπως και ο αειθαλής, ακούραστος Bernie Shaw, έτοιμος ανά πάσα στιγμή να μας μιλήσει ή να μας εντυπωσιάσει με τη φοβερή φόρμα της φωνής του. Δίχως την προσθήκη του Καναδού το 1986 και δίχως τον τρόπο με τον οποίον έκανε δικά του τα κλασικά άσματα του γκρουπ (το "Return To Fantasy", μάλιστα, το λέει καλύτερα απ' όλους), είναι αμφίβολο αν θα μπορούσαν να σταθούν οι Uriah Heep πέραν των 1980s. Δίπλα τους, ο πάντα βροντερός Russell Gilbrook έδινε το δικό του ρεσιτάλ στα ντραμς, ο Phil Lanzon πρόσφερε την πινελιά των keyboards με αέρα Jon Lord και ο Davey Rimmer –η νεότερη προσθήκη στη σύνθεση– έδειξε ότι κατέχει επάξια το μπάσο του ιστορικού γκρουπ.
Αναμενόμενα, η συναυλία κορύφωσε προς το φινάλε, όταν πια οι Uriah Heep άφησαν στην άκρη το promo για το Living The Dream και παρέδωσαν "Gypsy", "July Morning" (σε μια θεσπέσια εκτέλεση, έστω και αν ήταν εδώ που πολλοί θυμηθήκαμε τον γλυκόλαλο David Byron, χρόνια πια πεθαμένο), "Sunrise" και "Lady In Black", στο οποίο ο Shaw μας έβαλε να τραγουδήσουμε τα χορωδιακά, ισχυριζόμενος ότι είμαστε μακράν το δυνατότερο κοινό ανάμεσα σε 36 χώρες. Το φινάλε είχε βέβαια "Easy Livin'", μέσα σε γενική αποθέωση.
Δυστυχώς στην Ελλάδα (και όχι μόνο) κάμποσοι από τους ανθρώπους που επιδιώκουν να κάνουν «φασαρία» με τη γνώμη τους σε social media και σε ό,τι απέμεινε από τον μουσικό Τύπο είναι όχι μόνο ανίδεοι για την παρακαταθήκη τέτοιων ονομάτων, μα και επιλεκτικά είρωνες απέναντι στην επί τόσα χρόνια πορεία τους: o Mick Box έχει ακριβώς την ίδια ηλικία με τον Iggy Pop, αλλά ο ένας λογίζεται για παλιοδεινόσαυρος και ο άλλος ως φαινόμενο. Ευτυχώς, όμως, όσοι αποκτήσαμε rock παιδεία της προκοπής χωρίς να στοιχηθούμε πίσω από καλλιτέχνες με 0,5 καλό δίσκο μη και δεν λουστούμε στο όποιο περιστασιακό coolness, κάνουμε ακόμα sold-out τέτοιες συναυλίες στην πόλη. Ξέρουμε πόσο εγγυημένο είναι το γεγονός ότι θα περάσουμε καλά.
{youtube}kI6bBhEoMq8{/youtube}