Έχει μια συγκεκριμένη δυναμική η μουσική που υπογράφει ο Zbigniew Preisner: μέσα στο πομπώδες, μοναχικό και επιταφιακό κλίμα της, υπάρχουν στιγμές στις οποίες οι μελωδίες είναι τόσο «μεγάλες», τόσο ανίκητες, ώστε νομίζεις ότι ασφυκτιούν ακόμη και μέσα στα πιο γιγάντια ηχεία και θέλουν να ξεχυθούν στη στρατόσφαιρα.

Το στοίχημα σε μια παράσταση όπως αυτή που έδωσε ο Πολωνός συνθέτης στο Μέγαρο Μουσικής κάτω από τον τίτλο «Κοσμοπλάστρα Μουσική» και τον λιτό, επεξηγηματικό υπότιτλο «Film Music and Classical», είναι να αποτυπωθεί η πανίσχυρη φύση των στοχαστικών του μελωδιών, εκείνη η έκρηξη που κάνει τις συνθέσεις του να ακούγονται σαν ρέκβιεμ για τον υπαρκτό κόσμο. Και υπήρξαν στιγμές στην παράσταση που κάτι τέτοιο φάνηκε ξεκάθαρα. Η τεχνική του Preisner βασίζεται στη συμβολική αναπαράσταση εικόνων που καθρεφτίζουν τον ψυχισμό του ή του σκηνοθέτη (αν πρόκειται για στιγμιότυπο από soundtrack) ή τον δικό μας. Όλα όμως δένουν μαζί σε ένα σύνολο ήχων που λες ότι δημιουργήθηκε για να ακούγεται διαχρονικό και παντοτινό.

84zzPrsn_2.jpg

Από τις πρώτες ευγενείς και τρυφερές μελωδίες του "Psalm" που άνοιξαν τη βραδιά, μέχρι την κλιμάκωση του υπερβατικού "Lacrimosa" στο φινάλε –σε ένα ανατριχιαστικό κρεσέντο ορχήστρας και φωνών– το κονσέρτο κύλησε εξαιρετικά. Σαν soundtrack μιας ακαθόριστης πορείας προς τον Γολγοθά, στην οποία μας πήρε από το χέρι η χαρισματική σοπράνο με το δύσκολο όνομα, η Edyta Krzemien. Η φωνή της στις πιο ψηλές νότες ήταν σαν υγρό χρώμα που έπεφτε στον καμβά του μαέστρου. Η Νέα Συμφωνική Ορχήστρα Θεσσαλονίκης στάθηκε αλάνθαστη και πανάξια των έργων που εκτέλεσε, ενώ η Μικτή Χορωδία Νίκος Αστρινίδης σε καθήλωνε χωρίς να αφήνει περιθώριο αγνοήσεις το «κέντημα» των φωνών. Το πιάνο του Konrad Mastylo και το βιολί του Zbigniew Paleta, είχαν με τη σειρά τους ξεχωριστό ρόλο στις μουσικές καταβάσεις στην άβυσσο.

Δεν είναι τόσο το στιλιστικό μέρος των έργων που έλαμψε στο Μέγαρο Μουσικής, όσο η συγκλονιστική αφηγηματικότητα των "To Know", "Tango" ή "Lament". Το ατόφιο στυλ και το διαχρονικό ύφος συνθέσεων όπως το "Concerto Ιn Ε Μinor" και το "Requiem For My Friend" τύλιξαν με θέρμη τον χώρο και προκάλεσαν δέος. Η οθόνη μας έδειξε λίγες και καλές εικόνες: αλησμόνητες σκηνές από το δράμα Η Διπλή Ζωή της Βερόνικα (1991) και τo υπαρξιακό ποίημα Τρία Χρώματα: H Μπλε Ταινία (1993) έφεραν στη μνήμη το σινεμά του Κριστόφ Κισλόσφσκι, αυτό που με τόσο πλούσιες και γενναιόδωρες μελωδίες έντυσε ο Preisner. Την ορχήστρα συνόδευσαν επίσης σκηνές από την αινιγματική ταινία Valley Of Shadows (2017), αλλά και από το magnum opus του Τέρενς Μάλικ The Tree Of Life (2011).

84zzPrsn_3.jpg

Στο δεύτερο μέρος της παράστασης, τον λόγο είχαν οι καλεσμένες φωνές. Φυσικά το μεγάλο credit πηγαίνει στην αξεπέραστη Lisa Gerrard, την τραγουδίστρια που έμαθαν και τα μαζικότερα ακροατήρια μέσω των Dead Can Dance. Ούτε ραγάδα δεν έχει η «ιερή» φωνή της σε σύγκριση με τα χρόνια στα οποία μεσουρανούσε –τότε που προσπαθούσαν λαχανιασμένα να τη «χωρέσουν» τα αυλάκια των δίσκων της 4AD. Με βαθιά επίγνωση των συναισθημάτων που προκαλεί, η Gerrard, ντυμένη με ένα πράσινο φόρεμα, ακούγονταν σαν μοιρολογίστρα από το υπερπέραν που προσωποποιεί δαίμονες· ένα καλλιτεχνικό όχημα από μόνη της. Η αίσθηση των ερμηνειών της είναι πλέον παγκόσμια και αποδείχθηκε πως παραμένει ακριβή και πολύτιμη.

Ξεχωριστή όμως παρουσία είχε στη συναυλία και η Μαρία Φαραντούρη. Η οποία έδωσε όλη της την ψυχή σε μελωδίες όπως το "Song For The Unification Of Europe" και το "Diaries Of Hope". Ακόμα και απέναντι στη Lisa Gerrard, η Ελληνίδα τραγουδίστρια δεν ακούστηκε ούτε στιγμή αμήχανη.

Το χειροκρότημα θα μπορούσε να κρατάει για ώρες.

{youtube}zYvpjYAv8E8{/youtube}

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured