Κατάμεστη για ακόμα μία φορά η Αγγλικανική Εκκλησία του Αγίου Παύλου, με τα St. Paul’s Sessions να συνεχίζουν επιτυχώς τον 2ο κύκλο τους. Το βράδυ του Σαββάτου σειρά είχε ο Prurient (Dominick Fernow), γνωστός από χρόνια για το ανυποχώρητο σκοτάδι της μουσικής του.
Το ιδιάζον με τον Fernow, από τα τέλη της δεκαετίας του 1990 που κυκλοφορεί ως Prurient (τα τελευταία χρόνια είναι επίσης γνωστός και ως Vatican Shadow), είναι ότι βρήκε τον δρόμο προς την ηλεκτρονική μουσική ορμώμενος από τη σκέψη ότι το death metal δεν ήταν πια αρκετά ακραίο. Ή κάπως έτσι. Σημασία έχει αυτή η διασταύρωση των δύο σκοταδιών, από τη μία εκείνου που στέκει ανάμεσα στο industrial, στο noise ή σε μια στοιχειωμένη και αποδομημένη techno κι από την άλλη του death metal, με τα φωνητικά του Fernow –βεβαρυμμένα από ισχυρή παραμόρφωση– να μοιάζουν σαν να βγαίνουν από τα έγκατα των εγκάτων.
Επρόκειτο για μια τελετουργία της άρνησης, με τη μουσική του Prurient να στροβιλίζεται διαρκώς μέσα στον εαυτό της, ορμητική και ερμητική, σε βαθμό που έφτασε να γίνει κάπως υπερβατική. Βοήθησαν φυσικά και τα σκοτάδια της εκκλησίας, ενός χώρου αφιερωμένου στον καθαυτό υπερβατισμό (τη θρησκευτική πίστη), δημιουργώντας μια διαλεκτική αντίθεση, η οποία ενίσχυσε τα νοήματα και τη δυναμική της μουσικής.
Οι εντάσεις πύκνωναν και γίνονταν εκρήξεις, γεμάτες παραμορφώσεις που ουρλιάζουν και ουρλιαχτά που παραμορφώνονται· ύστερα έδιναν αραιώσεις, οι οποίες φυσικά δεν είχαν τίποτα το ανακουφιστικό, αλλά έμοιαζαν περισσότερο με βόλτα μέσα στα ερείπια. Κι ύστερα πάλι απ’ την αρχή, με άλλους τρόπους και άλλα μέσα, μα πάντα με την ίδια φορά προς το εσωτερικό της ύπαρξης. Παρά το γεγονός ότι ο Fernow ήταν ίσως λιγάκι υπερβολικός σε κάποιες (λίγες) περιστάσεις, η ατμόσφαιρα που δημιουργούσε ήταν συνηθέστερα υποβλητική, με το είδος της υποβλητικότητας την οποία νιώθει κανείς μπροστά σε μια απέραντη συναισθηματική έρημο.
Μόλις συμπλήρωσε 1 ώρα στον άμβωνα της Αγγλικανικής Εκκλησίας, ο Fernow αποχώρησε, όπως ήρθε: αμίλητος κι απρόσιτος, με το βλέμμα καρφωμένο στο πάτωμα. Φυσικά, ούτε λόγος για encore, παρά τις –χλιαρές, είναι η αλήθεια– προσπάθειες των παρευρισκομένων.
{youtube}RwyrhvnKcVE{/youtube}