Η 2η μέρα του φεστιβάλ έδειξε με το «καλησπέρα» ότι η διοργάνωση δεν θα σκοτιζόταν να διορθώσει το θέμα με τις καθυστερήσεις των εμφανίσεων –κι ας είχε δημοσιεύσει ακριβές χρονοδιάγραμμα. Έτσι, στις 16.40 που υποτίθεται ότι ξεκίναγαν τα sets, οι πόρτες του Κυττάρου παρέμειναν ερμητικά κλειστές για όσους κάναμε τον κόπο να έρθουμε «έγκαιρα». Η πρώτη μπάντα θα έβγαινε μάλιστα επί σκηνής όταν υποτίθεται ότι τελείωνε: στις 17.10, έχοντας ρίξει εξαρχής όλον τον προγραμματισμό μισή ώρα έξω. Φυσικά, στη συνέχεια της βραδιάς η καθυστέρηση αυτή ...αυγάτισε, με αποτέλεσμα απόκλιση μιάμιση ώρας όταν πια είδαμε ενώπιόν μας τους headliners. Δεν είναι κρίμα να έχεις τέτοια δυσμενή σχόλια να κάνεις για ένα νέο event που άφησε συνολικά τις καλύτερες εντυπώσεις, και πολλούς να αδημονούν για τη συνέχειά του;

57ccInBtl_ 2.jpg

57ccInBtl_ 3.jpg

Εν πάσει περιπτώσει, τη 2η Into Battle μέρα άνοιξαν οι «δικοί μας» Hateflames, πραγματοποιώντας ένα τίμιο ξεκίνημα –λίγο άγουρο ίσως, μα οπωσδήποτε ενθουσιώδες. Πρόκειται άλλωστε για καινούριο σχήμα, έστω κι αν ο ήχος τους παραπέμπει στο heavy metal παρελθόν, σε μπάντες τύπου Sanctuary και Metal Church. Μπορεί λοιπόν τα τραγούδια που μας παρουσίασαν να υστερούσαν σε ιδέες, δεν υστερούσε όμως καθόλου σε πάθος η ζωντανή τους επιτέλεση, με τα φωνητικά ειδικά του Βαγγέλη Παπαϊάκου να καναλάρουν επιτυχώς αυτή την εντύπωση στους λίγους κάτω από τη σκηνή, που χειροκρότησαν με θέρμη την καλοδιαβασμένη, μα κάπως άτσαλη ως αποτέλεσμα διασκευή στο "Kill With Power" των Manowar.

57ccInBtl_ 4.jpg

57ccInBtl_ 5.jpg

Σειρά κατόπιν στους Temple από τη Θεσσαλονίκη, οι οποίοι προσέλκυσαν περισσότερους θεατές, με κάποιους μάλιστα να έχουν ταξιδέψει από την επαρχία για να τους δουν. Το doom metal τους ίσως να έπεσε βαρύ και πένθιμο την ώρα που ακόμα πίναμε καφέ σε πλαστικό, αν εξαιρέσεις όμως αυτό το μάλλον ατυχές timing, είδαμε μία πραγματικά ενδιαφέρουσα εγχώρια περίπτωση, με σμιλεμένο ήχο, καλοδουλεμένα τραγούδια και έναν Father Alex στο μικρόφωνο να κουβαλάει επάξια τον γοτθικό θρήνο των 1980s σε έναν μεταλλικό ιστό. Η μέχρι τώρα δισκογραφία τους μπορεί να είναι μικρή, απέδειξε όμως ότι διαθέτει (και) σκηνικό εκτόπισμα, ακούσαμε δε και υλικό από ένα επερχόμενο (μέσα στο 2018) άλμπουμ.

57ccInBtl_6.jpg

57ccInBtl_7.jpg

Οι King Leoric θα κατέφταναν για πρώτη φορά στην Ελλάδα και ήταν από τα συγκροτήματα που ανυπομονούσα να δω, καθώς, παρά τη σποραδική τους δισκογραφία και μια έτσι κάπως γραφική, γερμανοεπαρχιώτικη αισθητική (προέρχονται άλλωστε από την κωμόπολη Wolfenbüttel), έχουν βγάλει power δίσκους με true metal ψυχή. Τα 20 χρόνια καριέρας μάλλον βαραίνουν πια στους ώμους του τραγουδιστή και μπασίστα Jens Wunder –μια cult φιγούρα με λευκά γένια, φαλάκρα και μπυροκοιλιά– και υπήρξαν έτσι σημεία στα οποία η φωνή δεν έβγαινε, καταστρέφοντας λ.χ. το "Guardians Of The King". Το κατάλαβε, όμως, υποσχέθηκε να βάλει τα δυνατά του και με λίγο ενθουσιασμό από το κοινό, το έκανε. Και τότε, καθώς αμόλαγε τις τσιρίδες του θυμίζοντας αμυδρά κάτι από Accept εποχής Udo, φύσηξε την πρέπουσα πνοή στο κατσαπλιάδικο (με την καλή έννοια) power metal των King Leoric, προσφέροντας όσα χρειάζονταν ώστε να τραγουδήσουμε μαζί με τη μπάντα το "Thunderforce" και μερικά ακόμα κομμάτια. Μας είπαν μάλιστα και ένα καινούριο, τραγικό ήταν εδώ που τα λέμε (ερπετάνθρωποι, γκριμάτσες και τα σχετικά), αλλά τουλάχιστον σημαίνει πως δεν έχουν εγκαταλείψει τo στούντιο.

57ccInBtl_9.jpg

57ccInBtl_8.jpg

Οι Released Anger ήταν η τελευταία ελληνική μπάντα της βραδιάς και αυτή που έπαιξε σε ένα Κύτταρο που πλέον είχε αρχίσει να γεμίζει αισθητά, με αποτέλεσμα ανάμεσα στον κόσμο να υπάρχουν και κάμποσοι αφοσιωμένοι, οι οποίοι δεν δημιούργησαν απλά κερκίδα, μα έστησαν και τα μόνα mosh pits που είδαμε στο In Battle. Οι Released Anger είναι συγκρότημα με πορεία 12 χρόνων πια κι έτσι δεν θα πρέπει κανείς να εκπλήσσεται που επί σκηνής αποτυπώνονται ως μια καλολαδωμένη thrash metal μηχανή με «φονικές» επιδόσεις. Πήραν ωστόσο τη μάλλον αμφιλεγόμενη απόφαση να στηρίξουν το μακρύ τους set στο φρέσκο άλμπουμ Revenge (το οποίο διατέθηκε για πρώτη φορά στο φεστιβάλ), κάτι που νομίζω δημιούργησε σιγά-σιγά κούραση σε όσους τους παρακολούθησαν με ενδιαφέρον, μα δίχως να συγκαταλέγονται στους fans. Πιστεύω δηλαδή ότι η θέση τους στο line-up απαιτούσε ένα set που θα λάμβανε περισσότερο υπόψιν το ετερόκλητο κοινό, αντί να αποτελεί ένα κέρασμα πρώτης τάξης στους μυημένους. Θα ήταν πάντως πραγματικά άδικο να μη χαρακτηρίσουμε την εμφάνισή τους εκρηκτική.

57ccInBtl_10.jpg

57ccInBtl_11.jpg

Την προηγούμενη φορά που είχαν επισκεφτεί τη χώρα μας οι Σουηδοί Horisont, δεν ήταν έτοιμοι για μας και δεν ήμασταν ούτε κι εμείς έτοιμοι για εκείνους. Τώρα, όμως, τα πάντα βρίσκονταν στη θέση τους: και το γεμάτο Κύτταρο ήταν πια καλά συντονισμένο στο 1970s heavy rock τους, αλλά κι εκείνοι είχαν έρθει εμφανώς προβαρισμένοι και με μέριμνα να παίξουν με περισσότερη δύναμη συγκριτικά με τους δίσκους, ώστε να ταιριάξουν καλύτερα τα τραγούδια τους σε μια συναυλιακή συνθήκη.

57ccInBtl_12.jpg

Ήδη έτσι από το εναρκτήριο "Odyssey" έπιασαν και κόσμο που δεν είχε ξανακούσει ποτέ το όνομά τους, με αποτέλεσμα να φτιαχτεί κλίμα στο Κύτταρο. Η επί σκηνής απόδοσή τους κρίνεται εκπληκτική, αν άλλωστε αναζητά κανείς το «μυστικό» της επιτυχίας τους, θα πρέπει απλά να σταθεί στο γεγονός ότι πολλοί κάνουν αναβιώσεις, μα ελάχιστοι διαθέτουν στις τάξεις τους κιθαρίστες σαν τους Charles Van Loo & Kristofer Möller, ικανούς να πλέξουν τους Jethro Tull και τους Yes με τους Judas Priest εις σώμα ένα. Το "About Time" μπορεί μάλιστα να ακούστηκε και καλύτερο από ό,τι στον φετινό τους δίσκο.

57ccInBtl_13.jpg

57ccInBtl_14.jpg

Ο πήχης των προσδοκιών είχε λοιπόν ανέβει αρκετά ψηλά όταν βγήκαν ενώπιόν μας οι Ιταλοί Domine, προξενώντας μεγάλο χαμό: έγινε φανερό ότι πολλοί είχαν έρθει στο Κύτταρο για την πάρτη τους, άλλωστε είναι ακόμα νωπές οι αναμνήσεις από την εξαιρετική τους εμφάνιση στον ίδιο χώρο, 2 χρόνια πριν. Ο ήχος αποδείχθηκε πολύτιμος σύμμαχος της μπάντας –έφεραν ας σημειωθεί δικό τους ηχολήπτη στο φεστιβάλ– ο Enrico Paoli έπαιζε τα σόλο του με τρελό παλμό, ενώ ο Morby μας είχε να κρεμόμαστε από το στόμα του, κάνοντάς μας ό,τι ήθελε: πότε διεύθυνε τα χορωδιακά μας ως άτυπος μαέστρος, πότε μας ζήταγε να τραγουδήσουμε, πότε ξεσήκωνε με εκείνες τις χαρακτηριστικά ημιχορευτικές κινήσεις, με την αλαφράδα πτηνού.

57ccInBtl_15.jpg

57ccInBtl_16.jpg

"The Mass Of Chaos" ήταν το κομμάτι με το οποίο μπήκαν οι Domine, ο χαμός όμως έγινε πιο μετά, στη μακροσκελή "Aquilonia Suite", και προς το τέλος, όταν παίχτηκαν καπάκι το "Eternal Sword" και το "Dragonlord", όπου ο Morby αποδείχθηκε ακαταμάχητος. «Το συμφωνικό metal όπως πρέπει να επιτελείται στη σκηνή» θα μπορούσαμε να ονομάσουμε το συγκεκριμένο live και να το χρίσουμε ως υποχρεωτικό σεμινάριο για όσους επιθυμούν να ασχοληθούν με το είδος. Οι Domine στάθηκαν καταπληκτικοί και εν τέλει, με την αναποδιά που έλαχε στους Tokyo Blade, έμειναν νομίζω στη συνείδηση των περισσοτέρων από μας ως οι αληθινοί headliners της 2ης Into Battle ημέρας, όσο κι αν κονταροχτυπήθηκαν για τον τίτλο με τους Horisont.

57ccInBtl_17.jpg

Με την καθυστέρηση του προγράμματος, η ώρα ήταν πια αρκετά περασμένη όταν ενώπιόν μας φάνηκαν οι Tokyo Blade. Αλλά ο όποιος αρχικός ενθουσιασμός γρήγορα μετατράπηκε σε παγωμάρα μόλις ακούσαμε την ανακοίνωση της ασθένειας του Alan Marsh –άλλωστε οι περισσότεροι είχαμε έρθει να δούμε Tokyo Blade με εκείνον, τον ορίτζιναλ τραγουδιστή τους, που είχε ποτίσει με τις ερμηνείες του τα πιο αγαπητά τους κομμάτια πίσω στις πρωτόλειες new wave of british heavy metal ημέρες. Παρά ταύτα, το γκρουπ θα έπαιζε! Με λίγη βοήθεια βέβαια από τους εγχώριους φίλους του. Το κοινό, πάντως, φυλλορρόησε αισθητά: το Κύτταρο παρέμεινε γεμάτο, μα στο πιο χαλαρό. Δεν ξέρω αν έφταιξε η απογοήτευση για τον Marsh, το περασμένο της ώρας ή το γεγονός ότι ορισμένοι είχαν έρθει για τους Domine και όχι για τους παλαίμαχους Βρετανούς.

57ccInBtl_18.jpg

Δεν είμαι επίσης σίγουρος αν έχει νόημα να κάνεις κριτική στα όσα εκτυλίχθηκαν, καθώς το μικρόφωνο περνούσε από χέρι σε χέρι ώστε να αποδοθούν γνωστά και ξεχασμένα τραγούδια από τις πρώτες «ηρωικές» μέρες της δεκαετίας του 1980: όσοι βρέθηκαν στη θέση του Marsh, το έκαναν με εφόδιο την αγάπη τους για τους Tokyo Blade, δίχως χρόνο για πρόβες και κανονικές προετοιμασίες. Επίσης, οι γερόλυκοι αποδείχθηκαν σε μεγάλη εκτελεστική φόρμα –ιδιαίτερα ο κιθαρίστας Andy Boulton· κι αυτό αύξανε τον «συναγωνισμό», γιατί δεν μπορούσες να μη σκεφτείς πώς θα ακουγόταν το τάδε και το δείνα με τέτοια απόδοση, αν ήταν κι ο Marsh πάνω εκεί. Αξίζει πάντως ένα μπράβο, διότι τέτοια πράγματα τα καταφέρνεις μόνο όταν από πίσω υπάρχει μια ενεργή και λειτουργική κοινότητα, έτοιμη να βάλει πλάτη στα δύσκολα.

57ccInBtl_19.jpg

57ccInBtl_20.jpg

Για την ιστορία, ας σημειωθεί ότι τη δύσκολη αρχή επωμίστηκε ο Γιάννης Μπρίτσας των Crimson Fire, ο οποίος ανέβηκε στη σκηνή με ταιριαστό fan μπλουζάκι με τον ανατέλλοντα ήλιο της πάλαι ποτέ Ιαπωνικής Αυτοκρατορίας, για να τραγουδήσει εξαιρετικά το "Sunrise In Tokyo". Ήταν το κρίσιμο σημείο, που έπεισε πολλούς ότι άξιζε και να χειροκροτήσουν την προσπάθεια, μα και να παραμείνουν στο Κύτταρο για τη συνέχεια της βραδιάς. Στη συνέχεια, από το μικρόφωνο πέρασε ο Νίκος Τραγάκης των Exarsis, ο Μιχάλης Μπάκουλας των Sons Of Iniquity (οι οποίοι είχαν ανοίξει την 1η Into Battle ημέρα, δείτε εδώ), ο Δημήτρης Καρτάλογλου των Sacral Rage, ο ίδιος ο Boulton σε μια απόπειρα να πει το "Dead Of The Night" και ο απίθανος Μιχάλης Λίβας των Fortress Under Siege, που χάρισε μια εκπληκτική εκτέλεση στο "Lightning Strikes (Straight Through Τhe Heart)" –τόσο, ώστε σκέφτηκα μήπως οι Tokyo Blade φύγουν μαζί του για τη συνέχεια της περιοδείας τους.

Καλώς μας ήρθε λοιπόν το Into Battle στη μουσική ζωή της πόλης. Θα είμαστε ξανά εκεί, με την ελπίδα ότι την επόμενη φορά τα ανακοινωμένα ωράρια εμφανίσεων θα τηρηθούν, ώστε να μη μείνει κανένα απολύτως παράπονο.

{youtube}qtF9Ne5TuT4{/youtube}

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured