Principal, Θεσσαλονίκη
του Στέργιου Κοράνα
Οι «Αφρο-Καναδοί» Souljazz Orchestra ήρθαν στη Θεσσαλονίκη και μας άφησαν μία από τις καλύτερες συναυλίες του 2017. Δυστυχώς, όμως, για λίγους.
Το λάιβ της περασμένης Πέμπτης ήταν πολύ ιδιαίτερο, μεταξύ άλλων διότι τους πρωταγωνιστές της βραδιάς άνοιξε μια τοπική μπάντα αποτελούμενη από ...11 άτομα!
Οι DynaMind Big Band είναι ίσως από τα αγαπημένα σχήματα του γράφοντος στη Θεσσαλονίκη και συμπεριλαμβάνουν στο ρόστερ τους σχεδόν όλα τα όργανα που παίζουν σε afrobeat, soul, funk, jazz σχήματα και γενικότερα οτιδήποτε «μαύρο». Άλλωστε ο ήχος τους κινείται σ’ αυτά τα πλαίσια. Προσωπικά μου φάνηκε περίεργο που είχαν δύο κιθάρες, αλλά εκείνοι ξέρουν καλύτερα. Έπαιξαν για ένα υπέροχο 45λεπτο και υπήρξαν ιδανικό άνοιγμα για τους Καναδούς. Κρίμα που είχαν τόσο μικρό κοινό ενώπιόν τους, τους αξίζουν πολλά περισσότερα.
Έπειτα από μικρή αναμονή, δεχτήκαμε επί σκηνής και τους Souljazz Orchestra, με μια μικρή έλλειψη: η Marielle Rivard δεν ήταν στο σχήμα, ελπίζω όχι οριστικά.
Οι υπόλοιποι πέντε ήταν πάντως παρόντες και με φοβερή διάθεση, με τον Ray Murray να κλέβει την παράσταση με το βαρύτονό του στο κέντρο ακριβώς της σκηνής. Βέβαια, δεν ήταν μόνο αυτός. Όλοι έδωσαν τα μέγιστα κι ίσως κάτι παραπάνω ο Philippe Lafrenière: δεν φτάνει που έπαιζε ακούραστα τα ντραμς, μα τραγουδούσε κιόλας στα μισά κομμάτια. Για τους 3 σαξοφωνίστες σε πολλές περιπτώσεις έλεγες μάλιστα ότι είχαν χορογραφήσει τις κινήσεις τους και φυσικά ήταν και ο Pierre Chrétien σε ρόλο one man band, να αναλαμβάνει να καλύψει τα όποια κενά με τα υπόλοιπα όργανα αναγκαστικά σε κονσέρβα. Θα ήθελα να έβλεπα μια φορά ζωντανά τους Souljazz Orchestra με φουλ σύνθεση, αλλά είναι μάλλον ευσεβής πόθος.
Η συναυλία κράτησε 1 ώρα και 45 λεπτά, ξεπερνώντας έτσι τη νόρμα του ενενηντάλεπτου που έχει επικρατήσει τελευταία. Μάλιστα, οι Souljazz Orchestra κατάφεραν να μην κάνουν καθόλου κοιλιά στο set τους, άσχετα που έδωσαν αρκετά μεγάλη έμφαση στην τελευταία τους δουλειά. Το κλείσιμο με τα “Shock Αnd Awe”, “Bull’s Eye” και “Mista President” (στο encore) ήταν το κερασάκι μιας βραδιάς γεμάτης χορό και afrobeat ρυθμούς. Σημειωτέον, το “Mista President” που είχε γραφτεί τότε για τον George W. Bush, τώρα το αφιέρωσαν εξαιρετικά στον Donald Trump.
Η προσέλευση του κοινού ήταν μάλλον απογοητευτική, μιας και ο κόσμος κατάφερε να γεμίσει μόλις το πρώτο διάζωμα του Principal (βέβαια, είναι και αρκετά μεγάλο). Για να γίνω δε και λίγο κακός, δεν ξέρω τι πρέπει να περιμένω από το κοινό της Θεσσαλονίκης σε περιπτώσεις τέτοιων ονομάτων. Πάντως όσοι ήρθαν, ήταν ένας κι ένας: όλοι σχεδόν χόρευαν συνέχεια κι είχαν καρφωμένα τα μάτια στη σκηνή.
Ήταν γενικά μια υπέροχη βραδιά, η οποία πραγματικά άξιζε και με το παραπάνω. Από αυτά που δεν πρέπει να χάνονται αλλά, δυστυχώς, παραβλέπονται.
Setlist:
Insurrection
Under Burning Skies
Dog Eat Dog
Lufunki
Oublier pour un Jour
Life Is What You Make It
Greet the Dawn
Is Yeelyel
Adawe Boogie
Holla Holla
Agoya
Cartao Postal
Freedom No Go Die
Kapital
Kossa Kossa
Ware Wa
Shock and Awe
Bull’s Eye
encore:
Mista President
Κύτταρο, Αθήνα
της Πέννυς Γέρου
Οι Souljazz Orchestra επέστρεψαν για ακόμα μία φορά στην Ελλάδα (ευτυχώς τα τελευταία χρόνια μάς έρχονται συχνά), αυτή τη φορά στα πλαίσια της περιοδείας για το νέο τους άλμπουμ Under Burning Skies. Μετά λοιπόν τη Θεσσαλονίκη και τον Βόλο, σειρά το Σάββατο είχε η Αθήνα. Με opening act τους δικούς μας Afrodyssey Orchestra και προπώληση στην πολύ καλή τιμή των 15€, δεν το σκέφτηκα δεύτερη φορά για να κλείσω εισιτήριο. Εξάλλου και ο χώρος διεξαγωγής –το Κύτταρο της άγρυπνης οδού Ηπείρου– είναι ένα δέλεαρ επιπλέον, ως ένας από τους μικρούς μεν, ιστορικούς δε, συναυλιακούς χώρους της Αθήνας.
Με μια μαζική προσέλευση του κοινού γύρω στις 21:30 (ακριβώς την ώρα έναρξης, σύμφωνα με το πρόγραμμα της παραγωγής), τα φώτα έπεσαν και οι Afrodyssey Orchestra ανέλαβαν το ζέσταμα «μιας συναυλίας όπως πρέπει να είναι». Και θα εξηγήσω πολύ σύντομα γιατί καταφεύγω σε μια τέτοια λεζάντα για το βράδυ της 21ης Οκτωβρίου.
Το Κύτταρο γέμισε, με το κοινό να καταλαμβάνει μέχρι και τα stands του πάνω ορόφου. Παρόλα αυτά ο κόσμος ήταν ακριβώς όσος έπρεπε να είναι. Καθαρή ατμόσφαιρα, φυσιολογική ροή στο μπαρ και χώρος αρκετός, που αναλογούσε στον καθένα ώστε να λικνιστεί στο άπλετο groove το οποίο θα γέμιζε τον χώρο για τις επόμενες 3 ώρες.
Αν και οι Afrodyssey Orchestra ήταν το opening act της βραδιάς, στάθηκαν άξια δίπλα στους πολυαναμενόμενους Καναδούς. Η επιλογή τους ήταν λοιπόν από τα καταλληλότερα ταιριάσματα support και main act. Θα έλεγα ότι δεν υπάρχει τίποτα πιο γήινο στη μουσική από τους μουσικούς που χαμογελούν, επικοινωνούν και διεκδικούν τη θέση τους στον χώρο, ενώ ταυτόχρονα συνομιλούν και συνυπάρχουν με όλα τα υπόλοιπα μέλη συνολικά και μεμονωμένα. Οι ζωντανές εμφανίσεις των Afrodyssey Orchestra έχουν ακριβώς αυτό το γήινο στοιχείο, με το σαξόφωνο του Θοδωρή Ρέλλου να φέρνει άρωμα Αιθιοπίας, την κιθάρα του Κώστα Αρβανίτη να δίνει μια υπόνοια ατίθασου αμερικανικού Νότου, τα djembe του Narayan Protin και το balafon του Βασίλη Οικονομίδη να προσκαλούν το κοινό στη ρυθμική πανδαισία της afro μουσικής, τα ντραμς του Χρήστου Κωνσταντινίδη να κρατούν τα μπόσικα των τζαζ καταβολών τους και το έξαλλο μπάσο του Βασίλη Παπασταμόπουλου να κάνει το headbanging να δένει απόλυτα φυσικά με την κυρίαρχη afrojazz ταυτότητα του σχήματος.
"Morrocan Dancer", "Ti Se Melei" (εξαιρετική διασκευή στο γνωστό παραδοσιακό άσμα, όπου το σαξόφωνο του Ρέλλου δείχνει σε όλους τους λάτρεις των παραδοσιακών τύπων «πώς γίνεται») και "Paco Sury" (αναφορά στον περίφημο περκασιονίστα του καταλόγου της Blue Note) ήταν μερικά από τα κομμάτια του χορευτικού τους ρεπερτορίου που επέλεξαν τόσο ταιριαστά για το –αν μη τι άλλο– ζωτικό κομμάτι κάθε συναυλίας, αυτό της λεγόμενης «προθέρμανσης».
Γύρω στα 15 λεπτά αναμονής ακολούθησαν για να γίνει η αλλαγή των μουσικών στη σκηνή και τα σαξόφωνα των Souljazz Orchestra στην επιβλητική έναρξη του "Insurrection" ακούστηκαν σαν ιαχές πρόσκλησης στη γιορτή που θα ακολουθούσε για το επόμενο δίωρο.
Κάτι δεν πήγαινε καλά, ωστόσο, αφού η εξαμελής ορχήστρα είχε συρρικνωθεί σε σχήμα τεσσάρων ατόμων –ή όπως πολύ εύστοχα μάς πρόλαβε ο Pierre Chrétien στα πλήκτρα: «Τι σόι ορχήστρα είναι αυτή»; Αλλά πίσω από τις δύο σημαντικές απουσίες κρύβονταν ένα καλό κι ένα κακό νέο. Το καλό νέο είναι ότι η Marielle Rivard μόλις έγινε μητέρα, γεγονός που δυσκολεύει τις μετακινήσεις της· το κακό ήταν η έντονη αδιαθεσία του σαξοφωνίστα Steve Patterson, η οποία τον καθήλωσε τελικά στα παρασκήνια.
Αναπόφευκτα η απουσία του τρίτου σαξόφωνου ήταν μια μικρή απογοήτευση. Εάν κρίνω όμως από όσα ακολούθησαν, δεν μπορώ να σκεφτώ πώς θα ήταν η βραδιά με το σχήμα εν πλήρη συνθέσει. Το άλτο σαξόφωνο του Zakari Frantz και το βαρύτονο του Ray Murray μπορεί να ήταν μόνο 2, αλλά ακούγονταν σαν 20, όπως πολύ εύστοχα σχολίασε και ο Chrétien λίγο αργότερα.
Το πρώτο ημίωρο του set κατέλαβαν κομμάτια από τον νέο τους δίσκο, τα οποία παρουσιάστηκαν σε κλίμα ευρύτερης αποδοχής από το κοινό. Η αλληλεπίδραση με τον κόσμο και το χαρακτηριστικό swinging των σαξοφώνων σε ρυθμικό βηματισμό –μοτίβο που επικρατεί στις εμφανίσεις τους– σε συνδυασμό με την αλέγρα afrojazz και τις latin επιρροές, τους κάνουν άλλωστε οπτικοακουστικά ακαταμάχητους.
Το ευχάριστο με την ορχήστρα από την Οττάβα είναι ότι δεν επαναπαύεται στην επιτυχημένη συνταγή του ήχου της. Απόδειξη το νέο τους "Dog Eat Dog", το οποίο δεν δίστασαν να εμπλουτίσουν με στοιχεία disco και ηλεκτρονικής μουσικής. Κομμάτια σαν το "Lufunki", από την άλλη, ρίχνουν τις γνωστές κλεφτές ματιές στο funk, ενώ στη βραδιά υπήρξε βέβαια και χώρος για αρκετά ακόμη Souljazz classics, όπως "People People", "Kapital", "Freedom No Go Die", "Mista President" (γραμμένο επί George W. Bush μα τόσο επίκαιρο, σχεδόν μια δεκαετία μετά, επί Donald Trump), με επίκεντρο την ακτιβιστική και πολιτικοποιημένη ταυτότητα του σχήματος, το οποίο όλα αυτά τα χρόνια στέκεται μέσα από τη μουσική του στο πλευρό των εργατών και των διαμαρτυρόμενων ανά τον κόσμο, ανέκαθεν δηλώνοντας υπέρμαχοι των ίσων δικαιωμάτων, της ειρήνης και της ελευθερίας.
Δυστυχώς η βραδιά είχε και ευτράπελα. Αλλοπρόσαλλοι περαστικοί (δεν μπορώ να πιστέψω ότι ήταν φανατικοί των Souljazz Orchestra με τέτοια συμπεριφορά) άρχισαν να εκτοξεύουν κουτάκια μπύρας (και μάλιστα κατά τη διάρκεια του "Kapital" –αν είναι δυνατόν), γεγονός που εξόργισε τα μέλη του σχήματος, τα οποία αρνήθηκαν με τη σειρά τους να συνεχίσουν, εάν τα συγκεκριμένα άτομα δεν έφευγαν από τον χώρο. Λίγο αργότερα, όταν όλοι χαλαρώσαμε και η μουσική μάς έσωσε ξανά, χαρακτήρισαν το περιστατικό «τυπική βραδιά στη Αθήνα», χαριτολογώντας.
Ήταν λοιπόν μια πολύ δυνατή βραδιά, με εμπόδια και ευτράπελα που ευτυχώς ξεπεράστηκαν γρήγορα, κυρίως λόγω της αποφασιστικότητας όλων μας να ζήσουμε στο έπακρο τη μουσική εμπειρία με το όνομα The Souljazz Orchestra. Life is what you make it, πράγματι.
{youtube}C8lX9sOLDvs{/youtube}