Στην αρχή βλέπεις τις γραμμές του τραίνου, ένα πλάνο κοντινό, ασφυκτικό. Ταυτόχρονα ακούς τις αξίνες να χτυπούν πάνω στις ράγες: μέταλλο σε μέταλλο, ήχος οξύς, διαπεραστικός, ποτισμένος από ιστορίες ακραίας καταπίεσης, από ιστορίες σκλάβων που άνοιγαν τον δρόμο για αυτό που οι καταπιεστές τους αποκάλεσαν πρόοδο. Στα ενδιάμεσα των ρυθμικών χτύπων, ένα τραγούδι, «I’ll be so glad when / when the sun go down / I’ll be so glad»…

Ύστερα μια φιγούρα χορεύει και μιμείται την πάντα μονότονη κίνηση των Αφροαμερικανών εργατών. Μια χορογραφία που ξεκινά από την αναπαράσταση του πραγματικού, τροφοδοτείται εξίσου από τη μουσική και τα φωνητικά samples και γίνεται σιγά-σιγά όλο και πιο αφαιρετική, μέχρι να χαθεί (μαζί με τη φιγούρα) στα σημεία της ψηφιακής εικόνας ή στην απειρία των σημείων, γενικά (αναλόγως πώς θα το δει κανείς). Το παρόν που έχει πάντοτε ένα παρελθόν, αλλά και μια μουσική (ένα πιάνο, ένα σύγχρονης κοπής beat στα ντραμς κι ένα ελευθεριάζον τζαζ σαξόφωνο) που δεν θέλει να αναπαραστήσει το τελευταίο, αλλά να δει πώς μπορεί να το χρησιμοποιήσει για να βρει έναν λόγο να πει για το τώρα. Στο μεταξύ, το τρίο ακόμα άφαντο, λες και μπήκαμε σε σινεμά.

030Jaimeo_2.JPG

Η αρχή, λοιπόν, για αυτό που όντως ήταν η συναυλία του γκρουπ του Jaimeo Brown στο μικρό αμφιθέατρο της Στέγης Ιδρύματος Ωνάση έγινε με την προβολή του βιντεοκλίπ που μπορείτε να δείτε στο τέλος του κειμένου (για το “Be So Glad”, μέσα από τον περσινό δίσκο Work Songs). Λίγο πριν τελειώσει, πάτησε σκηνή το τρίο των Transcendence για να αναλάβει τη συνέχεια: ο Chris Sholar στην κιθάρα και στα ηλεκτρονικά, ο Jaleel Shaw στο άλτο σαξόφωνο και φυσικά ο Brown στα τύμπανα και στα ηλεκτρονικά. Με τον οξύ εκείνον ήχο να παίζεται πλέον από τον Brown στα ηλεκτρονικά pads γίνεται η γέφυρα για τη μετάβαση στο λάιβ (αν δεν κάνω λάθος με το “Hidden Angel”). Ταυτόχρονα αλλάζει και η εικόνα η οποία προβάλλεται στη ράχη της σκηνής. Τώρα βλέπουμε 3 γυναίκες (μητέρα, κόρη και εγγονή) στην αφρικανική έρημο να ατενίζουν την απεραντότητα παρέα με ισάριθμες τίγρεις, αργότερα άλλες γυναίκες στην Ινδία να χορεύουν με το νερό παρέα μ’ ένα κοπάδι ελέφαντες. Και μια (αρχική τουλάχιστον) σύγχυση από την πλευρά μου: «τι διάολο, κάνει παράσιτα το National Geographic;».

030Jaimeo_3.JPG

Η σύγχυση ή, για να το θέσω πιο σωστά, μια αμυδρή αμφιθυμία δεν διαλύθηκε ποτέ εντελώς. Στα 90 λεπτά που ακολούθησαν (90 λεπτά συνεχόμενης ροής, χωρίς καμία διακοπή), η μουσική πήγε και ήρθε αρκετές φορές σε πολλά διαφορετικά στυλ, σε πολλές διαφορετικές πυκνώσεις και αραιώσεις: κάποιες φορές εισάγοντας τον ακροατή στον πυρήνα του ήχου του τρίο, στον παραμικρό του κυματισμό (π.χ. στο θαυμάσιο, μακροσκελές σόλο του Shaw κάπου στη μέση), άλλες φέρνοντας στο μυαλό τη φράση από εκείνη την παλιά διαφήμιση: «τι του λείπει, τι του λείπει;». Το μπάσο, ερχόταν σαν μία πρώτη απάντηση, δηλαδή ένας σταθερός σφυγμός που θα έκανε ίσως τα πράγματα κάπως πιο ενσώματα, λιγότερο αφηρημένα. Αλλά πάλι δεν μπορεί κανείς να πει ότι οι Transcendence δεν στήριξαν την επιλογή τους αναφορικά με την οργανική τους σύσταση… 

030Jaimeo_4.JPG

Η αμφιθυμία, λοιπόν, δεν παρέμενε ακριβώς· περισσότερο ερχόταν και έφευγε, πήγαινε να σχηματιστεί και προτού κρυσταλλωθεί σε κρίση, έβρισκε μια κορύφωση για να τη διαψεύσει. Να σας πω, μικρό το κακό. Νομίζω άλλωστε ότι δεν θα πρέπει να δαιμονοποιούμε την ίδια την έννοια της αμφιθυμίας. Η καλή τέχνη δεν είναι απαραίτητα η αψεγάδιαστη τέχνη, εκείνη που δεν μπορείς παρά να κάτσεις να τη θαυμάσεις. Η καλή τέχνη μπορεί επίσης να σου δίνει ερεθίσματα για κριτική σκέψη και, στην εποχή μας, να το κάνει ακονίζοντας την ικανότητά σου να συνθέσεις μια αφήγηση μέσα από διάφορες πηγές, διάφορες τεχνολογίες και διάφορα ηχητικά, οπτικά και συμβολικά θραύσματα. Η καλή τέχνη μπορεί, ακόμα κι αν δεν αξιώνει να ανέλθει στη σφαίρα του αριστουργήματος, να είναι αρκετά ειλικρινής, να πει μια ιστορία, να γίνει φορέας της και να σου δώσει στιγμές που θα μείνουν μαζί σου και μετά το πέρας μιας συναυλίας –μετασχηματισμένες σε σκέψεις, διαπιστώσεις ή συναισθήματα. Ακόμα κι αποτυγχάνει περιστασιακά, το σημαντικό είναι να καταφέρνει το τελευταίο· και τότε το κυνήγι της όποιας αισθητικής τελειότητας γίνεται περίπου το ίδιο φαιδρό μ’ εκείνο του Αγίου Δισκοπότηρου.

030Jaimeo_6.JPG

Οι Transcendence, λοιπόν, είχαν τέτοιες στιγμές και δρούσαν εμφανώς με άξονα μια πολύ σύγχρονη συζήτηση περί μεθοδολογίας και πολυσυλλεκτικότητας των αναφορών. Ο Brown το έθεσε πολύ ωραία, στο Q&A που έγινε την επομένη το πρωί, το οποίο λόγω της ισχνής προσέλευσης μετατράπηκε γρήγορα σε χαλαρή κουβέντα μεταξύ φίλων –κωδικοποιώ το πνεύμα, όχι το γράμμα των λεγομένων του: «δεν μένουμε σ’ ένα στυλ, γιατί δεν μας αρέσει μόνο ένα στυλ· στο μυαλό μας, ο Coltrane κάθεται δίπλα στον J Dilla. Προσπαθούμε, επομένως, να βρούμε το σημείο εκείνο της θέασης, το οποίο θα μας δίνει την ελευθερία να διαλέγουμε και να ερμηνεύουμε με τον δικό μας τρόπο ένα ευρύ φάσμα πολιτισμικών δεδομένων και μουσικών τεχνοτροπιών».

030Jaimeo_5.JPG

Στο λάιβ (στο οποίο, παρεμπιπτόντως, η προσέλευση ήταν αρκετά ικανοποιητική) το τρίο έκανε περάσματα από τη ροκ, την τζαζ, τα μπλουζ ή το χιπ χοπ, χωρίς να διστάσει να διασκευάσει κι ένα τραγούδι που έμαθε μόλις την προηγουμένη, στο workshop που είχε φιλοξενήσει η Στέγη, το “Μήλο Μου Κόκκινο”, με sample μάλιστα από το ομαδικό τραγούδι των συμμετεχόντων. Και κατάφερε να κάνει το συγκεκριμένο τραγούδι επαρκώς «δικό του», δηλαδή να το εντάξει στον δικό του κώδικα· κάτι ενδεικτικό της ευελιξίας του στην κίνηση πέρα-δώθε στον μουσικό χάρτη.

030Jaimeo_7.JPG

Πάντοτε με φωνητικά samples τα οποία καθοδηγούσαν τη μουσική δράση (φράσεις και τραγούδια από τις Η.Π.Α. των φυτειών ή των μεγαλουπόλεων, την Ινδία, την Ιαπωνία και αλλού) και πάντοτε με εμπιστοσύνη στις αυτοσχεδιαστικές του ικανότητες, το τρίο διήλθε από αρκετές εστίες έντασης, στις οποίες έλαμπε το σαξόφωνο του Shaw και –συνήθως, αλλά όχι πάντοτε– το πυκνό drumming του Brown (o Sholar είχε αναλάβει δράση περισσότερο στα ηλεκτρονικά, προσφέροντας πολλά στη συνοχή του όλου πράγματος, και έριχνε αραιά κάποιες ωραίες κιθαριές, που παρέπεμπαν στο βάθος της αφροαμερικανικής παράδοσης). Διήλθε επίσης και από αρκετές πιο αραιοκατοικημένες περιοχές, κάποιες από τις οποίες σκιαγραφούσαν περίφημα το συναισθηματικό κενό της εξιστορούμενης αφήγησης (θυμίζω τον τίτλο Work Songs, θυμίζω επίσης και τις αλυσίδες), άλλες άφηναν χώρο για μικροήχους και πιο ανεπαίσθητες αλληλεπιδράσεις μεταξύ των μουσικών, άλλες όμως απλώς αντιστοιχούσαν στις κοιλιές που έκανε το όλο πρόγραμμα.

030Jaimeo_8.JPG

Στη συζήτηση της επομένης, μεταξύ άλλων, το τρίο μπόρεσε να εξηγήσει ορισμένες επιλογές του και να εμβαθύνει στις στοχεύσεις του όλου πρότζεκτ –και θα είχε ένα ενδιαφέρον να κλείναμε με αυτό. «Η μουσική μας έχει να κάνει με τη δύναμη της κοινότητας, της αλληλεγγύης», έλεγε ο Sholar, για να τον συμπληρώσει ο Brown –τον οποίον, και πάλι, μεταφέρω με δικά μου λόγια: «για αυτό και δεν θέλαμε να δείχνουμε συνέχεια εικόνες που να παραπέμπουν στη σκλαβιά, αλλά επιλέξαμε να δείξουμε την ελευθερία και το πώς ξεκίνησαν όλα. Υπάρχει ξέρετε η άποψη του Amiri Baraka, η οποία λέει ότι πρέπει να φέρνεις συνεχώς τον κόσμο αντιμέτωπο με ό,τι έχει διαπραχθεί και ό,τι διαπράττεται ακόμα, να απαιτήσεις, σχεδόν, να καταλάβει. Υπάρχει και η άλλη, του Ralph Ellison, η οποία υποστηρίζει ότι περισσότερο από το να ανακυκλώνουμε την εικονογραφία της σκλαβιάς, πρέπει (ως αφροαμερικανική κοινότητα) να προκρίνουμε τη μόρφωση και την καλλιέργεια, να δείξουμε τι πραγματικά είμαστε ικανοί να κάνουμε. Γιατί, ακόμα και αν λες ένα ξερό και ανυποχώρητο όχι, εξακολουθείς να απαντάς στο ίδιο ερώτημα· το ζήτημα είναι να πάμε πέρα από αυτό».

030Jaimeo_9.JPG

Η συζήτηση ολοκληρώθηκε με τον Shaw να σκανάρει την ειδησεογραφία των ημερών στο κινητό του: «Ο Τραμπ απαγόρευσε σε πολίτες 7 μουσουλμανικών χωρών να ταξιδεύουν στις Η.Π.Α.», μας ανακοίνωσε. Αστραπιαία σκέφτηκα πως μάλλον σε τέτοιες εποχές χρειαζόμαστε περισσότερους Baraka, κάποιους, τέλος πάντων, που θα φωνάξουν εκείνο το fuck off και θα διαολοστείλουν τους Τραμπ αυτού του κόσμου, όπως τους αρμόζει. «Δεν χρειάζεται να το κάνουν όλοι», είπε μια κοπέλα η οποία ήταν μαζί με το γκρουπ και παρακολουθούσε τη συζήτηση. «Σε έναν πόλεμο χρειάζονται οι στρατιώτες, αυτοί που πολεμούν, αλλά χρειάζονται κι οι νοσοκόμοι, εκείνοι που γιατρεύουν». Και η καλή τέχνη, που λέγαμε παραπάνω, μπορεί να τα κάνει αμφότερα.    
 
{youtube}uslDx0quA0o{/youtube}
 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured