Επιτρέψτε μου να ξεκινήσω με μια προσωπική ομολογία: όντας βουτηγμένος στη metal μουσική έως το κεφάλι τα τελευταία 25 χρόνια, και έχοντας την τύχη να παρακολουθήσω ζωντανά σχεδόν όλους τους ήρωές μου, οι προσδοκίες μου για την ευχαρίστηση που θα πάρω από μια επικείμενη συναυλία, δεν είναι πλέον το ίδιο υψηλές. 

Έτσι, παρά την απεριόριστη εκτίμησή μου στη δισκογραφημένη τέχνη αμφότερων των πρωταγωνιστών του live της Κυριακής στο Fuzz, δεν περίμενα το πόσο βαθιά θα με επηρέαζε η ζωντανή επαφή με το υλικό τους. Όμως, το πολιτιστικό μέσο που λέγεται μουσική, δεν ανέχεται τέτοιου είδους βεβαιότητες. Κι όποιος εμμένει σε αυτές, μόνο να εκτεθεί μπορεί. Αντίθετα, όποιος αφεθεί στη δύναμή της, έχει τη δυνατότητα να αποκομίσει αισθήματα ευλογίας και πληρότητας για την εμπειρία που έζησε. Όσοι –πολλοί– βρεθήκαμε στο Fuzz, λίγο/πολύ μπορούμε να σας διαβεβαιώσουμε γι' αυτό.

Moncean_2.jpg

Το εναρκτήριο λάκτισμα δόθηκε από τους Afformance, μια αξιόλογη και πολλά υποσχόμενη ελληνική μπάντα του progressive ήχου. Η εμφάνισή τους περιέλαβε λίγες και μεγάλες σε διάρκεια συνθέσεις, που από τη μία έδωσαν τη δυνατότητα να ξεδιπλώσουν τις τεχνικές ικανότητές τους, από την άλλη έκαναν δύσκολη την αφομοίωση της δουλειάς τους από τους παρευρισκόμενους στο Fuzz, μεγάλο μέρος των οποίων ερχόταν για πρώτη φορά σε επαφή μαζί της. Η απόσταση μεγάλωσε μάλιστα ακόμα περισσότερο από την επιλογή της μπάντας να μην απευθυνθεί στο κοινό, πέραν κάποιων νευμάτων και μιας τυπικής ευχαριστίας στο τέλος της εμφάνισης. Σίγουρα, υπάρχει τόσο το ταλέντο, όσο και η διάθεση για καινοτόμα πράγματα (όπως π.χ. η ιδιαίτερη θέση που δίνουν στο programming, τόσο στις συνθέσεις, όσο και επί σκηνής). Ωστόσο, καλό θα ήταν νομίζω να ξαναδούν οι Afformance τον τρόπο με τον οποίον επικοινωνούν και αφηγούνται την ύπαρξή τους, μα και τη δουλειά τους. 

Monocean_3.jpg

Χωρίς καμία καθυστέρηση, στη σκηνή ανέβηκαν κατόπιν οι The Ocean, που μέσα από τη συνεχή εξέλιξη του ήχου τους έχουν κατορθώσει να βρίσκονται σταθερά στην πρωτοπορία της metal μουσικής, εδώ και πάνω από 10 χρόνια. Ο φωτισμός και οι καπνοί δημιούργησαν εξαρχής δραματικό σκηνικό, το οποίο σύντομα μετουσιώθηκε σε μια «κινηματογραφική», υποβλητική ατμόσφαιρα, χάρη κυρίως στη συνδρομή των πρώτων ήχων από το τσέλο της θαυμάσιας Dalai Theofilopoulou και από τα πλήκτρα του εγκεφαλικού Vincent Membrez. 

Monocean_4.jpg

Οι συνθέσεις ξεκίναγαν λιτά και ήσυχα και οδηγούνταν σταδιακά στην κορύφωσή τους, μέσα από ηχητικές δυναμικές. Αυτή ήταν η στιγμή που το μεγαλείο της τέχνης των Γερμανών αναδεικνυόταν στο μέγιστο, καθώς όλα τα όργανα παίζονταν στο maximum· κι όμως, αντί θορύβου, ο χώρος γέμιζε με μελωδίες που στοίχειωναν το κοινό, προκαλώντας παραληρηματικές αντιδράσεις. Σε ρόλο μετρονόμου, ο Loïc Rossetti, ο οποίος –παρότι «frontman»– ξεκίναγε να μουρμουράει τους πρώτους στίχους χωμένος πίσω από τα έγχορδα. Αυξάνοντας έπειτα την κινητικότητά του αναλογικά με τη φάση της σύνθεσης, κατέληγε στις κορυφώσεις να φτύνει τις λέξεις ανεβασμένος στο κάγκελο ή ξαπλωμένος στα χέρια των μπροστινών σειρών

Monocean_5.jpg

Πρώτη αποθέωση, μετά από μια best-of-setlist, και επιστροφή για encore με το τρομερό 13λεπτο “Quiet Observer”, από το πρόσφατο split EP Transcendental με τους co-headliners Mono. Iδανικό φινάλε μιας εκπληκτικής εμφάνισης από την κολεκτίβα του Loic, της Dalai, του Vincent, του Robin, του Damo και του Paul.    

Και ενώ το κοινό έπλεε σε πελάγη ικανοποίησης, εμφανίζονται στη σκηνή 4 μικρές στο δέμας φιγούρες, και ακούγονται οι πρώτες νότες του “Recoil, Ignite”. Από εκεί ξεκίνησε μια πνευματική διαδικασία σε μορφή συναυλίας, στην οποία οι πιο αποστασιοποιημένοι θεατές ανταποκρίθηκαν παρακολουθώντας με το στόμα ανοιχτό και οι πιο συγκεντρωμένοι κλαίγοντας, αγκαλιάζοντας τους διπλανούς ή στριφογυρίζοντας σε έκσταση γύρω από τον εαυτό τους. 

Monocean_6.jpg

Οι Ιάπωνες μύστες (με όλη τη σημασία της λέξης) άλλοτε κινούνταν με λιτότητα και αυστηρότητα κι άλλοτε φαίνονταν να βυθίζονται στη μουσική τους, λικνιζόμενοι στις μελωδίες της. Τέσσερις μουσικοί που, παρότι ελάχιστα κοίταγαν το κοινό και καθόλου δεν μας μίλησαν, κατάφεραν να μαγνητίσουν, να επιβληθούν και να καθηλώσουν –είτε έπαιζαν επιθετικά κομμάτια σαν το “Death Ιn Reverse”, είτε συναισθηματικότερα σαν το “Kanata”. 

Monocean_7.jpg

Αναμφισβήτητη πρωταγωνίστρια, η «αυτοκράτειρα» Tamaki Kunishi, η οποία δέσποζε στο κέντρο της σκηνής με το πορφυρό της μπάσο (που ενίοτε άφηνε για χάρη των πλήκτρων). Στο πλάι της, σαν σωματοφύλακες, το κιθαριστικό δίδυμο Takaakira/Suematsu, από τη μία να εκτοξεύει λυρικές μελωδίες και από την άλλη να τις παραμορφώνει, σε σημείο που να ορκίζεσαι ότι δεν είναι δυνατόν να παράγονται από γήινα μέσα. Ρυθμιστής των πάντων, ο στιβαρός και συνάμα τεχνικός Yasunori Takada, διαμόρφωνε με τον ήχο των τυμπάνων του τη βάση πάνω στην οποία χτίστηκε το αριστουργηματικό σετ των Mono.     

Monocean_8.jpg

Όσο και αν προσπαθήσω, δηλώνω εντέλει αδύναμος να μεταφέρω την πλήρη γκάμα των συναισθημάτων που βιώθηκαν την Κυριακή στο Fuzz. Πιο εύκολο ίσως θα ήταν αν, αντί λέξεων, παρέθετα φωτογραφίες των περισσότερων ανθρώπων καθώς έβγαιναν από το club –με ένα τεράστιο χαμόγελο στο πρόσωπό τους. 

Συναυλία-εμπειρία ζωής. Μουσική, που πάει τον κόσμο μπροστά. 

{youtube}DxsLH8ecuok{/youtube}

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured